TO BLOG ΤΟΥ ΙΩΝΑ ΚΑΛΛΙΜΑΝΗ
Είναι βαρετό να είσαι βαρετός Facebook Twitter
©Coco Capitán, "That which won't turn into dust will be water", 2022

Είναι βαρετό να είσαι βαρετός

Είναι βαρετό να είσαι βαρετός 

Και άτολμος... 

Πράγματα που κάνω μόνος στο σπίτι: Ένα πολυπόστ επιστροφής

 

Στην πολυκατοικία μου δεν μένει πλέον κανείς. Οι κοινόχρηστοι χώροι μυρίζουν κλεισούρα. Βλέπεις τη ζέστη να ανεβαίνει τη σκάλα σαν κυρία που γυρίζει εξαντλημένη από το κομμωτήριο. Επιστρέφω σπίτι μετά από έναν μήνα σε κάποιο νησί. 

Ο μόνος ήχος που μπαίνει από τη χαραμάδα της πόρτας είναι οι κινήσεις των διανομέων της Wolt καθώς διασχίζουν ατσούμπαλα τους ορόφους μεταφέροντας φαγητό σε ενοίκους-φαντάσματα. Πόρτες ανοίγουν και κλείνουν ακαριαία. Κι αυτοί οι χιλιάδες άνθρωποι με τα άγνωστα και συχνά δυσπρόφερτα ονόματα είναι οι μόνοι που βλέπεις να κινούνται τις νεκρές ώρες – τα ξημερώματα δηλαδή, και τότε που η ζέστη παραλύει ό,τι απέμεινε από την πόλη μας. 

Η σκηνή, αν ήταν ταινία, θα απαιτούσε ένα αναλογικό ρολόι στον τοίχο. Ανεβασμένη την ένταση του θορύβου που κάνουν οι δείκτες του: τικ-τοκ. Ένας φαλακρός κύριος με σκυμμένο το κεφάλι σε κάποιον πυρακτωμένο καναπέ, η τηλεόραση ανοιχτή, να παίζει τηλεπαιχνίδια, ιδρώτας να στάζει από το γυαλιστερό του σκαλπ. Μια σταγόνα κυλά ως το φρύδι του και κρέμεται εκεί για μερικά δευτερόλεπτα. Πέφτει στο πάτωμα. 

Πλήξη και ζέστη. Αυτά φέρνει ο Ιούλιος στην Αθήνα. 

Κι εγώ κάθομαι σαν φάντασμα μέσα στο σπίτι, δίχως να ξέρω τι να κάνω ή πού να σταθώ. Ξεκινάω να διαβάζω το καλοκαιρινό τεύχος του «Paris Review», με το βρακί και τον ανεμιστήρα και το air-condition στο φουλ. Τέτοιες ώρες μόνο μπροστά στο λάπτοπ, με τις γρίλιες κλειστές, νιώθεις μια κάποια αίσθηση δροσιάς. Να οι βόλτες που κάνω... 

 
 
 

ΠΩΣ ΜΙΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΠΙΑΣΕΙ ΤΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΣΟΥ ΑΠΟ ΤΑ ΜΑΛΛΙΑ: Mary Robison, The Art of Fiction No.263

Είναι βαρετό να είσαι βαρετός Facebook Twitter
Ohio, 1985 © Mary Robison

Στις συνεντεύξεις του «Paris Review» σπάνια γνωρίζω ποιος είναι αυτός που μιλά. Συνήθως είναι ονόματα εντελώς άγνωστα, στα οποία αν έφτανε κανείς ποτέ με ένα βιαστικό Google Search, είναι δεδομένο πως θα τα προσπερνούσε. Τις περισσότερες φορές τα μεγάλα site δεν έχουν ακόμη ενδιαφερθεί για εκείνα, κι αυτό αποτελεί μια πρώτη απόδειξη του πόσο μπροστά είναι αυτό το δαιμόνιο μικρό έντυπο. 

Πάντα λοιπόν θαυμάζω και τελικά με κερδίζουν δυο πράγματα στις συνεντεύξεις που φιλοξενεί στις σελίδες του: οι εισαγωγές τους, οι οποίες σε πείθουν από την πρώτη κιόλας πρόταση να διαβάσεις το εκάστοτε κείμενο. Κι έπειτα οι φωτογραφίες, οι οποίες προέρχονται συνήθως από το αρχείο των ίδιων των συγγραφέων, κι είναι συχνά εικόνες από τα νιάτα τους, πάντα με τον αέρα ενός cult icon ή πρώην ροκ σταρ. Ποτέ δεν πήζουν όμως τα κείμενα με αυτές. 

Αυτά τα στοιχεία με τραβάνε και στη συνέντευξη της Mary Robinson, που περιλαμβάνεται στο τελευταίο τεύχος. 

ΕΔΩ, ΒΙΑΣΤΙΚΑ ΜΕΤΑΦΡΑΣΜΕΝΟ, ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ: 

Τέθηκαν ορισμένες προϋποθέσεις για τις πρώτες μου συναντήσεις με τη Mary Robison. Είναι extreme νυχτοπούλι, μισεί τις Δευτέρες, και προτιμούσε να μιλήσουμε σε ένα μέρος όπου θα μπορούσε να φτιάχνει ατελείωτες κανάτες με ντεκαφεϊνέ, και απ' όπου θα μπορούσε εύκολα να αποσυρθεί για να καπνίσει. Το σπίτι της δεν έκανε για τη δουλειά μας. Κατά τη διάρκεια της δεύτερης σειράς των συνομιλιών μας, που διεξήχθησαν από το τηλέφωνο, κατάλαβα γιατί: οι γείτονες της, οι πιο πολυλογάδες εξ αυτών, τείνουν να περνάνε συχνά από εκεί, όπως περίπου κάνουν και στα μυθιστορήματά της, με κάποιον συναρπαστικά λοξό και μακρύ μονόλογο, ή ζητώντας να βγάλουν μια βόλτα τη γάτα της.

α
Η Robison με την κόρη της Jenny, το 1994 © Mary Robison

Όταν συναντηθήκαμε από κοντά, το φθινόπωρο του 2022, αυτό έγινε σε μια σουίτα μοτέλ με μπεζ τοίχους. Απόγευμα Τετάρτης, η Robison έφτασε με μια μακριά μαύρη φούστα, ένα αποδομημένο κομπολόι φτιαγμένο από την κόρη της, Jenny, σειρές ασημένιων δαχτυλιδιών και μπότες μοτοσικλέτας, με τα μαύρα και ασημένια μαλλιά της κάτω. Μιλούσε με χαμηλή και ήσυχη φωνή. Δεν χρησιμοποίησε την καφετιέρα στην κουζίνα, αλλά έφερε μαζί της εμφιαλωμένο παγωμένο πράσινο τσάι. Συναντηθήκαμε στη διάρκεια τεσσάρων ημερών. Την πρώτη, πριν πατήσω το κουμπί Record, μιλούσε για το «The Stars at Noon», το αγαπημένο της από τα μυθιστορήματα του Denis Johnson. Τα διαλείμματα για τσιγάρο οριοθετούσαν τις συζητήσεις μας, μετρημένα σε Camels επειδή η Robison δεν βρίσκει πλέον Old Golds.

—Από το καλοκαιρινό τεύχος του «Paris Review» (248)

 
 

Μια συμβουλή (της) και ένα σωστό παράδειγμα

Στη συνέχεια του κειμένου η Robinson λέει: «Η ελπίδα είναι πως ανεξάρτητα από το από πού ξεκίνησες, από το ποια είναι η ιστορία η οποία θες να διηγηθείς, εκείνη πρέπει να έχει ξεκινήσει να εκτυλίσσεται πριν από εσένα. "Μια φορά κι έναν καιρό...", "Γεννήθηκε στο..." – ποιος χέστηκε; Όταν βουτάς σε ένα έργο του οποίου οι χαρακτήρες ήδη υπάρχουν, τότε είναι που τα πράγματα αποκτούν ενδιαφέρον». 

 
 

ΔΥΟ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ «ΚΑΙΡΟΣ» ΤΗΣ JΕΝΝΥ ERPENBECK 

Όπου συμβαίνει ακριβώς αυτό. Πιάνουμε τους χαρακτήρες από τη μέση της δράσης και νιώθουμε, πιστεύουμε, πως είχαν μια ζωή πριν από εμάς και θα έχουν μια ζωή πολύ μετά... Διαβάστε εδώ ένα μέρος από τον πρόλογο και την πρώτη ενότητα του βιβλίου:

________________

ΘΑ ΕΡΘΕΙΣ ΣΤΗΝ ΚΗΔΕΙΑ ΜΟΥ; Εκείνη κοιτάζει κάτω, στο φλιτζάνι του καφέ που είναι μπροστά της, και δεν λέει τίποτα.

Θα έρθεις στην κηδεία μου, ρωτάει άλλη μια φορά εκείνος.

Εκείνη λέει, μα είσαι ολοζώντανος ακόμα.

Όμως εκείνος ρωτάει τρίτη φορά: Θα έρθεις στην κηδεία μου;

Ναι, λέει εκείνη, φυσικά θα έρθω στην κηδεία σου.

Υπάρχει μια σημύδα δίπλα στο σημείο που έχω επιλέξει.

Ωραία, λέει εκείνη.

Τέσσερις μήνες αργότερα εκείνη είναι στο Πίτσμπεργκ όταν της πάει η είδηση ότι πέθανε.

Είναι τα γενέθλιά της, αλλά ήδη πριν φτάσουν οι πρώτες ευχές απ' την Ευρώπη της τηλεφωνεί ο Λούντβιχ, ο γιος του, και λέει: Ο πατέρας πέθανε σήμερα.

Στα γενέθλιά της.

Όταν γίνεται η κηδεία του είναι ακόμα στο Πίτσμπεργκ.

—«Καιρός», Τζέννυ Έρπενμπεκ, εκδ. Καστανιώτη, σ.7 

Είναι βαρετό να είσαι βαρετός Facebook Twitter
© EBERHARD KLOPPEL/ULLSTEIN BILD/GETTY IMAGES

ΕΚΕΊΝΗ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΤΟΥ ΙΟΥΛΙΟΥ ΕΚΕΙΝΗ ΣΚΕΦΤΗΚΕ: Αν έρθει τώρα, θα φύγω.

Εκείνη την Παρασκευή του Ιουλίου εκείνος δούλευε δυο αράδες όλη μέρα. Το ψωμί βγαίνει πιο δύσκολα απ' όσο φαντάζεται κανείς, σκέφτηκε.

Εκείνη σκέφτηκε: Θα δει, λοιπόν.

Εκείνος σκέφτηκε: Και σήμερα δεν πρόκειται να γίνει τίποτα καλύτερο.

Εκείνη: Μπορεί να 'χει έρθει ήδη ο δίσκος.

Εκείνος: Οι Ούγγροι πρέπει να έχουν τον Λούκατς.

;
KANTE ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ: Τζέννυ Έρπενμπεκ, Καιρός», εκδόσεις Καστανιώτη

Εκείνη πήρε την τσάντα και τη ζακέτα της και βγήκε στον δρόμο.

Εκείνος έπιασε το σακάκι του και τα τσιγάρα του.

Εκείνη διέσχισε τη γέφυρα.

Εκείνος ανέβηκε τη Φρίντριχ-στράσε.

Και εκείνη, επειδή το λεωφορείο δεν φαινόταν, πετάχτηκε δυο βήματα στο παλαιοπωλείο.

Εκείνος πέρασε τη Φραντσέζισε-στράσε.

Εκείνη αγόρασε ένα βιβλίο. Και η τιμή του βιβλίου ήταν 12 μάρκα.

Κι όταν το λεωφορείο σταμάτησε, εκείνος ανέβηκε.

Τα χρήματα τα είχε ακριβώς εκείνη.

Και όταν το λεωφορείο έκλεινε τις πόρτες του, εκείνη έβγαινε απ' το μαγαζί.

Και όταν είδε το λεωφορείο να περιμένει, άρχισε να τρέχει. Και ο οδηγός άνοιξε για εκείνη, κατ' εξαίρεση, άλλη μια φορά την πίσω πόρτα.

Και εκείνη ανέβηκε.

Στο ύψος του Όπερν-καφέ ο ουρανός σκοτείνιασε, κοντά στο Κρον-πρίντσεν-παλέ ξέσπασε η καταιγίδα, η μπόρα έφτασε με τον αέρα στους επιβάτες, όταν το λεωφορείο σταμάτησε στη Μαρξ-Ένγκελς-πλατς κι άνοιξε τις πόρτες. Κάμποσοι άνθρωποι στριμώχτηκαν να μπούνε, για να σωθούν στα στεγνά. Κι έτσι εκείνη, που στεκόταν ακριβώς στην πόρτα, τη σπρώξανε προς τη μέση.

Οι πόρτες έκλεισαν πάλι, το λεωφορείο ξεκίνησε, εκείνη αναζήτησε μια χειρολαβή.

Και τότε τον είδε.

Και την είδε κι εκείνος.

—«Καιρός», Τζέννυ Έρπενμπεκ, εκδ. Καστανιώτη, σ.15

Είναι βαρετό να είσαι βαρετός Facebook Twitter
© Μ. Αναστασίου

Χωρίς Αίνιγμα = Χωρίς Άνοιγμα

Τη Μαρία Μήτσορα τη χρωστάω στη Μαρία, η οποία έχει εμμονή μαζί της, τεράστια. Το σπίτι της είναι σαν ένα μικρό ιερό, γεμάτο από τις λέξεις της. Τα βιβλία της σαν μέσα σε βιτρίνα στέκονται περήφανα, παρατεταγμένα μπροστά από όλα τα άλλα βιβλία της βιβλιοθήκης. Κι εκεί που μιλάς μαζί της, ξαφνικά, σου πετάει φράσεις της: «Θα έπεφτα στα γόνατα για την τέλεια πρόταση» κι άλλα τέτοια κουλά.

Μετά από πολύ μασάζ, με κερδίζει τελικά το εξώφυλλο της «Σκόρπιας Δύναμης». Το παίρνω πριν κάτι μήνες κι έκτοτε δεν το έχω αποχωριστεί, είναι σαν το χρηστικό λεξικό μου. Γιατί ωραία αυτά που λέγαμε παραπάνω, αλλά δείτε κι αυτό το άνοιγμα βιβλίου... Έχει κάτι που νιώθω πως η μεταφρασμένη γλώσσα ποτέ δεν έχει καταφέρει να με κάνει να νιώσω. Σαν να τσιμπάνε οι λέξεις της το μυαλό του αναγνώστη και να αφήνουν τα σάλια τους πάνω στα μαλλιά του. 

____________________________

μμ
Το βιβλίο δεν κυκλοφορεί πλέον... Αλλά αν ψάξεις, το βρίσκεις. 

ΥΠΑΡΧΟΥΝΕ ΤΡΟΠΟΙ ΝΑ ΜΠΕΙΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΝΑ ΤΟΙΧΟ μέσα σε ένα κήπο στο κορμί ενός άντρα στη ζωή μιας γυναίκας. Ήτανε Νοέμβριος όταν ξαναείδα τον Παύλο. Η ομπρέλα μου είχε χερούλι από μπαμπού, είχε και μια τρύπα, κάποιος ζαλισμένος από κάποιο αφγανιστανέζικο του πέσε κάποτε μέσα το τσιγάρο του και περπατώντας την στριφογύριζα προσπαθώντας η τρύπα της να βρίσκεται ανάμεσα στο παρελθόν και στο μέλλον της αραιής βροχής. Κατέβαινα την Ακαδημίας οχτώ και δέκα Πέμπτη βράδυ, όλα τόσο άσκημα και τα αυτοκίνητα και η λεπτή λάσπη, η αναπνοή τόσο δύσκολη με το κάψιμο στο λαιμό και με όλα. Προσπαθούσα να θυμηθώ από τα παιδικά μου χρόνια κάποια λέξη να την πω για να γίνει όλο αυτό το μέρος καπνός. 

Έχουνε περάσει τόσα χρόνια και μου ερχότανε μόνο μια, πρώην μαγική- Σουλιράμ, που την έλεγα και ανοίγανε κάποτε ομπρέλες πολύχρωμου ύπνου μπροστά στα μάτια μου, κι έπαιζα όλη την νύχτα αλλού, με πράγματα που δεν βρίσκονται πουθενά ίδια μέσα στην μέρα. Κάτι βαζάκια χαμηλά με πράσινα φύλλα, μικρές καπνοδόχους και χίλια σαλιγκάρια, κι άλλα που ούτε τα θυμάμαι πια γιατί χαθήκαν οι λέξεις που τα λέγανε. 

Μου είχε πάρει δέκα λεπτά για να αποχωριστώ την στροφή της Κανάρη. Η αναπαλαίωση του μεγάρου Δεληπέτρου, όπου μέχρι τον προηγούμενο χρόνο στεγαζόταν η άθλια κινηματογραφική λέσχη δεν έμοιαζε να προχωρεί. Μεγάλα πανιά στο χρώμα της βρώμας σκεπάζανε την πρόσοψη. Στο ισόγειο το μπακάλικο εξακολουθούσε την δραστηριότητά του, με κεφάλια τυρί και ζαμπόν στην βιτρίνα, κρύες κοψιές. Περπατούσα με την ψυχή στο στόμα, έτοιμη να πέσω και να την αποχωριστώ. Στο ύψος της Ομήρου άρχισα να συνηθίζω, σαν τους αστροναύτες που μαθαίνουνε να κινούνται στο κενό και καθώς η αναπνοή μου γινότανε βαθύτερη κοίταξα γύρω μου με βλέμμα περισσότερο κοντινό. Τότε την είδα. Φορούσε μια μεγάλη καπαρντίνα σχεδόν άσπρη και περπατούσε μπροστά μου πάνω στα βρεμένα φώτα της οδού Ακαδημίας. Την πρόσεξα γιατί ενώ περπατούσε γρήγορα, κι αυτή κάθε τόσο σταματούσε. Στεκότανε, έψαχνε τις τσέπες της, την τσάντα που κρεμότανε από τον ώμο της, έτσι που απόσταση μεταξύ μας δεν μεγάλωνε παρόλο που εγώ έσερνα τα πόδια μου γιατί είχα στις οκτώμισι ραντεβού με το κράτος. 

—«Σκόρπια Δύναμη», Μαρία Μήτσορα, εκδ. Οδυσσέας. 

►►

Η Edith Piaf στο νοσοκομείο έπειτα από το τελευταίο από τα τρία της τρακαρίσματα.

Προσπαθώντας να βρω περισσότερες πληροφορίες για τον Marcel Cerdan, μποξέρ και σύντροφο της Piaf, στον οποίο αφιέρωσε και το τραγούδι της «Hymne à l'amour», που τραγούδησε ξανά η Celine Dion στην τελετή έναρξης στο Παρίσι, πέφτω πάνω σε αυτές τις εικόνες έπειτα από τροχαίο ατύχημα που είχε το 1958. Έχουν προηγηθεί δύο ακόμη, έπειτα από τα οποία εθίζεται στη μορφίνη, εξασθενώντας περαιτέρω την ήδη εύθραυστη υγεία της. 

Είναι βαρετό να είσαι βαρετός Facebook Twitter
© GRAGNON Francois/ Getty Images/ Ideal Image

«Να σ' τον κρατάω εγώ;»

ΕΝΑ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ ΤΡΟΧΑΙΟ, ΛΙΓΟ ΚΑΙΡΟ ΠΡΙΝ, ΑΠΟ ΚΑΠΟΙΟ ΞΕΝΟ BLOG —  Δεν σας αφορά... Προσπεράστε το. 

Είναι βαρετό να είσαι βαρετός Facebook Twitter
© Walter Pfeiffer

Στο Twitter ενός άκυρου τύπου που του πετάγεται στο Grindr βρίσκει φωτογραφία του δωματίου του από το 2021. Το οποίο είναι 3 χρόνια μακριά. Είναι φιλμ, άρα την είχε βγάλει ίσως και κάποιους μήνες νωρίτερα. Άρα 3 χρόνια και κάτι μήνες μακριά.

Είναι καθισμένος στο κρεβάτι. Δεν θυμάμαι αν έχουν αλλάξει πολλά πράγματα. Ήταν σίγουρα πιο βρόμικο όταν ήταν εκείνος εκεί. Μερικές αφίσες από τον τοίχο πρέπει να είχαν ξεκολλήσει. Λείπει ένα φυτό. Στο κομοδίνο πάντως τα ίδια ακριβώς πράγματα: Ένα ποτήρι νερό, ένας φορτιστής. Και στο ράφι που υπήρχε δίπλα ένα χάρτινο πακέτο με χαρτομάντιλα από τα φτηνιάρικα του σουπερμάρκετ.

Δεν υπήρξε πριν τον γνωρίσει, όλοι οι περασμένοι εραστές του, είναι μικροσκοπικοί. Ενώ αντίθετα εκείνος υπήρξε μια χαρά. Η ζωή του πελώρια και αχανής, τόσο μεγάλη που στρίβοντας σε μια γωνιά του ίντερνετ πέφτει συνεχώς πάνω σε περασμένα αγόρια. Οι μοιρασμένες αναμνήσεις είναι περίεργες. Ποτέ δεν ξέρεις πώς βιώνει κάτι ο άλλος. Ποτέ δεν μπορείς να είσαι σίγουρος. Μπορεί να υπήρξες μια κουκκίδα ή κι ένας ολόκληρος κύκλος. Η δική του πλευρά: Κάποια νύχτα του Ιουλίου, τον ερωτεύτηκε στο τραπέζι ενός μπαρ στην Αθήνα. Ή μάλλον, λίγο αργότερα. Στη στροφή ενός δρόμου, στην πιλοτή μιας πολυκατοικίας. Ενώ πήγε στην άκρη να κατουρήσει. Στη μέση της Αθήνας, νωρίς το βράδυ.

Τα κάτουρα χτυπούσαν τον τοίχο και σχημάτιζαν ένα ποταμάκι ολόγυρά του, βρέχανε σταγόνες και τα μπατζάκια του παντελονιού του. Περνούσε κόσμος πολύς. Και ήταν η πρώτη φορά που κατουρούσε μπροστά του, υπάρχει κάπου στη μνήμη του και η δεύτερη, το ξέρει, αλλά ξεχνάει πού. 

«Να σ' τον κρατάω εγώ;», θα ρωτήσει. 

Πολλές φορές γίνεται αυτό πίσω στο σπίτι, αλλά η δεύτερη ήταν ξανά κάπου έξω. Θυμάται τον ήχο από μακριά, πώς ακούγονταν τα ούρα καθώς έβγαιναν σε χρυσαφί κορδέλες, την ώρα που εκείνος κοιτούσε δήθεν αδιάφορος. Ενώ στην πραγματικότητα περίμενε μήπως γυρνούσε νωρίτερα καθώς κούμπωνε το παντελόνι του. Και προσπαθούσε να σταματήσει το μυαλό από το να κάνει εικόνα το τι συνέβαινε εκεί πέρα. Ίσως πάλι, όλο αυτό να είχε συμβεί με κάποιο άλλο αγόρι. Αλλά δεν έχει σημασία, γιατί κι αυτό το αγόρι θα είναι, σε αυτή την ανάμνηση, πάλι εκείνο. Μόνος του τα έκανε όλα αυτά. Κατασκεύασε τη σημασία του και έπειτα την άφησε ελεύθερη: Σαν να ξαμόλησε ένα τέρας σε ένα δωμάτιο και να του ζήτησε να μη τον κυνηγήσει. 

►►

We are all the past tense, parts of us no longer here, etc., the great and beautiful unfolding of the plot. The unfolding of the plot; the unfolding of the plot.

—Paul Thek

Είναι βαρετό να είσαι βαρετός Facebook Twitter
O Peter Hujar φωτογραφίζει τον Thek στις κατακόμβες του Παλέρμο, 1963/1994 © 1987 The Peter Hujar Archive LLC.

Ένας καλλιτέχνης που δεν βαριέσαι ποτέ. Ο Paul Thek.

To ερωτηματολόγιο που ακολουθεί δημιουργήθηκε από τον Αμερικανό καλλιτέχνη Paul Thek την περίοδο που δίδασκε το μάθημα «4-Dimensional Design» στο Cooper Union, στη Νέα Υόρκη, μεταξύ 1978 και 1981. Το αρχείο αποτελείται από μια σειρά ερωτήσεων οι οποίες αφορούν θέματα που κυμαίνονται από προσωπικά δεδομένα έως φιλοσοφικές αναζητήσεις και σεξουαλικές προτιμήσεις. Και παρά το παιγνιώδες, αστείο και λιγάκι απρόβλεπτο ύφος τους, οι ερωτήσεις αυτές φέρνουν τον αναγνώστη πρόσωπο με πρόσωπο με όλα τα μεγάλα (και συχνά αναπάντητα) ερωτήματα της ύπαρξής του. 

Λίγα λόγια για τον Thek, με πληροφορίες που συγκεντρώνω online:

Η καλλιτεχνική του πορεία ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του '50, με σπουδές στη Νέα Υόρκη στο Art Students League, στο Pratt Institute και στην Cooper Union School of Art, που τελικά τον οδήγησαν στο Μαϊάμι, όπου συμμετείχε σε μια καλλιτεχνική κοινότητα την οποία συγκροτούσαν ο σκηνογράφος Peter Harvey, ο φωτογράφος Peter Hujar και ο θεατρικός συγγραφέας Tennessee Williams. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και κατά τη διάρκεια των '70s η καριέρα του φαινόταν να καλπάζει, με εκθέσεις στο Stedelijk Museum του Άμστερνταμ (1969) και στο Moderna Museet της Στοκχόλμης (1971), ενώ έργο του συμπεριλήφθηκε στην Documenta 5 στο Κάσελ το 1972 και στην Μπιενάλε της Βενετίας το 1976. Θρυλικά απρόβλεπτος, έτρεφε μια έντονη δυσαρέσκεια απέναντι στον κόσμο της τέχνης και χαρακτηρίστηκε ως «καλλιτέχνης των καλλιτεχνών», αφού τελικά δεν κατάφερε μέχρι το τέλος της ζωής του, το 1988 από επιπλοκές που σχετίζονται με το AIDS, να σπάσει το ταβάνι μιας ευρύτερης καλλιτεχνικής αναγνώρισης. 

Είναι βαρετό να είσαι βαρετός Facebook Twitter
Αυτοπροσωπογραφία του καλλιτέχνη. ©Estate of George Paul Thek

Συνδέθηκε με μακρά και στενή φιλία με τη συγγραφέα Susan Sontag, με την οποία σκεφτόντουσαν να αποκτήσουν μαζί κι ένα παιδί. Παρά την απομάκρυνση των δύο τα τελευταία χρόνια της ζωής τους, η Sontag αφιέρωσε δύο από τα γνωστότερα βιβλία της σε εκείνον, το δοκίμιο «Against Interpretation», και το κείμενό της για το AIDS, «AIDS and Its Metaphors». 

sontag - Thek
Μια σκηνή μεταξύ τους, στο τέλος της ζωής του.  

Σχετικά με τις τελευταίες του μέρες, ο Ed Burns θυμάται: «Μου είπε, πρέπει να δω τη Susan. Θέλω να μιλήσω στη Susan. Και αργά εκείνο το βράδυ, η Susan έφτασε στο νοσοκομείο. Και πάντα μου φαινόταν ότι αυτοί οι δύο πίνακες, "Susan Lecturing on Nietzsche" και "The Erotics of Art", ήταν η κραυγή του –στα γαλλικά θα λέγαμε «cri de coeur»–, μια κραυγή από την καρδιά. Πρέπει να σε δω, Susan. Πρέπει να συμφιλιωθούμε. Ήταν μια από τις πιο βαθιά σημαντικές σχέσεις της ζωής του. Και η Susan ερχόταν και περνούσε κάθε μέρα και σχεδόν όλη τη νύχτα με τον Paul, και θυμάμαι ότι πήγα μαζί της σε ένα βιβλιοπωλείο στη λεωφόρο Μάντισον, το Books and Company. Αγόρασε τα "Ελεγεία" του Ρίλκε και αγοράσαμε τα "Επιλεγμένα ποιήματα" του Ουίλιαμ Κάρλος Ουίλιαμς. Και μετά η Susan κανόνισε να κάθονται άνθρωποι με τον Paul, όταν κοιμόταν ή όταν ήταν ξύπνιος, και να του διαβάζουν. Και ήταν σαν μια βουδιστική ψαλμωδία που συνοδεύει κάποιον στον θάνατό του. Και αυτό συνεχίστηκε όλο το εικοσιτετράωρο τις τελευταίες δέκα ημέρες της ζωής του. Και νομίζω ότι ένιωσε κάποια βαθιά παρηγοριά γνωρίζοντας ότι ήρθε και ότι αυτό το κομμάτι της ζωής του ήταν σε τάξη».

Είναι βαρετό να είσαι βαρετός Facebook Twitter
Untitled (self-portrait, tomato, hippo), 1970, μολύβι σε χαρτί. ©Estate of George Paul Thek, Courtesy Alexander and Bonin, New York
Είναι βαρετό να είσαι βαρετός Facebook Twitter
Untitled (diver), 1969. ©Estate of George Paul Thek

10 ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ THEK ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ ΤΟΥ

Είναι βαρετό να είσαι βαρετός Facebook Twitter
Τα θρυλικά του "Teaching Notes".
Είναι βαρετό να είσαι βαρετός Facebook Twitter
Ο Thek στο Nantucket, R.I., 1955. ©Φωτογραφική συλλογή του Peter Harvey

1. Name, age, birthdate, place of birth, position in family, nationality, religion, education, hobbies, career plans, parents’ education, parents’ birthplace, parents’ religion. 

2. Where do you live now? With whom? For how long? What income do you have? From what source? What property do you own?

3. What are your requirements in a friend? Lover? Mate? What kind of art do you like? What do you read? How often? Do you buy books? Records? What is your favorite color? What are your politics? Have you ever been seriously ill? Serious accidents?

4. What do you do on a date? What is the purpose of dating? Do you believe in premarital sex? What happens after death?

5. How many rooms are there in your home? How many floors?  Do you have your own room? Do you share it? With whom? On what do you sleep? In what? In what position? 

6. Who are your role models? Who is the person closest to you at the moment? Who is the person physically closest to you at the moment?

7. What is the most beautiful thing in the world?

8. What is the surest way to happiness?

9. What is attractive in a woman? A man? What are the qualities of physique most attractive? 

10. What do you do to make yourself more attractive sexually? Why do you do this? Do you really like very beautiful people? Do they really have special privileges?

 
 
 

ΕΝΩ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΦΥΛΛΑΔΙΟΥ ΕΓΡΑΦΕ: 

Να θυμάστε: θα σας βαθμολογήσω, και είναι μεγάλη μου χαρά να επιβραβεύω την πραγματική προσπάθεια, αλλά και να τιμωρώ την ηλιθιότητα, την τεμπελιά και την ανειλικρίνεια.

Οι βαθμοί αυτοί δεν θα έχουν μεγάλη διαφορά στη μετέπειτα ζωή σας, αλλά η διάδρασή μου με εσάς, και οι αντιδράσεις των συμμαθητών σας σε ό,τι κάνετε, θα έχουν. 

Οι συμμαθητές σας είναι ο κόσμος σας, έτσι θα είναι το μέλλον σας από εδώ και πέρα, όπως σχετίζεστε με το παρόν σας, έτσι θα σχετίζεστε και με το μέλλον σας: αναγνωρίστε τις αδυναμίες σας και κάντε κάτι γι' αυτές.

Διαβάστε ολόκληρο το ερωτηματολόγιο του εδώ.

Είναι βαρετό να είσαι βαρετός Facebook Twitter
Screengrab από κάποιο Ρομέρ...

Πίσω στο σπίτι, μου έρχεται στο μυαλό μια στιχομυθία από το «Call me by your name»: Ο ELIO και ο OLIVER στο μικρό καφέ με τα σιδερένια καθίσματα, πίνοντας καφέ. Ο OLIVER εξετάζει τις αιτήσεις για τις τράπεζες, έπειτα τις διπλώνει και τις βάζει πίσω στην τσάντα του. Κοιτάζει γύρω του, τη σχεδόν άδεια πλατεία. 

O: What does one do around here?

E: Nothing. Wait for summer to end.

O: What do you do in the winter, then? Don’t tell me: wait for the summer to come? 

Είναι βαρετό να είσαι βαρετός Facebook Twitter
Alex Katz, "Blue Umbrella 2" (1972). ©2022 Alex Katz / Licensed by VAGA at Artists Rights Society (ARS)

Σήμερα το βράδυ, στον ύπνο μου, θα ονειρευτώ βροχές.

______________________________

*Ο τίτλος του σημερινού πόστ είναι παράφραση από το παιδικό βιβλίο της Ρίκας Βαγιάνη, «Είναι πολύ βαρετό... Να βαριέσαι!», εκδ. Ποταμός.

Notebook

ΘΕΜΑΤΑ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

THE GOOD LIFO ΔΗΜΟΦΙΛΗ