ΕΣΕΙΣ ΘΑ ΠΑΤΕ ΝΑ ΨΗΦΙΣΕΤΕ την Κυριακή ή θα πάτε «για μπάνιο»; Έχει μείνει η στάση σας σε ό,τι αφορά την εκλογική διαδικασία και το όλο προεκλογικό καρναβάλι στο επίπεδο του υγιούς και ήπιου σκεπτικισμού ή έχει εξελιχθεί σε αλλεργική αντίδραση και σε βαριά δυσανεξία; Με άλλα λόγια, σας έχει καταβάλει το λεγόμενο «σύνδρομο δημοκρατικής κόπωσης» ή αντέχετε ακόμα;
Ήταν το «ένδοξο» για εμάς 2004, όταν ο Βρετανός κοινωνιολόγος Κόλιν Κράουτς επινόησε τον όρο «μεταδημοκρατία» που έχει γίνει του συρμού εσχάτως και στη χώρα μας – κυρίως με αφορμή το «φαινόμενο Κασσελάκη», για να περιγράψει μια νέα τάξη πολιτικών πραγμάτων. Στο πλαίσιο αυτής της νέας συνθήκης, «ενώ οι εκλογές εξακολουθούν να υπάρχουν και να αλλάζουν κυβερνήσεις, ο δημόσιος προεκλογικός διάλογος είναι πλέον ένα αυστηρά ελεγχόμενο θέαμα, το οποίο διευθύνεται από αντίπαλες ομάδες επαγγελματιών στις τεχνικές της πειθούς, και εξετάζει μόνο ένα μικρό εύρος θεμάτων που επιλέγονται από τις ομάδες αυτές. Οι πολίτες παίζουν έναν παθητικό και αδρανή ρόλο, ανταποκρινόμενοι μόνο στα σινιάλα που τους δίνονται».
Μπορεί να μοιάζει σε πολλούς εξωφρενική η ιδέα να επιλέγονται μέσω κλήρωσης οι (ανώνυμοι) εκπρόσωποι του κοινωνικού σώματος στο κοινοβούλιο, αλλά μια ματιά στους «επώνυμους» υποψήφιους των κομμάτων σ’ αυτές τις εκλογές (και όχι μόνο) την καθιστά άμεσα πολύ πιο φιλική.
Ο πιο επιφανής όμως «πολέμιος» των εκλογών –ή μάλλον της συρρίκνωσης της δημοκρατίας στην εκλογική διαδικασία– είναι ο Βέλγος πολιτισμικός ιστορικός και αρχαιολόγος Ντέιβιντ φαν Ρέιμπρουκ, το βιβλίο του οποίου Against Elections: The Case for Democracy («Κατά των εκλογών και υπέρ της δημοκρατίας» θα μπορούσε να είναι η ελληνική απόδοση) κυκλοφόρησε πριν από μια δεκαετία περίπου.
«Υπάρχει κάτι εκρηκτικό σε μια εποχή κατά την οποία το ενδιαφέρον για την πολιτική αυξάνεται, ενώ η πίστη στους πολιτικούς θεσμούς μειώνεται» έγραφε. «Τι σημαίνει για τη σταθερότητα μιας χώρας αν όλο και περισσότεροι άνθρωποι παρακολουθούν με επιφυλακτικότητα τις δραστηριότητες μιας εξουσίας την οποία δεν εμπιστεύονται όλο και περισσότερο; Πόση χλεύη μπορεί να αντέξει ένα σύστημα, ειδικά τώρα που ο καθένας μπορεί να μοιράζεται τις έντονες απόψεις του στο διαδίκτυο;».
Σύμφωνα με τον Βέλγο συγγραφέα και ερευνητή, είναι αμέτρητες πλέον οι δυτικές –και όχι μόνο– κοινωνίες που πλήττονται σήμερα από αυτό που θα μπορούσε να ονομαστεί «σύνδρομο δημοκρατικής κόπωσης», η οποία δεν προκαλείται τόσο από τους εκλογείς, τους πολιτικούς ή τα κόμματα αλλά σε μεγάλο βαθμό από την ίδια την εκλογική διαδικασία. Δεν είναι η δημοκρατία το πρόβλημα, αλλά η ψηφοφορία (και η ψηφοθηρία). Ο φαν Ρέιμπρουκ κάνει επίσης λόγο και για ένα είδος «εκλογικού φονταμενταλισμού». Οι φονταμενταλιστές της ψήφου τιμούν την εκλογική διαδικασία αλλά περιφρονούν τους ανθρώπους που εκλέγονται, θεωρώντας τις εκλογές όχι ως ένα μέσο δημοκρατικής συμμετοχής, αλλά ως αυτοσκοπό, ως ένα δόγμα με εγγενή, αναφαίρετη αξία.
«Οι εκλογές είναι το καύσιμο της πολιτικής», γράφει. «Ενώ κάποτε έδιναν τεράστια ώθηση στη δημοκρατία, όπως το πετρέλαιο στις οικονομίες, τώρα αποδεικνύεται ότι προκαλούν από μόνες τους κολοσσιαία προβλήματα. Αν δεν επανεξετάσουμε επειγόντως τη φύση του δημοκρατικού μας καυσίμου, μας περιμένει μια συστημική κρίση. Αν επιμένουμε πεισματικά σε μια έννοια της δημοκρατίας που περιορίζει το νόημά της στην εκλογική διαδικασία, ειδικά σε μια εποχή οικονομικής δυσπραγίας, υπονομεύουμε την ίδια τη δημοκρατική διαδικασία».
Η λύση που προτείνει είναι η αναβίωση του συστήματος της κλήρωσης, όπως γινόταν στην αρχαία Αθήνα. Η ιδέα είναι ότι ένας μικρός αριθμός πολιτών επιλέγεται τυχαία με κλήρωση –κατ’ αναλογία με ένα σώμα ενόρκων– και στη συνέχεια εξουσιοδοτείται να μελετήσει ένα συγκεκριμένο θέμα ως εκπρόσωπος του συνολικού πληθυσμού. Στην εποχή μας ειδικά, θα μπορούσαν να επιστρατευτούν οι αλγόριθμοι έτσι ώστε να διασφαλιστεί ότι τα αποτελέσματα της κλήρωσης αντικατοπτρίζουν πιστά την κοινωνική σύνθεση.
Μπορεί να μοιάζει σε πολλούς εξωφρενική η ιδέα να επιλέγονται μέσω κλήρωσης οι (ανώνυμοι) εκπρόσωποι του κοινωνικού σώματος στο κοινοβούλιο, αλλά μια ματιά στους «επώνυμους» υποψήφιους των κομμάτων σ’ αυτές τις εκλογές (και όχι μόνο) την καθιστά άμεσα πολύ πιο φιλική.