ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ, ΚΑΣΣΕΛΑΚΗΣ (και Πολάκης), Ανδρουλάκης...Τα τρία μεγάλα κόμματα «εξουσίας» μοιάζουν να βρίσκονται υπό κρητική κατοχή. Σαφώς και πρόκειται σε μεγάλο βαθμό για (σατανική, ειδικά αν δεν είσαι Κρητικός) σύμπτωση, ενδεχομένως όμως να έχει συμβάλλει και μια τάση εξάπλωσης και διείσδυσης της κρητικής κουλτούρας που παρατηρείται πιο έντονα τα τελευταία χρόνια.
Τα κρητικά είναι μόδα, ακούμε να λέγεται όλο και πιο συχνά. Και είναι. Στις καλοκαιρινές Κυκλάδες πιο πιθανό είναι πλέον ν’ ακούσεις κρητικά παρά νησιώτικα. Όπως πάει το πράγμα, σε λίγο θα πρέπει να μάθουμε να λέμε όλοι απ’ έξω μαντινάδες σαν αυτήν:
Όλες οι χώρες από την μια / και η Κρήτη από την άλλη / ω την παντέρμη ζυγαριά / στην Κρήτη γέρνει πάλι / το λέω με παράπονο / το λέω με τερτίπι / όλη η Ελλάδα δεν μπορεί / να παραβγεί την Κρήτη (διάλεξα μία χαρακτηριστικά «τοπολατρική» που όμως κάνει έναν κόπο παραπάνω και δεν αρκείται στην εύκολη ρίμα Κρήτη / Ψηλορείτη).
Πέρα από την πλάκα όμως και τον (καλοδεχούμενο είναι η αλήθεια) αντιπερισπασμό στη μουντίλα που πρόσφερε ο Στέφανος Κασσελάκης τον τελευταίο καιρό, το μήνυμα από τον θρίαμβό του στον πρώτο έστω γύρο των εκλογών για την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ είναι ηχηρό και χωρίς τη συνοδεία λύρας ή λαούτου.
Ίσως μια κρίσιμη καμπή να ήταν η περίπτωση εκείνου του ωραίου Κρητικού αγρότη στο συλλαλητήριο στο Σύνταγμα που είχε τρελάνει τα media για μερικές μέρες τον Νοέμβρη του 2015. Τότε ακόμα, κανένα από τα τρία κόμματα δεν είχε Κρητικό αρχηγό. Fast forward οχτώ χρόνια αργότερα, και η κατάληξη -ακης αντηχεί εμφατικά στο πολιτικό σκηνικό.
Πέρα από την πλάκα όμως και τον (καλοδεχούμενο είναι η αλήθεια) αντιπερισπασμό στη μουντίλα που πρόσφερε ο Στέφανος Κασσελάκης τον τελευταίο καιρό, το μήνυμα από τον θρίαμβό του στον πρώτο έστω γύρο των εκλογών για την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ είναι ηχηρό και χωρίς τη συνοδεία λύρας ή λαούτου.
Μπορεί να μοιάζει με hostile takeover («επιθετική εξαγορά», αλλά εν προκειμένω θα λέγαμε επιθετική ανάληψη ή κατάληψη), που λένε και στην εταιρική αργκό, η μετεωρική άνοδός του στην ηγεσία (αν επιβεβαιωθεί τελικά), όμως δεν οφείλεται μόνο στο επιμελές και επιθετικό marketing που χαρακτήρισε τη λαμπερή υποψηφιότητά του.
Η βελούδινη επικράτησή του –πέρα από κάθε πρόβλεψη, μέχρι και πριν από λίγες εβδομάδες μόνο– δείχνει, πέραν των αναλύσεων και των εικασιών που είναι βέβαιο ότι θα μεγεθυνθούν ακόμα περισσότερο τις επόμενες μέρες, πόσο βαθιά είναι η επιθυμία ψυχικής και συναισθηματικής απεμπλοκής από τους κομματικούς μηχανισμούς και από τις παραδοσιακές διαδικασίες ανέλιξης στην επαγγελματική πολιτική. Είναι «σημείο των καιρών» αλλά είναι επίσης και κατανοητή στάση, κι ας επιμένουν κάποιοι να το βαφτίζουν αυτό σώνει και καλά «μεταπολιτική».