Η απώλεια του πιανίστα McCoy Tyner είναι πολύ μεγάλη για την τζαζ, και για την μουσική γενικότερα. Ήταν ο τελευταίος επιζών του πιο θρυλικού κουαρτέτου στην ιστορία της μεγάλης μαύρης μουσικής, του κουαρτέτου του John Coltrane στα σίξτις. Πρώτος είχε φύγει από τη ζωή ο ίδιος ο Coltrane το 1967, ακολούθησε ο μπασίστας Jimmy Garrison το 1976, ο ντράμερ Elvin Jones το 2004 και τελευταίος, χθες, ο πιανίστας McCoy Tyner. Ήταν 81 ετών.
Ουσιαστικά ο McCoy Tyner κάνει αισθητή την παρουσία του στο jazz circuit ακριβώς το 1960, όταν συμμετέχει στο Jazztet των Art Farmer (τρομπέτα) και Benny Golson (τενόρο σαξόφωνο), ηχογραφώντας ένα ιστορικό, σήμερα, άλμπουμ για την εταιρεία Argo.
Όμως πολύ γρήγορα, μέσα στην ίδια χρονιά, ο Tyner θα μεταπηδήσει στην μπάντα τού John Coltrane, σχηματίζοντας μαζί με τους Jimmy Garrison και Elvin Jones αυτό το μικρό σχήμα, που έμελε να αλλάξει την ιστορία της τζαζ. Γιατί μ' αυτούς ακριβώς τους ανθρώπους ηχογραφήθηκαν μερικοί συγκλονιστικοί δίσκοι για την εταιρεία Impulse! βασικά, που, 55-60 χρόνια αργότερα, δεν φαντάζουν απλώς αλλά είναι αξεπέραστοι.
Είναι τόσο τεράστιος ο πλούτος της δουλειάς του, τόσο πυκνός και τόσο απλωμένος, ώστε να χρειάζεται κάποιος ώρες πολλές για να «μπει» και να «χαθεί» μέσα σ' αυτό το σύμπαν, απολαμβάνοντας.
Λέμε για τα άλμπουμ "Africa/Brass" (1961), "Coltrane" (1962), "Ballads" (1963), "Live at Birdland" (1964), "Crescent" (1964), "A Love Supreme" (1965), "The John Coltrane Quartet Plays" (1965).
Φυσικά, ο McCoy Tyner ήταν δίπλα στον Coltrane και σε όλους τους άλλους δίσκους του εκείνης της περιόδου για την Impulse!, που έγιναν με μεγαλύτερα ή διαφορετικά σχήματα, όπως τα άλμπουμ "Live at The Village Vanguard" (1962), "John Coltrane and Johnny Hartman" (1963), "Impressions" (1963), "Ascension" (1965), "Kulu Sé Mama" (1966), "Meditations" (1966) και "Om" (1967), ενώ στην ίδια περίοδο ανήκουν και οι εγγραφές στην εταιρεία Atlantic (πάντα με John Coltrane, McCoy Tyner κ.ά.), που είναι εξίσου ακρογωνιαίες για την τζαζ ιστορία.
Τίτλοι όπως οι "Olé Coltrane" (1961), "Coltrane Jazz" (1961), "My Favorite Things" (1961), "Coltrane Plays the Blues" (1962) και "Coltrane's Sound" (1964) δεν χρειάζονται περαιτέρω επεξηγήσεις.
Προς τα τέλη του 1965 η συνεργασία του McCoy Tyner με τον John Coltrane παύει. Αυτά, όμως, που είχαν συμβεί μέσα στα πέντε πρώτα χρόνια της δεκαετίας του '60 είχαν αλλάξει ουσιαστικά την πορεία της τζαζ.
Ο Coltrane ήταν φυσικά ο ηγέτης, όμως δίπλα του είχε έναν πιανίστα που γνώριζε με απόλυτη ακρίβεια όχι μόνο τα πατήματά του, αλλά και τις πνευματικές αναζητήσεις του. Ήταν ο άνθρωπος που μπορούσε να τον συμπληρώνει και να τον ακολουθεί στους δαιδαλώδεις αυτοσχεδιασμούς του, που άλλοτε είχαν σαν βάση τους το blues, άλλοτε τις ινδικές κλίμακες, άλλοτε τις πεντατονικές αφρικανικές κ.ο.κ.
Μέσα στο modal κόλπο, μέσα στις «σκάλες» και στους «δρόμους», ο McCoy Tyner έφτιαχνε τα δικά του ethnic περιβάλλοντα, σε μιαν εποχή έντονης αναζήτησης των ριζών και ευρύτερης κοινωνικοπολιτικής συνειδητοποίησης των μαύρων. Και βεβαίως ο McCoy Tyner είχε στρίψει και αυτός προς τον μουσουλμανισμό (Sulaiman Saud), όπως κάθε ριζοσπάστης μαύρος μουσικός της εποχής του (κάτι που ίσχυε όχι μόνον για τους μουσικούς φυσικά).
Η προσωπική πορεία, διαδρομή, του McCoy Tyner θα έμπαινε ευθύς αμέσως σε κοσμική τροχιά. Φυσικά, ηχογραφούσε με δικά του σχήματα και ενόσω ήταν δίπλα στον Coltrane, στο πρώτο μισό των σίξτις, αλλά μετά την αποχώρησή του από το ιστορικό κουαρτέτο και βεβαίως μετά τον πρόωρο και αδόκητο χαμό του Coltrane (τον Ιούλιο του '67), ουσιαστικά θα ήταν εκείνος που θα συνέχιζε το έργο του.
Το άλμπουμ "The Real McCoy" στην Blue Note το 1967 είναι ένας δίσκος αναφοράς για την τζαζ. Ένα σπουδαίο post-bop LP με τον McCoy Tyner να συνεργάζεται με τον φίλο του ντράμερ από το κουαρτέτο του Coltrane, τον γίγαντα Elvin Jones, έχοντας δίπλα του μέγιστους παίκτες, όπως τον τενορίστα Joe Henderson και τον μπασίστα Ron Carter.
McCoy Tyner - Passion Dance
Όλη αυτή η περίοδος, από το 1967 έως τα μέσα του '70, είναι πολύ σημαντική για τον McCoy Tyner, καθώς δίνει το ένα αριστούργημά του μετά το άλλο. Άλμπουμ όπως τα "Tender Moments" [Blue Note, 1968] και "Expansions" [Blue Note, 1970] του δίνουν την ευκαιρία να πειραματιστεί με μεγαλύτερα σχήματα, δημιουργώντας ανεπανάληπτη contemporary jazz, με ποικίλες αναφορές ("Mode to John", "Man from Tanganyika"), ενώ δίσκοι όπως οι "Sahara" [Milestone, 1972] και "Asante" [Blue Note, 1974] εκτοξεύουν πλέον τη μουσική του σε άλλα, κοσμικά, επίπεδα.
Εκστατική τζαζ, πλήρως απελευθερωμένη από συμβάσεις, με υψηλή πνευματικότητα, στα όρια της πρωτοπορίας ή και πέρα απ' αυτήν, με ενσωματωμένες αναφορές από την αφρικάνικη μουσική, την απω-ανατολίτικη κ.λπ. [με τον McCoy Tyner εκτός από πιάνο να παίζει και (ιαπωνικό) κότο].
McCoy Tyner - Sahara
Η δεκαετία του '80 θα βρει τον McCoy Tyner να δοκιμάζει ξανά και με μικρότερα σχήματα, δίνοντας άλμπουμ, σε μιαν εποχή αισθητικής πτώσης της τζαζ, που δεν έχαναν ποτέ την αξία και το ενδιαφέρον τους. Τέτοιο ήταν, για παράδειγμα, το LP "Dimensions" [Elektra Musician, 1984], με τους Gary Bartz άλτο σαξόφωνο και John Blake βιολί (συν μπάσο-ντραμς).
Το 1990 ο McCoy Tyner θα συνεργαστεί με τον θρύλο βιολιστή Stéphane Grappelli, ενώ την επόμενη χρονιά, το 1991 (23 Ιουνίου), θα παίξει ζωντανά στο Διεθνές Φεστιβάλ Πάτρας, σε μια μοναδική, καθηλωτική συναυλία (με σχήμα τρίο).
Δεν είμαι σίγουρος αν ήταν η πρώτη φορά που ερχόταν στη χώρα μας o McCoy Tyner, ο οποίος, πάντως, θα επέστρεφε, στην Αθήνα αυτή τη φορά, εφτά χρόνια αργότερα (ήταν 15 Ιουλίου 1998) για ένα live στον Λυκαβηττό.
Σ' εκείνο το live ο McCoy Tyner είχε φοβερή μπάντα συνοδείας, αποτελούμενη από τους Gary Bartz σαξόφωνο, Claudio Roditti τρομπέτα, Steve Turre τρομπόνι, Avery Sharpe μπάσο και Aaron Scott κρουστά. Ήταν μια latin all-stars μπάντα, με τον Steve Turre να παίζει και κοχύλια (να φυσάει μέσα σε κοχύλια δηλαδή), βγάζοντας απίθανους ήχους, αφήνοντας άφωνο τον κόσμο – που δεν ήταν πολύς όμως, αφού την ίδια μέρα εξελισσόταν στη Φρεαττύδα το Rockwave Festival, με Portishead, Spiritualized, Asian Dub Foundation, Κ.Βήτα, Active Member κ.λπ. Είχα πάει την άλλη μέρα να δω τους Sonic Youth, αλλά McCoy Tyner δεν θα έχανα με τίποτα.
Ο McCoy Tyner σαν συνθέτης και πιανίστας έχει επηρεάσει τους πάντες και στο εξωτερικό και εδώ εννοείται – και όχι μόνο στον χώρο της τζαζ.
Συνθέσεις του, στη χώρα μας, ήδη από την δεκαετία του '70, απέδιδαν ο πιανίστας Σάκης Παπαδημητρίου ("Walk spirit, talk spirit"), o πιανίστας Ντέμης Βισβίκης (με Λάκη Ζώη, Γιώργο Φιλιππίδη και Χρήστο Στασινόπουλο) ("Love samba"), ενώ και η νεότερη γενιά ξέρει να αποδίδει το σεβασμό της και τα εύσημα στον μεγάλο μουσικό, αφού το "Walk spirit, talk spirit" το διασκευάζουν και οι Γιάννης Κασέτας / Γιώργος Σπανός στο άλμπουμ τους "Kassetas-Spanos Present: Jungle of Illusions" [Puzzlemusik, 2011], ενώ και ο πιανίστας Γιώργος Κοντραφούρης με το Baby Trio του έχουν κομμάτι που το τιτλοφορούν "The messenger - for McCoy Tyner", στο δικό τους άλμπουμ "Urban Jazz" [Puzzlemusik, 2012].
Ο McCoy Tyner συνέχισε να εμφανίζεται στις σκηνές όλου του κόσμου και να ηχογραφεί πάντοτε εξαιρετικά άλμπουμ (για την Telarc τώρα) και μετά το 2000 – αν και μετά το 2010 θα αραιώσουν αισθητά οι εμφανίσεις του.
Είναι, όμως, τόσο τεράστιος ο πλούτος της δουλειάς του, τόσο πυκνός και τόσο απλωμένος, ώστε να χρειάζεται κάποιος ώρες πολλές για να «μπει» και να «χαθεί» μέσα σ' αυτό το σύμπαν, απολαμβάνοντας.
McCoy Tyner & The Latin All Stars - Afro Blue
σχόλια