«Jambo» στα σουαχίλι σημαίνει «γεια σου» και «Karibu» «καλωσήρθες». Ηταν οι δύο φράσεις που άκουσα περισσότερο αυτές τις λίγες μέρες που πέρασα στην Τανζανία απ’ ό,τι σε όλη μου τη ζωή. Τις άκουγα κάθε μέρα, σε κάθε μαγαζί, σε κάθε σημείο του δρόμου όπου έκανα τη βόλτα μου, από μικρούς και μεγάλους, από γνωστούς ή αγνώστους. Τόση απλόχερη καλοσύνη, τόσα χαμογελαστά πρόσωπα, τόση γενναιοδωρία παντού, που εμάς τους Δυτικούς μάς ξενίζει, αν δεν μας φοβίζει.
Η τρίτη πιο διαδεδομένη φράση ήταν το «Hakuna Matata» ή, πιο σωστά και λιγότερο τουριστικά, «Hakuna Shida», γνωστή πιθανώς σε πολλούς και πολλές από εμάς από το αγαπημένο της πρώιμης νιότης μας «Lion King», αλλά για μένα πήρε τη σημασία και την αξία της σε αυτό το ταξίδι-αστραπή. «Hakuna Matata» σημαίνει «όλα καλά, όλα θα πάνε καλά, κανένα πρόβλημα», μια ευχή συνυφασμένη με την αφρικανική ψυχή και τον αφρικανικό τρόπο σκέψης, ελάχιστο από τον οποίο «έκλεψα» και έφερα πίσω μαζί μου εδώ, στην πραγματική ζούγκλα.
Η επίσκεψη στην Αφρική και συγκεκριμένα στη βορειοανατολική Τανζανία, ανάμεσα στην Tanga και τα βορειοανατολικά της περιοχής Pwani, ήταν προγραμματισμένη από καιρό. Από τότε που με θυμάμαι είχα την αίσθηση ότι κάποιο κομμάτι του παζλ του προστατευμένου κόσμου στον οποίο είχα την τύχη να γεννηθώ μού έλειπε, αυτό που ο Albert Camus αναφέρει στα δικά του «Ημερολόγια Ταξιδιού»*, αυτό που εκείνος έψαξε και βρήκε. «Για πρώτη φορά ένας ορίζοντας έχει το μέτρο της ανθρώπινης αναπνοής, έναν χώρο τόσο μεγάλο όσο και η τόλμη του». Αυτό το μέτρο το βρήκα στην Αφρική, στην Τανζανία, στη γενέτειρα των πρώτων ανθρωποειδών και των πρώτων ανθρώπων, περίπου ένα εκατομμύριο χρόνια πριν.
Η επίσκεψη στην Αφρική και συγκεκριμένα στη βορειοανατολική Τανζανία, ανάμεσα στην Tanga και τα βορειοανατολικά της περιοχής Pwani, ήταν προγραμματισμένη από καιρό. Από τότε που με θυμάμαι είχα την αίσθηση ότι κάποιο κομμάτι του παζλ του προστατευμένου κόσμου στον οποίο είχα την τύχη να γεννηθώ μού έλειπε, αυτό που ο Albert Camus αναφέρει στα δικά του «Ημερολόγια Ταξιδιού»*, αυτό που εκείνος έψαξε και βρήκε.
Το χρωστώ στον καλό φίλο και «κοσμοπολίτη» πια Άκη Τεμπερίδη που πολλά χρόνια πριν ξεχυθεί στο World Off Road μου μίλησε γι’ αυτή την υπέροχη ήπειρο και αυτήν την υπέροχη χώρα. Μου μίλησε για τις νυχτερινές βαρκάδες στον ποταμό Wami, εκεί όπου ο ποταμός συναντά τον Ινδικό Ωκεανό, για τις όμορφες ανατολές στο Εθνικό Πάρκο του Saadani και τις στιχομυθίες του με τους μπαμπουίνους και τα πούμπα, κυρίως μου μίλησε για έναν Έλληνα, τον Κώστα, ο οποίος έχει αφιερώσει τη ζωή του σε όλη αυτήν την περιοχή και τους ανθρώπους της. Mια εγκόσμια και ταυτόχρονα απόκοσμη ιεραποστολή που χωράει χωριά ολόκληρα και το έργο της είναι να πείσει όλους εμάς ότι υπάρχει ζωή πριν από τον θάνατο. «Γιατί δεν παίρνεις τον Κώστα;» μου λέει ο Άκης. Μου πήρε είκοσι χρόνια να το κάνω ‒ίσως γιατί έφτασα αργά στο σημείο που μιλά ξεκάθαρα ο καθένας και η καθεμιά από εμάς με τον εαυτό του‒, αλλά το έκανα. Η αλήθεια είναι πως το «σκούντημα» το έδωσε η καλή φίλη και συγγραφέας Μάγια Τσόπελα, η οποία προθυμοποιήθηκε να μοιραστούμε αυτήν τη μοναδική εμπειρία.
Ο Κώστας είναι από Έλληνες, Σαμιώτες γονείς, γεννήθηκε και μεγάλωσε στο γειτονικό Βurundi, αλλά τον κέρδισε η Τανζανία και αποφάσισε να ζει εκεί. Όπως λέει και ο ίδιος: «Είμαι Έλληνας, αλλά η ψυχή μου είναι μαύρη».
Στην αρχή στο Saadani National Park, σε καταφύγια που έφτιαξε εκεί και βοηθώντας στην οργάνωση και λειτουργία του. Μετά έφτιαξε το Miseni Retreat, που συναντά κανείς λίγο πριν φτάσει στο πανέμορφο χωριό Gongo, όπου σήμερα υλοποιεί ένα απίστευτο έργο, στηρίζοντας με πολλούς τρόπους τις τοπικές κοινότητες και τις κοινότητες της φυλής Μaasai της περιοχής, με σχολεία, ιατρεία, υλικοτεχνική υποδομή, προμήθειες, εκπαιδευτικά προγράμματα, προγράμματα ενδυνάμωσης και άλλα, αλλά και φροντίζοντας για τη διατήρηση της τοπικής χλωρίδας και του πολύτιμου οικοσυστήματος.
Το πολύτιμο έργο της SANA (Saving Africa’s Nature)
Ίδρυσε, λοιπόν, τη SANA, στην οποία συμμετέχει ως μέλος του Δ.Σ. μαζί με άλλους ανθρώπους του χωριού και της περιφέρειας, μαζί με την οποία αναλαμβάνουν χρήσιμα για την κοινότητα έργα, με τη βοήθεια εθελοντών και εθελοντριών απ’ όλον τον κόσμο, που έρχονται επί τούτου. Το πιο πρόσφατο είναι η Seed Bank ή τράπεζα πολύτιμων σπόρων, που έχει στόχο να διατηρήσει σπόρους απαραίτητους για την επιβίωση της τοπικής οικονομίας και του τοπικού οικοσυστήματος. Εκεί γνώρισα τη Simran από την Ινδία, εθελόντρια που ζει στον Gongo κάτω από δύσκολες συνθήκες τους τελευταίους δύο μήνες και η δουλειά της είναι να φυλάει τους σπόρους σαν τα μάτια της.
Αν τη ρωτήσεις τι δουλειά κάνει, σου λέει με χαρά: «I am a banker. A seed banker!». Εκεί γνωρίσαμε και τον Μusa, εθελοντή community officer, που ήρθε επί τούτου από την πρωτεύουσα Dar Es Salaam. Ο Μusa και η Simran είναι οι νέοι μας φίλοι.
Δυστυχώς, όμως, δεν αρκούν ένας και δύο εθελοντές για να υποστηρίξουν αυτό το κολοσσιαίο έργο και όλα αυτά τα χωριά, το Gongo, την Κonia, το Miono, το Mwani, όπου εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι να ζουν σε άθλιες συνθήκες, χωρίς τις στοιχειώδεις υποδομές ύδρευσης, αποχετεύσης, χωρίς στοιχειώδη περίθαλψη. Μόνο στο Gongo τα παιδιά είναι περίπου 300. Αυτό είναι το σημείο στο οποίο όλοι εμείς μπορούμε να βοηθήσουμε, με όποιον τρόπο μπορεί και αντέχει ο καθένας. Μπορείτε να δηλώσετε εθελοντές και εθελόντριες της SANA και να επιλέξετε να συνδυάσετε τις διακοπές σας με κοινωνική εργασία. Δεν θα ζείτε σε πολυτελές resort, αλλά οι άνθρωποι εκεί θα σας εξασφαλίσουν στέγη και τροφή. Δεν θα πληρωθείτε, αλλά ένα ματσάκι ποδόσφαιρο με τα παιδιά του χωριού, πιστέψτε με, αξίζει όσο ένας μισθός πολυεθνικής εταιρείας! Θα πληρωθείτε με χαμόγελα και αυτά τα χαμόγελα θα ριζώσουν τόσο βαθιά μέσα σας, που θα φτάνουν για όλη σας τη ζωή!
Δεν έχετε χρόνο να αφιερώσετε; Δεν πειράζει. Μπορείτε να συμβάλετε, είτε στέλνοντας πράγματα στην κοινότητα είτε κάνοντας απευθείας δωρεά σε κάποιο από τα πρότζεκτ που θα βρείτε στην ιστοσελίδα της SANA. Με τη Μάγια βρήκαμε το πρώτο δικό μας.
Το δικό μας πρότζεκτ: To σχολείο του Gongo
Αποφασίσαμε, λοιπόν, να φτιάξουμε μια παιδική χαρά για τα παιδιά του Gongo, που θα μπορούν να επισκέπτονται όμως και παιδιά από άλλα χωριά, και να επισκευάσουμε την οροφή του σχολείου που έχει σαπίσει και στάζει. Ζητήσαμε από τον Κώστα να μας πει συνολικό προϋπολογισμό και μετά θα οργανώσουμε μια crowdfunding καμπάνια, ώστε μαζί με τις δικές σας συνεισφορές να καταφέρουμε να μαζέψουμε το ποσό αυτό.
Για εκείνους και εκείνες που θέλουν να συνεισφέρουν θα υπάρξουν σχετικές ανακοινώσεις από τα κοινωνικά δίκτυα του βιβλιοπωλείου (Free Thinking Zone).
Επειδή πολλοί και πολλές θα αναρωτηθούν γιατί επιλέγουμε την απευθείας οδό και όχι μέσω μιας γνωστής ή μεγάλης ΜΚΟ, η απάντηση είναι ότι από τις συζητήσεις μας με τους ανθρώπους στις κοινότητες διαπιστώσαμε πως έχουν να μας διηγηθούν πολλά κακά παραδείγματα, αποστολές που φεύγουν και ποτέ δεν φθάνουν, δωρεές που έρχονται με… περικοπές, εθελοντές που δεν βλέπουν ποτέ και άλλα πολλά. Υπό αυτό το πρίσμα, και χωρίς να θέλω να απαξιώσω συλλήβδην το έργο των ΜΚΟ, προτιμώ να αναλαμβάνω η ίδια ένα πρότζεκτ, να επιβλέπω προσωπικά την υλοποίησή του, να αποδίδω σε όσους και όσες συμμετέχουν σε αυτό τον «λογαριασμό» και να προχωρώ στο επόμενο. Μπορεί να μην είναι μεγάλο και εντυπωσιακό, αλλά είναι κάτι και είναι υπαρκτό και κυρίως αναγκαίο για την κοινότητα στην οποία απευθύνεται.
Ποιοι θέλουν να αφανίσουν τις φυλές Μaasai;
Δυστυχώς, μετά από λίγες μόνο μέρες στο Gongo, πήγαμε να συναντήσουμε μια οικογένεια της φυλής Μaasai, που είναι μια νειλοχαμητική φυλή, διατηρεί τον τρόπο ζωής και τον πολιτισμό της, ασχολείται κυρίως με την κτηνοτροφία και το κυνήγι, αλλά τα μέλη της επίσης υφαίνουν, κλώθουν και φτιάχνουν υφάσματα, κοσμήματα και πρακτικά είδη από δέρμα τα οποία χρησιμοποιούν οι ίδιοι, άνδρες και γυναίκες, ή τα πουλούν για να ζουν. Οι άνδρες πολεμιστές βάφουν τα μαλλιά τους με μια ειδική κόκκινη βαφή, αλλά φαίνεται ότι η ισότητα έχει φτάσει μέχρι εκεί, τουλάχιστον σε αυτό, γιατί είδαμε και μερικές γυναίκες. Ντύνονται με τις χαρακτηριστικές κοκκινόμαυρες ενδυμασίες τους που δεν έχουν πρόβλημα να χαρίσουν απλόχερα. Ζουν απομονωμένα, απλά και ήσυχα, αν και πολλοί από τους άνδρες, για να επιβιώσουν, βρίσκουν δουλειές του ποδαριού σε τουριστικές και εμπορικές επιχειρήσεις. Σέβονται και αγαπούν τους επισκέπτες τους, εκτός κι αν είσαι λαθροκυνηγός, οπότε θα δεις το άγριο πρόσωπό τους (εδώ που τα λέμε, θα έβλεπες και το δικό μου). Παίξαμε, κουβεντιάσαμε, χορέψαμε μαζί τους και χαρήκαμε κάθε λεπτό με τους ωραίους και αυθεντικούς αυτούς ανθρώπους. Δυστυχώς, βρίσκονται υπό την απειλή εξαφάνισης ή ένταξης σε ένα «δυτικοποιημένο» πλαίσιο, πιο ελέγξιμο και «εξορθολογισμένο», για προφανείς λόγους.
Από ποιους; Από τις ίδιες ομάδες συμφερόντων που δεν μπορούν να ανεχτούν την πολυπολιτισμικότητα και τον αντικομφορμισμό και ζητούν να φύγουν οι νομάδες που ζουν στη δική μας Γαύδο, στον Ποταμό.
Από τους Γερμανούς και τους Βρετανούς, στους Άραβες: Τα πρόσωπα της σύγχρονης αποικιοκρατίας
Ο Abdulrazak Gurnah* είναι Βρετανός συγγραφέας που γεννήθηκε στο τότε σουλτανάτο της Ζανζιβάρης το 1948 και έφυγε πρόσφυγας στο Ηνωμένο Βασίλειο κατά τη διάρκεια της ζανζιβαριανής επανάστασης. Πέρσι του απονεμήθηκε το Νόμπελ Λογοτεχνίας «για την ασυμβίβαστη και συμπονετική διείσδυσή του στις επιπτώσεις της αποικιοκρατίας και στην τύχη του πρόσφυγα στο χάσμα μεταξύ πολιτισμών και ηπείρων». H βαθιά ματιά του μας αφήνει μια πολύτιμη λογοτεχνική παρακαταθήκη για την κληρονομιά της Αφρικής, τη στωικότητα με την οποία αντιμετώπισαν οι ντόπιοι πληθυσμοί τις φρικαλεότητες στη φύση και στην ψυχή τους εξ ονόματος του εκχριστιανισμού και εκπολιτισμού τους, αλλά και τους λίγους, φωτεινούς ανθρώπους, πολιτικούς, ιεραπόστολους, θαλασσοπόρους, ονειροπόλους, που η αποικιοκρατία έφερε μαζί της και βοήθησαν τους λαούς αυτούς να σταθούν στα πόδια τους, να μάθουν, να οργανωθούν και να διεκδικήσουν την ανεξαρτησία τους.
Ακόμη προσπαθούν να σταθούν στα πόδια τους.
Οι άπειρες νεοσύστατες δημοκρατίες τους προσπαθούν να βρουν την ισορροπία τους ανάμεσα στην ανάπτυξη άνευ όρων και την επέλαση των σύγχρονων αποικιοκρατών, επενδυτών από τις χώρες της Μέσης Ανατολής, την Κίνα και την Ευρώπη και τη διατήρηση της ταυτότητάς τους, την κρατική τους οργάνωση και τη θεσμική τους θωράκιση, παλεύοντας ταυτόχρονα ενάντια στις ασθένειες που κουβαλούν οι ανώριμες δημοκρατίες, τη διαφθορά ‒την οποία χρειάστηκε αρκετές φορές να αντιμετωπίσουμε‒, τη γραφειοκρατία, τις ολιγαρχίες, την προσπάθεια να αναπτυχθεί μια υγιής μεσαία τάξη.
Ποια λόγια είναι, άραγε, κατάλληλα για να περιγράψεις το ειδυλλιακό ηλιοβασίλεμα στο luxury, all inclusive, members only resort στις εξωτικές παραλίες της Pemba, της Ζανζιβάρης, του Bakamoyo ‒τα κέντρα του άλλοτε παγκόσμιου σκλαβοπάζαρου‒ με τα υπέροχα κοκτέιλ και τα πλούσια δείπνα, γεμάτα από τα καλούδια των περιοχών αυτών, όταν ακριβώς στην πίσω είσοδο του resort, σε ένα λεπτό περπάτημα από την άνεση των απαλλαγμένων από αρνητικότητα διακοπών σου, έρχεσαι αντιμέτωπος με τη φτώχεια και την εξαθλίωση; Παιδιά να παίζουν στη λάσπη, καλύβες από καλάμια και πέτρα, στην καλύτερη περίπτωση από ελενίτ, σκουπίδια, άγρια ζωή. Το περιέργο είναι ότι ελάχιστοι διαπιστώνουν αυτή την παράλληλη πραγματικότητα, γιατί ελάχιστοι την περπατούν.
Ένα Truman Show;
Είναι το ίδιο Truman Show που συνάντησα στη σύντομη στάση μου σε μία από τις πολυτελείς και πολυδιαφημισμένες χώρες του Κόλπου; Γιατί αν φαντάζεστε ότι οι χώρες αυτές είναι όπως τις βλέπετε σε ταινίες σαν το «Sex and the City», πλανάστε πλάνην οικτράν. Κι εγώ την ίδια πλάνη είχα στο μυαλό μου δηλαδή. Όμως, αν σηκώσουμε το χαλί της πολυτέλειας και της χλιδής, ίσως από κάτω να βρούμε τον μανδύα της αλαζονείας, της υπερβολής και της καταπίεσης των βασικών ανθρώπινων δικαιωμάτων. Οι περισσότεροι κατώτεροι εργαζόμενοι και εργαζόμενες σε αυτές τις χώρες προέρχονται από την Αφρική, την Ινδία, το Πακιστάν, δουλεύουν σκληρά και κάνουν να δουν τις οικογένειές τους χρόνια. Επίσης, όποιος/-α έχει κάποια ιδέα για το αν υπάρχει και ποια είναι η νομοθεσία για τα εργασιακά, ας μας την πει. Γιατί όμως ο δυτικός κόσμος δεν μιλά καθόλου γι’ αυτό; Είναι άραγε μια άτυπη ομερτά που συγκαλύπτει τη σύγχρονη μορφή του σκλαβοπάζαρου;
Αυτή είναι και η απάντηση στην απορία μου «μα γιατί στη συμφωνία της επένδυσης δεν υπάρχουν offsets; Ένας δρόμος, ένα σχολείο, μια πλατεία, μια παιδική χαρά, βρε αδερφέ, για την τοπική κοινωνία που προσφέρει τον παράδεισό της;». Δεν υπάρχουν γιατί κανένας δεν ενδιαφέρεται και κανένας δεν τα ζητά.
Αν νοιάζεσαι όμως λίγο παραπάνω, σκίζεις με τη βάρκα σου το χάρτινο παραπέτασμα που σε βγάζει σε έναν άλλο κόσμο, όμορφο και αυθεντικό, και βλέπεις κατάματα την αλήθεια, τη δική σου αλήθεια. Είναι η στιγμή που κάνεις τις δικές σου προσωπικές παραδοχές για το τι είδους άνθρωπος θέλεις να είσαι και τι είναι αυτό που δίνει νόημα στη ζωή σου τελικά. Και έτσι ξαφνικά, εκεί που πήγαινες για να προσφέρεις, σου προσφέρεται απλόχερα ένας θαυμαστός καινούριος κόσμος, από τον οποίο έχεις να μάθεις πολλά και να δώσεις πολλά.
«That’s the way life takes us… It takes us like this, then it turns us over and takes us like that. What she didn’t say was that through it all we manage to cling to something that makes sense». Abdulrazak Gurnah, «By the Sea»
Γι’ αυτήν ακριβώς την αποκάλυψη θέλω να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ σε όλους τους καινούργιους φίλους που γνώρισα σε αυτό το ταξίδι, τη Mama Leio, τον Joseph, τον Dave, τον Ally, τον Deus, τον Hamsa, την Αmal, την Αllyia και όλους και όλες που μου διαφεύγουν τα ονόματά τους, αλλά δεν ξεχνώ. Θα επιστρέψω. «Σ’ ένα ταξίδι αστραπή, να ξεδιπλώνω. Να παίρνει ανάσα η ζωή. Για λίγο μόνο»***, που λέει και το τραγουδάκι.
Asante sana rafiki zangu!
*«Ημερολόγια Ταξιδιού», Αlbert Camus, εκδόσεις Πατάκη
** Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός το βιβλίο του Abdulrazak Gurnah «Άλλες ζωές», σε μετάφραση της Κατερίνας Σχινά. Σύντομα θα κυκλοφορήσουν δύο ακόμη βιβλία του.
*** «Δυο μέρες μόνο», μουσική Δήμητρα Γαλάνη, στίχοι Παρασκευάς Καρασούλος