Δυό σκηνές και ένας διάλογος από την «Έβδομη Σφραγίδα»
Ολόκληρη η ταινία είναι ένα φιλοσοφικό στενογράφημα -που συμπεριλαμβάνει εξ αρχής ολόκληρη την προβληματική του Μπέργκμαν. Ξεχωρίζω όμως αυτή τη σκηνή. Ο βοηθός του σταυροφόρου (ένας απλοϊκός και δίκαιος άνθρωπος) συνομιλεί με τον καλλιτέχνη/ alter ego του Μπέργκμαν, ο οποίος ζωγραφίζει το χορό του θανάτου στον τοίχο μιας εκκλησιάς. Έξω μαίνεται η πανούκλα, υπό το κράτος της οποίας η ανθρώπινη φύση αποκαλύπτεται, στις χαμηλότερες και υψηλότερες εκφράσεις της.
―Tι ζωγραφίζεις;
―Το Χορό του Θανάτου.
―Αυτός είναι ο Θάνατος;
―Ναι, κι αργά ή γρήγορα χορεύει με όλους.
―Γιατί τέτοιο θλιβερό θέμα;
―Υπενθυμίζω σε όλους ότι θα πεθάνουν.
―Ναι, αλλά τους καταθλίβεις.
―Γιατί πρέπει πάντα να χαίρονται; Γιατί να μη φοβούνται λιγάκι;
―'Ισως όμως κλείσουν τα μάτια.
―Πίστεψέ με, θα τα ανοίξουν. Ένα κρανίο είναι πιο εντυπωσιακό από μια γυμνή γυναίκα.
―Και τι πετυχαίνεις τρομάζοντάς τους;
―Σκέφτονται -κι ο φόβος τους μεγαλώνει.
―Και τρέχουν στην αγκαλιά των παπάδων.
―Αυτό δεν με αφορά.
―Εσύ απλά ζωγραφίζεις το Χορό του Θανάτου.
―Δείχνω πώς έχουν τα πράγματα.
―Κάποιοι θα εξαγριωθούν μαζί σου.
―Θα ζωγραφίσω τότε κάτι πιο χαρωπό. Πρέπει κι εγώ να ζήσω, ώσπου να με θερίσει η πανούκλα.
―Φοβερή αρρώστεια...
―Αν έβλεπες το βράσιμο στο λαιμό του αρρώστου... πώς τον πιάνουν οι σπασμοί...
―Φρικτό ακούγεται.
―Ναι φρικτό... προσπαθεί να ξεσκίσει τους βουβώνες του, δαγκώνει τα χέρια του και σχίζει τις φλέβες με τα νύχια του... τα ουρλιαχτά του ακούγονται παντού... Τρόμαξες;
―Εγώ να τρομάξω;! Δεν με ξέρεις καλά... Κι αυτές εδώ οι ανοησίες, τι είναι;
―Το παράξενο είναι ότι θεωρούν την πανούκλα τιμωρία από το Θεό. Ικέτες περιοδεύουν στη χώρα και αυτομαστιγώνονται προς δόξαν του Κυρίου.
―Αυτομαστιγώνονται;
―Ναι, το θέαμα είναι φοβερό. Σού έρχεται να κρυφτείς όταν τους βλέπεις...
―Εχεις κάτι δυνατό να πιώ; Πίνω νερό όλη μέρα. Νιώθω σαν καμήλα στην έρημο.
―Είδες που τελικά φοβήθηκες;
ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ «ΕΒΔΟΜΗ ΣΦΡΑΓΙΔΑ» ΤΟΥ ΜΠΕΡΓΚΜΑΝ
Καταιγισμός συνειρμών ξαναβλέποντας αυτό το αριστούργημα. Είναι η ταινία του Μπέργκμαν που έχω δει περισσότερες φορές ― με διαφορά στήθους από το Φάνυ και Αλέξανδρος και τις Άγριες Φράουλες. Υπάρχουν κι άλλες ταινίες του, που ενώ με συγκλόνισαν (χρησιμοποιώ τη λέξη όχι καθ' υπερβολήν) διστάζω να τις ξαναδώ: το Χειμωνιάτικο Φως. Το πάθος της Άννας. Το Μέσα από το σπασμένο καθρέφτη. Κάτι αποφεύγω. Δε ξέρω τι.
Όμως η Έβδομη Σφραγίδα, είναι η αγαπημένη μου, αδιαλείπτως. Οργανωμένη και διαυγής σαν στερεόγραμμα, ταυτοχρόνως έχει μια αβίαστη ρευστότητα - είναι ένα θαύμα ρυθμού. Οι διάλογοι συνδυάζουν, επίσης, τα ασυνδύαστα. Ενώ εκφράζουν πυκνούς, φιλοσοφικούς στοχασμούς με μαθηματική σχεδόν ακρίβεια, ηχούν σαν ποίημα.
Και το θέμα του, τι σύλληψη μεγαλειώδης! Η πανούκλα στα χρόνια του Μεσαίωνα, ο χορός του θανάτου, το ερώτημα του θεού, το σκοτάδι των θρησκειών, η πνευματική ευγένεια και ο χύδην αισθησιασμός ως απαντήσεις στην αγωνία του θανάτου...
Και η αισθητική. Ίσως η πιο «πλούσια» ασπρόμαυρη εικόνα που έχω δει ποτέ (του Gunnar Fischer -που ήταν και στις Άγριες Φράουλες).
Ολόκληρη η ταινία είναι ένα στενογράφημα -που συμπεριλαμβάνει εξ αρχής ολόκληρη την προβληματική του Μπέργκμαν, όπως θα εξελισσόταν τα επόμενα χρόνια. Ξεχωρίζω όμως αυτή τη σκηνή. Ο βοηθός του σταυροφόρου (ένας απλοϊκός και δίκαιος άνθρωπος) συνομιλεί με έναν καλλιτέχνη/ alter ego του Μπέργκμαν, ο οποίος ζωγραφίζει το χορό του θανάτου στον τοίχο μιας εκκλησιάς.
Πολλές φορές έχω σκεφτεί στη ζωή μου αυτό το διάλογο -πέρα από ηθικολογίες και πολιτικές ορθότητες. Η Τέχνη πρέπει να λέει την ωμή αλήθεια.
(Για τη δημοσιογραφία ισχύουν άλλα. Με ελάχιστες, «ιστορικές» εξαιρέσεις, η ωμότητα συνήθως συγχίζει την πληροφορία.)
Η κριτική παρουσίαση της ταινίας στη LIFO
Ενας σταυροφόρος γυρνά στην πατρίδα του για να τη δει εγκαταλειμμένη, χτυπημένη από την πανούκλα και από έναν γενικότερο σκοταδισμό. Ο ίδιος πολέμησε για το όνομα του Θεού, σκορπώντας όμως κι αυτός τον θάνατο, συμβάλλοντας σε μια γενικότερη φρίκη, και έχει χρόνο να ξανασκεφτεί την ίδια του την ύπαρξη όσο παίζει μια παρτίδα σκάκι με τον Χάρο που έχει βγει παγανιά για να βρει νέα θύματα.
Ο μεσαίωνας, ως σύμβολο παρακμής, σήψης και διαρκούς απειλής, δεν είχε αποτυπωθεί αρτιότερα στο σινεμά μέχρι την ημέρα της Έβδομης Σφραγίδας. Ο Μπέργκμαν έφτιαξε γύρω από το απειλητικό και απογυμνωμένο τοπίο του μια σειρά από εικόνες που ξέφυγαν από ακαδημαϊκούς κύκλους και μπήκαν ακόμη και στην ποπ κουλτούρα, γεγονός που αποδεικνύει τη σαρωτική επιρροή της ταινίας στην Τέχνη του 20ού αιώνα αλλά όχι τους σκοπούς της.
Η αποδοχή άλλωστε ήρθε αργότερα, πριν από αυτή ο Σουηδός κατόρθωσε να χωρέσει μέσα σε μια πολύ οικονομική αφήγηση έναν ολοκληρωμένο στοχασμό για την αναζήτηση μεταφυσικών απαντήσεων στις υπαρξιακές ανησυχίες του σύγχρονου ανθρώπου και το αιώνιο ερώτημα του Θεού, μέσα από μια αξιοθαύμαστη εικαστική ωριμότητα και ένα φινάλε ιστορικό, τον μακάβριο χορό του Θανάτου με όλους πλην των σαλτιμπάγκων, των εκπροσώπων δηλαδή της δημιουργίας, της τέχνης και της φαντασίας, όπλων που προτάσσει ο Μπέργκμαν αντί της φοβισμένης, θεοσεβούμενης, αμόρφωτης και φανατισμένης κοινωνίας που μέσα του επανέφερε διαρκώς έναν αιώνιο μεσαίωνα. ― Τάσος Μελεμενίδης
Κι ένα σχετικό τραγούδι του Χατζιδάκι σε στίχους του Γκάτσου. «Ο Ιππότης και ο Θάνατος».
«Κεντρική μορφή στο τοπίο είναι ένας ιππότης με πλήρη πανοπλία καβάλα στο άλογο. Η κεφαλή του αλόγου είναι άψογα επεξεργασμένη και με μεγάλη λεπτομέρεια των ανατομικών χαρακτηριστικών. Πιστός συνοδός του ιππότη είναι ένας σκύλος, όπως συνηθίζεται στα έργα του Ντύρερ, ενώ στο κάτω δεξιό μέρος του πίνακα μια σαύρα τρέπεται σε φυγή. Ο Θάνατος εικονίζεται γενειοφόρος, λιπόσαρκος αναβάτης ενός γέρικου αλόγου. Κρατάει στο χέρι μια κλεψύδρα. Ο τερατόμορφος Διάβολος έχει χαρακτηριστικά γνωρίσματα διαφόρων ζώων. Η εικόνα φέρει μια ταμπέλα με το μονόγραμμα του καλλιτέχνη και το έτος κατασκευής (1513). Η ταμπέλα είναι τοποθετημένη στις ρίζες ενός κομμένου δέντρου, με μια νεκροκεφαλή επάνω της. Το άλογο του ιππότη φαίνεται ότι βαδίζει σε ένα δρομάκι μέσα στο ξέφωτο, ενώ στο βάθος διακρίνουμε μια πόλη στην κορυφή ενός λόφου». ―Βικιπαίδεια