Αυτήν τη στιγμή ο ένοικος του διπλανού σπιτιού στην πολυκατοικία σας μπορεί να ταΐζει το αγαπημένο του φίδι. Γιατί όχι; Τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα είναι όλο και περισσότεροι εκείνοι που επιλέγουν να ζουν έχοντας στο σπίτι τους κάποιο ερπετό. Μάλιστα, η αγάπη γι' αυτά θα έλεγε κανείς πως μεγαλώνει με ταχύτατους ρυθμούς.
Μπορεί ο φόβος να είναι σίγουρα το πρώτο πράγμα που αισθάνεται αρκετός κόσμος στη θέα ενός φιδιού ή μιας σαύρας, όμως οι άνθρωποι που τα αγαπούν και τα έχουν σε ελεγχόμενες συνθήκες, που μελετούν γι' αυτά και ξέρουν τα πάντα για τη διατροφή, τον χώρο, τη φροντίδα και τη περιποίησή τους θεωρούν σε μεγάλο βαθμό ότι η προκατάληψη τόσο απέναντι στα ερπετά όσο και απέναντι στους ιδιοκτήτες τους είναι αισθητή.
Την ίδια στιγμή, οι ομάδες των reptile lovers στα social media γεμίζουν με κόσμο, όπως και τα shops, στα οποία μπορεί κανείς να βρει τα πάντα για τα εξωτικά αυτά ζώα. Σήμερα, το πάθος για τα ερπετά μοιάζει πιο έντονο από ποτέ και η τάση αυτή εκδηλώνεται όλο και πιο ξεκάθαρα, όσο οι άνθρωποι που την εκφράζουν μυούνται στον κόσμο τους.
Η αγάπη της Μαριάννας για τα ερπετά κρατά δεκαεννιά ολόκληρα χρόνια και ξεκίνησε από μικρή ηλικία, όταν έβλεπε ντοκιμαντέρ στην τηλεόραση και παρατηρούσε διάφορες σαύρες, φίδια και χελώνες στη φύση. Αυτή έγινε μεγαλύτερη όταν ένας οικογενειακός φίλος έγινε κάτοχος ερπετού.
Εννοείται ότι σέβομαι όλους εκείνους τους ανθρώπους που είτε σιχαίνονται, είτε φοβούνται τα ερπετά, είτε νιώθουν ότι τους προκαλούν ανασφάλεια, απλώς δεν σέβομαι και διαφωνώ κάθετα με αυτούς που λένε ότι είναι επικίνδυνα ζώα.
«Τα ερπετά είναι εξωτικά ζώα και απαντώνται σχεδόν σε όλα τα μέρη της Γης. Είναι εξώθερμα, δηλαδή στηρίζονται στο περιβάλλον για να ρυθμίσουν τη θερμοκρασία τους και κατ' επέκταση τον μεταβολικό τους ρυθμό» λέει σχετικά.
«Όπως για κάθε είδος ζώου που ζει σε ελεγχόμενες συνθήκες, πρέπει, πριν από την απόκτησή του, να γίνεται ενδελεχής έρευνα των περιβαλλοντικών συνθηκών, όπως η θερμοκρασία και τα σωστά επίπεδα υγρασίας, να υπάρχει δυνατότητα κάλυψης των διατροφικών αναγκών του εκάστοτε είδους και ο σωστός χώρος στέγασης, που, ανάλογα με το είδος του ερπετού, μπορεί να κυμαίνεται από ένα μικρού/μεσαίου/μεγάλου μεγέθους terrarium μέχρι ένα ολόκληρο δωμάτιο.
Κάθε χώρος πρέπει να είναι ειδικά διαμορφωμένος ώστε να καλύπτονται οι ανάγκες του συγκεκριμένου είδους, για παράδειγμα να υπάρχει μεγάλο βάθος υποστρώματος για ζώα που τους αρέσει και νιώθουν ασφάλεια με το να σκάβουν και να κρύβονται, κλαδιά για ζώα που είναι δενδρόβια και τους αρέσει να σκαρφαλώνουν και να βρίσκονται ψηλά, σε κάποια απόσταση από το έδαφος, και χώροι κατάλληλα διαμορφωμένοι με νερό, για τα είδη που περνάνε αρκετό χρόνο της ημέρας/ζωής τους μέσα σε αυτό. Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι τα ερπετά είναι ζώα παρατήρησης και όχι συντροφιάς, όπως οι σκύλοι και οι γάτες, και χρειάζονται τον απαραίτητο σεβασμό».
Τι πιστεύει η ίδια όσον αφορά την προκατάληψη με την οποία αντιμετωπίζονται τα ζώα αυτά από αρκετό κόσμο; «Δυστυχώς, στην Ελλάδα υπάρχει ακόμα μεγάλο ποσοστό προκατάληψης απέναντι στα ερπετά, το οποίο οφείλεται κυρίως σε φόβο που προκαλείται από άγνοια και έλλειψη ενημέρωσης για τα είδη αυτά. Το αποτέλεσμα αυτής της προκατάληψης πολλές φορές οδηγεί σε βίαιες θανατώσεις ειδών της ελληνικής ερπετοπανίδας που βρίσκονται σε σπίτια μη αστικών περιοχών, αντί να απομακρύνονται από το εκάστοτεμέρος. Αυτό, επίσης, έχει οδηγήσει σε ρατσισμό που στρέφεται εναντίον ανθρώπων που έχουν ερπετά σε ελεγχόμενες συνθήκες στο σπίτι τους, σε αντίθεση με άλλα εξωτικά είδη, όπως είναι τα πουλιά, τα ψάρια και τα κουνελάκια, που είναι πολύ κοινά κατοικίδια στην Ελλάδα.
Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται ανάπτυξη του ενδιαφέροντος για τα ερπετά, είτε αυτά ανήκουν στην ελληνική πανίδα είτε έχουν γεννηθεί σε ελεγχόμενες συνθήκες και αυτό οφείλεται κυρίως σε ανθρώπους που έχουν πάθος με τα ζώα αυτά και μέσω των social media κυρίως κατάφεραν να μεταφέρουν την αγάπη τους αυτή και τις γνώσεις τους στο κοινό για δημόσια συζήτηση και ενημέρωση».
Ο Μάριος έχει έναν βόα, ένα milksnake, ένα kingsnake Καλιφόρνιας, ένα Γκέκο και ένα σαυράκι. Ο ίδιος ήρθε σε επαφή με τα ερπετά δουλεύοντας εθελοντικά σε ένα ζωολογικό πάρκο και, παρά το γεγονός ότι δεν ήταν ιδιαίτερα εξοικειωμένος με αυτά και του έδιναν πάντα την αίσθηση του εξωτικού και του μυστηριώδους, αποφάσισε να αποκτήσει το πρώτο του φίδι όταν το είδε σε ένα pet shop. Την περίοδο της καραντίνας, το σύμπαν των ερπετών ήταν για εκείνον μια ευχάριστη διέξοδος. Διάβαζε, έβλεπε βίντεο, επισκεπτόταν το μαγαζί με τα ερπετά και εξοικειωνόταν μαζί τους όλο και περισσότερο.
«Το μόνο πράγμα στο οποίο μοιάζουν τα ερπετά με τα υπόλοιπα ζώα είναι ότι, όταν πάει να συμβεί κάτι, δηλαδή όταν το ζώο δεν είναι καλά στην υγεία του, όταν έχει διάθεση για αναπαραγωγή, όταν το στρεσάρει κάτι στον χώρο, ενστικτωδώς το αντιλαμβανόμαστε κι εμείς» λέει. «Όλα τα άλλα είναι εντελώς διαφορετικά: ο τρόπος που τρώνε, οι συνθήκες υγιεινής, οι συνθήκες φύλαξης» συνεχίζει.
Υπάρχει κόσμος που θα πάρει ένα ζώο ελαφρά τη καρδία; «Αυτό είναι πολύ μεγάλο πρόβλημα και αφορά όλα τα ζώα, όχι μόνο τα ερπετά. Απλώς θεωρώ ότι είναι πρώτα τα ψάρια, μετά τα πουλιά και λιγότερο τα ερπετά, λόγω του ότι αυτά είναι λιγότερο δημοφιλή. Είναι τα ζώα που πεθαίνουν και κακοποιούνται περισσότερο απ' όλα, χωρίς να υπάρχει διάθεση κακοποίησης όμως, λόγω άγνοιας. Και υπάρχουν κι άλλες πτυχές. Καταλήγουν να γίνονται εισβάλλοντα είδη, να δημιουργούν προβλήματα στην εγχώρια πανίδα – αυτό είναι μια συζήτηση από μόνη της. Θεωρώ ότι τα παίρνουν χωρίς να γνωρίζουν».
Πού αποδίδει ο ίδιος την όλο και μεγαλύτερη αγάπη του κόσμου για τα ερπετά; «Θεωρώ ότι δύο πράγματα παίζουν ρόλο: το ένα είναι τα social media και το δεύτερο το ότι στην πλειονότητά τους τα ερπετά, αν εξαιρέσουμε κάποια είδη χελώνας και κάποια είδη σαύρας, είναι πάρα πολύ εύκολα στη φροντίδα τους» λέει, ενώ, αναφορικά με τα social και την τάση των ανθρώπων να μοιράζονται με το κοινό φωτογραφίες των ερπετών τους, συμπληρώνει:
«Οι άνθρωποι αγαπούν να δείχνουν τα κατοικίδιά τους. Γενικά, για την τέχνη και τους εικαστικούς και τους φωτογράφους και τους ανθρώπους της μόδας το φίδι πάντα αποτελούσε αντικείμενο είτε έμπνευσης είτε στυλιζαρίσματος. Τώρα, αυτό, μέσα από τα social media, μπορεί να πάρει ακόμα μεγαλύτερη έκταση. Δηλαδή εγώ έχω influencers στο Instagram που έχουν ζητήσει τα φίδια για φωτογράφιση».
Ο Μάριος μου εξηγεί ότι πρόκειται για εύκολα ζώα όσον αφορά το μεγάλωμά τους. «Ο μεγαλύτερός μου βόας, που είναι και η μεγαλύτερή μου αγάπη, είναι κάτι λιγότερο από δύο μέτρα και μεγαλώνει κι άλλο. Τρώει ένα θήραμα γύρω στα 240, 250 γραμμάρια κάθε δεκαπέντε μέρες, λερώνει τον χώρο του αναλόγως – δυο με τρεις φορές τον μήνα max. Δεν έχει ανάγκη ψυχαγωγίας, να βγει έξω, να κινηθεί. Αν το κάνω, θα είναι για δική μου ευχαρίστηση, γιατί σήμερα το βράδυ π.χ. θέλω να δω μια ταινία και να έχω την αίσθηση του ζώου πάνω μου, να είναι ήρεμο και να με χαλαρώνει, να μου παίρνει όλη την ένταση». Αναφορικά μ' εκείνους που φοβούνται τα ερπετά και αυτούς που τα θεωρούν επικίνδυνα, λέει:
«Εννοείται ότι σέβομαι όλους εκείνους τους ανθρώπους που είτε σιχαίνονται, είτε φοβούνται τα ερπετά, είτε νιώθουν ότι τους προκαλούν ανασφάλεια, απλώς δεν σέβομαι και διαφωνώ κάθετα με αυτούς που λένε ότι είναι επικίνδυνα ζώα».
Από την πλευρά του, ο Αντώνης έχει έξι φίδια και μία σαύρα. «Θυμάμαι το 1996, όταν οι γονείς μου με πήγαν σε έναν χώρο στη Νέα Σμύρνη, τότε που είχαν έρθει από την Ιταλία για μερικές μέρες, και ήταν γεμάτος ερπετά, κυρίως φίδια. Μου είχε κάνει εντύπωση που έβλεπα κάτι διαφορετικό» λέει. «Θυμάμαι που έβλεπα τις φολίδες των φιδιών, που το ένα σκέπαζε το άλλο σαν πανοπλία και το καθένα είχε δικό του χρώμα ή διχρωμία, για να δημιουργεί σχέδια και χρώματα για το καμουφλάζ του. Γενικά, αυτή η ηρεμία και το δέος που βγάζουν με κάνουν να θέλω να μάθω περισσότερα γι’ αυτά.
Όσο ήμουν μικρός, πήγαινα συχνά σε καταστήματα με φίδια και μου ήταν δύσκολο να αγοράσω, επειδή οι γονείς μου δεν ήξεραν γι' αυτά, ακριβώς επειδή νόμιζαν ότι ήξεραν. Κάπου το 2006 ξεκίνησα να κάνω έρευνα γι’ αυτά τα ζώα από βιβλία και από forum ελληνικά και του εξωτερικού. Τότε ήμουν δεκαοκτώ και έφερα το πρώτο φίδι στην οικογένειά μου, παρόλο που δεν ήθελαν. Οι πρώτες αντιδράσεις ήταν πολύ θετικές, γιατί αλλιώς είναι όταν δεν έχεις δει φίδι κι αλλιώς όταν το βλέπεις από κοντά. Συνήθως, όσοι έρχονται σπίτι μου θέλουν να τα κρατήσουν στα χέρια τους και οι περισσότεροι δεν φοβούνται καθόλου.
Με τα χρόνια άρχισα να μαθαίνω περισσότερα πράγματα γι’ αυτά και να παίρνω πιο πολλά φίδια. Έκανα πολύ καλούς φίλους στον χώρο αυτόν και έμαθα από εκείνους γιατί κι αυτοί διψούσαν για γνώση. Μέσα από τα φίδια έμαθα να σκέφτομαι πιο οικολογικά, να κάνω εθελοντισμό για τα ερπετά και την προστασία τους, έμαθα πόσο σημαντικά είναι για τη φύση και πώς αυτά την ισορροπούν» αναφέρει. Ο ίδιος μου εξηγεί πως τα φίδια δεν έχουν τις ανάγκες που έχουν τα θηλαστικά, χρειάζονται περίπου πέντε με δέκα λεπτά φροντίδα την εβδομάδα, για τις τροφές και τον καθαρισμό τους, κι αυτό ανάλογα με το φίδι, αν χρειάζεται περισσότερη υγρασία ή όχι. «Η δυσκολία του ερπετού», σημειώνει, «δεν έχει να κάνει με το μέγεθος αλλά με τις ανάγκες που έχει».
«Τα φίδια που αγοράζουμε είναι από εκτροφείς και όχι από τη φύση. Υπάρχει μεγάλη διαφορά γιατί τα φίδια εκτροφής έχουν μάθει αλλιώς και η υγεία τους βρίσκεται σε καλύτερη κατάσταση απ' ό,τι αυτών της φύσης. Αυτά που βρίσκονται εκεί έχουν άλλα ένστικτα, είναι πιο άγρια κι αυτό δεν σημαίνει ότι είναι επιθετικά, αυτό είναι μεγάλο ψέμα. Τα φίδια είναι αμυντικά ζώα.
Προκατάληψη έχουμε σε πολλά πράγματα, αλλά αυτό είναι στον άνθρωπο και συμβαίνει στους περισσότερους. Πολλές φορές κρίνουμε χωρίς να γνωρίζουμε κι αυτό μας κάνει ημιμαθείς. Η προκατάληψη προέρχεται και από τη θρησκεία μας, πράγμα που έχει "μαυρίσει" την εικόνα των ερπετών. Στην αρχαία Ελλάδα υπήρχε μεγάλος σεβασμός απέναντι σε αυτά όπως και σε κάποιες άλλες χώρες με αρχαία θρησκευτικά πιστεύω. Καλό θα ήταν, λοιπόν, να μαθαίνουμε στα παιδιά μας πως τα ζώα δεν είναι εχθροί μας και δεν θέλουν το κακό μας. Μόνο εμείς το κάνουμε αυτό». Τι έχει να πει, τέλος, για την αγάπη του κόσμου προς τα ερπετά, που μεγαλώνει όλο και περισσότερο;
«Τα τελευταία έξι χρόνια ο κόσμος βλέπει από διαφορετική οπτική γωνία τα ερπετά στην Ελλάδα κι αυτό συμβαίνει γιατί σιγά-σιγά μαθαίνει την αλήθεια που υπάρχει πίσω από το ζήτημα αυτό. Ζούμε σε καιρούς που ό,τι θες να μάθεις το βρίσκεις και το διαβάζεις μέσω google. Έχουν βοηθήσει πολύ και τα social media. Στο εξωτερικό, όπου ταξιδεύω πολύ συχνά, οι άνθρωποι έχουν καλύτερη αντίληψη για τα φίδια και είναι πιο ενημερωμένοι».