Την περιοχή της Ακρόπολης δεν την διάλεξε ο Ανδρέας Μανωλιουδάκης. Τον διάλεξε εκείνη αφού ήταν τόσο τυχερός που γεννήθηκε και μεγάλωσε σε μια από τις ωραιότερες συνοικίες του κέντρου της Αθήνας, και σχεδόν δεν έφυγε ποτέ από εκεί. Συγκεκριμένα, ούτε καν άλλαξε σπίτι.
Δηλαδή περίπου, αφού πια μένει στο ισόγειο της οικογενειακής του τριπλοκατοικίας που κάποτε ήταν το γκαράζ και οι αποθήκες. «Αυτό μου έλαχε στην «μοιρασιά» μαζί με τον πρώτο όροφο που τον έχω για να μένει η μάνα μου» μου λέει όταν τον επισκέπτομαι ένα ηλιόλουστο πρωϊνό της Άνοιξης.
Έχω ήδη μαγευτεί από τη στιγμή που μου ανοίγει την πόρτα καθώς δεν περιμένω ότι θα βρεθώ κατευθείαν σε ένα αίθριο που καλύπτει την κουζίνα και την τραπεζαρία και λούζει όλο το σπίτι με ένα υπέροχο φυσικό φως.
Σίγουρα δεν θα πήγαινε το μυαλό μου ότι ένα παλιό γκαράζ και ο ακάλυπτος ενός κτιρίου μπορεί να μεταμορφωθεί σε ένα τόσο «έξω καρδιά» χώρο και πως ο φαινομενικά «αδικημένος» της υπόθεσης θα έβγαινε ο πιο κερδισμένος.
Έχω μείνει να χαζεύω σα χάνος κάτω από την τζαμένια σκεπή καθώς πίνω τον καφέ που μου προσφέρει και μασουλάω ένα υπέροχο κέικ-φιστίκι που έχει πάρει από τον γειτονικό του Φούρνο του Τάκη για να με τρατάρει. Πιάνω τον εαυτό μου να σκέφτεται πόσο τέλεια θα είναι και όταν θα βρέχει.
Λέω σε διάφορους φίλους μου "θέλω να αράξω στο σπίτι" και δεν με καταλαβαίνουν. Όμως εγώ αισθάνομαι ωραία και παρότι ζω εδώ μέσα τα τελευταία δεκατέσσερα χρόνια αισθάνομαι ότι δεν το έχω χορτάσει. Μάλλον επειδή με αγκαλιάζει και δεν με διώχνει.
«Ωραία σερβίτσια», τολμώ τελικά να του πω παρατηρώντας το πορσελάνινο πιατάκι του καφέ από το οποίο λείπει ένα κομμάτι, σαν κάποιος να το έχει δαγκώσει.
«Είναι μιας Ελληνίδας σχεδιάστριας που ζει και εργάζεται στο Λονδίνο και υπογράφει ως Evdokia» λέει και συνεχίζει «Όλα τα αντικείμενα που έχω μέσα στο σπίτι είναι πράγματα που σημαίνουν κάτι για μένα διότι προέρχονται είτε από ανθρώπους που αγαπώ και έχω συνεργαστεί, είτε από αγαπημένους φίλους που μου τα έχουν δωρίσει. Νιώθω πως μέσα από τα αντικείμενα τούς έχω συνέχεια κοντά μου».
Το σπίτι του Ανδρέα Μανωλιουδάκη είναι γεμάτο με πίνακες και αντικείμενα ντιζάιν. Και πώς αλλιώς θα μπορούσε άραγε να είναι ο χώρος ενός γκαλερίστα, αναρωτιέμαι. Ο Ανδρέας μαζί με την αδελφή του και εικαστικό, Ευγενία Μανωλιουδάκη, δημιούργησαν πριν από αρκετά χρόνια την γκαλερί M-art space.
«Όταν επέστρεψα από τις σπουδές μου στην Νέα Υόρκη, σκέφτηκα πως θα ήταν ωραία ιδέα να φτιάξουμε κάτι μαζί, η Ευγενία τότε σπούδαζε ακόμη στην Καλών Τεχνών στο Λονδίνο.
Είπαμε "γιατί να μην χρησιμοποιήσουμε την τέχνη ως εργαλείο επικοινωνίας" και εδώ και 26 χρόνια αυτό προσπαθούμε να κάνουμε», λέει με περηφάνια και πιάνει να μου δείχνει μια από τις τελευταίες δημιουργίες της. Μια καρδιά από πλεξιγκλάς και αλουμίνιο από μια συλλογή που ονομάζει «Μισό- μισό».
Λίγο αργότερα μου εξηγεί πως όταν συζητούσε μαζί με τον καλό του φίλο και αρχιτέκτονα Κυριάκο Κατσαρό για το πώς θα ήθελε να φτιάξει το σπίτι του το πρώτο πράγμα που είχε στο μυαλό του ήταν πως του αρέσει να είναι μονίμως με φίλους του και να τους περιποιείται.
«Μας φανταζόμουν να είμαστε γύρω από μια κουζίνα, να μαγειρεύουμε όλοι μαζί, να πίνουμε κρασί και να συζητάμε. Άρα ήθελα το κέντρο του σπιτιού να είναι η κουζίνα». Όπως κι έγινε. Με το που ανοίγεις την πόρτα βλέπεις την κουζίνα και την τραπεζαρία στο κέντρο.
«Ήταν πολύ σημαντικό ότι ο Κυριάκος με ξέρει καλά. Γνωρίζει τον τρόπο που ζω και τις συνήθειες μου. Άλλωστε πιστεύω βαθιά ότι το σπίτι είναι συνέχεια του εαυτού μας για αυτό και τη διακόσμηση την έχω αναλάβει εγώ, κρατώντας βέβαια πάντα και ορισμένες ωραίες ιδέες του Κυριάκου» λέει.
Το σπίτι του Ανδρέα έχει μια ενέργεια φιλική που σε κάνει να αισθάνεσαι άνετα. Παίρνω την πρωτοβουλία και βουλιάζω στον καναπέ χαϊδεύοντας ταυτόχρονα τον γλυκό και ήρεμο Ego, ένα κατάμαυρο Scottish Terrier.
«Όσοι έρχονται, ξαπλώνουν αμέσως στον καναπέ», μου λέει γελώντας, πιάνοντας στον αέρα την αμηχανία μου για την αυτόβουλη πράξη μου να κατευθυνθώ προς τον καναπέ, λες και είμαι σπίτι μου. «Μου αρέσει πολύ να βλέπουμε μανιωδώς ταινίες και σίριαλ στο Netflix, γι' αυτό και η τηλεόραση είναι αρκετά πιο μεγάλη για τον χώρο. Πιο πολύ δηλαδή αράζω εδώ και στην κουζίνα. Και παλιότερα και στο μπάνιο». Τον κοιτάω με απορία τύπου "άκουσα καλά";
«Ναι, έχω φτιάξει ένα πολύ μεγάλο μπάνιο διότι μου αρέσει να ξοδεύω αρκετό χρόνο από τη μέρα μου εκεί μέσα. Δεν είμαι του στυλ ότι θα κάνω ένα ντους και θα φύγω.
Έχω φτιάξει μια κατασκευή, κάτι σαν μικρή πισίνα, μεγέθους 2Χ2 όπου μπορούν να κάτσουν άνετα μέχρι τέσσερα άτομα. Όμως τώρα πια δεν την έχω γεμάτη διότι αυτό τον καιρό κάνω κάποιες εργασίες εκτός Αθήνας, λείπω πολύ συχνά, οπότε δεν έχει νόημα.
Έχω και δύο ντουζιέρες στη σειρά, είναι λίγο σαν του στρατού. Το μπάνιο μου έχει το σκεπτικό της παρέας, της λίγο πιο άνετης. Καμία σχέση με οικογενειακό στυλ» μου λέει και με προσκαλεί να δω το υπνοδωμάτιό του και το φανταστικό μπάνιο.
«Λέω σε διάφορους φίλους μου "θέλω να αράξω στο σπίτι" και δεν με καταλαβαίνουν. Όμως εγώ αισθάνομαι ωραία και παρότι ζω εδώ μέσα τα τελευταία δεκατέσσερα χρόνια αισθάνομαι ότι δεν το έχω χορτάσει.
Μάλλον επειδή με αγκαλιάζει και δεν με διώχνει. Πολλοί λένε "άσε κάθισα σπίτι χθες βράδυ" και το λένε σαν κάτι κακό να τους έχει συμβεί. Ε, με μένα συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο, εγώ το ευχαριστιέμαι όταν μένω μέσα».