«ΒΛΕΠΩ ΤΗ ΖΩΗ μου σαν μια διαδοχή από εναγκαλισμούς και αποδράσεις» εμφανίζεται να λέει στον Έρολ Μόρις, τον επιφανή ντοκιμαντερίστα που κρύβεται πίσω από την κάμερα, ο Ντέιβιντ Κόρνουελ, πολύ πιο γνωστός στο κοινό με το λογοτεχνικό ψευδώνυμο Τζον Λε Καρέ.
Η συνέντευξη –με μια διακριτική υποψία ανάκρισης σαν αυτές που διενεργούσε ο Κόρνουελ πριν γίνει Λε Καρέ κατά τη θητεία του στις βρετανικές μυστικές υπηρεσίες, στο παρανοϊκό και σκιώδες αποκορύφωμα του Ψυχρού Πολέμου– έλαβε χώρα και κινηματογραφήθηκε το 2019, έναν χρόνο πριν από τον θάνατο του διάσημου συγγραφέα σε ηλικία 89 ετών, και αποτελεί τον κορμό αυτού του εξαίσιου ντοκιμαντέρ που είναι διαθέσιμο από τα τέλη του περασμένου μήνα στο Apple TV+.
«Ο Γκράχαμ Γκριν λέει ότι η παιδική ηλικία είναι το πιστωτικό υπόλοιπο του συγγραφέα. Αν ισχύει αυτό, τότε γεννήθηκα εκατομμυριούχος».
Η ταινία ή μάλλον η συνάντηση αυτή, την οποία ο Λε Καρέ αντιμετωπίζει με τον πράο και γαλήνιο τρόπο του ευπατρίδη ή τη σιγουριά του performer, όπως λέει ότι αντιλαμβάνεται τον εαυτό του, είναι διανθισμένη με πλούσιο αρχειακό υλικό, αποσπάσματα από τις κλασικές τηλεοπτικές εκδοχές του Σμάιλι στο BBC και κάποιες ατμοσφαιρικά δραματοποιημένες αναπαραστάσεις, με πιο χαρακτηριστική εκείνη που εικονογραφεί και εξηγεί τον τίτλο, ο οποίος προέρχεται από το ομώνυμο βιβλίο με τα απομνημονεύματά του που κυκλοφόρησε το 2016.
«Όλα σχεδόν τα βιβλία μου είχαν κάποια στιγμή τον προσωρινό τίτλο “Η σήραγγα των περιστεριών”», λέει στο ντοκιμαντέρ και μ’ αυτήν ακριβώς την φράση ξεκινά και το βιβλίο. Εν συνεχεία εξηγεί:
«Ήμουν στα μέσα της εφηβείας μου όταν ο πατέρας μου αποφάσισε να με πάρει σε μία από τις εξορμήσεις αναψυχής του στον κόσμο των τυχερών παιχνιδιών στο Μόντε Κάρλο. Κάτω από τη φυτεμένη με γκαζόν έκταση υπήρχαν μικρές παράλληλες σήραγγες που κατέληγαν όλες στη σειρά στην άκρη της θάλασσας. Μέσα σε αυτές τις σήραγγες έβαζαν ζωντανά περιστέρια που είχαν εκκολαφθεί και παγιδευτεί στη στέγη του καζίνου. Ο σκοπός ήταν τα πουλιά να διασχίσουν φτεροκοπώντας τις κατασκότεινες σήραγγες και, βγαίνοντας από τα στόμια στην άλλη άκρη τους, με φόντο τον μεσογειακό ουρανό, να χρησιμεύουν ως στόχοι για τους χορτάτους και καλοζωισμένους σπόρτσμεν που περίμεναν όρθιοι ή ξαπλωμένοι με τα κυνηγετικά τους όπλα προτεταμένα.
Τα περιστέρια που γλίτωναν ή τραυματίζονταν απλώς ελαφρά στα φτερά έκαναν αυτό που κάνουν πάντα τα περιστέρια: επέστρεφαν στο μέρος που είχαν γεννηθεί, στη σκεπή του καζίνου, όπου τα περίμεναν οι ίδιες παγίδες. Το γιατί ακριβώς η εικόνα αυτή με στοιχειώνει τόσα χρόνια τώρα είναι κάτι που ίσως ο αναγνώστης μπορεί να κρίνει καλύτερα απ’ ό,τι εγώ». (Τζον Λε Καρέ: Η Σήραγγα των περιστεριών: Ιστορίες από τη ζωή μου, μτφρ.: Βεατρίκη Καντζόλα-Σαμπατάκου εκδ. Bell).
«Ο Γκράχαμ Γκριν λέει ότι η παιδική ηλικία είναι το πιστωτικό υπόλοιπο του συγγραφέα. Αν ισχύει αυτό, τότε γεννήθηκα εκατομμυριούχος». Άλλη μια σημαδιακή ατάκα από το βιβλίο που επαναλαμβάνει στο ντοκιμαντέρ και εννοεί κυρίως την πολύπλοκη και βαθιά τραυματική αλλά επίσης απείρως καθοριστική σχέση με τον τυχοδιώκτη και υπόδικο συχνά, πατέρα του.
Μιλάει για τα πάντα σχεδόν, εκτός από τις εξωσυζυγικές του σχέσεις που επανήλθαν πέρσι στην επιφάνεια με το «αποκαλυπτικό» βιβλίο The Secret Heart που εξέδωσε μια πρώην ερωμένη του, η Suleika Dawson. Αντιθέτως δεν διστάζει να εκθέσει τα ψυχολογικά του τραύματα και να εκφράσει για μια ακόμα φορά τον φόβο του ότι το ανθρώπινο είδος δεν διαθέτει κέντρο βάρους και γι’ αυτό κυνηγά διαρκώς χίμαιρες.
Η εμπειρία του από το θέατρο σκιών στον μυστικό (και μελαγχολικό, όπως μας έδειξε στον «Κατάσκοπο που γύρισε από τον κρύο») κόσμο των κατασκόπων καταλήγει σε μια φράση από τον Φάουστ, στη μάταια αναζήτηση «αυτού που περιέχει ο κόσμος στο πιο άβατο σημείο του». Στο βιβλίο του «Ο μυστικός προσκυνητής» διαπιστώνει ότι αυτό το άβατο δεν περιέχει απολύτως τίποτα. Η Ιστορία είναι ένα χάος και το άβατο δωμάτιο είμαστε ίσως εμείς οι ίδιοι.
The Pigeon Tunnel | Apple TV+