Συνήθως τέτοια κειμενάκια δεν τα διαβάζουν όσοι πρόκειται ή σκέφτονται να ταξιδέψουν στους προορισμούς που αναφέρονται αλλά όσοι έχουν ήδη πάει.
Υπάρχει ένα είδος «ηδονοβλεπτικού replay», ένα μπαράζ επιβεβαίωσης: «πέσαμε μέσα;», «ανακαλύψαμε τα σωστά τα μέρη;».
Την Αίγινα την υιοθέτησα, θέλησα να γίνω μέρος της, αρχικά μόνος μου, κατόπιν (και μετά τον γάμο που τελέστηκε εκεί το 2002) μαζί με τη γυναίκα-σύζυγο-σύντροφό μου (wtf, πώς να το πω) και την οικογένεια που προέκυψε.
Η Αίγινα με έκανε να συνειδητοποιήσω αυτό που είμαι ή θα μπορούσα να γίνω και αν αυτό που έγινα είναι αυτό που φανταζόμουν.
Είμαστε αμφότεροι Βορειοελλαδίτες (η συμβία μου – αυτό είναι οk, νομίζω, με όρους πολιτικά ορθούς) και ως εκ τούτου η νησιωτική επικράτεια εξαντλούνταν στη Θάσο, στη Σκιάθο και στο υποκατάστατο της Χαλκιδικής.
Η Αίγινα, από το «σουβλάκι του Αργοσαρωνικού» (επειδή τα νησιά Σαλαμίνα, Αίγινα, Πόρος, Ύδρα και λίγο Σπέτσες, που ξεφεύγει, βρίσκονται σε τέλεια κάθετη διάταξη), μου παρέχει την απόλυτη συμπύκνωση των υπόλοιπων νησιών της χώρας, συμπύκνωση εν τέλει της ίδιας της χώρας.
Συμπύκνωση αρχετυπική, οικουμενική. Το εγώ, ο άλλος, το τότε, το τώρα, η θάλασσα, οι πέτρες, η τροφή, το φως, η τέχνη. Γιατί στην Αίγινα όμως; Ούτε μια παραλία της προκοπής δεν βρίσκεις, οι πιτσιρικάδες με τις κομμένες εξατμίσεις σου παίρνουν τα αυτιά, τη μυρωδιά στις ταβέρνες πίσω από την ψαραγορά δεν τη λες και ευωδιαστή.
Όμως, εκεί, στη Σουβάλα, βλέποντας τους συνταξιούχους παππούδες να προσέχουν τα εγγονάκια τους, στη Βαγία, κάτω από μια μεγάλη χαρουπιά και μια λάμπα φθορίου, ακούγοντας τον παφλασμό του χαλικιού και περιμένοντας να φας χειροποίητα σουβλάκια, στο κιόσκι του Συνεταιρισμού, όπου θα αγοράσεις το πρώτο σακουλάκι φιστικιού μόλις κατέβεις από το καράβι, στα βράχια του ξενοδοχείου Apollo κάτω από την Αφαία, με το νερό της θάλασσας να μοιάζει με αρχαία κολυμβήθρα, εκεί (και μόνο εκεί νομίζω) ίσως βρεις λίγη γαλήνη, ένα απάγκιο, ένα φως παρήγορο για κάποια 24ωρα, όποτε το επιλέξεις.
Η Αίγινα, αν και για σχεδόν διακόσια χρόνια «ελληνική», τόσο κοντά στην Αθήνα, δεν έχει δίκτυο για νερό, ρεύμα, αποχέτευση, τα οχήματα αποκομιδής απορριμμάτων ταξιδεύουν με το φεριμπότ, το κτίριο Βογιατζή στο λιμάνι καταρρέει την τελευταία δεκαετία, αλλά η δημοτική αρχή ξέρει να μανουριάζει για τη δωρεά από τον Βαρώτσο ενός γλυπτού του στην προβλήτα, στην Αιγινήτισσα κουφαίνεσαι από την ένταση των ηχείων, με τον Ρέμο να ξελαρυγγιάζεται καταμεσήμερο, και στην Πέρδικα η ψητή σαρδέλα πιάνει όπου να 'ναι διψήφια τιμή.
Για την Αίγινα, όμως, διακόσια χρόνια δεν είναι παρά ένα συμπαντικό (και πολύ λέω ίσως) μισάωρο.
Η Αίγινα με έκανε να συνειδητοποιήσω αυτό που είμαι ή θα μπορούσα να γίνω και αν αυτό που έγινα είναι αυτό που φανταζόμουν.