ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ η ηλικία ή το γεγονός ότι μας ακούνε –μας «νιώθουν»– οι αλγόριθμοι και κατόπιν μας σερβίρουν τα λόγια, τις προσδοκίες και τις αγωνίες μας υπό μορφή «περιεχομένου», εσχάτως πάντως έχω πέσει δυο-τρεις φορές πάνω στον όρο FOGO. Όχι FOMO (fear of missing out, ο φόβος δηλαδή ότι διαρκώς χάνεις αυτό που συμβαίνει εκεί που δεν είσαι), αλλά κάτι πολύ πιο βαρύ και κρίσιμο: FOGO (fear of growing old). Ή γεροντοφοβία, ελληνιστί.
Ο φόβος του γήρατος δηλαδή και η άρνηση της αποδοχής των ηλικιωμένων στην κοινωνική πραγματικότητα. Στα αγγλικά υπάρχει και ο όρος gerascophobia («γηρασκοφοβία») που επίσης σημαίνει τον φόβο των γηρατειών, αλλά δεν συνδυάζεται απαραίτητα με απέχθεια προς τους ηλικιωμένους.
Οι νέοι βλέπουν τους γέρους ως μια ομογενοποιημένη και μάλλον ενοχλητική άμορφη μάζα – ως μια γκρίζα θολούρα αντί για αυτόνομες προσωπικότητες.
Πιο πρόσφατη περίπτωση ένα άρθρο της περασμένης εβδομάδας στην «Guardian» με τον απειλητικό τίτλο «FOGO, ο φόβος για τα γεράματα σαρώνει τη χώρα». Το άρθρο ξεκινάει με τη διαπίστωση ότι ο λεγόμενος ηλικιακός ρατσισμός (ageism) είναι ίσως η πιο παράδοξη προκατάληψη. Πράγματι. Είναι σαν να στοχοποιεί κανείς τον ίδιο του τον εαυτό, αφού κάποτε, αργά ή γρήγορα, όλοι ανεξαιρέτως θα γεράσουμε. Κι αυτό είναι το καλό σενάριο (ως γνωστόν, η μόνη εναλλακτική στο γήρας είναι ο πρόωρος θάνατος).
«Στην πραγματικότητα, αντιμετωπίζουμε τους ηλικιωμένους ως άτομα που χρήζουν προστασίας αλλά όχι σεβασμού», διαπιστώνει η αρθρογράφος. «Οι νέοι βλέπουν τους γέρους ως μια ομογενοποιημένη και μάλλον ενοχλητική άμορφη μάζα – ως μια γκρίζα θολούρα αντί για αυτόνομες προσωπικότητες, παρότι ακόμα κι εκείνοι αναγνωρίζουν, έστω και από την περιορισμένη τους εμπειρία, ότι, κατά κανόνα, όσο μεγαλώνουμε τόσο περισσότερο διαφοροποιούμαστε από τους άλλους».
Ψάχνοντας λίγο παραπάνω περί «FOGO» στο διαδίκτυο, ανακαλύπτει κανείς ότι ο όρος τέθηκε σε κυκλοφορία μετά από μια μεγάλη έρευνα που έγινε πριν από μερικά χρόνια στην Αμερική για λογαριασμό του γνωστού φαρμακευτικού κολοσσού Pfizer, σύμφωνα με την οποία το 87% των συμμετεχόντων (18 ετών και άνω) εκδήλωσε τους φόβους του για τα γεράματα (θα έλεγε κανείς πως το περίεργο είναι ότι υπήρξε ένα ποσοστό 13% που δήλωσε ότι ουδόλως προβληματίζεται με την προοπτική των γηρατειών).
Εξ αυτών, το 23% ανησυχούσε για την επιδείνωση της φυσικής κατάστασης και των σωματικών λειτουργιών, το 15% για την απώλεια της μνήμης, το 12% για την ανέχεια και ένα άλλο 12% για τις ανίατες ασθένειες. Μόνο ένα 10% δήλωνε ότι κυρίως φοβάται τον θάνατο, γεγονός που δείχνει ότι οι περισσότεροι άνθρωποι είτε τον θεωρούν εντελώς αναπόφευκτο, είτε ότι μυστικά πιστεύουν στη μετεμψύχωση, είτε ότι υπολογίζουν πως κάτι μαγικό θα γίνει και θα τη σκαπουλάρουν στο τέλος. Στο μεταξύ, όλοι οι μεσήλικες κοιταζόμαστε στον καθρέφτη και βλέπουμε τον εαυτό μας γύρω στα είκοσι χρόνια νεότερο.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.