Η εποχή που αντιμετωπίζαμε την κλιματική κρίση ως κάποιου είδους μακρινή επιβάρυνση της ζωής και της καθημερινότητάς μας έχει παρέλθει πλέον για τα καλά. Όσο φιλόδοξες και να είναι οι πράσινες ενεργειακές πολιτικές των κυβερνήσεων, όσο τολμηρές και να είναι οι ρυθμίσεις που απαιτούν από τις εταιρείες να μειώσουν το ενεργειακό τους αποτύπωμα και την εκπομπή ρύπων, η μετάβασή μας σε μια βιώσιμη και φιλική προς το περιβάλλον πραγματικότητα δεν θα υλοποιηθεί ποτέ αν δεν φροντίσουμε πρώτα απ’ όλα εμείς οι ίδιοι ως πολίτες αλλά και εργαζόμενοι γι’ αυτήν.
Έχουμε, λοιπόν, μπροστά μας ένα από τα μεγαλύτερα στοιχήματα του 21ου αιώνα: πώς θα κατορθώσουμε, τελικά, να ενσωματώσουμε με ουσιαστικό τρόπο βιώσιμες πρακτικές στον τρόπο που ζούμε και εργαζόμαστε; Οι καμπάνιες ευαισθητοποίησης έχουν, δυστυχώς, τα φυσικά όριά τους – όσο και αν θορυβηθεί ή ευαισθητοποιηθεί κανείς από μια εκστρατεία ενημέρωσης η οποία αποτυπώνει τη ζοφερή κατάσταση που έχει διαμορφωθεί λόγω της κλιματικής κρίσης, είναι αμφίβολο αν θα προσαρμόσει τη συμπεριφορά του στις αρχές της βιωσιμότητας. Παρόμοιοι είναι οι περιορισμοί που ισχύουν και για την ενσωμάτωση της πράσινης φιλοσοφίας στο εκπαιδευτικό μας σύστημα: από τη μια είναι μια προσέγγιση ουσιαστική και πολλά υποσχόμενη, από την άλλη η εφαρμογή της έχει καθυστερήσει σημαντικά και ίσως τα αποτελέσματά της φανούν όταν θα είναι πλέον αργά.
H προσαρμογή μας στις απαιτήσεις της αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης δεν είναι μονάχα μια ενσυνείδητη στάση ζωής αλλά αφορά και ένα πλέγμα γνώσεων και δεξιοτήτων εξαιρετικά χρήσιμων για την πράσινη μετάβαση.
Όμως, για να ξεκινήσουμε να χτίζουμε από σήμερα μια κοινωνία που ενστερνίζεται τις αρχές της αειφορίας και τις εφαρμόζει, πρέπει η βιωσιμότητα να συνδυαστεί με τα κίνητρα της σύγχρονης οικονομικής πραγματικότητας. Άλλωστε, η προσαρμογή μας στις απαιτήσεις της αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης δεν είναι μονάχα μια ενσυνείδητη στάση ζωής αλλά αφορά και ένα πλέγμα γνώσεων και δεξιοτήτων εξαιρετικά χρήσιμων για την πράσινη μετάβαση, που θα αποδεικνύεται ολοένα και πιο πολύτιμο καθώς περνούν τα χρόνια.
Αυτή είναι και η φιλοσοφία που φιλοδοξεί να εισαγάγει και στη χώρα μας ο καινοτόμος οργανισμός Ecogenia, στόχος του οποίου είναι να κινητοποιήσει νέους ανθρώπους ώστε να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους επ’ αμοιβή σε τοπικές κοινωνίες, αναλαμβάνοντας δράση για την προστασία του κλίματος και τη βιώσιμη ανάπτυξη και αποκτώντας χρήσιμες δεξιότητες και επαγγελματική κατάρτιση πάνω στους τομείς που τους ενδιαφέρουν. Ουσιαστικά, λοιπόν, ο οργανισμός συνδυάζει την προσφορά με την ανάπτυξη δεξιοτήτων· σκοπός του είναι να αντιμετωπίσει την ανεργία των νέων και να συμβάλει στην προώθηση της κλιματικής ατζέντας στην Ελλάδα.
Η Ecogenia ξεκίνησε από το όνειρο δύο Ελληνίδων του εξωτερικού να κάνουν κάτι για το ανθρώπινο και μη ανεκμετάλλευτο δυναμικό της χώρας, με γνώμονα πάντα τη βιώσιμη ανάπτυξη και την ενεργοποίηση της νέας γενιάς σε σχετικούς τομείς. Η Λία Παπάζογλου, που μεγάλωσε στη Νέα Υόρκη, είχε ολοκληρώσει δύο «θητείες του ενεργού πολίτη» μέσω του αμερικανικού οργανισμού AmeriCorps –την πρώτη για να αποκτήσει εργασιακή εμπειρία και δεξιότητες μετά το πανεπιστήμιο και τη δεύτερη για να στραφεί επαγγελματικά στη βιώσιμη ανάπτυξη– και ονειρευόταν να φέρει αυτό το μοντέλο και στην Ελλάδα. Μέσω μιας κοινής γνωστής ήρθε σε επαφή με την Έρικα Σπαγάκου που μεγάλωσε στην Αθήνα και τα πρώτα χρόνια της κρίσης επέλεξε να πάει στο Άμπου Ντάμπι. Μαζί ξεκίνησαν να στήνουν, αρχικά εξ αποστάσεως, αυτό το μεγάλο εγχείρημα.
Το μοντέλο της Ecogenia βασίζεται στη λογική «every job is a climate job», ότι δηλαδή κάθε δουλειά πρέπει να λαμβάνει υπόψη την παράμετρο του κλίματος. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο οι συμμετέχοντες δεν είναι υποχρεωμένοι να πληρούν κάποια προϋπόθεση ή να έχουν συγκεκριμένο υπόβαθρο, π.χ. ένας από τους περσινούς συμμετέχοντες που φέτος ηγείται μιας ομάδας είναι κουρέας στο επάγγελμα και προσφέρει στην περιοχή του ως εθελοντής πυροσβέστης. Στην προσπάθεια να γίνει πιο δημοκρατική η πρόσβαση στην κοινωνική προσφορά και τον εθελοντισμό, η Ecogenia παρέχει έναν βασικό μισθό, διαμονή και φαγητό στους συμμετέχοντες.
Κάθε πρόγραμμα ξεκινά με δύο εβδομάδες εκπαίδευσης: παροχή πρώτων βοηθειών, χαρτογράφηση των αναγκών μιας περιοχής, η σημασία των στόχων βιώσιμης ανάπτυξης του ΟΗΕ. Στόχος είναι όλοι οι συμμετέχοντες να αποκτήσουν ένα κοινό επίπεδο αναφοράς ως προς τη βιώσιμη ανάπτυξη και την ενεργή δράση των πολιτών. Έπειτα, οι ομάδες δουλεύουν στο πεδίο τέσσερις ημέρες την εβδομάδα, ενώ την πέμπτη μαθαίνουν επαγγελματικές δεξιότητες, γεφυρώνοντας το υπάρχον υπόβαθρό τους με τη θεματική του προγράμματος και το μέλλον τους στον εργασιακό χώρο. Το συγκεκριμένο μοντέλο έχει δοκιμαστεί με επιτυχία σε άλλες χώρες μέσω οργανισμών όπως το AmeriCorps και το Unis-Cité, αλλά δεν είχε δοκιμαστεί ξανά στην Ελλάδα. Γι’ αυτό η μετάφραση της έννοιας του «civic service» ήταν καθημερινά θέμα συζήτησης – δεν είναι ακριβώς εθελοντισμός αλλά ούτε και εργασία. Στην ουσία, ένας συμμετέχων προσφέρει στην τοπική κοινότητα και μαθαίνει νέες δεξιότητες, αλλά δεν είναι αμιγώς εκπαίδευση.
Μέχρι στιγμής, η Ecogenia έχει ολοκληρώσει δύο πιλοτικά προγράμματα 10 εβδομάδων, ένα στη Δωρίδα, όπου οι συμμετέχοντες ανανέωσαν 5,5 χλμ. ορειβατικών μονοπατιών, επιδιόρθωσαν δύο γέφυρες και ρύθμισαν την κατεύθυνση της ροής ενός ρυακιού για να χτίσουν τις βασικές οικοτουριστικές υποδομές της περιοχής, και ένα στα Χανιά, όπου «έτρεξαν» ένα απογευματινό πρόγραμμα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης για 10 μαθητές δημοτικού, εργαστήρια και τον πρώτο climate hackathon για όλες τις ηλικίες, επιμορφώνοντας 523 παιδιά σε μόλις επτά εβδομάδες. Aυτήν τη στιγμή το πρόγραμμα στη Δωρίδα τρέχει για δεύτερη χρονιά, σε συνεργασία πάντα με τον δήμο και την τοπική κοινωνία. Παράλληλα, ετοιμάζεται και ένα τρίτο πρόγραμμα, αυτήν τη φορά με θέμα την πρόληψη και αντιμετώπιση καταστροφών. Στόχος τους για τα επόμενα χρόνια είναι να έχουν ένα πρόγραμμα σε κάθε περιφέρεια της χώρας και να μπορούν να δώσουν σε κάθε νέο και νέα που ενδιαφέρεται την ευκαιρία να εκπληρώσει μία θητεία διάρκειας περίπου ενός χρόνου.
Η προσπάθειά τους έχει τραβήξει την προσοχή μεγάλων φορέων, εταιρειών και ιδρυμάτων στην Ελλάδα και το εξωτερικό, έχουν βραβευτεί με το Ευρωπαϊκό Βραβείο Καρλομάγνου για τη Νεολαία για το 2022, έχουν συμμετάσχει σε δύο accelerators και συνεχίζουν να δημιουργούν συνεργασίες με άλλες οργανώσεις, οργανισμούς και κοινότητες, ανταλλάσσοντας βέλτιστες πρακτικές και βλέποντας πώς ένα πρόγραμμα «θητείας του ενεργού πολίτη» μπορεί να επεκταθεί. Πριν από μερικούς μήνες, η ομάδα της Ecogenia ταξίδεψε στην Καλιφόρνια για να εκπαιδευτεί από το California Conservation Corps, τον παλιότερο και πιο δοκιμασμένο οργανισμό ενεργής κοινωνικής δράσης για το περιβάλλον στις ΗΠΑ. Εκεί είδαν πώς ο οργανισμός αυτός δουλεύει στο πεδίο αλλά και τον τρόπο που έχουν σχεδιάσει και επεκτείνει ένα πετυχημένο πρόγραμμα ενεργοποίησης της νέας γενιάς σε σχέση με την κλιματική αλλαγή.
Την επόμενη άνοιξη, η Ecogenia θα φιλοξενήσει την ομάδα του California Conservation Corps στην Ελλάδα για να τους δείξει το πρώτο πρόγραμμα ενεργής κοινωνικής δράσης στη χώρα. Σύμφωνα με τις συνιδρύτριες του οργανισμού, στόχος είναι πλέον «να θεσμοθετηθεί η θητεία του ενεργού πολίτη, καθώς και να επεκταθεί το πρόγραμμα σε εθνικό επίπεδο μέσω της οικονομικής ενίσχυσης του κράτους με την κάλυψη των ασφαλιστικών εισφορών και ενός μέρους του μισθού των συμμετεχόντων».
Έτσι, λοιπόν, με τις δράσεις του καινοτόμου οργανισμού στη χώρα μας αλλά και μια ευρύτερη στροφή των εταιρειών στην καλλιέργεια πράσινων δεξιοτήτων, η βιωσιμότητα αρχίζει να ξεφεύγει από τους περιορισμούς των εταιρικών και κυβερνητικών στόχων και να μετατρέπεται πλέον σε μια πολύτιμη δεξιότητα με οφέλη τόσο για τον πλανήτη όσο και για την επαγγελματική μας κατάρτιση.