Η διαμόρφωση των δημόσιων ελεύθερων χώρων είναι κάτι που συναντά κανείς ήδη από την αρχαιότητα. Δρόμοι, πλατείες, πεζοδρόμια, κήποι, πάρκα και κτίρια λειτουργούν ως πεδία συλλογικής μνήμης, ερεθισμάτων και ελεύθερης καλλιτεχνικής έκφρασης. Γι' αυτό και η τέχνη στον δημόσιο χώρο είναι συνυφασμένη με τη ζωή στην πόλη. Αποτελεί μια μορφή επικοινωνίας, χωρίς όμως να έχει πάντα το προσδοκώμενο αποτέλεσμα.
Στη διάρκεια των χρόνων υπήρξαν αρκετές εικαστικές προτάσεις οι οποίες προκάλεσαν, δίχασαν, συζητήθηκαν, αμφισβητήθηκαν, ξεσήκωσαν αντιδράσεις, χλευάστηκαν, επικρίθηκαν, κλάπηκαν ή θεωρήθηκαν «ατυχείς» επιλογές. Ειδικά τα χρόνια της Μεταπολίτευσης, τα αγάλματα, ως διακοσμητικά στοιχεία του αστικού τοπίου, πολλαπλασιάστηκαν.
Τελευταίο παράδειγμα που βρέθηκε στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος είναι το ποπ γλυπτό του Κωστή Γεωργίου «Phylax/Φύλαξ», που τοποθετήθηκε στην περιοχή του Παλαιού Φαλήρου. Κάποιοι το χαρακτήρισαν «σατανικό», άλλοι είπαν ότι προσβάλλει τα χριστιανικά ήθη, ενώ πολλοί έγραψαν ότι έχει μια καλλιτεχνική αξία, χωρίς να κρύβει βαθύτερους συμβολισμούς.
«Το έργο Ζογγολόπουλου στην Ομόνοια συμβολίζει την εκδίκηση μιας πόλης που δεν αγάπησε και δεν κατανόησε ποτέ τη σημασία του συγκεκριμένου γλυπτού».
Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις γλυπτών που τοποθετήθηκαν σε μια περιοχή με σκοπό την αισθητική της αναβάθμιση και κατέληξαν να μαραζώνουν και να καταστρέφονται. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το «Πεντάκυκλο» του Γ. Ζογγολόπουλου στην πλατεία Ομονοίας. Πρόκειται για ένα γλυπτό με το οποίο ο σημαντικός καλλιτέχνης συμμετείχε για τελευταία φορά στην Μπιενάλε της Βενετίας σε ηλικία 100 ετών.
Το «Πεντάκυκλο» αγοράστηκε από την ΕΑΧΑ (Ενοποίηση Αρχαιολογικών Χώρων Αθήνας) το 2001 για να συμπεριληφθεί στην εκτεταμένη ανάπλαση της πλατείας, που περιλάμβανε τα πεζοδρόμια, τις προσόψεις και την αλλαγή της κυκλοφοριακής ροής. Είναι κατασκευασμένο από ανοξείδωτο ατσάλι και έχει κύριο χαρακτηριστικό του τη χρήση του νερού, προβλέποντας τη ρίψη του με τη δύναμη του ανέμου. Ταυτόχρονα, οι πέντε κύκλοι συμβολίζουν τις πέντε ηπείρους, κάτι που ταιριάζει στην πολυεθνικότητα της πλατείας.
Αρχικά το έργο τοποθετήθηκε ημιτελές, μετά από αρκετό διάστημα όμως ολοκληρώθηκε η κατασκευή του. Ωστόσο δεν λειτούργησε ποτέ, με εξαίρεση το μικρό διάστημα από το τέλος του 2008 μέχρι τις αρχές του 2009. Η απάντηση που δόθηκε για τη βραχύβια λειτουργία του ήταν ότι δεν είχαν υπολογιστεί σωστά οι απορροές των υδάτων κι έτσι δεν υπήρχε η κατάλληλη μόνωση ώστε να προστατεύεται ο χώρος του μετρό. Μάλιστα, το Ίδρυμα Ζογγολόπουλου είχε εκπονήσει και υποβάλει στους αρμόδιους φορείς μελέτες για τη συντήρηση και αποκατάσταση του υδροκίνητου έργου, χωρίς όμως ποτέ να ανταποκριθεί κανείς. Από κει και πέρα, κατέληξε να γίνει συνώνυμο της παρακμής και της εγκατάλειψης της πλατείας.
«Το έργο Ζογγολόπουλου στην Ομόνοια συμβολίζει την εκδίκηση μιας πόλης που δεν αγάπησε και δεν κατανόησε ποτέ τη σημασία του συγκεκριμένου γλυπτού. Επικράτησε μια χαιρεκακία του κόσμου, την οποία εκμεταλλεύτηκαν οι Αρχές, αφού τους βόλευε, μια και δεν μπορούν να το συντηρήσουν. Το μίσος του κόσμου είναι διττής σημασίας, εφόσον η ανάπλαση της πλατείας δεν γοήτευσε ποτέ τους Αθηναίους, με αποτέλεσμα να "ξεσπάσουν" στο γλυπτό. Ήταν το εξιλαστήριο θύμα που μισήθηκε και δεν λυπήθηκε κανείς» μου λέει ο δημοσιογράφος Γιάννης Κωνσταντινίδης που ασχολείται με τον χώρο των εικαστικών τεχνών.
Την ίδια στιγμή, από την πλευρά του Δήμου Αθηναίων μας ενημέρωσαν ότι το θεσμικό πλαίσιο που αφορά την τοποθέτηση γλυπτών στον δημόσιο χώρο προβλέπει ότι «ο Δήμος Αθηναίων οφείλει να διαφυλάττει, να προστατεύει και να συντηρεί τα γλυπτά έργα και μνημεία που υπάγονται στη δικαιοδοσία του και παράλληλα να επιδιώκει, στο μέτρο των οικονομικών δυνατοτήτων του, τη δημιουργία ή απόκτηση νέων με σκοπό την αισθητική αναβάθμιση της πόλης, τη διατήρηση της ιστορικής μνήμης, την απόδοση τιμής, τον εμπλουτισμό των δημόσιων χώρων με έργα τέχνης. Επίσης, να αγοράζει γλυπτά έργα ή εικαστικές συνθέσεις που έχουν ήδη δημιουργηθεί, ή κατόπιν καλλιτεχνικού διαγωνισμού ή με απευθείας ανάθεση, καθώς και να αποδέχεται τη δωρεά γλυπτών έργων».
Για το θέμα των κλοπών ο δήμος ανέφερε πως «πήρε μια δύσκολη απόφαση χωρίς να αποτελεί θεμιτή λύση», προστατεύοντας αγάλματα υψηλής καλλιτεχνικής αξίας σε αποθήκες του δήμου ή άλλους φυλασσόμενους χώρους, καθώς και με την «υιοθέτηση-φροντίδα» τους από σχολεία με σκοπό να αυξηθεί η δημόσια ορατότητά τους. Όσον αφορά τον μαρασμό του «Πεντάκυκλου», ο δήμος τόνισε ότι «προτιμά τη συντηρητική πολιτική του καθαρισμού του παρά να το καταστρέψει, αφού δεν υπάρχουν τα κατάλληλα μέσα για την προστασία του σε μια πλατεία γερασμένη και με προβλήματα στατικότητας».
Αναμφίβολα, λοιπόν, υπάρχει τεράστιο έλλειμμα στρατηγικής όσον αφορά τη διαμόρφωση του δημόσιου χώρου και τα παραδείγματα είναι πολυάριθμα. Το σίγουρο είναι ότι για το άμεσο μέλλον χρειάζεται η ευρύτερη συναίνεση όλων των εμπλεκομένων, του δήμου, των ιδιοκτητών των έργων και του υπουργείου Πολιτισμού, προκειμένου να δημιουργηθεί ένα ενιαίο σχέδιο προστασίας της αισθητικής της πόλης.