Συνάντησα τον Τhe Rabbit στην ατομική του έκθεση, στο «Its all so souvenir to me» στο Μοναστηράκι. Δεν χρειάστηκε πολύ ώρα να καταλάβω ότι πρόκειται για έναν τύπο ιδιαίτερα οξυδερκή, με απλότητα, σύνεση και χιούμορ. Εξάλλου αυτό γίνεται άμεσα αντιληπτό μέσα από τα μινιμαλιστικά, καυστικά σκίτσα του.
Ο The Rabbit γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη, έζησε αρκετά χρόνια στην Ολλανδία, ενώ το τελευταίο διάστημα μένει μόνιμα στην Αθήνα όπου και εργάζεται.
Πριν δέκα χρόνια ξεκίνησε να σκιτσάρει κατευθυνόμενος από ένα έντονο αίσθημα προβληματισμού και αβεβαιότητας, ανοίγοντας έναν εσωτερικό διάλογο για την μόνιμη αλληλεπίδραση του παρελθόντος και του τώρα.
Σε όλο του τα έργα όπως και στη συγκεκριμένη έκθεση «Αναρχία στη Νοσταλγία» εστιάζει το ανατρεπτικό του βλέμμα σε θέματα που θίγουν την μόνιμη οιδιπόδεια ανθρώπινη ικανότητα και ανάγκη για παλινδρόμηση.
Δεν είναι ούτε αναρχικός, ούτε νοσταλγός όπως παραδέχεται. Είναι ένας αυτοδίδακτος σκιτσογράφος που του αρέσει να πειραματίζεται, να στοχάζεται και να αμφιβάλλει για τον αγιοποιημένο, γεμάτο αξίες, παλιό, καλό καιρό που όλοι μνημονεύουν.
Εκεί έχει καταλήξει η σειρά με τη Αναρχία. Ότι είναι μια αντίρρηση. Μια αμφισβήτηση. Στον παλιό καλό καιρό. Σαν να σταματάει μια αυτόματη διαδικασία για τα πράγματα που είναι κολλημένα στο μυαλό μας σώνει και ντε με μια συγκεκριμένη εκδοχή. Εκεί μπαίνω και πετάω ένα ερωτηματικό
«Πάντα μου άρεσε να σκιτσάρω με χιούμορ. Παρόλο που η ζωγραφική μου είναι αρκετά συμβατική, είναι ένας τρόπος να αναθεωρώ και να βάζω ερωτηματικά. Πολλές φορές νιώθω μια ασφυξία όταν γίνονται συζητήσεις στον αυτόματο πιλότο. Χάνομαι και νιώθω ότι δεν μπορώ να συμμετέχω. Ακόμα και στην κουβέντα με τους φίλους μου πάντα θα πεταχτεί κάποιος και θα πει «Θυμάσαι παλιά που τα πράγματα ήταν αλλιώς και μπίρι-μπίρι...» αλλά κανείς δεν κάθεται να ασχοληθεί πραγματικά με το πώς ήταν τα πράγματα. Τι έγινε παλιά; Γιατί ήταν καλύτερες οι εποχές τότε; Και αφού ήταν έτσι τότε γιατί τώρα είμαστε ένα χάλι;»
«Θέλω να βάλω την αμφιβολία. Με ενοχλεί πάρα πολύ η σιγουριά που έχει κόσμος για τα πράγματα ενώ βλέπεις ότι αυτά δεν λειτουργούν. Σκέφτομαι «Κάτσε ρε μεγάλε πως την έχεις αυτή τη σιγουριά; Βλέπεις κάτι να λειτουργεί με αυτές τις αποψάρες;»
Να πω ότι έχουμε αυτοπεποίθηση γιατί βλέπουμε ότι τα αποτελέσματα είναι γαμάτα, τότε ok. Αλλά όταν βλέπεις ότι όλα είναι τόσο μπάχαλο θα έπρεπε τουλάχιστον να προβληματίζεσαι. Αλλά θέλω να τα λέω και από την άλλη. Δεν προσπαθώ να το γυρίσω ότι μόνο οι Έλληνες θα πρέπει να προβληματιστούμε, γιατί το έχω ζήσει και από την ανάποδη.
»Στην Ολλανδία για παράδειγμα υπήρχε και εκεί πολύ σιγουριά στις απόψεις, πολλοί είναι αυτοί που πιστεύουν ότι οι Έλληνες είναι τεμπέληδες. Και έβλεπες ότι μεγάλο ποσοστό του κόσμου δεν καθόταν να σκεφτεί, να βάλει ερωτηματικό, να ψάξει τι γίνεται όντως από την άλλη μεριά της ιστορίας. Είναι όντως έτσι όπως μου τα λένε στην τηλεόραση; Είναι σίγουρα έτσι;».
«Πριν σκιτσάρω μελετάω τους χαρακτήρες αρκετά. Είναι η αφορμή για να μάθω και εγώ περισσότερα. Κάθομαι ας πούμε να κάνω την Μήδεια και το μόνο που ξέρω για αυτήν είναι ότι σκότωσε τα παιδιά της. Αντιλαμβάνομαι ότι έχω πλήρη άγνοια. Μου αρέσει να το λέω χωρίς κανένα κόμπλεξ.
»Δεν είμαι γνώστης των θεμάτων αυτών. Γελάω με την ημιμάθεια που έχω. Αυτήν τη γνωστή ελληνική ημιμάθεια που σε ακολουθεί από το σχολείο, όπου έχεις μάθει απ' έξω πέντε ποιήματα και νομίζεις ότι τα ξέρεις όλα. Δεν θέλω να το παίζω έξυπνος και να κατηγορώ τον κόσμο. Αναγνωρίζω ότι είμαι και εγώ παράγωγο αυτού του συστήματος».
«Νομίζουμε ότι ξέρουμε αρχαία ελληνική ιστορία αλλά στην ουσία ξέρουμε μπαρούφες. Ακούς για τον Σωκράτη και θεωρείς ότι ξέρεις για τον Σωκράτη. Έχουμε κάποιες έτοιμες γνώσεις και δεν έχουμε κάτσει ποτέ να τις μελετήσουμε. Έχουμε μόνο αυτόματες σκέψεις για αυτό.
«Εν οίδα ότι ουδέν οίδα», το ξέρουμε όλοι σαν παπαγάλοι αλλά δεν έχουμε διαβάσει ποτέ γιατί αυτός ο άνθρωπος κατέληξε εκεί. Τι μπορεί να σημαίνει η φράση για αυτόν. Απλά το αναπαράγουμε. Σαν κασέτα. Όχι σαν κτήμα. Από την ιστορία ξέρουμε μόνο τα τσιτάτα».
«Τα ερεθίσματα ωστόσο δεν αφορούν μόνο την αρχαία ελληνική ιστορία. Είναι καθημερινά και τόσα πολλά τα θέματα που προσπαθώ να θίξω. Το σκίτσο με την Ραπουνζέλ ας πούμε προέκυψε λόγω του ότι έχω μια κορούλα τριών χρονών και διαβάζω πάρα πολλά παραμύθια. Μαθαίνω για τους χαρακτήρες και κάνω πλάκα με αυτούς.
»Σαν γονιός έχω την εντύπωση πως και εγώ ξέρω ενστικτωδώς πώς να μεγαλώνεις ένα παιδί. Στην ουσία όμως καταλαβαίνω πως δεν έχω ιδέα. Είμαι άσχετος. Θέλω να το δηλώσω πως δεν ξέρω τίποτα απολύτως. Βαρέθηκα με το ξερολίκι ενώ όλοι λειτουργούμε στον αυτόματο πιλότο. Θυμάμαι ένα ωραίο που είχε πει ο Thom Yorke στην ερώτηση, «Ποιο θεωρείς ότι είναι τα μεγαλύτερο σου πλεονέκτημα;». Η απάντηση του ήταν «Ότι δεν έχω ιδέα τι είναι αυτό που κάνω».
«Ξεκινάς να κάνεις κάτι και συναντάς εμπόδια. Αυτά τα εμπόδια είναι από το παρελθόν. Είναι πράγματα που σέρνεις από πίσω. Συνδέεις και συγκρίνεις το τώρα με το παλιά και αυτό πολλές φορές σε περιορίζει. Για κάποιο περίεργο λόγο στο παρελθόν τα πράγματα ήταν πιο σημαντικά και ουσιώδη από ότι σήμερα.
»Εμένα προσωπικά αυτή η αίσθηση μου δημιουργεί ένα άγχος. Θέλω να έχω το χρόνο και το χώρο να ασχοληθώ με το τι θέλω τώρα, αύριο. Τι πραγματικά θέλω να κάνω και που θέλω να με πάει αυτό το πράγμα.
»Εκεί έχει καταλήξει η σειρά με τη Αναρχία. Ότι είναι μια αντίρρηση. Μια αμφισβήτηση. Στον παλιό καλό καιρό. Σαν να σταματάει μια αυτόματη διαδικασία για τα πράγματα που είναι κολλημένα στο μυαλό μας σώνει και ντε με μια συγκεκριμένη εκδοχή. Εκεί μπαίνω και πετάω ένα ερωτηματικό».