Kώστας Βουτσάς: «Μια ζωή υπήρξα αντι-πολεμοχαρής. Δεν ήμουν απ' τους ανθρώπους που θα έκαναν κακό σε άλλον»

Ο εξωστρεφής κύριος Kώστας Βουτσάς δεν μένει πια εδώ Facebook Twitter
8

Δεν φανταζόμουν ότι ο ηθοποιός Κώστας Βουτσάς θα έμενε σε έναν πολυσύχναστο δρόμο του κέντρου της Αθήνας. Μισή ώρα είχαμε κανονίσει ότι θα μου μιλούσε, ένα γεμάτο δίωρο κάτσαμε τελικά. «Περίμενε, κατεβαίνω» μου είπε όταν χτύπησα το κουδούνι της πολυκατοικίας του. Ήθελε να γίνει έξω η συνέντευξη, σε παρακείμενη καφετέρια. Μέχρι να πάμε, περαστικοί τού έλεγαν δυο λόγια με αγάπη κι εκείνος ανταποκρινόταν ορεξάτος.

Είναι πολλά τα χρόνια του Βουτσά σε κινηματογράφο και θέατρο, πρόκειται άλλωστε για έναν καλλιτέχνη που μπαίνει στα σπίτια όλων των Ελλήνων εδώ και δεκαετίες, άλλοτε ως γαμπρός από το Λονδίνο, άλλοτε ως τέντι-μπόι των εν Ελλάδι sixties και άλλοτε ως γκομενιάρης μαγκάκος – αυτό που ήταν μια ζωή ολόκληρη, όπως παραδέχεται κι ο ίδιος. Στη συζήτησή μας που ακολουθεί και που εν τέλει έγινε στο διαμέρισμα τού –τη βρήκαμε κλειστή την καφετέρια– εγώ προσωπικά έμαθα όλα όσα ψυχανεμιζόμουν για την προσωπικότητά του και τη δημοφιλέστατη περσόνα του. Το ίδιο ελπίζω και για σας.

— Κύριε Βουτσά...

Άσ' το το «κύριε Βουτσά». Ενικό θέλω. Κώστα!


— Εντάξει, λοιπόν, Κώστα. Συσκευή οξυγόνου βλέπω. Έχεις πρόβλημα με το αναπνευστικό σου;

Υποφέρω από παιδί με τα βρογχικά που με τα χρόνια έγιναν άσθμα. Φταίει και η δουλειά γι' αυτό, με τα μπουλούκια αρχικά και μετά με τα θέατρα, που παίζαμε σε χώρους χωρίς οξυγόνο. Δεν κάπνισα ποτέ μου! Στη δουλειά οφείλεται κι αυτό.


— Μου κάνει εντύπωση, αφού συνήθως, λόγω πολλής δουλειάς, άλλοι καταφεύγουν στο τσιγάρο ή στο αλκοόλ.

Από μικρός ζούσα μες στις ταχύτητες. Ταχύτητες και άλμα εις μήκος, πήδημα δηλαδή. Αργότερα κράτησα μόνο το πήδημα, βέβαια (γέλια). Λόγω του αθλητισμού, θα έλεγα, δεν μου έκανε διάθεση να καπνίσω, παρ' ότι πολλοί φίλοι και όλες μου οι γυναίκες κάπνιζαν δίπλα μου. Δεν είχα ποτέ αυτή την ανάγκη.


— Δεν θα καπνίσω κι εγώ, λοιπόν. Καλό μού κάνετε.

Έτσι, ναι. Ούτε οι γονείς μου κάπνιζαν μες στο σπίτι. Μόνο ο αδερφός μου, αλλά κι αυτός έβγαινε έξω.


— Τον έχετε τον αδερφό σας σήμερα;

Όχι, έχει πολλά χρόνια που 'χει πεθάνει. Αγωνιστής κι αυτός!

Δεν πας στο επάγγελμα εσύ, το επάγγελμα σε τραβάει! Λέει η Ιατρική: «Α, αυτός είναι καλός γιατρός, έλα στην αγκαλιά μου!». Το ίδιο και η δικηγορία, η δημοσιογραφία ή το θέατρο. Έτσι νομίζω εγώ. Θέατρο δεν είχα πάει ποτέ και η μόνη σχέση που είχα με τον κινηματογράφο ήταν που πέταγα τις προκηρύξεις.


— Όταν λέτε αγωνιστής;

Κι αυτός, όπως και ο πατέρας μου, ήταν κομμουνιστής. Ανήκε και σε οργάνωση, όχι στην ΕΠΟΝ, αλλά σε μια άλλη, που ήταν μαχητές. Στην ΕΠΟΝ είχα μπει εγώ, με τα «αετόπουλα». Ο πατέρας μου έφτιαχνε προκηρύξεις κι εγώ πήγαινα και τις μοίραζα.


— Σε ποια ηλικία αυτό;

Δεκατεσσάρων; Εκεί πρέπει να 'μουν. Πολύ μικρό παιδάκι. Πούλαγα τσιγάρα με το κασελάκι κι έκανα το λαμόγιο για τους παπατζήδες. Ξέρεις τι θα πει λαμόγιο; Αβανταδόρος.


— Όλα αυτά γίνονταν στη Θεσσαλονίκη;

Ναι, βέβαια. Ο πατέρας μου δούλευε εργοδηγός σε μια εταιρεία που έφτιαχνε τον δρόμο από τον Λευκό Πύργο μέχρι τα μνήματα, απάνω. Ζήσαμε τον πόλεμο...

— Πώς τον θυμάσαι τον πόλεμο;

Αν τον θυμάμαι, λέει! Αστειεύεσαι; Τότε μέναμε στην πλατεία Δικαστηρίων, μια πλατεία που δεν είχε τίποτα, ήταν σαν νεκροκεφαλή. Είχαμε κάνει ένα καταφύγιο σε υπόγειο, που του είχαμε βάλει κολόνες, κι όταν χτυπάγαν οι σειρήνες για επίθεση (σ.σ. μιμείται τον ήχο της σειρήνας) κρυβόμασταν εκεί κάτω όσο κρατούσαν οι βομβαρδισμοί.


— Λένε πως ο πόλεμος είναι μια οριακή συνθήκη που, αν τη ζήσεις, δεν ξεριζώνεται ποτέ από μέσα σου.

Και σε κάνει κατά του πολέμου. Εγώ μια ζωή υπήρξα αντι-πολεμιστής ή, μάλλον, αντι-πολεμοχαρής. Δεν ήμουν απ' τους ανθρώπους που θα έκαναν κακό σε άλλον. Μπαγάσας ήμουν, πούλαγα τα τσιγάρα μου, έκανα το λαμόγιο στους παπατζήδες, που σου είπα.


— Έχω πετύχει κάνα-δυο φορές κι εγώ παπατζήδες στην Ομόνοια, αλλά καμία σχέση, υποθέτω, με τα χρόνια τα δικά σου.

Ήμασταν τρία-τέσσερα λαμόγια. Ο παπατζής έκανε πως έβηχε, γύριζα εγώ και τσάκιζα τον παπά. Αυτός, όμως, με το νύχι του τον ξαναΐσιωνε και τσάκιζε άλλο φύλο. Έτσι έχανε πολλά λεφτά λέμε. Μετά, καθόμουν σ' ένα δέντρο, μου έκαναν νόημα και φώναζα: «Σύρμα! Ο πατέρας σου! Ο νονός σου!». Την έκανε σιγά-σιγά ο παπατζής, έφευγε κι έτσι έμενε ο άλλος χωρίς φράγκο.

Ο εξωστρεφής κύριος Kώστας Βουτσάς δεν μένει πια εδώ Facebook Twitter
Ο εξωστρεφής Βουτσάς, όπως όλοι οι άνθρωποι, θεωρεί τον θάνατο συμβάν αξεπέραστο. Εγώ, επειδή είμαι πολύ ευαίσθητος άνθρωπος μ' αυτά, δεν πηγαίνω στις κηδείες. Εγώ λέω ότι μόνο σε μια κηδεία θα παραστώ στο εξής, όταν θα 'ρθει η σειρά μου. Εντάξει, έχουμε καιρό γι' αυτό! Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO


— Μόλις μου περιέγραψες σκηνή από κάποια κωμωδία σου.

Έχει και συνέχεια, άλλη! Πούλαγα τσιγάρα σε έναν οίκο ανοχής στον Βαρδάρη πίσω απ' το ξενοδοχείο «Καψής». Θυμάμαι κάτι χοντρές, τις καημένες, που ζεσταίνονταν με ένα μαγκάλι, καίγονταν τα μπούτια τους και πετάγονταν οι φλέβες.


— Σαν πίνακας του Τουλούζ Λοτρέκ!

Εκεί πρωτοπήγα με γυναίκα, 12 ετών, στην Αγγέλα! Κοριτσάκι, 16-17 ετών, που την έφερε η μάνα της για να πιάσει δουλειά εκεί.


— Μόνο στο Άμστερνταμ είχα γνωρίσει αντίστοιχη περίπτωση, πριν από μερικά χρόνια.

Εμείς τότε είχαμε Κατοχή. Τα κάναμε όλα αυτά με τους Γερμανούς δίπλα μας. Η μάνα μου έφτιαχνε ρεβίθια με νερό για να πρηστεί η κοιλιά μας να μην πεινάμε και ο πατέρας μου έπαιρνε καμιά κονσέρβα άλογο απ' τους Γερμανούς. Αυτοί έτρωγαν το άλογο πολύ!


— Ξινό κρέας, το 'χω δοκιμάσει...

Ακριβώς, ξινό και πεντακάθαρο!


— Υπήρχε ως σκέψη, έστω, η έννοια του θεάματος μέσα σου;

Καθόλου, τίποτα, ιδέα δεν είχα από θέατρο. Άκου να σου πω: δεν πας στο επάγγελμα εσύ, το επάγγελμα σε τραβάει! Λέει η Ιατρική: «Α, αυτός είναι καλός γιατρός, έλα στην αγκαλιά μου!». Το ίδιο και η δικηγορία, η δημοσιογραφία ή το θέατρο. Έτσι νομίζω εγώ. Θέατρο δεν είχα πάει ποτέ και η μόνη σχέση που είχα με τον κινηματογράφο ήταν που πέταγα τις προκηρύξεις.


— Και η πρώτη επαφή με το αντικείμενο πώς προέκυψε;

Θα σου πω. Ήμουν σπουδαστής και αθλητής και θα με έστελναν κατασκήνωση στη Μηχανιώνα, γιατί θα είχαμε αγώνες τον ερχόμενο χειμώνα. Εκεί, πάνω σε μια ταράτσα, έκαναν πρόβες για μια παράσταση της κατασκήνωσης. Πήγα κι εγώ να κάνω τον μεθυσμένο, τον έκανα, βγήκα στη σκηνή κι έγινε χαμός. Τότε πήρα το πρώτο μου Όσκαρ!


— Πώς το εννοείς αυτό;

Όσκαρ, όπως σ' το λέω. Με ξυπνάει μια μέρα το αφεντικό εκεί στην κατασκήνωση και μου λέει: «Κώστα, σε θέλει ο Πουλιάδης». Κατεβαίνω και μου λέει αυτός ο Πουλιάδης: «Εσύ είσαι που φωνάζουν όλοι "Βουτσάς, Βουτσάς"; Εκεί είναι ένα τσουβάλι πατάτες, πάρ' το και καθάρισέ το».

Ο εξωστρεφής κύριος Kώστας Βουτσάς δεν μένει πια εδώ Facebook Twitter
Με την Αλίκη Βουγιουκλάκη και τον Αλέκο Αλεξανδράκη στην ταινία "Η Ψεύτρα"
Ο εξωστρεφής κύριος Kώστας Βουτσάς δεν μένει πια εδώ Facebook Twitter
Με τη Ζωή Λάσκαρη στην ταινία "Ένα κορίτσι για δύο"

— Παρά τις αντιξοότητες της εποχής, όμως, χαιρόσουν τη ζωή σου. Λίγο μπαγασάκος, λίγο γκομενιάρης, λίγο φτωχοδιάβολος...

Μα, και στη δραματική που πήγα, για τα κορίτσια πήγα. Στο Μακεδονικό Ωδείο συγκεκριμένα, που δεν είχε αναγνωρισμένη δραματική σχολή. Πήγα δυο-τρεις φορές, έφευγα και ξαναπήγαινα, γιατί είχε ωραίες κοπέλες. Τρεις φορές με διώξανε από κει, τα 'χω ξαναπεί.


— Μετά όμως ήρθαν τα μπουλούκια, που ήταν άλλο κλίμα.

Τελείως άλλο! Εκεί έμαθα θέατρο, την πειθαρχία του, καθώς υπήρχε το «αφεντικό» και όλοι ήμασταν γύρω του μεριδιούχοι.


— Πες μου ονόματα ανθρώπων που ήσασταν μαζί στα μπουλούκια.

Ήταν η Μίλλερ, η Μεταξά, που έκανε τη μάνα μου...


— Τι γλυκιά φιγούρα ήταν η Μεταξά, η απόλυτη Ελληνίδα μαμά. Θα ήθελα να πούμε στη συνέχεια για την περίπτωσή της.

Εγώ την πήγα στον Δαλιανίδη όταν έψαχνε για μια καρατερίστα. Την ήξερα από τα μπουλούκια. Δεν ήταν σαν μάνα μου, ήταν μάνα μου! Στα μπουλούκια ήταν ακόμη ο Πλατής ο Νικήτας, ο Κώστας Δούκας...


— Ο θηριώδης Δούκας, το αφεντικό του Χατζηχρήστου στον Μπακαλόγατο!

Αυτός, ναι, καλή του ώρα. Θα σου πω και μια ιστορία με τον Δούκα. Ήμασταν στη Χίο για παράσταση, αρχές του '50, κι εγώ έβλεπα την Τουρκία απέναντι κι έλεγα: «Α, ρε κωλότουρκοι, τόσα μας κάνατε» κ.λπ. Γυρίζει ο Δούκας, που 'χε κάνει φαντάρος εκεί το '22, και μου λέει όλο ηρεμία: «Μην τα λες αυτά. Κι εμείς ξεκοιλιάζαμε Τούρκους». Δεν ξέρω αν πρέπει να το βάλεις αυτό.


— Γιατί όχι; Μια τέτοια, μάλλον αντεθνικιστική άποψη, είχε διατυπώσει και η Φιλιώ Χαϊδεμένου.

Ναι, ε; Το ίδιο ακριβώς έγραψε η Χαϊδεμένου;


— Στο περίπου, ας πούμε. Την Ιστορία, αν δεν τη ζήσουμε, την ακούμε ή τη διαβάζουμε, έτσι πάει.

Ε, τότε βάλ' το. Αυτή η παράσταση για τη Σμύρνη που κάνουμε τώρα με τη Μιμή Ντενίση σκίζει, παίζεται τέσσερα χρόνια! Θα γίνει ταινία κιόλας και θα πάμε περιοδεία σε Αμερική, Καναδά και Αυστραλία.


— Γιατί όχι και Ευρώπη;

Γιατί φοβόμαστε τους τζιχαντιστές (γέλια). Μη βρεθεί κάνας τζιχαντιστής και πει «ρε πούστηδες, την Τουρκία βρίζετε;» και μπαμ, μπαμ, μπαμ! Σε ξαναπάω στα μπουλούκια και θυμάμαι πώς μας «διαφήμιζε» ο τελάλης! Κράταγε το χωνί και φώναζε: «Σήμερα ο γελοίος Δούκας» ή «Σήμερα ο γελοίος Πλατής» – το «γελοίος» τότε δεν ήταν βρισιά, σήμαινε «αστείος». Δεν ξεχνάω που θα παίζαμε μια φορά σ' ένα στρατιωτικό τολ που είχε όλο ακαθαρσίες και περιττώματα των φαντάρων και τρέμαμε μη γλιστρήσουμε και πέσουμε μέσα (γέλια).

Ο εξωστρεφής κύριος Kώστας Βουτσάς δεν μένει πια εδώ Facebook Twitter
Με τη Σμάρω Στεφανίδου και τη Μαίρη Μεταξά στην ταινία "20 γυναίκες κι εγώ"


— Να θυμηθούμε λίγο τη Μαίρη Μεταξά τώρα. Έφυγε τελείως μόνη...

Την αγαπούσα και μ' αγαπούσε, ήταν η μάνα μου κι ήμουν ο γιος της. Πριν πεθάνει, όταν ήταν στην κλινική, τους είπε «φωνάξτε τον γιο μου να έρθει να με δει», τόσο μ' αγαπούσε. Έφυγε μόνη, γιατί δεν είχε κανέναν άλλο, η ζωή της έτσι ήταν. Πήγα εγώ και την είδα δύο φορές, άφησα και κάποια χρήματα που χρειάζονταν. Δεν μπορούσα όμως να τη βλέπω κάθε μέρα, δεν γινότανε. Με πήραν τηλέφωνο από την κλινική: «Σας ζητάει, κύριε Βουτσά». Πήγα, δεν μπορούσα να μην...


— Ήταν συγκινητικός ο αποχαιρετισμός σας;

Πολύ, πολύ... Δεν είπαμε κάτι, αλλά ήμουν εκεί όταν με ζήτησε. Ήθελα να πάω και τρίτη φορά, αλλά δεν πρόλαβα, πέθανε. Το ίδιο διάστημα πέθανε και ο αδερφός μου. Τις ίδιες μέρες μετρούσα απώλειες.


— Αναρωτιέμαι πώς ο εξωστρεφής Βουτσάς ανταποκρινόταν στις απώλειες αυτές.

Ο εξωστρεφής Βουτσάς, όπως όλοι οι άνθρωποι, θεωρεί τον θάνατο συμβάν αξεπέραστο. Ένα πράγμα που δεν το γλιτώνει κανείς, μια μεγάλη στενοχώρια. Χάνεις από μέσα σου αίμα, κύτταρα, πολλά πράγματα, όταν χάνεις έναν δικό σου άνθρωπο. Εγώ, επειδή είμαι πολύ ευαίσθητος άνθρωπος μ' αυτά, δεν πηγαίνω στις κηδείες. Σκέφτομαι αυτήν του Πρετεντέρη και ανατριχιάζω τώρα. Μια φορά είχα πάει σε μια άλλη κηδεία και δεν άντεξα, έτρεμα ολόκληρος, μέχρι που με πήραν ο Δαλιανίδης με την Καραγιάννη και πήγαμε και κάτσαμε σ' ένα καφενεδάκι. Ούτε στου Ψάλτη την κηδεία μπόρεσα να πάω. Εγώ λέω ότι μόνο σε μια κηδεία θα παραστώ στο εξής, όταν θα 'ρθει η σειρά μου. Εντάξει, έχουμε καιρό γι' αυτό!


— Μεγάλη απώλεια στη ζωή σας θα ήταν και αυτή του Δαλιανίδη.

Τεράστια, ήμασταν πολύ φίλοι με τον Δαλιανίδη από τη Θεσσαλονίκη. Είχε φτιάξει μια ομάδα από νέα παιδιά. Τότε ήταν χορευτής αυτός με τη Μίλλερ την ξανθιά, σε καμπαρέ. Υιοθετημένο παιδί, που πήρε το όνομα της θετής του μάνας, η οποία του 'χε δώσει κι ένα διαμέρισμα Μητροπόλεως και Αριστοτέλους. Ήταν πλούσια αυτή. Η μάνα του έμενε σε ένα διαμέρισμα κοντά στον Λευκό Πύργο, αλλά δεν είχαν καμία σχέση. Εκεί, λοιπόν, ο Γιάννης είχε φτιάξει μια πρώτη καλλιτεχνική ομάδα προτού έρθει στην Αθήνα και κάνει καριέρα μεγάλη.


— Ισχύει, λέτε, ότι ένας στρέιτ κι ένας γκέι μπορούν να γίνουν οι καλύτεροι φίλοι;

Ο Γιάννης δεν το έλεγε ποτέ αυτό, εννοώ με χυδαιότητα. Ξέραμε ότι ήταν για χρόνια ερωτευμένος στη Θεσσαλονίκη με έναν που είχε ένα μαγαζί απέναντι απ' το σπίτι του. Ακόμα ζει αυτός και ξέρω ότι ακόμα τον αγαπάει τον Γιάννη, παρ' ότι ο ένας έφυγε απ' τη ζωή κι ο άλλος έχει παντρευτεί πια. Τον ήξερα εγώ πολύ καλά αυτόν. Ξέρεις όμως ότι ο Γιάννης είχε γκόμενες όταν ήταν πιο μικρός; Μάλιστα, υποψιαζόμασταν από τότε που ήταν χορευτικό ντουέτο με μια κοπέλα ότι το παιδί της ήταν δικό του, γιατί του έμοιαζε πάρα πολύ.


— Εμένα, πάντως, μου 'χε κάνει εντύπωση που ο Δαλιανίδης είχε επιλέξει να είναι κοσμική και όχι θρησκευτική η δική του κηδεία. Δεν του το είχα.

Ναι, ε; Δεν ήμουν, έλειπα στο εξωτερικό τότε. Ήταν πολύ ιδιαίτερο άτομο. Τα είχε κάποτε με κάποιον γνωστό –δεν θα σου πω όνομα– που τον άφησε για μια γυναίκα. Πήγαμε ένα βράδυ οι δυο μας στη Βάρκιζα κι έκλαιγε που χώρισαν. Φορούσε ένα πολύ ωραίο μπουφάν ο Γιάννης τότε και σε μια φάση λέει: «Αυτό φταίει! Αυτό το γρουσούζικο που με χώρισε!». Και κάνει μια έτσι και το πετάει κάτω στα βράχια. Εγώ απ' τη μια να θέλω να τον ηρεμήσω και από την άλλη να θέλω και να κατέβω τα βράχια για μην πάει χαμένο τέτοιο μπουφάν (γέλια).

Ο εξωστρεφής κύριος Kώστας Βουτσάς δεν μένει πια εδώ Facebook Twitter
Με τον Γιάννη Δαλιανίδη και τη Ζωή Λάσκαρη


— Εσύ που τον έζησες τόσο, τι είχε, πιστεύεις, ο Δαλιανίδης κι έκανε ό,τι έκανε τόσο καλά;

Ο Δαλιανίδης ήταν άνθρωπος της επαφής, πώς να το πω, της ζωής. Δεν έκανε ταινίες διανοουμενίστικες. Οι ταινίες του αφορούσαν τον λαό, τον πολύ κόσμο. Όλοι είχαμε κάνει ταινίες πριν από τον Γιάννη που δεν πήγαν καλά. Όταν ξεκίνησε ο Γιάννης, η αιτία ήταν ο Φίνος βέβαια, το Α και το Ω του κινηματογράφου. Ήμασταν όμως κι εμείς ωραίοι ηθοποιοί! Για καθέναν από εμάς ο Γιάννης έβρισκε τον ρόλο που του πήγαινε, τον χαρακτήρα του, κατάλαβες; Ο Ηλιόπουλος, η Βλαχοπούλου, ο Βουλγαρίδης, η Λάσκαρη, η Καραγιάννη, όλοι! Και του Φίνου, βέβαια, δεν του ξέφευγε τίποτα. Τότε οι πρεμιέρες των ταινιών γίνονταν κάθε Δευτέρα. Ο Φίνος την Κυριακή το βράδυ πέρναγε απ' όλους τους κινηματογράφους όπου θα παιζόταν η ταινία για να ελέγξει τις μηχανές προβολής! Σε δέκα κινηματογράφους θα παιζόμασταν; Από δέκα κινηματογράφους θα πέρναγε κι ο Φίνος μέσα σ' ένα βράδυ! Θα πω κάτι που 'χε γίνει σε ένα γύρισμα: κάναμε μια σκηνή που τσακωνόμασταν μες στη θάλασσα με τον Βουλγαρίδη και κάτι άλλα παιδιά. Μπήκε ο οπερατέρ ο Δημόπουλος σ' ένα τρύπιο βαρέλι, έβαλε και τζάμι μπροστά στον φακό και όλα καλά. Όταν το εμφανισμένο φιλμ ήρθε απ' το εξωτερικό –ο Φίνος έστελνε στο Παρίσι τα φιλμ για εμφάνιση–, η σκηνή αυτή είχε καταστραφεί. Μας φωνάζουν, μας μαζεύουν, μας λένε ότι θα την ξαναγυρίσουμε τη σκηνή στο Καβούρι Δεκέμβρη μήνα, με ψοφόκρυο. Εγώ γύριζα εδώ κι εκεί, έτρεμα. Λέω στον Μάρκο Ζέρβα, στο δεξί χέρι του Φίνου, έναν ικανότατο διευθυντή παραγωγής: «Τι θα γίνει; Ζαλίζομαι, δεν μπορώ!». Και μου απαντάει: «Πώς να μη ζαλίζεσαι, βρε μαλάκα; Πέντε κονιάκ κατέβασες» (γέλια).


— Πώς βλέπεις τη σχέση σου με το κοινό όλα αυτά τα χρόνια;

Την αγαπώ πολύ, πάρα πολύ τη σχέση αυτή, αφού κρατάει χρόνια και δεν απομακρύνθηκα ποτέ απ' τους ανθρώπους. Έχω μια θεωρία: η αγάπη με το κοινό είναι η πιο ανιδιοτελής. Δεν έχει κανένα συμφέρον από μένα ένα κοινό που μ' αγαπάει. Είμαι κι εγώ στο θέατρο 70 χρόνια πια και το κοινό μού ανταποδίδει την αγάπη. Το να με φιλήσουν, να με αγκαλιάσουν, να μου ζητήσουν μια φωτογραφία κι εγώ να ανταποκριθώ δεν το θεωρώ απλώς υποχρέωσή μου, είναι σαν να δίνω δεύτερη παράσταση. Ποτέ δεν σνόμπαρα το κοινό μου.


— Καλά κάνεις.

Βέβαια καλά κάνω, γιατί υπάρχουν συνάδελφοι που σνομπάρουν το κοινό. Πήγε συνάδελφος, καλός ηθοποιός, σε παράσταση στην επαρχία. Τον έψαχνε μετά ο κόσμος. «Πού πήγε αυτός;». «Έφυγε!». Ξέρεις τι είπανε μετά; «Ας ξανάρθει εδώ ο πούστης και θα καλοπεράσει!».


— Απ' την άλλη, δεν αντιδρούν, ούτε σκέφτονται όλοι οι καλλιτέχνες το ίδιο.

Σαφώς, καθένας έχει τις ιδιαιτερότητές του. Μιλώντας για μένα, όμως, ξαναλέω ότι δίνω ακόμα μία παράσταση μετά, με τον κόσμο. Παλιά υπογράφαμε αυτόγραφα, τώρα σε βομβαρδίζουν με φωτογραφίες απ' τα κινητά: παμ, παμ, παμ!


— Δεν σε κουράζει αυτό;

Όχι, ρε, όσο πιο πολλές φωτογραφίες, τόσο καλύτερα για μένα! Μόνο τώρα, στην παράσταση για τη Σμύρνη, έφευγα πιο νωρίς, για να μην πάρω κάνα μικρόβιο.


— Πρόσεχέ το, μια απλή μασκούλα απ' το φαρμακείο και υγρό σαπούνι Dettol στην τσέπη!

Μα, πώς να βγω φωτογραφίες με τη μάσκα, τι μου λες;


— Την τραβάς λίγο και την ξαναβάζεις, μην το ρισκάρεις!

Έχεις δίκιο. Σκέψου ότι δεν είμαι μικροβιοφοβικός, απλώς απ' την παράσταση αυτή έχουν περάσει αμέτρητοι άνθρωποι.


— Τι γνώμη έχεις για όλη αυτήν τη σάτιρα που κάνουν στην Ντενίση; Κάποτε είχα γράψει δημόσια πως κιτς δεν είναι η Ντενίση, που στο κάτω-κάτω μεταφράζει, γράφει και σκηνοθετεί έργα, αλλά ο Λαζόπουλος, όταν πάει να μας πείσει πως ο Παπακαλιάτης είναι κάτι σαν τον συχωρεμένο τον Θόδωρο Αγγελόπουλο.

Σοβαρά, το 'γραψες αυτό; Η παράστασή μας διαρκεί τέσσερις ώρες και η Μιμή είναι εκεί, στη σκηνή, για τέσσερις ώρες! Οι θεατές κλαίνε από συγκίνηση, χειροκροτάνε όρθιοι! Εδώ κι εμείς που παίζουμε συγκινούμαστε κάθε φορά, φαντάσου! Με τη Μιμή έχουμε πολύ καλή σχέση και θεωρώ άδικη την τόση κριτική που της ασκείται. Βέβαια, ξέρω πως όλα αυτά είναι μαλακίες αλλά και αιτία για να προβληθούν αυτοί που τη βρίζουν. Εγώ ποτέ δεν έδωσα σημασία στη σάτιρα που της γινόταν και πάντα της έλεγα: «Νίκησες τους πάντες!». Το πιστεύω, πράγματι νίκησε τους πάντες, που κι αυτοί οι πάντες σίγουρα αξίζουν, αλλά είναι λάθος τους να ρίχνουν τη Μιμή στο καναβάτσο και να τη βαράνε.

Ο εξωστρεφής κύριος Kώστας Βουτσάς δεν μένει πια εδώ Facebook Twitter
Από την παράσταση "Σμύρνη μου αγαπημένη" με τη Μιμή Ντενίση


— Είσαι δημιουργικός, παίζεις ακόμα στο θέατρο. Για να μη χάσεις την επαφή με το αντικείμενο με το οποίο μια ζωή ή για να είσαι απλώς στα πράγματα, που λέμε;

Και τα δύο! Εγώ έχω ένα προτέρημα-ελάττωμα: άμα κάθομαι σπίτι μου, ακούω την πίεσή μου, γλείφω το ζάχαρό μου, υποφέρω! Αντώνη, υποφέρω! Και γι' αυτό θέλω να βγαίνω έξω, για να δουλεύω. Όταν έχω πρόταση από κάποιον θα πάω αμέσως. Κι έχω προτάσεις συνέχεια.


— Για θέατρο ή για σινεμά;

Για θέατρο αλλά και για σινεμά. Για σινεμά μού είπαν κάτι λεφτά και τους είπα: «Ντροπή σας, να σας τα δώσω εγώ τα λεφτά αυτά». Τέλος πάντων, το θέμα είναι πως η δουλειά μου είναι η ζωή μου και δεν μπορώ να τη στερηθώ. Άκου να σου πω: στη Θεσσαλονίκη έχω μια γκόμενα, χρόνια όμως την έχω, από μικρό παιδί. Δεν ξεκολλάει από πάνω μου!


— Μωρέ, μπράβο!

(γέλια) Υγρασία τη λένε! Όταν ήμουν μικρός στη Θεσσαλονίκη είχαμε τη θάλασσα δίπλα στο θέατρο. Πριν βγω στην παράσταση, ήμουν χάλια από πάνω ως κάτω. Όταν όμως έβγαινα στη σκηνή δεν υπήρχε τίποτε άλλο, ήμουν εκεί! Αυτό είπε κι η Ντενίση τις προάλλες στη Μενεγάκη, την οποία εκτιμώ πολύ.


— Εδώ που καθόμαστε είναι το σπίτι σου ή το γραφείο σου;

Όχι, ρε, τι γραφείο; Εδώ μένω. Είναι κι ο Φοίβος εδώ ο γιος μου. Δεν βλέπεις που έχει παντού παιχνίδια;


— Μου αρέσει που ζεις μέσα στην πόλη. Πού να ήξερα ότι ζεις σ' αυτόν το δρόμο; Έχω περάσει άπειρες φορές.

Δεν τον αλλάζω με τίποτα! Εδώ τα 'χεις όλα: σούπερ-μάρκετ, βιολογικό σούπερ-μάρκετ, καφετέριες, μανάβικα, μέχρι και οίκο ανοχής έχεις.

Ανέκαθεν πίστευα ότι η καριέρα χτίζεται με τα όχι και αυτό το λέω στους νέους ηθοποιούς. Κάνεις μια ταινία ως κωμικός και γίνεται επιτυχία. Άγνωστος είσαι ακόμη, πρόσεξε!


— Στην καρδιά του Κολωνακίου; Άρα κι εγώ που μένω δίπλα, στη Φυλής, στα ίδια είμαστε.

(γέλια) Ναι, ναι, λίγο παρακάτω αν πας, θα το καταλάβεις απ' το κόκκινο κουδούνι. Μια φορά, πάνε χρόνια, είχε ένας φίλος ένα μπαράκι εδώ στην Ιπποκράτους, μαζευόμασταν και σπάγαμε πλάκα. Γνώρισα, λοιπόν, ένα πολύ καλό και όμορφο κορίτσι, Αλβανίδα ήταν, που την πήρα και πήγαμε εκεί. Οι άλλοι την πείραζαν, εγώ τσαντίστηκα, ώσπου γύρισε και μου 'πε: «Άσε, μπας και κάνω καμιά βίζιτα».


— Πάντως, εκδηλώνεις λατρεία για όλες τις γυναίκες, ακόμη και γι' αυτές που διασαλεύουν την έννομη τάξη με τον τρόπο τους.

Αγαπώ όλες τις γυναίκες κι έχω κάνει δεσμό και με πολλές απ' αυτές που λες. Και γκόμενες είχα, αλλά και φίλες. Κάποτε, 19-20 χρονών θα ήμουν –κανείς δεν με ήξερε– είχα πάει σε ένα μπορντέλο στην οδό Αγγελάκη, δίπλα στην Έκθεση Θεσσαλονίκης. Κυριακή απόγευμα ήταν. Εκεί προπλήρωνες για να μπεις. Μπαίνω μέσα, βγάζει η άλλη μια χαλασμένη λεκάνη από αλουμίνιο, με πλένει, ξεκινάμε κι η πατρόνα απ' έξω φώναζε: «Κούλα, αργείς;». Είχε κόσμο που περίμενε, φαντάρους κ.λπ. «Άντε, αγόρι μου, έλα» μου έλεγε αυτή, η άλλη απ' έξω να φωνάζει, «τι θα γίνει, βρε αγόρι μου;» συνέχιζε η «δικιά» μου, μέχρι που εγώ σηκώθηκα κι έφυγα άπραγος, έχοντας πληρώσει κιόλας (γέλια).


— Θέλω να πάμε και στις ταινίες που έκανες με τον Βασίλη Βαφέα. Εκεί γνωρίσαμε έναν άλλο Βουτσά, μελαγχολικό και εσωστρεφή.

Ανέκαθεν πίστευα ότι η καριέρα χτίζεται με τα όχι και αυτό το λέω στους νέους ηθοποιούς. Κάνεις μια ταινία ως κωμικός και γίνεται επιτυχία. Άγνωστος είσαι ακόμη, πρόσεξε! Μόλις γίνεται επιτυχία, λοιπόν, πέφτουν όλοι πάνω σου. Κάποτε, ένας ηθοποιός της γενιάς μου, γνωστός κι αυτός, μετά από μια επιτυχία άρχισε να εμφανίζεται παντού – παντού, όμως. «Μα, έχω ανάγκη» έλεγε. Κάτσε, ρε συ, άλλους πέντε-έξι μήνες στην ανάγκη, δεν θα πάθεις τίποτα. Και μετά εξαφανίστηκε!


— Άρα, το «όχι» πάει στην τυποποίηση.

Ακριβώς! Στον Βαφέα με είχε συστήσει μια δημοσιογράφος κι η χαρά μου ήταν μεγάλη (σ.σ. εκείνη τη στιγμή χτύπησε το κινητό του Κώστα Βουτσά και ήταν η Μάρθα Καραγιάννη. Την αποκάλεσε όλο χαρά «Μαρθάκι» και τους άκουσα να μιλάνε για ένα προγραμματισμένο σωματειακό ραντεβού με τη Λυδία Κονιόρδου. Λίγο πριν κλείσουν, ο Βουτσάς την αποκαλούσε «καρδούλα μου», «κοριτσάκι μου», «αγάπη μου» κι εγώ ένα déjà vu το 'παθα! Νόμισα πως θ' ανοίξει η πόρτα και θα μπουν στο δωμάτιο η Καραγιάννη, η Χλόη Λιάσκου και η Λάσκαρη με μπικίνια).


— Αγαπιέστε με την Καραγιάννη, ε; Σαν αδερφάκια είστε!

Τι λες, παιδάκι μου; Σχέση ζωής που ουδέποτε ήταν ερωτική, αν και έλξη υπήρχε. Τρώμε συχνά ακόμα σε ένα μαγαζί πίσω απ' το Χίλτον, μιλάμε κάθε μέρα σχεδόν. Έχουμε μεγάλη αγάπη, ίσως είναι το πρόσωπο που έχω αγαπήσει περισσότερο από κάθε άλλο στον χώρο αυτό.

Ο εξωστρεφής κύριος Kώστας Βουτσάς δεν μένει πια εδώ Facebook Twitter
Με τη Μάρθα Καραγιάννη στην ταινία "Το Ανθρωπάκι".


— Λέγαμε για τον Βαφέα, όμως. Είχες υπ' όψιν σου τη δουλειά του πριν συνεργαστείτε;

Όχι, ίσως, δεν θυμάμαι, τον ίδιο πάντως τον ήξερα ως όνομα. Πήγα, τον βρήκα κι από τότε είμαστε κολλητάρια. Τη Δευτέρα μάλιστα θα γίνει μια τιμητική προβολή της ταινίας «Ο έρωτας του Οδυσσέα» στο Άστορ και θα παραστώ. Πολύ καλό παιδί ο Βαφέας, άνθρωπος και οικογενειάρχης. Πολύ καλός στη δουλειά του, επίσης.


— Τι σε έκανε να πεις το «ναι» στη συνεργασία σας;

Πήγα στην ταινία αυτή γιατί θα έπαιζα κάτι άλλο. Κοίταξε, ωραία όλα αυτά με τον Δαλιανίδη, χτίσαμε αγαπησιάρικη σχέση με το κοινό, αλλά ήταν και μια τυποποίηση, όπως ανέφερες πριν. Θα έπαιζα για πρώτη φορά έναν ρόλο εσωτερικό, πιο ανθρώπινο, πιο καθημερινό.


— Ωστόσο, δεν έπαιξες μόνο σε κωμωδίες του Δαλιανίδη. Ο «Κατήφορος» ή ο «Νόμος 4.000» κάτι είχαν κι αυτές ως κοινωνικά δράματα της εποχής.

Εγώ τότε τα είχα με τη Σπεράντζα Βρανά, είναι γνωστό. Έρχεται μια μέρα ο Γιάννης και μας διαβάζει το σενάριο του «Κατήφορου». Έπαθα πλάκα! Θα 'παιζε ο Φιλιππόπουλος, ένα κοντό παιδί, καλός ηθοποιός του Εθνικού. Λέει η Σπεράντζα: «Να πούμε κάτι του Γιάννη να σου δώσει τον ρόλο». «Όχι», της κάνω εγώ, «δεν θα πεις τίποτα»! Από μόνος του, όμως, ήρθε ο Γιάννης και με ρώτησε: «Κώστα, θες να τον παίξεις εσύ τον ρόλο;». Και γιατί, λες; Έφυγε ο πρωταγωνιστής που θα 'παιζε κι εμένα ο Δαλιανίδης με «ταίριαξε» με τον Κούρκουλο. Ήταν και η Κατερίνα Γώγου στην ταινία αυτή. Μεγάλο ταλέντο, καλότατο κορίτσι, αλλά έμπλεξε με ναρκωτικά και απ' αυτό «πήγε» κι η κόρη της σχετικά πρόσφατα.


— Κάνατε παρέα με τη Γώγου, τα βρίσκατε;

Πώς δεν κάναμε... Και έξω βγαίναμε, αλλά αργότερα απομακρύνθηκε από μας. Με πήρε μια φορά στα τελευταία της από το Δαφνί. Κάτι ήθελε για να τη βοηθήσω, αλλά μετά δεν με ξαναπήρε. Γλυκό πλάσμα, καλό κορίτσι, ευαίσθητο και μια απώλεια για όλους στον χώρο.


— Μπορείς να καταλάβεις πώς καίγονται κάποιοι άνθρωποι, οι «διαφορετικοί» από μένα κι εσένα;

Άκου να σου πω, εμένα μου λένε «έχεις πάθος με τις γυναίκες» και απαντώ «μην είστε μαλάκες, η γυναίκα δεν είναι πάθος, είναι αποστολή». Αν δεν σου κάνει μια γυναίκα, τη χωρίζεις ή σε χωρίζει αυτή. Εμένα, λοιπόν, η ζωή μου ήταν γυναίκες και θέατρο, τίποτε άλλο. Και οικογένεια! Άλλοι έχουν τα ναρκωτικά, τον τζόγο και το αλκοόλ. Το χασίσι μπορεί να μη σε σκοτώνει, αλλά δεν το «χωρίζεις» εύκολα. Κάποτε ήρθε στο σωματείο μας ένας ηθοποιός –δεν θα πω το όνομά του– και κλαιγόταν ότι δεν είχε να φάει και ότι ήταν στον δρόμο. Πετάγεται ο Ρήγας Αξελός, αυτός ο άνθρωπος που 'χει δώσει μεγάλο αγώνα για τα δικαιώματά μας, και ρωτάει τη γραμματέα: «Τι ποσό υπάρχει για τον συνάδελφο εδώ;». «Δύο χιλιάρικα» απαντάει αυτή. Τον παρακολουθούμε την ίδια στιγμή να τηλεφωνεί σε κάποιον και να του λέει: «Ποντάρισε εκεί κι εκεί» κ.λπ. Ε, άντε γαμήσου, ρε μαλάκα, να κλαίγεσαι, να μην έχεις να φας και μόλις σου βγάζουν κάποια χρήματα να τα ποντάρεις σε άλογο, χωρίς να κρατάς και τα προσχήματα.


— Κατανοητό, αλλά έτσι είναι τα ανθρώπινα πάθη.

Ναι, αυτό είναι πάθος!

— Μπορούμε να κατηγορήσουμε έναν άνθρωπο για τα πάθη του;

Όχι βέβαια. Δεν είναι απλή εξάρτηση αυτή, να γίνεται ο ίδιος εξάρτημα του πάθους του. Το πάθος είναι ανίκητο!

— Έχεις καλές σχέσεις με τις πρώην συζύγους σου;

Φυσικά. Με την Έρρικα Μπρόγιερ έχουμε τη Σάντρα, την κόρη μας. Το ευτύχημα είναι ότι όλα μου τα παιδιά βγήκαν πολύ καλά. Στους γονείς οφείλεται αυτό, γιατί και η Έρρικα και η Θεανώ ήταν ξεχωριστές κυρίες, αξιοπρεπέστατες. Και οι άλλες κόρες μου, η Νικολέτα και η Θεοδώρα που έκανα με τη Θεανώ, όπως και η Σάντρα, έβλεπαν δύο γονείς που δεν τσακώνονταν, που έκαναν περιουσίες και όλα αυτά. Εγώ, ξέρεις, όλη την περιουσία μου την άφησα στις γυναίκες μου. Μένω με ενοίκιο εγώ εδώ τώρα, ενώ αυτές υποφέρουν.

Ο εξωστρεφής κύριος Kώστας Βουτσάς δεν μένει πια εδώ Facebook Twitter
Ξυπόλητος Πρίγκηψ


— Υποφέρουν;

Ναι, υποφέρουν κανονικά. Μία απ' τις γυναίκες μου έχει 165 πίνακες μεγάλων ζωγράφων, ένα σπίτι στο Παλαιό Ψυχικό κι ένα κτήμα στην Κέρκυρα όπου κάποτε σκόπευα να φτιάξω σουίτες με ελικοδρόμιο. Μια άλλη γυναίκα μου έχει τρία-τέσσερα σπίτια στην Αθήνα και στη Μύκονο. Κάποτε ο βασικός μισθός στο θέατρο ήταν 1.400 δραχμές – μιλάμε για μισθό. Οι μεγαλύτεροι έπαιρναν μέχρι 2.000. Εγώ τότε έπαιρνα μεροκάματο 6.000 δραχμές! Η Αλίκη έπαιρνε 8-9.000 μεροκάματο! Ήμασταν τα τρία πιο καλοπληρωμένα «βήτα»: Βουγιουκλάκη - Βουτσάς - Βλαχοπούλου! Έτσι γίναμε όλοι και επιχειρηματίες. Να σκεφτείς, Αντώνη, είχα κάνει μια παράσταση στο Γκλόρια που έκοψε συνολικά 96.000 εισιτήρια!


— Άρα, φρόντισες για την αποταμίευση.

Ακριβώς, και τώρα είμαι στο ενοίκιο, που σου είπα, για να μην έχω ούτε εφορίες, ούτε ΕΝΦΙΑ. Αν ήμουν ναρκομανής ή τζογαδόρος, δεν θα 'χα φράγκο σήμερα!


— Ούτε σπάταλος είσαι.

Σπάταλος είμαι, αλλά πού να τα σπαταλήσω; Πού να τα ξόδευα, όταν έβγαζα 6.000 κάθε μέρα με έξι παραστάσεις την εβδομάδα; Γι' αυτό σου λέω, καλά είμαι εδώ τώρα με 600 ευρώ ενοίκιο, τρία δωμάτια σπίτι. Μου λέει η γυναίκα μου να πιάσουμε ένα μεγαλύτερο και της λέω να περιμένουμε να μεγαλώσει λίγο ο Φοίβος. Και πάλι, όμως, δεν θα πήγαινα ποτέ μακριά από το κέντρο. Σου είπα, έχει και μπορντέλο εδώ κοντά (γέλια).


— Ναι, τα είπαμε. Πες μου κάτι άλλο, γιατί λένε όλοι στον χώρο σου ότι είσαι καλός άνθρωπος;

Γιατί δεν έχω ασκήσει κριτική σε κανέναν. Αν δεν μου έκανε κάποιος κριτική, δεν θα του 'κανα ούτε κι εγώ, τόσο απλά. Δεν μπορούμε να ταιριάζουμε με όλους κι εγώ σέβομαι τους ανθρώπους και τους συναδέλφους μου.


— Πότε θα έλεγες ότι είδες να αποκτάς μεγαλύτερη αποδοχή στη δουλειά σου;

Με τον Βαφέα, που λέγαμε πριν. Βραβεύτηκα στη Θεσσαλονίκη, ανέβηκε η «βαθμολογία» μου. Δεν υπήρξε συνέχεια με άλλους σκηνοθέτες της σειράς αυτής. Με τον Βούλγαρη κάναμε μόνο ένα σίριαλ, αν θυμάμαι καλά. Με τον Αγγελόπουλο, πάλι, ούτε έτυχε να γνωριστούμε, ούτε έχω δει ταινία του. Όχι από σνομπισμό, προς Θεού, δεν έτυχε.


— Έχει σημασία να μου μιλήσεις εσύ για το πώς είδες την πτώση του εμπορικού ελληνικού κινηματογράφου.

(σ.σ. Δείχνει την τηλεόραση απέναντί μας) Αυτή τα 'κανε όλα! Αυτή φταίει! Κάποτε έπαιρνες το παιδί σου και πηγαίνατε να δείτε κινηματογράφο. Ψυχαγωγία και διασκέδαση. Πλήρωνες, έμπαινες στην αίθουσα, έβλεπες την ταινία σου κι έφευγες. Μόλις έγινε η τηλεόραση, θυμάμαι κάποιους να παίρνουν τη βιντεοκασέτα, να μαζεύονται δέκα άτομα σ' ένα σπίτι, να τρώνε και να τη βλέπουν. Μεγάλη ζημιά για τον κινηματογράφο. Όχι μόνο για τον κινηματογράφο αλλά και για την κοινωνικοποίηση των ανθρώπων. Όπως σήμερα μ' αυτό το «Survivor»!


— Τι μαλακία είν' αυτή;

Τι μαλακία είν' αυτή, πράγματι, αλλά αυτήν τη μαλακία καθόμαστε οι μαλάκες και τη βλέπουμε. Κι εγώ το βλέπω, αλλά όχι πολύ. Ξέρω ποιος θα βγει, ποιος θα διακριθεί κι έτσι δεν έχει ενδιαφέρον.


— Κι εκεί, λένε, έπεσε σεξ μες στο δάσος.

Καλά κάνανε (γέλια), αλλά ευτυχώς που το βλέπω πού και πού, άμα δεν έχω τίποτε άλλο να δω. Μας έχουν πήξει στα παιχνίδια, όμως, στα «X Factor» και τις μουσικές, τάχα μου, ακαδημίες!


— Τώρα που με πήγες στη μουσική, να πούμε και ότι έχεις αφήσει ηχογραφήσεις all time classic με τη φωνή σου, όπως το γιεγιέδικο «φσσσς-μπόινγκ»!

Έχω γράψει πολλά τραγούδια με τη φωνή μου, ναι. Ήταν και φίλος μου ο Μάτσας της MINOS, πήγαινα σπίτι του, κάναμε παρέα. Κακώς τώρα που δεν θυμάμαι τα ονόματα των συνθετών που τραγούδησα, πέραν του Πλέσσα. Έγραφα ένα τραγούδι στην Κολούμπια, θυμάμαι, κι ήμουν φάλτσος. Έσκυψε, τότε, ο συνθέτης στ' αυτί μου να μου κάνει υπόδειξη. Δεν είχα φωνή, γιατί να το παίζω και τραγουδιστής; Μια φορά τραγούδησα ένα τραγούδι του Γιάννη Μαρκόπουλου σ' ένα σίριαλ και βγήκε ο Μαρκόπουλος σε εφημερίδα και μ' έβριζε. «Συγγνώμη, ρε παιδί μου», είπα εγώ, δεν είμαι τραγουδιστής, «μου άρεσε πολύ αυτό το τραγούδι και το 'πα για ένα σίριαλ». Μια μέρα μου λένε ο συχωρεμένος ο Λειβαδάς με τη Σμαρούλα, τη γυναίκα του, να πάμε να ακούσουμε στο Κύτταρο τον Μαρκόπουλο. «Όχι, δεν θέλω» τους λέω, αλλά επέμεναν. Πάμε, και την ώρα που κατεβαίναμε τα σκαλιά, με πιάνει ο Μαρκόπουλος: «Τι έγινε, Κωστάκη, θα γράψουμε κάνα τραγούδι;». Είχε πουλήσει πολύ το κομμάτι με τη φωνή μου, κατάλαβες; Και με τον Χατζιδάκι είχα γνωριστεί, τρώγαμε στον Μαγεμένο Αυλό. Εξαιρετικός κύριος, αξιοπρεπής και σοβαρός.


— Ο τελευταίος γάμος πώς σου προέκυψε;

Δεν είπαμε; Ο σκοπός μου είναι πάντα να βρίσκω μια γυναίκα. Δουλεύαμε μαζί στο θέατρο, πηγαινοερχόμασταν, ε, και σιγά-σιγά της έκανα ένα δώρο: το παιδί. Η Αλίκη είχε μια δυσκολία μ' αυτό το θέμα, όχι η ίδια, αλλά με τη σχέση που είχε. Δεν της προέκυπτε το παιδί. Της λέω μια μέρα: «Αλίκη, κοίταξε να δεις, σου χαρίζω τον εαυτό μου και το σπέρμα μου». Την πήρα και την πήγα στον Μαστρομηνά. Γράφ' το αυτό, γιατί ο Μαστρομηνάς κάνει πατέρες και μητέρες όσους δεν μπορούν να κάνουν παιδιά. Μπαίνεις σε μια αίθουσα στο Μαρούσι, τρεις φορές σαν κι αυτό το δωμάτιο, όπου βλέπεις να περιμένουν άνθρωποι ξένοι, απ' όλο τον κόσμο. Ο ίδιος είναι εκεί και δουλεύει. Μου λέει «όλοι μου λένε ότι σε πληρώνω», εγώ όμως το κάνω πάντα αυτό, να μιλάω για τη δουλειά του, μπας και βοηθηθούν άνθρωποι που θέλουν διακαώς να γίνουν γονείς. Είναι πολύ σοβαρό πρόβλημα για πολύ κόσμο.


— Το ωραίο όνομα «Φοίβος» πώς το σκεφτήκατε;

Είναι απ' τη μεριά της γυναίκας μου. Ήθελαν να το βγάλουμε «Κώστα», αλλά δεν ήθελα εγώ. Κώστας Βουτσάς δεν θα ξαναγίνει στην Ελλάδα, αλλά πώς το εννοώ; Μέτρα στα δάχτυλα του ενός χεριού πόσοι ηθοποιοί ξεπέρασαν τους γονείς τους. Εγώ σου λέω, κανένας! Τα ίδια και στους τραγουδιστές. Γι' αυτό δεν θα ήθελα να γίνει ηθοποιός ο Φοίβος. Η κόρη μου η Θεοδώρα, που ζει μόνιμα στην Ολλανδία, είναι αστέρι στο θέατρο εκεί. Ανεβάζει Αισχύλο και Αριστοφάνη και η βασίλισσα πηγαίνει πάντοτε στις πρεμιέρες της. Ξέρεις γιατί; Δεν ξέρει κανείς τον Βουτσά εκεί. Προσπαθούσε εδώ, κάτι έκανε, παιδευόταν, αλλά όλοι έλεγαν «η κόρη του Βουτσά». Ή της έλεγαν «ξέρεις πόσο έχω γελάσει με τον Βουτσά, ρε;» και μετά «άντε γεια».

— Τι σημαίνει για σένα ένα νέο μωρό;

Μου είπαν: «Καλά, βρε Κώστα, παιδί στα 85 σου;». Κι εγώ απαντάω με ό,τι λέω και στην Αλίκη: «Ο Φοίβος μου έδωσε 20 χρόνια! Δεν κάνουμε άλλο ένα να ζήσω κι άλλα 20, σύνολο δηλαδή 40 χρόνια;».


— Εντάξει, βιολογικά ξέρεις ότι είναι αδύνατο αυτό.

Ε, καλά, λέμε τώρα, το γνωρίζω... Άμα τον δεις όμως τον κερατά να σου γελάει – δεν ξέρεις πόση ζωή μού δίνει. Τώρα είναι εννιά μηνών!


— Χαίρομαι που δεν πτοείσαι απ' αυτά που λέγονται συνήθως για ένα παιδί που έρχεται όταν πια οι γονείς είναι σε μεγάλη ηλικία. Τα ίδια έλεγαν και για τον Καζάκο.

Τον αγαπώ κι αυτόν, αν και δεν επικοινωνούμε. Αγωνιστής, καλός κομμουνιστής, όχι σαν εμένα, του «κώλου». Διότι, για να 'σαι κομμουνιστής, πρέπει να τρέχεις, να αγωνίζεσαι. Κι εγώ, μες στη χούντα, ούτε κυνηγήθηκα, ούτε τίποτα, έτρεχα με τις δουλειές μου. Μέχρι σήμερα ψηφίζω ΚΚΕ για να δυναμώσει μια φωνή κόντρα σ' αυτούς που μας κυβερνάνε. Εγώ ψηφίζω στη Βουλιαγμένη και ξέρεις τι έπαθα μια φορά σε εκλογές; Με πιάνει μια κυρία: «Δεν ντρέπεσαι που ψηφίζεις ΚΚΕ; Φτου σου, σιχαμένε, ξεφτίλα, ντροπή σου, αντί να ψηφίσεις Νέα Δημοκρατία!». Της λέω: «Κυρία μου, συγγνώμη, τι μπορώ να σου πω τώρα...». Τίποτα δεν της είπα, με έφτυσε κι έφυγε. Είμαι γεμάτος απογοήτευση από τη σημερινή πολιτική κατάσταση. Όλοι αυτοί, ο Τραμπ, η Μέρκελ και οι λοιποί «μεγάλοι», είναι υπάλληλοι του Κεφαλαίου.


— Κι εσύ, όμως, υπάλληλος του Κεφαλαίου δεν υπήρξες με τόσα χρήματα που διαχειριζόσουν, όπως μου εξομολογήθηκες;

Και ποιος δεν είναι υπάλληλος του Κεφαλαίου, ποιος δεν κυβερνιέται από το Κεφάλαιο; Να είμαστε ειλικρινείς, το χρήμα είναι υπέρτατος θεός και κυβερνάει τους πάντες από καταβολής κόσμου.


— Κάπου εδώ ας τελειώσει η κουβέντα μας. Μπορείς να μου ξεχωρίσεις την πιο αγαπημένη σου απ' τις ταινίες που έπαιξες;

Τον «Έρωτα του Οδυσσέα» και το «Ανθρωπάκι». Και τον «Γαμπρό απ' το Λονδίνο» – ου, τελικά τις αγαπάω όλες τις ταινίες μου. Εσύ πες μου, όμως, τι πήρες από μένα.


— Θα σου πω. Την αίσθηση ότι παρόλο που συνομίλησα με έναν ηθοποιό με ιστορία δεν μου έβγαλε αυτό που λένε «παλαίμαχος». Ούτε είδα ένα σπίτι-μουσείο, σημαντικό αυτό.

Α πα πα πα, βγάλ' το αυτό απ' το μυαλό σου, σε παρακαλώ. Είμαι 86 ετών πια και όταν μου λένε «να τα εκατοστήσεις», τσαντίζομαι. Να 'μαστε καλά, χαίρομαι που σε γνώρισα.

Ο εξωστρεφής κύριος Kώστας Βουτσάς δεν μένει πια εδώ Facebook Twitter
Γαμπρός από το Λονδίνο

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΑΥΤΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΙΣ 7.5.2017

Οθόνες
8

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Η Χλόη Λιάσκου ίσως έζησε τα πάντα από απόσταση, αλλά κι αυτό έχει το κόστος του

Οθόνες / Η Χλόη Λιάσκου ίσως έζησε τα πάντα από απόσταση, αλλά κι αυτό έχει το κόστος του

Η ηθοποιός που όλοι θυμούνται ως τη μικρή ξανθή ενζενί των ταινιών του Δαλιανίδη είναι μια παράξενη, ώριμη γυναίκα που μιλά στο LiFO.gr για όσα σπουδαία έζησε, χωρίς να τo κάνει θέμα
ΑΝΤΩΝΗΣ ΜΠΟΣΚΟΪ́ΤΗΣ
Η Μέλπω Ζαρόκωστα στα -υπέροχης διαύγειας- 84 χρόνια της δίνει τη συνέντευξη της ζωής της

Θέατρο / Η Μέλπω Ζαρόκωστα στα -υπέροχης διαύγειας- 84 χρόνια της δίνει τη συνέντευξη της ζωής της

Μια ζωή στη δράση: ο κινηματογράφος, η σχέση με τη Βουγιουκλάκη και τον Χατζιδάκι, οι μεταφράσεις, τα θεατρικά, οι γάμοι και η χειραφέτηση, η Χούντα και η ΕΡΤ, οι βιντεοκασέτες και ο "Αστέρας Ραχούλας"
ΑΝΤΩΝΗΣ ΜΠΟΣΚΟΪ́ΤΗΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Το αιώνιο μεγαλείο του Λεονάρντο ντα Βίντσι

Daily / Το αιώνιο μεγαλείο του Λεονάρντο ντα Βίντσι

Στο νέο ντοκιμαντέρ του σπουδαίου Αμερικανού κινηματογραφιστή Κεν Μπερνς ξετυλίγεται η ζωή και το έργο του ανθρώπου που εκτός από το μεγαλειώδες εικαστικό έργο του, πρόλαβε πριν από μισή χιλιετία να αντιληφθεί, να ανακαλύψει, να εφεύρει ή να προβλέψει τα πάντα σχεδόν, από τη βαρύτητα μέχρι τον κινηματογράφο.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Λούκα Γκουαντανίνο: Ο σκηνοθέτης του Queer δηλώνει ότι θα αγωνιστεί να σταματήσει τη λογοκρισία της ταινίας του

Πολιτισμός / Λούκα Γκουαντανίνο: Ο σκηνοθέτης του Queer δηλώνει ότι θα αγωνιστεί να σταματήσει τη λογοκρισία της ταινίας του

«Ο χαρακτηρισμός της ταινίας ως "πολύ προκλητικής" από τις αρχές της Τουρκίας δεν είναι τίποτα περισσότερο από απροκάλυπτη ομοφοβία» τόνισε ο σκηνοθέτης του Queer
LIFO NEWSROOM
Beatles ’64: Πριν από εξήντα χρόνια, κάτι μαγικό κι ανεπανάληπτο

Daily / Beatles ’64: Πριν από εξήντα χρόνια, κάτι μαγικό κι ανεπανάληπτο

Βασισμένο σ’ ένα εκπληκτικό πρωτότυπο υλικό, αυτό το εξαίρετο ντοκιμαντέρ του Disney+ σε παραγωγή του Μάρτιν Σκορσέζε μάς μεταφέρει με μοναδικό τρόπο σ’ αυτό που βίωσαν τα μέλη του θρυλικού συγκροτήματος όταν πάτησαν για πρώτη φορά το πόδι τους σε μια Αμερική που έμοιαζε να τους έχει απόλυτη ανάγκη.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Οι δέκα αγαπημένες ταινίες της Τζούλης Αγοράκη

Οθόνες / «Είδα το "Nymphomaniac" σαν φεμινιστικό ύμνο»: Οι δέκα αγαπημένες ταινίες της Τζούλης Αγοράκη

Νικίτα Μιχάλκοφ, Ανιές Βαρντά, Μπέργκμαν, αλλά και «Love Story», «Against all odds»: Η σχέση της δημοσιογράφου Τζούλης Αγοράκη με το σινεμά εδραιώθηκε μέσα από πολύ διαφορετικές μεταξύ τους ταινίες.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΝΙΝΕΤΤΑ ΓΙΑΚΙΝΤΖΗ
Αντουανέττα Αγγελίδη: «Κάθε ταινία μου είναι το ευτυχές τέλος μιας περιπέτειας απορρίψεων»

Οι Αθηναίοι / Αντουανέττα Αγγελίδη: «Κάθε ταινία μου είναι το ευτυχές τέλος μιας περιπέτειας απορρίψεων»

Μοναδική περίπτωση για το ελληνικό σινεμά, η ιδιοσυγκρασιακή σκηνοθέτις που τιμάται στο 13ο Φεστιβάλ Πρωτοποριακού Κινηματογράφου της Ταινιοθήκης αφηγείται τη ζωή και την πορεία της στη LiFO.
M. HULOT
«The New Years»: Το ισπανικό «One Day» από τον Ροντρίγκο Σορογκόγιεν

Οθόνες / «The New Years»: Το ισπανικό «One Day» από τον Ροντρίγκο Σορογκόγιεν

Η νέα ρομαντική σειρά του Cinobo βρίσκεται στο σταυροδρόμι της τριλογίας «Before», του «Normal People» και του «One Day». Δανειζόμενη το αφηγηματικό εύρημα του τελευταίου, καταγράφει τις Πρωτοχρονιές ενός ζευγαριού και μαζί τους τις δυσκολίες μα και τη γοητεία των πρώτων -άντα. 
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Βαλέρια Γκολίνο: «Δεν με ενοχλεί το ανδρικό βλέμμα αλλά το “μη- βλέμμα” στο σινεμά»

Pulp Fiction / Βαλέρια Γκολίνο: «Δεν με ενοχλεί το ανδρικό βλέμμα αλλά το “μη- βλέμμα” στο σινεμά»

Τελευταία υποδύθηκε μια πορνοστάρ, την αδερφή της Κάλλας, και σκηνοθέτησε μια σειρά βασισμένη σε ένα «σκανδαλώδες» βιβλίο. Η Ελληνοϊταλίδα ηθοποιός και σκηνοθέτις βρέθηκε στην Αθήνα και μίλησε στον Θοδωρή Κουτσογιαννόπουλο.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Πώς η μητριά μου, η Μπάρμπρα Στρέιζαντ, με βοήθησε να κόψω το ποτό

Οθόνες / Πώς η μητριά μου, η Μπάρμπρα Στρέιζαντ, με βοήθησε να κόψω το ποτό

Σε ένα απόσπασμα από τα απομνημονεύματά του που δημοσιεύτηκε στην Wall Street Journal, ο ηθοποιός Τζος Μπρόλιν εξηγεί πώς η «ζόρικη αγάπη» της συζύγου του πατέρα του τον έκανε να κόψει οριστικά τη συνήθεια που του είχε ρημάξει τη ζωή.
THE LIFO TEAM
Μιγκέλ Γκόμες

Οθόνες / «Θέλω το σινεμά να μοιάζει με σινεμά κι όχι με κάτι που προσποιείται την πραγματική ζωή»

Ο Πορτογάλος σκηνοθέτης του «Tabu» Μιγκέλ Γκόμες επιστρέφει με το «Grand Tour» που απέσπασε το βραβείο σκηνοθεσίας στο φετινό Φεστιβάλ Καννών, μια ταινία για τη δειλία των αντρών και το πείσμα των γυναικών. Μιλά στη LiFO με αφορμή την προβολή της στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος, ως ταινία έναρξης του 13ου Φεστιβάλ Πρωτοποριακού Κινηματογράφου.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Η φιγούρα της Μελίνας με τρόμαζε και με έλκυε ταυτόχρονα»: Οι 10 αγαπημένες ταινίες του Ευριπίδη Σαμπάτη

Μυθολογίες / «Η φιγούρα της Μελίνας με τρόμαζε και με έλκυε ταυτόχρονα»: Οι 10 αγαπημένες ταινίες του Ευριπίδη Σαμπάτη

Ο τραγουδοποιός Ευριπίδης Σαμπάτης επιλέγει 10 ταινίες, καθεμιά απ' τις οποίες για διαφορετικούς λόγους τον ταρακούνησαν τόσο που η ζωή του δεν ήταν ποτέ πια η ίδια.
Είδαμε το «Juror#2» του Κλιντ Ίστγουντ και είναι η καλύτερη αμερικανική ταινία της χρονιάς

Οθόνες / To «Juror#2» του Κλιντ Ίστγουντ είναι η καλύτερη αμερικανική ταινία της χρονιάς

Αλλά δυστυχώς δεν θα προβληθεί στις κινηματογραφικές αίθουσες, επειδή οι υπεύθυνοι του στούντιο θεωρούν ότι το ενήλικο σινεμά αυτού του τύπου ανήκει στις streaming πλατφόρμες.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Say Nothing: Μια καθηλωτική σειρά με φόντο το βίαιο δράμα της Βόρειας Ιρλανδίας

Daily / Say Nothing: Μια καθηλωτική σειρά με φόντο το βίαιο δράμα της Βόρειας Ιρλανδίας

Η αυτοτελής σειρά κατορθώνει να λειτουργεί συγχρόνως ως ιστορική αναπαράσταση, ως συνταρακτικό δράμα, ως καθηλωτικό θρίλερ, ακόμα και ως δραματοποιημένο true crime, ειδικά για τους θεατές που δεν είναι εξοικειωμένοι με τις πολυσύνθετες πτυχές του ένοπλου αγώνα στη Βόρεια Ιρλανδία.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ