ΤΟ ΝΕΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ για την επέκταση του δικαιώματος του γάμου και της τεκνοθεσίας και στα ομόφυλα ζευγάρια έχει προκαλέσει τις έντονες αντιδράσεις μίας μερίδας της κοινωνίας αλλά και του πολιτικού κόσμου, ακόμα και στις τάξεις του κυβερνώντος κόμματος.
Πολλοί απ' όσους διαμαρτύρονται κατά του νομοσχεδίου υποστηρίζουν πως υπερασπίζονται το πρότυπο της «παραδοσιακής οικογένειας» που κατά τη γνώμη τους απειλείται από το γεγονός ότι και τα ομόφυλα ζευγάρια θα μπορούν να παντρεύονται και να υιοθετούν παιδιά.
Όμως, χάριν ποιου συμβατικού μοντέλου οικογένειας ξιφουλκούν; Τι προσπαθούν να προστατεύσουν, πέρα από το προφανές παράλογο της άρνησης ενός αυτονόητου δικαιώματος και της άρσης των διακρίσεων εις βάρος των παιδιών με ομόφυλους γονείς, που είναι ήδη μια πραγματικότητα;
Δεν πρόκειται παρά για μια φαντασιακή θεώρηση της πυρηνικής οικογένειας που εμμένει σε αγκυλώσεις του παρελθόντος, δυσκολεύεται να αναγνωρίσει τα κακώς κείμενά της και αρνείται, στρουθοκαμηλίζοντας, να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα.
Σε πρόσφατη συγκέντρωση διαμαρτυρίας κατά του νομοσχεδίου στο Σύνταγμα, σε ένα από τα πλακάτ των διαδηλωτών αναγραφόταν το σύνθημα «Πίστη στις μεγάλες αξίες: Πατρίδα-θρησκεία-οικογένεια», συνοδευόμενο από το πασίγνωστο σκίτσο της οικογένειας της «Λόλας να ένα μήλο» από το διάσημο μεταπολεμικό «Αλφαβητάριο» για τα παιδιά του δημοτικού.
Κανείς, βέβαια, δεν αρνείται πως έστω και με την όποια ψυχοπαθολογία τη χαρακτηρίζει, ο θεσμός της οικογένειας μπορεί να αποτελεί καταφύγιο και δίχτυ ασφαλείας, αλλά το τίμημα που καταβάλλουν τα μέλη της γι’ αυτό συχνά είναι δυσβάσταχτο.
Η Λόλα, ο Μίμης, η Άννα και η Έλλη του παλιού αναγνωστικού, βεβαίως, έχουν πέσει προ πολλού από το συννεφάκι της delulu οικογενειακής τους ευδαιμονίας. Πλέον είναι αντιληπτό πως η ιεραρχία της πατριαρχικής οικογένειας, όπως την ξέραμε κάποτε, έζεχνε τοξικότητα, υποτίμηση της γυναίκας και μπόλικο αυταρχισμό. Τα παιδιά μπορεί και να τις έτρωγαν καμιά φορά με τη βίτσα αν αντιμιλούσαν, ενώ η μητέρα λογιζόταν τυχερή αν ο σύζυγος δεν την ξυλοφόρτωνε, δεν ήταν μέθυσος ή τζογαδόρος, και έφερνε τον επιούσιο στο σπίτι.
Ειδικά μετά τη δεκαετή οικονομική κρίση και τη μνημονιακή περίοδο, που, όπως ήταν φυσικό, πολλές κοινωνικές σταθερές δοκιμάστηκαν και τέθηκαν σε κρίση, η «αγία ελληνική οικογένεια» δέχθηκε ποικίλα βέλη και επικρίσεις.
Όπως εύστοχα αναφέρει ο Δημήτρης Παπανικολάου, ο αναπληρωτής καθηγητής Νεοελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, στο δοκίμιό του «Κάτι τρέχει με την οικογένεια: Έθνος, πόθος και συγγένεια την εποχή της κρίσης» (Πατάκη, 2018), τις τελευταίες δεκαετίες είδαμε «να μουτζουρώνεται η οικογένεια ως σύμβολο» και από την «οικογένεια-κορνίζα» περάσαμε πια στην «οικογένεια- βραχυκύκλωμα».
Θα λέγαμε πως μετά από πολλούς κοινωνικούς μετασχηματισμούς, η μυθοποιημένη οικογένεια της αγαθής Λόλας κατέληξε εύλογα σε μια μετεξέλιξή της, στην οικογένεια του «Σπιρτόκουτου» και του «Κυνόδοντα». Αν και διαμετρικά αντίθετου κινηματογραφικού ύφους, οι δύο ταινίες, του Γιάννη Οικονομίδη (2002) και του Γιώργου Λάνθιμου (2009) αντίστοιχα, κατέδειξαν πολλές από τις παθογένειες της σύγχρονης οικογένειας. Πίσω από το λούμπεν στοιχείο του πρώτου και τη weird αλληγορία του δεύτερου, θα αποκαλύπτονταν ο εγκλεισμός, η ασφυξία, η σωματική και λεκτική βία, τα παιχνίδια εξουσίας και οι συναισθηματικοί εκβιασμοί που συνιστούν την ελληνική οικογένεια.
Κανείς, βέβαια, δεν αρνείται πως, έστω και με την όποια ψυχοπαθολογία τη χαρακτηρίζει, ο θεσμός της οικογένειας μπορεί να αποτελεί καταφύγιο και δίχτυ ασφαλείας, αλλά το τίμημα που καταβάλλουν τα μέλη της γι’ αυτό συχνά είναι δυσβάσταχτο.
Το ζήτημα όμως εδώ, για να επανέλθουμε στο αρχικό ερώτημα, είναι ποια «παραδοσιακή οικογένεια» χρήζει προστασίας και από τι κινδυνεύει, όταν τα μέλη της νιώθουν απροστάτευτα και ευάλωτα απέναντι στη βία που η ίδια υποθάλπει; Όταν οι γυναικοκτονίες και η κακοποίηση είναι μια καθημερινότητα στα δελτία ειδήσεων; Όταν το οικογενειακό περιβάλλον λειτουργεί ως ασφυκτική μέγγενη και εργοστάσιο παραγωγής ενοχών; Όταν ο απογαλακτισμός είναι άγνωστη λέξη ακόμα και για μεσήλικες;
Και πώς ακριβώς απειλείται η οικογένεια αν τα ομόφυλα ζευγάρια αποκτήσουν τα ίδια δικαιώματα με τα ετερόφυλα; Το ομόφυλο ζευγάρι της διπλανής πόρτας θα σταθεί αφορμή για να παραδειγματιστούν κι άλλοι και να μην προχωρήσουν σε τεκνοποίηση; Ή θα αναθρέψουν στρατιές ομοφυλόφιλων παιδιών που θα αναπαράγουν το ίδιο πρότυπο οικογένειας; Προφανώς, όλοι οι παρόμοιοι ισχυρισμοί είναι αστείοι και δεν αποτελούν παρά προσχήματα που υποδηλώνουν κεκαλυμμένη ομοφοβία.
Εκτός από τα ομοφοβικά αντανακλαστικά όσων αντιδρούν, δεν είναι αμελητέα η φοβική αντιμετώπιση μιας βαθιά συντηρητικής κοινωνίας που αντιστέκεται σθεναρά σε οτιδήποτε εκλαμβάνει ως εκδυτικισμό και φυσικά η επιρροή της πανίσχυρης Εκκλησίας, η οποία αποτελεί από μόνη της αιτία για οπισθοδρόμηση και συντήρηση αναχρονιστικών τάσεων.
Το κερασάκι σε όλα αυτά είναι οι ψευδαισθήσεις περί αμετακίνητων οικογενειακών αξιών και ιερότητας του θεσμού της οικογένειας που απλώς αποφεύγουν να αντικρίσουν την πραγματικότητα.
Για ποια παραδοσιακή οικογένεια με έναν πατέρα και μία μητέρα μιλάμε; Η οικογένεια δεν υφίσταται καν με τη μορφή που τη φαντασιώνονται οι θιασώτες του «παραδοσιακού προτύπου»: μονογονεϊκές οικογένειες με μία μαμά ή έναν μπαμπά, single mothers από επιλογή με σπέρμα δότη, διευρυμένες οικογένειες με παιδιά χωρισμένων γονέων από προηγούμενους γάμους και με αυτά που αποκτούν μεταξύ τους, παιδιά που μεγαλώνουν με παππούδες και γιαγιάδες και, τέλος, ομόφυλα ζευγάρια που ήδη μεγαλώνουν μαζί παιδιά, αλλά ο ένας από τους δύο προς το παρόν θεωρείται «αόρατος» γονέας για το κράτος, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα δικαιώματα του παιδιού.
Όσο κι αν κάποιοι δυσκολεύονται να αποδεχθούν πως η ισότητα δεν γίνεται να παρέχεται ανάλογα με το φύλο ή τον σεξουαλικό προσανατολισμό, ο γάμος μεταξύ ομοφύλων είναι ήδη κατοχυρωμένος νομικά σε 35 χώρες και αναμένεται να γίνει πράξη και σε εμάς, παρά τις αντιδράσεις, αν δεν θέλουμε να καταδικαστούμε για ακόμα μία φορά από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Σε μερικές δεκαετίες θα φαντάζουν κι αυτοί απολιθώματα μιας μακρινής εποχής, όπως τώρα μας φαίνονται όσοι στις αρχές της δεκαετίας του ’80 αντιδρούσαν στον πολιτικό γάμο.
Αν η ελληνική κοινωνία σταματούσε να βλέπει την οικογένεια ως τοτέμ και προσαρμοζόταν πιο γρήγορα στα γύρω της διαρκώς μεταβαλλόμενα δεδομένα, ίσως τότε θα γινόταν πιο ευέλικτη και λιγότερο δυσλειτουργική και θα είχε να προσφέρει υποστηρικτικό δίκτυο και αγάπη σε περισσότερα παιδιά.