- Γεννήθηκα στην Κωνσταντινούπολη στις αρχές της δεκαετίας του ’50 και ήρθαμε στην Ελλάδα το ’64, μετά τα γεγονότα με τις απελάσεις. Ως πρόσφυγες. Τότε δεν το καταλάβαινα αυτό, νόμιζα ότι ήταν ένα ευχάριστο ταξίδι - μετά συνειδητοποίησα ότι ήμασταν ακριβώς ο ορισμός των προσφύγων.
- Συνήθως οι άνθρωποι φιλτράρουν τις κακές αναμνήσεις κι έτσι απ’ την Πόλη θυμάμαι κυρίως μια ζωή χαλαρή, όμορφη, με διάχυτη ασφάλεια. Ο πατέρας μου, που ήταν υπάλληλος, είχε δουλειά εκεί - στην Αθήνα θα δυσκολευόταν πολύ, θα δυστυχούσε. Στην πραγματικότητα, βέβαια, το κλίμα ήταν μάλλον το αντίθετο: υπήρχε εχθρότητα, ρατσισμός και απ’ τις δυο πλευρές. Οι Έλληνες Κωνσταντινουπολίτες θεωρούσαν τους Τούρκους κάτι κατώτερο, οι Τούρκοι μας θεωρούσαν ξένο σώμα.
- Όταν φύγαμε, πίστευα ότι πηγαίναμε σε μια πιο σύγχρονη πόλη, πιο κοντά στη Δύση, αλλά εκείνη την εποχή η Αθήνα, σε σχέση με την Πόλη, ήταν μάλλον επαρχιώτικη. Παρ’ όλα αυτά, ήταν μια θετική αλλαγή για μένα. Στην Αθήνα έμενα στα Πατήσια μέχρι που μεγάλωσα. Ήθελα να γίνω Φυσικός, ν’ ασχοληθώ με την επιστήμη. Τελικά, πήγα για κάνα δυο χρόνια στη Θεσσαλονίκη, σπούδασα Οικονομικά, αλλά δεν ήταν για μένα, τα παράτησα και ξαναγύρισα στην Αθήνα.
- Ως νέος σνόμπαρα κι εγώ τον εμπορικό ελληνικό κινηματογράφο. Μετά μόνο, στην εποχή της τηλεόρασης που είδα ταινίες διαπίστωσα ότι υπήρχαν ποιότητα, πάθος, κάποια καλά σενάρια - ο Μακρής, ο Αυλωνίτης δημιούργησαν μια σχολή που δυστυχώς δεν συνεχίστηκε. Απ’ όταν πρωτοείδα ξένες ταινίες, όμως, στο σινεμά, έπαθα κάτι. Ο Όρσον Ουέλς, ο Τριφό, ο Χίτσκοκ, ο Φελίνι ήταν εκείνοι που μου άρεσαν και αποτελούν μέχρι σήμερα τους αγαπημένους μου σκηνοθέτες. Από κωμικούς, θαύμαζα τους αδερφούς Μαρξ, τον Μπάστερ Κίτον, τον Πίτερ Σέλερς, τους Μόντι Πάιθον.
- Για πρώτη φορά έπαιξα ως ηθοποιός το 1973, στο Ανοιχτό Θέατρο του Γιώργου Μιχαηλίδη, και μάλιστα με τρόπο τελείως κινηματογραφικό. Ένα βράδυ αποχώρησε, βρίζοντας, ένας ηθοποιός κι εγώ, που ήμουν στο ταμείο κι έκανα τον ηλεκτρολόγο, βρέθηκα να τον αντικαθιστώ, παίζοντας τον μικρό του ρόλο. Πέρασαν τα χρόνια, πήγα σε δραματική σχολή, αλλά δεν ξαναέπαιξα για πολύ καιρό. Μέχρι που το 1979 η Όλια Λαζαρίδου -φίλη από τότε που δούλευα σ’ ένα δισκάδικο- μου είπε να παίξω σε μια παράσταση που σκηνοθετούσε ο Μπολονίνι και πρωταγωνιστούσε η Λαμπέτη. Τρελός ήμουν ν’ αρνηθώ; Η Λαμπέτη, με τον τρόπο της, μου έμαθε πως κάθε φράση που λέει ο ηθοποιός έχει τη σημασία της. Κι αν δεν έχει ή αν δεν την καταλαβαίνεις, καλύτερα να την κόψεις εντελώς.
- Μ’ αρέσουν πολύ τα κινούμενα σχέδια. Και το «Μάπετ Σόου» το θεωρώ καλλιτεχνικό επίτευγμα της τηλεόρασης με βαθύτατο ανθρωπισμό. Απ’ ό,τι έχω κάνει στην τηλεόραση, είμαι πιο περήφανος για το «Άνω-Κάτω το Σαββάτο» στο Mega. Ήταν μια συνειδητή προσαρμογή του «Saturday Night Live» με σκετς και μουσική, ήταν κάτι που το έκανα κέφι.
- Ταινίες πολύ διαφορετικές μεταξύ τους έφτιαξαν το τωρινό ρεύμα του ελληνικού κινηματογράφου. Η ιδεολογική κρίση της χώρας και του κινηματογραφικού μας συστήματος απελευθέρωσε ταλαντούχους σκηνοθέτες που, ξέροντας πως έτσι κι αλλιώς δεν θα έπαιρναν χρήματα από εδώ, πρότειναν ιδέες αντισυμβατικές, έκαναν αυτά που πραγματικά ήθελαν με χρηματοδότηση και απ’ το εξωτερικό.
- Δεν έχω μετανιώσει για την εμπλοκή μου στην πολιτική. Καθόλου. Απλώς πια δεν εμφανίζομαι τόσο στην τηλεόραση, σε talk shows με τσακωμούς. Ρωτάω πάντα ποιοι θα είναι οι καλεσμένοι πριν πάω κάπου - δεν υπάρχει νόημα να είσαι με ανθρώπους που ουρλιάζουν «Ανθέλληνα» και τέτοια. Φυσικά, τα κανάλια σπάνια μου λένε την αλήθεια. Με το που θα φτάσω στο στούντιο, θα δω μέσα τον τάδε ή τον δείνα που με είχαν διαβεβαιώσει ότι δεν θα είναι εκεί.
- Το περίφημο δημοψήφισμα δεν ήταν κακή ιδέα. Όλοι έβριζαν το μνημόνιο, τα δάνεια κ.λπ. Αντιδρούσαν, όμως, μόνο στα λόγια. Ενδόμυχα, φυσικά και δεν ήθελαν τη χρεοκοπία ή την κατάργηση του μνημονίου. Με το που χρειάστηκε ν’ αντιδράσουν και με πράξεις, ξαφνικά όλοι εξοργίστηκαν. Τα δε κόμματα βραχυκύκλωσαν, γιατί κατάλαβαν ότι έτσι δεν θα είχαν λόγο ύπαρξης.
- Σε κάποιο βαθμό απογοητεύτηκα με τους Οικολόγους Πράσινους. Δεν έπεσα απ’ τα σύννεφα, αλλά πίστευα πως οι σωστές κατά βάση ιδέες του κόμματος θα βελτίωναν τη νοοτροπία των στελεχών. Κάποιοι, όμως, δεν έγιναν καλύτεροι, έγιναν χειρότεροι. Και σ’ αυτό έπαιξε ρόλο η ένταξη στο πολιτικό σκηνικό κι η αρκετά σημαντική επιχορήγηση απ’ το κράτος. Ξεκίνησαν οι ομαδοποιήσεις και τα μίση. Για τις εκλογές που θα γίνουν δεν βλέπω κάποιο καλό σενάριο. Κάπως να βάλουμε σε τάξη το κράτος, τι να πω… Με ανησυχεί πάρα πολύ η στροφή της ΝΔ προς την εθνικιστική Δεξιά. Ιστορικά, η εθνικιστική ρητορική έχει χρησιμοποιηθεί με καταστροφικό τρόπο. Και τώρα, αντί να δεχτούμε τους γείτονές μας ως Μακεδόνες και να θέσουμε άλλα σημαντικότερα ζητήματα, διασφαλίζοντας τη χώρα μας, καθόμαστε και γκρινιάζουμε για πράγματα που έχουν τελειώσει.
- Όταν πήγα στην Καστοριά, μοίραζαν φέιγ βολάν που με έλεγαν προδότη. Αισθάνθηκα άσχημα γιατί δεν ήμουν μόνος μου, ταλαιπωρήθηκαν οι συνάδελφοί μου. Πιο ανατριχιαστική ήταν σίγουρα η προκήρυξη της Σέχτας των Επαναστατών που με ανέφερε στην ίδια σελίδα που έγραφε: «Σήμερα εκτελέσαμε με 28 σφαίρες τον τάδε». Λίγες γραμμές πιο κάτω με αποκαλούσε «ξεφτιλισμένο μέλος ουράς του συστήματος» ή κάτι τέτοιο. Ήταν λίγο τρομακτικό.
- Τα τελευταία 20 χρόνια ζω στον Άλιμο. Πηγαίνω στο κέντρο, την αγαπάω την πόλη. Όταν περπατάς στους δρόμους το βράδυ και δεν έχει μποτιλιάρισμα και είναι συμπαθητικός ο καιρός -που συνήθως είναι-, είναι όμορφη. Υπάρχει όμως το γνωστό πρόβλημα: η καχυποψία μεταξύ μεταναστών και Ελλήνων. Καταλαβαίνω και τους Έλληνες που ζουν σε γειτονιές που άλλαξαν ραγδαία, όπου τίποτα δεν τους θυμίζει τη ζωή τους και πλέον έχουν γείτονες ανθρώπους με άλλα ήθη κι έθιμα. Καταλαβαίνω και τους ξένους που αισθάνονται λαθραίοι, γιατί εμείς ποτέ δεν τηρήσαμε τους κανόνες υποδοχής προσφύγων, εξετάζοντας ποιοι πρέπει να πάρουν άσυλο και μη επιτρέποντας να μπαινοβγαίνει όποιος θέλει ό,τι ώρα θέλει.
- O λαϊκισμός είναι σήμερα η εύκολη λύση. Εγώ συχνά λέω πράγματα που δεν αρέσουν στην πλειονότητα. Προσπαθώ, πάντως, να μην είμαι αγενής και να μην προσβάλλω. Το να έχεις το θάρρος της γνώμης σου είναι πραγματικά δύσκολο σήμερα. Ο Λαζόπουλος π.χ. λέει αυτά που θέλει ν’ ακούσει ο κόσμος με τρόπο έξυπνο και χιουμοριστικό. Τον θαυμάζω γιατί μπορεί και κάνει το κοινό να πάλλεται. Είναι εξαιρετικά ταλαντούχος και μην ξεχνάμε ότι και από μόνη της η επιθεώρηση είναι αναγκαστικά και λίγο «λαϊκίστικη». Δεν είναι, βέβαια, ακριβώς επιθεώρηση όταν παίρνεις το μικρόφωνο και κάνεις μακροσκελή πολιτικά κηρύγματα σαν τηλε-ευαγγελιστής!
σχόλια