Με το ένα χέρι στα κινητά τους και το άλλο πάνω σε διάφανα πλαστικά κουτιά, τυπωμένα με το logo του μαγαζιού, κάνουν μπούμπερανγκ, καταγράφοντας το unboxing ενός σάντουιτς, όσοι έχουν έρθει να δοκιμάσουν το Kobra.
Στη Ναυαρίνου, ακριβώς στο σημείο όπου ήταν το Circus, βρίσκεται εδώ και λίγες μέρες ένα καινούργιο μαγαζί που έστησαν μαζί ο Άνταμ Κοντοβάς και η ομάδα που βρίσκεται πίσω από το Κάιν του Μετς, ένα εστιατόριο- μπαρ ή μπαρ-εστιατόριο –χρειάζεται λίγος καιρός ακόμα για να φανεί αυτό– που με τα βιογραφικά των δημιουργών του (και τα μπούμερανγκ) κίνησε γρήγορα το ενδιαφέρον. Είναι Πέμπτη, αργά το απόγευμα, και τα περισσότερα τραπέζια του είναι ήδη κρατημένα.
Ο στενόμακρος χώρος φωτίζεται από neon επιγραφές. Χωρίς να ξέρω ποια ακριβώς ήταν η ιδέα για τη διακόσμησή του, μαντεύω κάτι σαν «ινσταγκραμική παιδική χαρά για ενήλικες». Ακουμπώντας στη δροσερή επιφάνεια του ενός τραπεζιού από ανοξείδωτο ατσάλι και περιμένοντας το μενού, μετράω τις φωτογραφικές ευκαιρίες: μια «χαμένη Ατλαντίδα» πίσω από το μπαρ (μια βιτρίνα με κομμάτια από κολόνες και αγάλματα σε αρχαιοελληνικό στυλ, βαμμένη γαλάζια), πλατύφυλλα φυτά, φωτεινές επιγραφές με μηνύματα. Μια γυάλινη προθήκη με ρετρό πάστες βρίσκεται κάτω από τη σκάλα που οδηγεί στο πατάρι με το γυαλιστερό άγαλμα του Δαβίδ και τις μονομπλόκ πλαστικές καρέκλες. Α, εκεί είναι και το «εξομολογητήριο», μια ξύλινη κατασκευή με κουρτινάκι και αναμμένα κεριά, στην οποία μπορείς να μπεις και να ποζάρεις.
Αν η Kobra, που ξεκινάει από νωρίς, με πρωινό, για να καταλήξει το βράδυ με electro-party ατμόσφαιρα, σε μπερδεύει, δώσε μια ευκαιρία στην κουζίνα του Άνταμ Κοντοβά, που κάνει σ' αυτό το νέο εγχείρημα upgrade στην έννοια του snack-bar.
Το επιτηδευμένα ασύνδετο σύνολο, όμως, δένει το μενού του Κοντοβά, που με τη σιγουριά του και τις τολμηρές, ιδιοσυγκρασιακές επιλογές του σου δίνει να καταλάβεις ότι πίσω από την καρτέλα υπάρχουν άτομα με ενθουσιασμό, που χαίρονται αυτό που κάνουν.
Αν ξεκινήσεις με κάτι από την cocktail list, οι επιλογές θα έρθουν πιο φυσικά. Ραφιναρισμένες εκδοχές όλων όσα θα ήθελες να φας μεθυσμένος είναι ο σκελετός του μενού: τηγανητές φτερούγες κοτόπουλου, αλλά γεμιστές με χοιρινό κιμά και γαρίδες. Σούπερ τραγανές, με κάτι από street food της Ταϊλάνδης, junk χωρίς το junk, με λέμονγκρας και φρεσκάδα. Μακαρόνια, αλλά με άγρια μανιτάρια, φρέσκο τσίλι και μαύρη τρούφα. Πίτσα, αλλά με ζυμάρι αργής ωρίμανσης. Κεφτεδάκια, λουκάνικο, «τοστ» – όλα δοσμένα με πρωτοτυπία, αλλά χωρίς επιπολαιότητα και με άρωμα από ταξίδια (κυρίως στην Ασία).
Το σερβίρισμα του φαγητού γίνεται σε πήλινα κομψά πιάτα, σε πλαστικά καλαθάκια, σε ασημένια πιάτα παιδικού πάρτι, σε πλαστικά σακουλάκια, σε χάρτινα origami κουτιά για take-out και όχι μόνο. Σαν πετυχημένο αστείο του σεφ ή μπορεί μόνο εγώ να το εξέλαβα έτσι και να χάρηκα, το πιο νόστιμο πιάτο ήταν και το λιγότερο φωτογενές: τηγανητή πατάτα, τόφου, καπνιστό χέλι και παστά αυγά. Η τηγανητή πατάτα είναι ένα ορθογώνιο από στρώσεις λεπτοκομμένης πατάτας, αλλού μαλακής και αλλού τραγανής, με μια σχεδόν φωσφοριζέ πράσινη άμορφη μάζα-γευστικότατη μους με μια ιδέα από βουτυράτο χέλι και φρέσκα μυρωδικά. Καμία φωτογραφία, μόνο απόλαυση. Να σημειώσω, βέβαια, ότι οι vegetarian προτάσεις υπάρχουν μεν, αλλά δεν είναι πολλές, ενώ οι vegan είναι σχεδόν ανύπαρκτες.
Ρωτήστε και για τα «μυστικά πιάτα» ημέρας, που είναι ακόμα πιο τολμηρά, όπως η «καρμπονάρα» από αρμυρίκια με μύδια και τσάγαλα ή οι καρδιές πάπιας σε στικ δεντρολίβανου και σάλτσα από κορόμηλα που έχουν υποστεί ζύμωση.
Για γλυκά, υπήρχαν δύο επιλογές, μία από την ομάδα του Kobra και μία ωραιότατη, κλασική νουγκατίνα με κερασάκι στη κορυφή, από του Παπασπύρου.
Αν η Kobra, που ξεκινάει από νωρίς, με πρωινό, για να καταλήξει το βράδυ με electro-party ατμόσφαιρα, σε μπερδεύει, δώσε μια ευκαιρία στην κουζίνα του Άνταμ Κοντοβά, που κάνει σ' αυτό το νέο εγχείρημα upgrade στην έννοια του snack-bar. Το κάνει με αυτοπεποίθηση και το διασκεδάζει.
Kobra, Ναυαρίνου 11, Εξάρχεια, 210 3638134
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.