Τα ελληνικά παραδοσιακά καφενεία αποτελούσαν πάντοτε χώρους συγκέντρωσης, κοινωνικής συνάθροισης, διασκέδασης, ανταλλαγής ιδεών και νοοτροπιών, καταγραφής της ανθρωπογεωγραφίας κάθε τόπου. Αν, λοιπόν, θεωρήσεις ότι όσο πιο σύνθετη είναι η κοινωνική σύνθεση τόσο πιο πλούσια γίνεται η ιστορία ενός χώρου, τα καφενεία του Πειραιά αυτόματα βρίσκονται σε πλεονεκτική θέση, δεδομένου ότι τον τελευταίο αιώνα, ως το μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας, υποδέχεται άπειρο κόσμο, πολυάριθμων εθνικοτήτων και διαφορετικών καταβολών.
Τα λίγα καφενεία που έχουν απομείνει στην αγορά και στο λιμάνι του Πειραιά και μαζί οι άνθρωποι που δίνουν εκεί σχεδόν καθημερινά το ραντεβού τους μαρτυρούν την ιστορία του. Η ανάγκη για επικοινωνία παραμένει ζωτική, όπως και τα καφενεία τόπος συνεύρεσης. Οι χώροι αυτοί δεν χρειάζονται φτιασίδια για να γίνουν ενδιαφέροντες, ούτε παρεμβάσεις. Το πέρασμα του χρόνου και τα σημάδια που έχει αφήσει τους προσδίδουν μια αίσθηση οικεία.
Κάναμε μια γρήγορη βόλτα στα καφενεία της αγοράς του Πειραιά σε μια προσπάθεια όχι να εξαντλήσουμε τον κατάλογο με τους παραδοσιακούς χώρους του λιμανιού αλλά να καταγράψουμε αυθόρμητες στιγμές από την καθημερινότητά τους.
Μέσα στη στοά Καμπανίδη, δίπλα στην αγορά του Πειραιά, βρίσκεται το παραδοσιακό καφέ-ουζερί «Ο Σταύρος» που λειτουργεί από τις αρχές της δεκαετίας του '70. Ακολουθείς τα τραπεζάκια που είναι παραταγμένα στη στοά και καταλήγεις σε ένα παραδοσιακό καφενείο με παλιού τύπου ψυγείο, ράφια με μπουκάλια ούζο, τσίπουρο και κονιάκ και πολλές παλιές φωτογραφίες από καράβια να διακοσμούν τους τοίχους.
Η Καλλιόπη Γρηγοράτου, η κόρη του ιδρυτή, έχει πάρει τα ηνία και συνεχίζει την παράδοση του πατέρα της. «Οι γονείς μου ήρθαν από το Μεσολόγγι. Ο πατέρας μου, ο Σταύρος, που δούλευε σε καφενείο, έστησε αυτό το στέκι στον Πειραιά» θυμάται η Καλλιόπη και προσθέτει: «Σέρβιραν καφέ ελληνικό καϊμακλίδικο με το μπρούντζινο μπρίκι και ψώνιζαν δίπλα από την αγορά ψαράκια που τηγάνιζαν. Επίσης, πάστωναν παλαμίδα και γαύρο. Ήταν οι μεζέδες για το ούζο και το τσίπουρο».
Σήμερα συνεχίζει η ίδια την παράδοση και από τη μικρή κουζίνα της βγάζει λουκάνικα τηγανητά, χωριάτικη σαλάτα, ψάρια μαρινάτα και ό,τι φρέσκο βρει στην αγορά, και τα σερβίρει με τον παραδοσιακό αλουμινένιο δίσκο του καφενείου από τις επτά το πρωί μέχρι αργά το μεσημέρι. «Οι πελάτες μας είναι κυρίως ναυτικοί και έμποροι, εδώ είναι το στέκι τους, είναι τόπος συνάντησης και των συναλλαγών τους. Έρχονται ακόμη άνθρωποι ηλικιωμένοι που ήταν πελάτες του πατέρα μου. Τακτικός θαμώνας είναι ένας ναυτικός 90 χρονών που μας διηγείται ιστορίες από τα ταξίδια του και μάλιστα έχει μπαρκάρει με το καράβι Tevere που είναι στην παμπάλαια ασπρόμαυρη φωτογραφία που κρέμεται στον τοίχο. Συνήθως αναπολούν τη ζωή τους στα καράβια, τις φουρτούνες και, φυσικά, τους απασχολεί η σύνταξη, που έχει μειωθεί. Σπάνια έρχονται γυναίκες για να πιουν το καφεδάκι τους».
Πάνω στον πάγκο φιγουράρει και το παραδοσιακό κουδούνι με την ξύλινη λαβή που στο σχολείο σήμαινε το διάλειμμα και όταν την ρωτώ ποιος είναι ο ρόλος του στο μαγαζί, απαντάει γελώντας: «Το χτυπώ όταν γίνεται οχλαγωγία με τις πολιτικές συζητήσεις, για να ηρεμούν τα πνεύματα». Στη στοά υπάρχει και ένα μεγάλο ξύλινο παράθυρο κλειστό, που τα προηγούμενα χρόνια ήταν ανοιχτό για να σερβίρουν μεζέ για το ούζο στους εργαζόμενους στην αγορά.
Καφέ-ουζερί «Ο Σταύρος», Γούναρη 14, Πειραιάς, 210 4122513
Στο καφέ-ουζερί «Ο Σταμάτης» ο χρόνος έχει σταματήσει στο 1935, τότε που βγήκε η άδεια λειτουργίας του, που είναι κορνιζαρισμένη και κρέμεται στον τοίχο. Η σάλα είναι μακρόστενη, ντυμένη με ξύλο σκουρόχρωμο κι έχει τραπεζάκια που φιλοξενούν τους θαμώνες. Ο Γιάννης Μπιμπής, Πειραιώτης, τρέχει το μαγαζί. «Γνώριζα τον ιδιοκτήτη, τον παππού Σταμάτη, που είχε έρθει από τη Μικρά Ασία, και έτσι το ανέλαβα» λέει, ενώ ετοιμάζει στον πάγκο της ανοιχτής κουζίνας ένα πιατάκι με αγγουράκι, τυράκι και σαλάμι, τον κρύο μεζέ για την μπίρα, και προσθέτει: «Οι θαμώνες είναι ναυτικοί και μικροεφοπλιστές. Εδώ είναι το στέκι τους, ξεκινούν με καφέ και συνεχίζουν με μεζέ και ούζο».
Η παρέα των ηλικιωμένων που πίνει καφέ ελληνικό συμμετέχει στη συζήτηση και επιβεβαιώνει ότι έρχεται σταθερά εδώ τα τελευταία πενήντα χρόνια. «Λέμε θαλασσινές ιστορίες, για τις γυναίκες που γνωρίσαμε στα ταξίδια μας και περιοριζόμαστε πλέον στις αναμνήσεις μας» προσθέτει ο κύριος Θόδωρος, ενώ ο μεγαλύτερος της παρέας, ο κύριος Δημήτρης, λέει γελώντας: «Εγώ γεννήθηκα το 1935, τότε που βγήκε και η άδεια του μαγαζιού. Ήταν ωραία τα παλιά χρόνια εδώ, η περιοχή αυτή ήταν τα Λεμονάδικα και η παραλία συγκέντρωνε τα εμπορικά καΐκια.
Είχε πολλά καφενεία η περιοχή τη δεκαετία του '30 με ονομασίες από τους τόπους των ιδιοκτητών τους, όπως Αμοργός, Σάμος, Ικαρία, τα οποία συγκέντρωναν τους νησιώτες που έρχονταν στον Πειραιά και όσους είχαν πλέον εγκατασταθεί στην πόλη. Μουσική από το ραδιόφωνο κρατάει συντροφιά στις παρέες που μετά τον καφέ συνεχίζουν με ούζο και μπίρα και τσιμπολογούν χαλαρά καλαμαράκι και σαρδέλες που μόλις έχουν βγει από το τηγάνι, φάβα με μπόλικο κρεμμύδι και ντομάτα κομμένη τριαντάφυλλο.
«Ο Σταμάτης», Λεωχάρους 15, Πειραιάς, 210 4129071
Στη στοά μίας από τις πρώτες πολυκατοικίες που χτίστηκαν το 1956 στο λιμάνι του Πειραιά βρίσκεται η ψηλοτάβανη σάλα που φιλοξενεί το Ικαριώτικο Καφενείο. Στην τζαμαρία γράφει Καφενείον Φούρνοι Ικαρία και μέσα ο χρόνος μοιάζει να έχει σταματήσει στη δεκαετία του '50, με τη ζωγραφική στους τοίχους, τα μπρούντζινα φώτα των καραβιών, τους παλιούς χάρτες, τις διαφημίσεις από μπίρες, τους καθρέφτες, τις εικόνες του Αϊ-Νικόλα και τις ξύλινες μινιατούρες, αντίγραφα από πραγματικά σκάφη, να ενισχύουν αυτή την αίσθηση. Στα μαρμάρινα τραπεζάκια παρέες όλων των ηλικιών τσιμπολογούν χταποδάκι ψητό, ελιές, γίγαντες και τσουγκρίζουν τα ποτήρια με το τσίπουρο.
Ο σημερινός συνιδιοκτήτης, ο Νίκος ο Ικαριώτης, όπως θέλει να τον αποκαλούν, αναλαμβάνει να μας ταξιδέψει στην ιστορία του αυθεντικού χώρου. «Ξεκίνησε να λειτουργεί ως παραδοσιακό αμοργιανό ναυτικό καφενείο και από το 1988 που το ανέλαβα μαζεύει Ικαριώτες, Φουρνιώτες και Σαμιώτες. Είναι αυτοί που ζουν στην Αθήνα και το καφενείο είναι ο τόπος συνάντησής τους. Κάποιοι, μάλιστα, έρχονται σταθερά εδώ και 30 χρόνια» λέει ο Νίκος και προσθέτει: «Εδώ είναι η μικρή Βουλή της Ελλάδας. Οι συζητήσεις είναι είτε πολιτικές είτε αθλητικές, αλλά αφορούν και τις αναμνήσεις από τα ταξίδια τους. Έρχονται πολλές φορές σε αντιπαράθεση, αλλά χωρίς εντάσεις. Με εξιτάρει πόσο σοφοί είναι οι άνθρωποι που έχουν ρουφήξει όλη την πείρα της ζωής».
Ο Νίκος μπαίνει στην ανοιχτή κουζίνα και ετοιμάζει ποικιλίες με λουκάνικο τηγανητό, αυγό βραστό, κοπανιστή, παστή σαρδέλα και λακέρδα. «Μαγειρεύω φάβα, γίγαντες, απαραιτήτως χόρτα και φτιάχνω τυροκαυτερή. Από την αγορά προμηθεύομαι καθημερινά φρέσκο ψαράκι ψιλό, που το κάνω στο τηγάνι, και χταπόδι ψητό. Από το νησί μου, την Ικαρία, φέρνω τυριά, ελιές και τουρσιά και ενισχύω τους μεζέδες. Κρατάμε τον κόσμο, είμαστε οικογένεια όλα αυτά τα χρόνια».
Οι ανεμιστήρες στο ταβάνι χαρίζουν ένα ελαφρύ δροσερό αεράκι και μια παρέα τουριστών απολαμβάνει τους μεζέδες και την ατμόσφαιρα. «Το παραδοσιακό καφενείο μας το έχει ο γαλλικός τουριστικός οδηγός και έρχονται πολλοί τουρίστες που τους κερνάμε και εντυπωσιάζονται με τη φιλοξενία μας» λέει με καμάρι ο Νίκος. Το όμορφο σκηνικό του παραδοσιακού καφενείου συμπληρώνεται από το παλιό αυθεντικό κουρείο που βρίσκεται δίπλα στην είσοδό του.
Ικαριώτικο Καφενείο, Ακτή Ποσειδώνος 24, 210 4130090
Σε έναν δρόμο λίγο πιο πάνω από την αγορά του Πειραιά στρίψαμε στην οδό Νικήτα για να ανακαλύψουμε σε μια παλιά στοά το «Καφενείο». Στεγάζεται σε ένα κτίριο της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής, από τα παλιότερα, όπου λειτουργούσε το Καφενείο από το 1945. «Στο κτίριο αυτό στεγάζονταν πολλά σωματεία ναυτικών, ασυρματιστές, σημειωτές, κι εμείς το αναλάβαμε το 2011» λέει η Ευθαλία Βαχλή και ο άντρας της Κώστας Παπαδόπουλος συμπληρώνει: «Είχαμε παλιά κυλικείο στον Πειραιά και τώρα σερβίρουμε καφέ και μεζέδες για το ούζο και την μπίρα». Είναι γνωστό ως «καφενείο», δεν έχει όνομα, «έτσι το ξέρουν όλοι» λέει ο Κώστας.
Χώρος αυθεντικός, ψηλοτάβανος, με φωτογραφίες διακοσμημένες με κοχύλια στους τοίχους, με παλιού τύπου ψυγείο-βιτρίνα και κουζινάκι, πατάρι που δεν χρησιμοποιείται γιατί «είμαστε μεγάλοι πλέον και δεν αντέχουμε να ανεβαίνουμε τα σκαλιά για να σερβίρουμε» λέει η Ευθαλία. Άλλωστε, οι περισσότεροι θαμώνες τιμούν τα τραπεζάκια στη στοά.
Τα μικρά πιάτα με τον μεζέ που παρελαύνουν έχουν φρέσκο μαριδάκι και γαύρο που μόλις βγήκαν από το τηγάνι αλλά και κεφτεδάκια, ενώ στην κατσαρόλα μοσχοβολά το τας κεμπάπ. Απαραίτητο συμπλήρωμα οι ελιές, ντομάτα κομμένη στα τέσσερα και σκληρό κίτρινο τυρί. Οι θαμώνες, χαλαροί, τσιμπολογούν τους μεζέδες και οι συζητήσεις τους αφορούν την πολιτική, που είναι επίκαιρες λόγω των ημερών.
Καφενείο, Νικήτα 10, 210 4171168
σχόλια