ΕΓΡΑΨΑ ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΕΔΩ ότι η πόλη έχει παραδοθεί στους τουρίστες. Λογικό είναι. Οι άνθρωποι της πόλης προσπαθούν να ζήσουν όπως μπορούν. Να τα βγάλουν πέρα.
Ακόμα και μια έξτρα κούρσα στους ταξιτζήδες, ένα παραπάνω γεύμα που θα πωληθεί στα εστιατόρια στο Κουκάκι, ένα εισιτήριο στα θερινά που περιμένουν πώς και πώς τον κόσμο να γυρίσει στις ταινίες εκτός κρεβατοκάμαρας, όλα έχουν σημασία για τους Αθηναίους που προσπαθούν να επιβιώσουν πάλι μέσα σε μια νέα κρίση (ή, βασικά, εντός της παλιάς, που ποτέ δεν τελείωσε πραγματικά).
Αγαπάμε τη σαπίλα και το χάος της πόλης μας, αλλά όταν είναι αυθόρμητο και ξεκινάει από τα κάτω, όχι όταν επιβάλλεται από τα πάνω, σαν πολυδάπανο πρότζεκτ.
Η υπερβολική επένδυση της χώρας στον τουρισμό δεν είναι καλή. Αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μου σήμερα, ούτε το οικιστικό προνόμιο που σε συνδυασμό με τον τουρισμό κάνει μη βιώσιμες τις τιμές των ενοικίων για όσους ζούμε στο κέντρο της πόλης.
Το θέμα μου είναι η πλατεία Συντάγματος. Αυτό το γιαπί. Η κατάσταση διάλυσης στην οποία έχει περιέλθει η πλατεία μόνο ως αστοχία μπορεί να εκληφθεί, εάν θεωρήσουμε ότι όντως ο τουρισμός είναι ο μεγάλος στόχος.
Κάτι πήγε πολύ στραβά στο συγκεκριμένο σχέδιο και δεν έχουμε ακούσει πραγματικά κάποια συγγνώμη ή κάποια διαφανή εξήγηση για το τι απέγιναν όλα τα υλικά που κατασπαταλήθηκαν (πόροι, γλαστράκια, φυτάκια, φοινικόδεντρα, καγκουροπαγκάκια με καγκουροφωτισμό και άλλα αξεσουάρ που, όπως μπήκαν, βγήκαν, σαν να στήνεις και να ξεστήνεις ένα επιτραπέζιο).
Τώρα έχουν πέσει οι μάσκες. Κυριολεκτικά. Έχει πέσει μερικώς το προστατευτικό κάλυμμα που έδινε πληροφορίες για το πώς θα είναι η πλατεία στο μέλλον. Σε μερικά σημεία έχει σκιστεί. Σε άλλα ξεκόλλησε ή βανδαλίστηκε. Στη Μητροπόλεως έχουν βάλει απλώς ένα πράσινο δίχτυ γύρω από κάτι λακκούβες. Πλέον βλέπεις μέσα στα σπλάχνα του έργου. Και βλέπεις ότι έργο δεν έχει γίνει.
Την τελευταία φορά που πέρασα, αρχές Μαΐου, μεσημέρι, ένας εργάτης υπέφερε μες στον ήλιο, σκάβοντας μόνος του, και γύρω του πεταμένα καπάκια από καφέδες πλάι σε χρησιμοποιημένες σακούλες μαρτυρούσαν ως τι αντιμετωπίζεται τα βράδια αυτή η λωρίδα σπασμένου πεζοδρομίου: ως σκουπιδότοπος. Στην αρχή της Ερμού το τσιμέντο έχει σκάσει και είναι πανβρόμικο. Η μπογιά έχει ξεθωριάσει, όπως και αλλού.
Πηγαίνοντας προς την τριλογία, σε πιάνει η ψυχή σου μ’ αυτές τις γυαλιστερές καγκουρογλάστρες μες στη σκόνη, αφού προφανώς δεν προορίζονται για χρήση σε εξωτερικούς χώρους. Υπάρχει άλλη πρωτεύουσα χώρας της Ευρώπης που να έχει τέτοια κεντρική πλατεία; Αγαπάμε τη σαπίλα και το χάος της πόλης μας, αλλά όταν είναι αυθόρμητο και ξεκινάει από τα κάτω, όχι όταν επιβάλλεται από τα πάνω, σαν πολυδάπανο πρότζεκτ.
Περπατώντας γύρω γύρω απ’ το «έργο», που πλέον μοιάζει με installation, διαβάζει κανείς εξαγγελίες για πράσινη πλατεία, σκιές, δέντρα και προσβασιμότητα για τα άτομα με αμαξίδιο. Η πραγματικότητα είναι χώμα, σκουπίδια και ένας συνωστισμός από μηχανάκια ντελιβεράδων που πασχίζουν να προσεγγίσουν τα μαγαζιά γρήγορου φαγητού στην αρχή της Ερμού, στα οποία πρέπει να είσαι πολύ αποφασισμένος/-η για να πας και να φας, αφού πρέπει να ξεπεράσεις κάποιες παγίδες. Όσοι έχουν καταστήματα πέριξ του Μεγάλου Περιπάτου πώς να νιώθουν άραγε; Μες στην κάψα του Μαΐου και με μόνο σημείο δροσιάς τον Εθνικό Κήπο που ομολογουμένως είναι πιο καθαρός και πιο περιποιημένος από ποτέ, η πλατεία Συντάγματος με μιζεριάζει.
Η άλλη κοντινή πλατεία, στο Κολωνάκι, για την ώρα δεν φαίνεται καν. Μες στον κατασκευαστικό ζήλο έχει κι αυτή τυλιχτεί με λαμαρίνες και προστατευτικά και έχει κουρευτεί το πράσινο της με την υπόσχεση αυτού του μελλοντικού πρασίνου που υποτίθεται πως θα ’ρθει. Τουλάχιστον, όταν έρθει, ας μην είναι μέσα σε γλάστρες, αν γίνεται. Το ίδιο και οι εξαγγελίες για όσους μετακινούνται με αμαξίδιο. Γίνονται διαρκώς και δεν έρχονται ποτέ. Φριχτό να βλέπεις μάλιστα όλα τα πεζοδρόμια να έχουν γίνει επέκταση καφετεριών λόγω Covid και οι λίγοι θαρραλέοι να πασχίζουν να ξεγλιστρήσουν με το αμαξίδιό τους ανάμεσα στις καρέκλες για να μετακινηθούν.
Βρέθηκα πρόσφατα σε μια πτήση που διαφήμιζε τη χώρα μας στις οθόνες του αεροπλάνου. Η ιδέα της καμπάνιας ήταν λίγο-πολύ ότι η Ελλάδα είναι «hot» (καυτή). Παρόλο που όντως η Αθήνα είναι σέξι, εξέλαβα την καμπάνια ως κακό οιωνό για το επερχόμενο καλοκαίρι που το πράσινο, οι σκιές και η δροσιά θα είναι λέξεις τυπωμένες πάνω στο καταταλαιπωρημένο προστατευτικό περίβλημα του Μεγάλου Περιπάτου.