So, this is Christmas
Πώς να πηγαίνεις στη γιορτή κάποιου που δεν υπάρχει
KANONIZΩ τo τραπέζι της γιορτής. Το δέντρο, το άστρο της Βηθλεέμ. Βλέπω τις φάτνες στα μαγαζιά, εικόνες με αγγέλους. Είναι όπως με τα ζώδια: δεν τα πιστεύω, αλλά όταν με ρωτάνε, απαντώ, ναι, είμαι Υδροχόος. Αταβιστικά στρέφομαι στο ρυθμό της θρησκείας, αλλά πίστη δεν έχω.
Το ζήτημά μου δεν είναι αν αυτό αποτελεί τάση ή είναι προσωπικό. Εχω την αίσθηση ότι οι Εκκλησίες της Δύσης έχουν παρακμάσει, γίνονται ολοένα κυνικές και άφιλες. Πολλοί γνωστοί μου, επίσης, απλώς δεν το ψάχνουν ― αν το καλοσκεφτείς, η ουσία του κόσμου τους είναι δίχως θεό. Ο Ουμπέρτο Εκο έγραψε πρόσφατα ότι κι αυτός δεν πιστεύει στο θεό, αλλά με το εγγονάκι του κάθεται και στολίζει το δεντρο. Υπάρχει μέσα στον άνθρωπο ένα πτοημένο ένστικτο, τη δύσκολη ώρα να σηκώσει τα μάτια. Είναι ζώο που θέλει έναν ουράνιο κανόνα― χαλινάρι στη θνητή του μασέλα. Γιατί; Διότι πεθαίνει. Κάτι που δεν μπορεί να χωνέψει, όσα λεφτά κι αν έχει, όσα power games κι αν κερδίσει.
Τους περιορισμούς των υλικών δυνάμεων, τους ξέρουμε. Ειδικά αν έχουμε μεγαλώσει. Το χρήμα πυκνώνει το χρόνο, αλλά δεν τον νικά. Η κοινωνική δύναμη διαρκεί κι αυτή 50-60 χρόνια. Τον αδιανόητο θάνατό του ο άνθρωπος θέλει να τον δικαιολογήσει με κατι εξίσου αδιανόητο. Στον ουρανό, που δεν τελειώνει στρεφόταν και θα στρέφεται για πάντα, θέλει να ξέρει για ποιο λόγο ζει. Τι τον έφερε στον κόσμο και τι τον παίρνει. Ακόμα κι αν εξηγήσει τον μηχανισμό της γέννησης και της φθοράς, το όλον παραμένει ένα μυστήριο, ένα θαύμα. Κάτι πρέπει να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα. Ένας κανόνας αξιών να μας σηκώσει από το κρεβάτι το πρωί. Αλλιώς τα ζώα θα λυθούν, θα τριγυρνάνε άσκοπα, ρεμπέτες, όλα θα γίνουν σκορποχώρι.
Ομως η θρησκεία καθώς και οι ιδεολογίες πεθαίνουν ― τουλάχιστον στα χρόνια μας. Τίποτα δεν είναι δυνατό να μας εξάψει.Να μας δώσει σκοπό ― σκοπό ουσιώδη, πέραν των επιχειρηματικών μας πλάνων.
Έτσι αδιάβαστοι, πέφτουμε στο κενό, στην απουσία της πίστης. Εξ ου και τόσες λόξες. Τόσες εμμονές. Τόσοι θεούληδες. Μεθάει ο καθένας με όποιον τρόπο τού είναι εύκαιρος: όπως μπορείς πια δούλεψε μυαλό. Αλλά όλοι μαζί ζητούν με κούραση το ίδιο πράγμα: κάτι να πιστέψουν. Οι πρακτικότεροι βολεύονται με έναν άνθρωπο, που τον κάνουν θεό.
Δεν έχω να αντιπαραθέσω τίποτα. Ούτε την τέχνη ούτε την αγάπη. Θα με βόλευε αφάνταστα να κάνω το σταυρό μου. Σιχαίνομαι όμως τους παπάδες και τις παρηγοριές. Παρ’ όλα αυτά, θα βάλω το αστέρι στο κλαδί του δέντρου. Με απάθεια και σκέψεις. Καμμιά φορά γεννιούνται κοτόπουλα με δόντια, άνθρωποι με ουρές και οκτώ θηλές, θαλάσσια κήτη με πίσω πόδια ― το ραγισμένο DNA συγκολλάται. Μπορεί κι η πίστη να επιστρέψει.
Ποιός ξέρει!
― Ελευθεροτυπία, 1991