Στο επόμενο τραχανότο, καίγεσαι! Από την Ελένη Ψυχούλη

Στο επόμενο τραχανότο, καίγεσαι! Από την Ελένη Ψυχούλη Facebook Twitter
shogunkitchen.blogspot.gr
2

(Πάνω σε μια κουβέντα που είχαμε χθες με τη Νανά)

 

Μετά από δεκαετίες με Τσελεμεντέδες, φιλετάκια α λα κρεμ και λοιπές γαλλοπρέπειες, μετά από τα fusion, την ισπανομάνια, την σουσομάνια και λοιπά εξωτικά δάνεια, λόγια δεν έχω να περιγράψω την εθνική χαρά μου, όταν επιτέλους η δημιουργικότητα του σεφ συναντήθηκε με την κουζίνα της γιαγιάς του. Όταν έψαξε τα κελάρια της για να ξεθάψει τον τραχανά, το κριθαράκι, τα τυριά, το σταμναγκάθι, τη φάβα, την ταπεινή φακή και το μαυρομάτικο, για να επιχειρήσει το λίφτινγκ του μουσακά, να του επιστρέψει τη χαμένη του αξιοπρέπεια και να τον σερβίρει στα ψηλά πατώματα της γαστρονομίας. Εκεί που οφείλει να στέκει, για να φάμε εμείς καλύτερα και με την ευκαιρία να ανοίξουμε και καμμιά καλή παρτίδα με το εξωτερικό, να πουληθούμε ως νοστιμότατος λαός- που είμαστε!

 

Με μεγάλη συγκίνηση στήριξα ως καταναλώτρια και ως δημοσιογράφος τα πρώτα κριθαρότα, τα τραχανότα με λάδι δυόσμου, την πανσέτα με φακές, τα ντολμαδάκια με πλιγούρι, τους αφρούς φέτας και ελιάς και όλους μαζί τους μάγειρες που σήκωσαν το λάβαρο της τοπικότητας για να δηλώσουν περήφανοι που μεγάλωσαν με φασολάδα και όχι με φουά-γκρα.

 

Και ύστερα, ήρθε η πλήξη. Η επανάληψη. Η ανία της νοστιμάδας. Η ίδια γεύση στον ουρανίσκο από καραμελωμένες πανσέτες, μελωμένα μάγουλα με κριθαράκι, κόκορα με παπαρδέλες, κότσι με πουρέ σελινόριζας, τραχανότο με γαρίδες, ουρά. Τώρα πια, που λέει και η φίλη μου η Νανά Δαρειώτη που ζει το ίδιο δράμα, η μόνη απαντοχή μας πηγαίνοντας σε ένα καινούριο εστιατόριο, είναι αν θα βρούμε την πανσέτα σερβιρισμένη με μανέστρα, με τραχανά ή με πιρουνάτο πουρέ. Με μόνη διαφορά κάτι αδιόρατες γευστικές πινελιές, του τύπου τραχανάς με μυρώνια ή μήπως με pesto καυκαλήθρας-που αφορούν μόνο το δικό μας επαγγεματικό γαστρονομικό λόμπυ της απολύτου μειοψηφίας και ποσώς τον κόσμο εκεί έξω, τα μενού νομίζεις ότι τυπώνονται με καρμπόν και μοιράζονται σε φέιγ-βολάν στις δημιουργικές κουζίνες της επικράτειας, που κατασκοπεύουν η μια την άλλη με μόνο σκοπό τη μίμηση και την απομίμηση.

 

Η ελληνικότητα μεταμορφώνεται σε δικαιολογία, ο κόκορας εισάγεται από την Ιταλία, τα μάγουλα και τα κότσια από τη Γερμανία, οι γαρίδες από το Μαρόκο, η ουρά από τη Γαλλία, οι παπαρδέλες από την Ιταλία. Λίγες κουζίνες στις στριμωγμένες ώρες της κρίσης έχουν τα μέσα να στηρίξουν την ακριβή- αλλά και ποιοτικότερη- ελληνική πρώτη ύλη. Στο ταξίδι για την Ελλάδα, η Ελλάδα βγαίνει και πάλι από το -οικονομικό- παιχνίδι. Κι ύστερα, αγαπημένα μου αγόρια και κορίτσια της κουζίνας, να σας ενημερώσω ότι η μικρή τοπική παραγωγή ζυμαρικών βιώνει τον απόλυτο οργασμό της δημιουργικότητας, έτσι για νάλλάξουμε λίγο από τον τραχανά και το κριθαράκι: ζυμαρικά με λαχανικά, με φρούτα, με όλα τα μυρωδικά της γλάστρας, με εσπεριδοειδή, μέχρι με σοκολάτα και με σπιρουλίνα.

 

Λίγοι είναι οι μάγειρες που στην κουζίνα τους πάνε χέρι-χέρι με τον μικρό παραγωγό με φαντασία, χωρίς τον οποίο δουλιά οργανωμένη δεν γίνεται για το μέλλον της εθνικής μας κουζίνας, αλλά δεν θα τους αναφέρω εδώ, γιατί μετά αρχίζουν οι σχολιασμοί και οι πικροχολισμοί, τους οποίους δεν αντέχω ως χαρακτήρας.

 

Πίσω από την έμπνευση που τη βλέπω να μπουκώνει και να στομώνει κι αυτή τη βιαστική στροφή του να παντρέψουμε τα ελληνικά με τα ταϋλανδέζικα, γιαπωνέζικα και λοιπά απωανατολίτικα -του χρόνου να μου το θυμηθείτε η μόδα θα φορέσει με πάθος το japanogreek- κρύβεται κατά την ταπεινότατη άποψή μου μια ανεπάρκεια.

 

Στο βάθος, οι τοπικοί μας μάγειρες αγνοούν τη συνταγή. Ή μάλλον τις δισεκατομμύρια συνταγές της ελληνικότητας, το τί μαγειρευόταν σε κάθε χωριό αυτής της πατρίδας που στην κατσαρόλα της τα έχει βάλει όλα: το πικρό, το ξινόγλυκο, το γλυκόξινο, το ωμό και το ψημένο, το εκκεντρικό και το λαδερό. Θέλει βαθιά μελέτη και πολύ ψάξιμο η ανανέωση. Να πατήσεις πάνω σε έναν τεράστιο όγκο από παλιές συνταγές και να χτίσεις πάνω τους τη δικιά σου, μοντέρνα, γλώσσα αντί να περιορίζεις την εφευρετικότητα σε μερικές σταγόνες τρουφόλαδο πάνω στα μάγουλα της γάστρας- αυτό το κάνει και η γάτα μου. Κι ύστερα βάλε μέσα στο φαί όποια κουλτούρα θέλεις, αλίμονο, μια γειτονιά είναι ο κόσμος και το γουσάμπι μια χαρά ταιριάζει στην κολοκυθόσουπα.

 

Και μου λέει, που λες, η Νανά: στο Άργος στα καφενεία, σερβίρουν το ούζο με ωμή αγκινάρα με άνηθο και κρεμμυδάκι κι από πάνω μια κουταλιά πελτέ. Όταν ανακατευτεί στο πιάτο το σύνολο, σου βγάζει μια γλύκα, μια ανατροπή! Γιατί να μην πατήσει ο δημιουργός πάνω σ’ αυτή την απλή συνταγή, να αφήσει τη φαντασία του να προσθέσει, να αφαιρέσει, να φτιάξει το καινούριο; Κι έχω να σου υποδείξω μερικά φορτηγά συνταγές που περιμένουν μια δεύτερη ευκαιρία, σ’ αυτή τη χώρα που όλα τρώγονται. Ακόμα και τα φύλλα της αγκινάρας.

  

 

 

Γεύση
2

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Πούλοι και κουκνούκοι, τα ζυμαρένια ειδώλια της Ανάστασης

Γεύση / Πούλοι και κουκνούκοι, τα ζυμαρένια ειδώλια της Ανάστασης

Ευφάνταστα τσουρέκια και καλιτσούνια της Λαμπρής, που βγαίνουν σε ποικίλα σχήματα και εκδοχές στα νησιά του Αιγαίου, θυμίζουν ζυμαρένια μικρογλυπτά και αναδίδουν την αρχοντική ευωδιά των ημερών.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Πώς ο Ιωσήφ Ζησιάδης δημιούργησε το μοναδικό οινοποιείο της Πάτμου

Το κρασί με απλά λόγια / Πώς ένας πρώην υπουργός της Ελβετίας έγινε ο μοναδικός οινοποιός της Πάτμου

Η Υρώ Κολιακουδάκη Dip WSET και ο Παναγιώτης Ορφανίδης φιλοξενούν τον Ιωσήφ Ζησιάδη, έναν άνθρωπο με πολυδιάστατη πορεία που κάποια στιγμή αποφάσισε να δημιουργήσει το μοναδικό οινοποιείο της Πάτμου.
THE LIFO TEAM
Από arrancini μέχρι καλαμάκι συκώτι στο χέρι: Αυτό είναι το νέο αθηναϊκό street food

Γεύση / Από arrancini μέχρι καλαμάκι συκώτι στο χέρι: Αυτό είναι το νέο αθηναϊκό street food

H Αθήνα έχει πολλά στριτφουντάδικα. Όμως κάποια νέα, εκτός από το ότι ανεβάζουν το επίπεδο, έχουν καταφέρει να γίνουν instant συνήθεια για το προσεγμένο φαγητό τους, αλλά όχι μόνο γι' αυτό.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Σουπιοπίλαφο

Γεύση / Σουπιοπίλαφο: Η μυστηριώδης γεύση του Αιγαίου

Από τον μινωικό πολιτισμό και τα κύπελλα του μέχρι τα σύγχρονα τσουκάλια, το μελάνι της σουπιάς συνεχίζει να αφήνει το αποτύπωμά του, ενώ το σουπιοπίλαφο αναδεικνύει τη μοναδικότητά του, τόσο στην εμφάνιση όσο και στο γευστικό του αποτέλεσμα.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Νάπολη: Γιορτάζοντας τη χαρά της ζωής στη σκιά του Βεζούβιου

Nothing Days / Νάπολη: Γιορτάζοντας τη χαρά της ζωής στη σκιά του Βεζούβιου

Ένα «ανοιξιάτικο» τριήμερο σε μία πόλη που ξέρει από φυσικές καταστροφές αλλά ξέρει και να υμνεί τη ζωή, και μία μεγάλη βόλτα στην Πομπηία και στο Ερκολάνο. Από το αρχαίο «fast food» στις σύγχρονες γεύσεις της ναπολιτάνικης κουζίνας.
M. HULOT
Από Άγιο Όρος στην Κρήτη: Πώς μαγειρεύει η Ελλάδα τον μπακαλιάρο

Γεύση / Από το Άγιο Όρος στην Κρήτη: Πώς μαγειρεύει η Ελλάδα τον μπακαλιάρο

Σε μακαρονάδα ή παστός με ρεβίθια, ή λεμονάτος με ολόκληρα κρεμμύδια: Από το ένα πέλαγος στο άλλο, το τελετουργικό μας πιάτο παίρνει διαφορετικές μορφές, αποτελώντας ένα εκλεκτό έδεσμα της ελληνικής cucina povera.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ

σχόλια

2 σχόλια
Χμμμ μιλώντας για μόδες, περιμένω εκείνη τη μέρα που θα γίνει της μόδας το ceviche, μπας και ξαναφάω που'χω κάτι χρόνια... Κι όταν οι Ελληνες θα πάψουν να φοβούνται τα στρείδια και θ΄ανοίξει ένα ωραίο oyster bar κάπου στο κέντρο.
Μην ανησυχείς γιατί:Α) Κύκλους κάνουν κι οι γαστρονομικές μόδες.Β) Ελάχιστοι είναι αυτοί που πλέον τους αφορά αυτή η μονοτονία της "υψηλής" εστίασης. Ταβερνάκι καλό να 'χεις και πλέον ευτυχώς κι αυτοί που δεν τα καταδέχονταν, τα βρίσκουν πολύ trendy πλέον.