— Για να γυρίσει κάποιος μια ταινία τελικά χρειάζεται ένα θαύμα;
Απολύτως. Ειδικά για να γυρίσω αυτό το φιλμ, κάτω από τις συγκεκριμένες συνθήκες. Δεν ξεχνώ ποτέ τον αφορισμό του Όρσον Γουέλς για το σινεμά: «Μετά από τόσες ταινίες που γύρισα, και με τόσες δυσκολίες, διαπίστωσα πως ο κινηματογράφος είναι 2% τέχνη και 98% ανοησίες».
— Σοφή κουβέντα. Και μια και αναφερθήκατε σε μια ιδιοφυΐα, θα επικαλεστώ τον Τζακ Νίκολσον, που γνωρίζω από δήλωσή σας πως ξαναθαυμάσετε στην επανέκδοση του Chinatown, ο οποίος είχε πει πως το πραγματικό του ταλέντο ήταν να γνωρίζει εκ των προτέρων ποιος παραγωγός ταιριάζει με ποιον σκηνοθέτη και σεναριογράφο, και όλοι μαζί με εκείνον και το στούντιο, για να δοθεί το πράσινο φως σε μια παραγωγή, κι έτσι να μη σπαταλά χρόνο και φαιά ουσία σε χίμαιρες και ημιτελείς συζητήσεις που δεν καρποφορούν. Αλλιώς θα είχε πετύχει το 1/10 όσων κατάφερε.
Συμφωνώ!
— Ας μείνουμε στο Χόλιγουντ και επιτρέψτε μου να είμαι πολύ περίεργος για το πρότζεκτ που ακολουθεί τον «Άνθρωπο του Θεού». Μιλάω για την ταινία που ετοιμάζετε πάνω στο δικό σας σενάριο για την Γκρέτα Γκάρμπο. Λένε πως το ντεμπούτο ενός σκηνοθέτη λέει φυσικά πολλά για την προσωπικότητά του, με έμφαση στο πώς επιθυμεί να προβάλει τις ικανότητές του και να τις δειγματίσει στην ευρύτερη αγορά, αλλά η δεύτερή του απόπειρα είναι πραγματικά αυτοβιογραφική.
Για να διορθώσω λίγο τη ρήση σε ό,τι με αφορά, η ταινία μου, ο «Άνθρωπος του Θεού» (που είναι η πρώτη μου μεγάλου προϋπολογισμού, αφού είχε προηγηθεί μια ανεξάρτητη χαμηλού κόστους), πηγάζει από μέσα μου, από κάτι πολύ βαθύ. Ωστόσο, αν και θα φανεί παράξενο σε πολλούς, οι λόγοι που με ελκύει η Γκρέτα Γκάρμπο είναι πολύ συναφείς με εκείνους που με τράβηξαν στην περίπτωση του Αγίου Νεκταρίου.
O «Άνθρωπος του Θεού» έχει πολυεθνικό καστ και ο λόγος είναι η παγκόσμια διανομή. Ο σκοπός είναι να φτάσει σε μαζικό κοινό. Στη Ρωσία δεν θα μπορούσα να διανείμω την ταινία μου, αν δεν είχα στο επιτελείο των ηθοποιών κάποιον σαν τον Αλεξάντερ Πετρόφ. Στις ΗΠΑ δεν θα το συζητούσαν καν, αν δεν είχα εξασφαλίσει κάποιον που να γνωρίζουν στην Αμερική, όπως ο Μίκι Ρουρκ.
— Είμαι όλος αυτιά!
Η Γκρέτα Γκάρμπο είναι η μοναδική ηθοποιός που εγκατέλειψε μια ζωή δόξας, λάμψης και χρημάτων για να ζήσει μοναχικά. Μοιάζει λοιπόν με απόφαση ενός ασκητή, ενός ανθρώπου που αφήνει πίσω τα εγκόσμια για λόγους που οι περισσότεροι δεν είναι σε θέση να κατανοήσουν, πόσο μάλλον να κάνουν κάτι παρόμοιο.
Ενώνοντας τα διαφορετικά σημεία, διάβασα τα πάντα για την Γκάρμπο και μίλησα με ανθρώπους που τη γνώρισαν, όπως και με τον Μαρκ Βιέιρα, ο οποίος έγραψε τη βιογραφία της, «A Cinematic Legacy». Με ενδιέφερε το μυστήριο που εξέπεμπε και ταυτίστηκα με την ανάγκη της να αποτραβηχτεί από τη φήμη.
Όταν ο Λούι Μπ. Μέγιερ κυριαρχούσε στο Χόλιγουντ, είχε τη δύναμη να εξουσιάζει τους πάντες. Ήταν εκείνος που προσέφερε 1 εκατομμύριο δολάρια για να μην προβληθεί ο «Πολίτης Κέιν», γιατί ήθελε να στηρίζει τον προσωπικό του φίλο, τον εκδότη Χερστ. Γι’ αυτό και η ταινία του Γουέλς, ο οποίος αναφέρεται στο σενάριό μου, παίχτηκε μόνο σε μια αίθουσα στη Νέα Υόρκη, που ανήκε στον Ροκφέλερ, ο οποίος με τη σειρά του ήθελε να πικάρει τον Χερστ.
Φανταστείτε τι σήμαινε να είσαι γυναίκα, με συμβόλαιο στη δεκαετία του '30, όπως η Γκάρμπο στην MGM. Εκείνη δεν έπαιξε από την αρχή σύμφωνα με τους κανόνες, και το είχε κάνει γνωστό στον Μέγιερ, όταν το αφεντικό του στούντιο δεν ήθελε τον σκηνοθέτη της, τον Σουηδό Μορίτς Στίλερ, και απείλησε να τη στείλει πίσω στη χώρα της. «Διώξε με, χάρη θα μου κάνεις» του απάντησε. Ο Μέγιερ τη μισούσε αλλά την είχε ανάγκη, γιατί οι ταινίες της του έφερναν πίσω περισσότερα κέρδη απ’ ό,τι οποιοσδήποτε άλλος σταρ.
Όταν έκανε την τελευταία ταινία της, το «Two Faced Woman», οι θεατές εκτός Αμερικής είχαν εξαφανιστεί λόγω του πολέμου κι έτσι ο Μέγιερ την εκδικήθηκε, αφήνοντας το φιλμ στη μοίρα του. Όταν η Γκάρμπο το κατάλαβε, του είπε «νομίζεις πως δεν θα μου επιτρέψεις να ξαναγυρίσω ταινία, δεν νομίζω», τα παράτησε και δεν επέστρεψε ποτέ.
— Μια πολύ δυνατή γυναίκα.
Είπε ξεκάθαρα πως δεν είναι ιδιοκτησία κανενός, τα χρήματα δεν μπορούν να την εξαγοράσουν. Μια ελεύθερη ψυχή, που φανερώνει πνευματικότητα, αν το δείτε πιο σφαιρικά, και που εφάπτεται με τα αιτήματα της εποχής, το #metoo, κάτι που φυσικά δεν είχα υπόψιν μου όταν ξεκίνησα να γράφω το σενάριο. Τώρα πιστεύω πως πολλοί και πολλές θα ήθελαν να δουν μια ταινία για έναν άνθρωπο σαν την Γκάρμπο.
— Γιατί πιστεύετε πως η Γκάρμπο προσπάθησε να ξαναδοκιμάσει τα όριά της στο σινεμά, να γυρίσει, αν και ορκίστηκε πως τα παράτησε οριστικά;
Πότε συνέβη αυτό;
— Νομίζω στα τέλη της δεκαετίας του '40 έκανε ένα screen test και διαπίστωσε πως ο φακός που κάποτε την αποθέωνε δεν την κολάκευε πλέον…
Όχι, αυτός είναι μύθος. Ο Λιούμπιτς είχε πει πως την Γκάρμπο δεν την ένοιαζε σε καμία φάση της καριέρας της το πώς έβγαινε στην οθόνη, Ήταν η μόνη, διατεινόταν ο Λιούμπιτς, που τη σκηνοθέτησε στη «Νινότσκα», που δεν την απομάκρυνε με το ζόρι από τον καθρέφτη της. Το θέμα που την απασχολούσε ήταν οι εχθροί της, εκείνοι που την είχαν στημένη στη γωνία για να την τιμωρήσουν για την ανυπακοή της, διότι είχε κάνει πολλά εναντίον του κατεστημένου, για να τους δείξει την περιφρόνησή της.
— Προφανώς. Και από ό,τι θυμάμαι, ήταν ανάμεσα στους λίγους γενναίους που έδωσε το παρών στην κηδεία του Μουρνάου, ο οποίος πέθανε κάτω από «απαράδεκτες» για την πουριτανική κοινωνία συνθήκες, και το Χόλιγουντ, αν και γνώριζε και τον εκτιμούσε, προτίμησε να μη συμμετάσχει στην αυλαία του.
Σωστά, κι εκείνη πήγε γιατί δεν ήταν υποκρίτρια.
— Ωστόσο, με δεδομένο ότι ο Στίλερ, ο μέντοράς της, έπαψε να υφίσταται για το αμερικανικό σινεμά, εκείνη συνέχισε και θριάμβευσε, έστω και απρόθυμα, όπως θρυλείται. Γιατί θεωρείτε πως το έκανε; Για τα χρήματα, τη ματαιοδοξία ή για κάτι άλλο;
Ο Στίλερ τη συμβούλευε, αν και σταμάτησε να τη σκηνοθετεί από ένα σημείο κι έπειτα. Την παρακινούσε να εργαστεί για να μην καταντήσει υποδουλωμένη. Συνέχισε να δουλεύει ως ηθοποιός για να εξασφαλιστεί οικονομικά. Όταν πέθανε, η περιουσία της ανερχόταν στα 30 εκατομμύρια δολάρια. Δεν ξόδευε πολλά, έμενε σε ένα διαμέρισμα και πρόσεχε τις κινήσεις της. Νομίζω λοιπόν πως το έκανε για την οικονομική ασφάλεια, αν και κάποια στιγμή παραδέχτηκε πως ξεπουλήθηκε, πως όφειλε να είχε αποσυρθεί πολύ νωρίτερα, πως δεν χρειαζόταν το δίχτυ προστασίας, γι’ αυτό και πλήρωσε ακριβά το τίμημα.
— Τι ακριβώς συνέβη μεταξύ της Γκάρμπο και του Τζον Γκίλμπερτ, του διάσημου ηθοποιού και εραστή της, τον οποίο αρνήθηκε να παντρευτεί την τελευταία στιγμή; Συμπεριφέρθηκε άκαρδα;
Όχι, το αντίθετο. Ο Γκίλμπερτ ήταν ηθοποιός με μεγάλη θεατρική παιδεία και ο λόγος που δεν μετέβη με επιτυχία από τον βωβό στον ομιλούντα είναι επειδή πείραξε τη φωνή του στην ηχοληψία ο Μέγιερ, ο οποίος τον μισούσε – λέγεται πως οι δυο τους είχαν μακροχρόνια βεντέτα. Η Γκάρμπο, που αγαπήθηκε εξίσου από το κοινό και στον ομιλούντα, παρά τη βαριά φωνή της, με το «Άννα Κρίστι», τον υπερασπίστηκε λόγω της επιτυχίας της και έβαλε όρο να παίξει μαζί της στην επόμενη ταινία, αλλά δεν πήγε καλά και δεν υπήρχε συνέχεια για τον Γκίλμπερτ.
Δεν έζησε μαζί του γιατί στην καρδιά της είχε χώρο μόνο για τον Στίλερ. Είχε όμως πάντα στο μυαλό της την ιδέα πως αν παντρευτεί, θα ανήκει στον άλλο, κι όχι στην ίδια. Έλεγε στον Στίλερ πως αγαπά την ηθοποιό Γκάρμπο, όχι την Γκρέτα. Δεν ήθελε ποτέ να εκχωρήσει την ελευθερία της. Είχα διαβάσει στην έρευνά μου, γράφοντας το σενάριο, πως χρόνια αργότερα, κι αφού είχε παραδεχθεί κάποια λάθη και τύψεις που είχε για αποφάσεις της, καθώς μπήκε καλεσμένη σε ένα πάρτι και είδε μια γυναίκα με τα 4 παιδιά της, είπε «να τι σημαίνει ευτυχία».
— Ακριβώς το ίδιο έκανε η Κάθριν Χέμπορν, που την ειδωλοποίησε και ακολούθησε το παράδειγμά της, χωρίς όμως να εξαφανιστεί ποτέ πραγματικά από το προσκήνιο. Είχε δηλώσει λοιπόν πως μια ηθοποιός υψηλού διαμετρήματος οφείλει να επιλέξει αυστηρά ανάμεσα στην οικογένεια και την καριέρα. Γι’ αυτό και ποτέ της δεν έκανε παιδιά, συνειδητά.
Να συμπληρώσω πως η Γκάρμπο δεν έδινε συνεντεύξεις γιατί έτσι τη συμβούλευσε ο Στίλερ. Παραχώρησε μια κάποτε και ο Στίλερ τη μάλωσε, λέγοντας να σταματήσει, γιατί οι δημοσιογράφοι θα την έκαναν να μοιάζει με ηλίθια. Η επίδρασή του πάνω της υπήρξε τεράστια.
— Τώρα, η μεγάλη διαφορά που βρίσκω στο επιχείρημα της «ασκητικής» ομοιότητας είναι ότι ο Άγιος Νεκτάριος έγινε αναχωρητής για να βοηθήσει τους συνανθρώπους του. Δεν παρατηρώ κάτι αλτρουιστικό στην περίπτωση της Γκάρμπο. Απαρνήθηκε όχι ακριβώς τα εγκόσμια, αλλά την πολυκοσμία και τους ενοχλητικούς. Κλείστηκε στο διαμέρισμά της, μάζευε έργα τέχνης και έγινε ένα μυστηριώδες θήραμα για τους Νεοϋορκέζους παπαράτσι, διατηρώντας στενή επαφή με τους ελάχιστους, διαλεγμένους φίλους της, όπως ο Τζορτζ Κιούκορ. Τι κοινό έχουν ο δοτικός Νεκτάριος και η εγωίστρια Γκάρμπο, που ήταν σχεδόν μισάνθρωπος;
Μερικοί χαρακτηρίζουν τη μια εγωίστρια και τον άλλο ανιδιοτελή. Εξαρτάται πώς επιδιώκει ο καθένας την προσωπική του ειρήνη. Κι εμένα μου αρέσει να μένω μόνη, επιλέγω να μη βρίσκομαι συνεχώς στη συντροφιά των άλλων.
Ο Νεκτάριος ήθελε να δίνει ό,τι έχει στους αγνώστους που τον είχαν ανάγκη. Και πολλοί άγιοι μένουν σε κελιά, μακριά από την κοινωνία, και δεν θέλουν να βλέπουν ή να συνομιλούν με κανέναν. Έτσι αισθάνονται την πνευματικότητα κι έτσι εννοούν την προσφορά. Χωρίς να γνωρίζουν ακριβώς τι συμβαίνει εκεί έξω (και δεν αναφέρομαι στην Γκάρμπο τώρα), λένε τις προσευχές τους, ισορροπούν και βελτιώνονται, και με αυτόν τον τρόπο βοηθούν τον κόσμο να γίνει καλύτερος, αντί να προσποιούνται τους φιλάνθρωπους και να στρέφουν τα βλέμματα πάνω τους. Το ερώτημα είναι ποιος νοιάζεται πραγματικά.
— Ο τίτλος της ταινίας σας για την Γκρέτα Γκάρμπο είναι «Loveless». Τι εννοείτε; Πως δεν έδωσε ή δεν έλαβε αγάπη;
Μμμ, ίσως και τα δύο. Ενδεχομένως ο κόσμος του Χόλιγουντ, όπου έζησε, να είναι ένας τόπος χωρίς αγάπη. Εκεί λες «σ’ αγαπώ» κι εννοείς πως «θέλω κάτι από σένα». Δεν λέω κάτι καινούργιο βέβαια.
— Ζήσατε 18 ολόκληρα χρόνια στο Χόλιγουντ. Είχατε παρόμοιες loveless εμπειρίες;
Το ξέρω καλά, κυκλοφορεί πολλή υποκρισία εκεί. Δεν θέλω να πω πως όλοι οι επαγγελματίες στο Λος Άντζελες είναι κακοί άνθρωποι. Υπάρχουν αρκετοί που μοχθούν, είναι φανταστικοί καλλιτέχνες, καθ’ όλα αξιοπρεπείς. Αλλά κυριαρχεί το χρήμα και το πόσα μπορεί κάποιος να αποκομίσει. Το business κομμάτι της δουλειάς αυτής ωθεί κόσμο να πρέπει να προστατέψει την τεράστια περιουσία του, για παράδειγμα.
— Να υποθέσω πως συνθέσατε τον «Άνθρωπο του Θεού» με πολυεθνικό καστ, Έλληνες, τον Μίκι Ρουρκ, τον Αλεξάντερ Πετρόφ, για οικονομικούς λόγους, από την επιχειρηματική σκοπιά;
Όχι, ο λόγος είναι η παγκόσμια διανομή. Ο σκοπός είναι να φτάσει σε μαζικό κοινό. Στη Ρωσία δεν θα μπορούσα να διανείμω την ταινία μου, αν δεν είχα στο επιτελείο των ηθοποιών κάποιον σαν τον Αλεξάντερ. Στις ΗΠΑ δεν θα το συζητούσαν καν, αν δεν είχα εξασφαλίσει κάποιον που να γνωρίζουν στην Αμερική.
— Κι αν γυρίζατε την ταινία με αγνώστους, ακριβώς με τους όρους που μπορεί να είχατε εξαρχής στον νου σας, στη γλώσσα που θα επιλέγατε;
Απλά δεν θα γύριζα την ταινία. Δεν θα έβρισκα χρηματοδότηση. Και δεν έχω δικά μου χρήματα για να τη γυρίσω ούτως ή άλλως. Πρώτα απ’ όλα, η ταινία έχει θέμα την πίστη, κάτι που δεν ενδιαφέρει πολλούς επενδυτές. Δεύτερον, είναι μια μια ταινία με πρωταγωνιστή έναν Άγιο. Επίσης δύσκολο. Το να κάνεις ένα φιλμ για κάποιον που σου λέει πως έχεις μέλλον, είναι ένα δύσκολο εγχείρημα, ενώ αντίθετα αν θέλεις να γυρίσεις μια ταινία για κάποιον που αυτοκτονεί 7 φορές, σκοτώνει 50 χιλιάδες ανθρώπους ή πέφτει από τον γκρεμό, όλο και κάποιος θα βρεθεί να σου πει πως ενδιαφέρεται.
Και για να είμαι ειλικρινής μαζί σας, επέλεξα τον Μίκι γιατί θεωρώ πως η πάλη του με τον εαυτό του και με αυτά που πίστευε στο παρελθόν ταιριάζουν απόλυτα με την ταινία. Και τον Αλεξάντερ γιατί ήταν φανταστικός για το ρόλο του. Δεν θα έκανα καμία απολύτως παραχώρηση στις επιλογές αυτές, μόνο και μόνο για να έχω κάποιον αναγνωρίσιμο.
— Παρεμπιπτόντως, σας άρεσαν τα «Πάθη του Χριστού»;
Ναι, τα παρακολούθησα με ενδιαφέρον, θεωρώ πως ο Γκίμπσον είναι είναι εξαιρετικός κινηματογραφιστής αλλά δεν είναι η καλύτερη ταινία που έχει γίνει ή που έχει κάνει. Πολύ αίμα!
— Φυσικά και δεν είναι η καλύτερη ταινία που έχει γίνει. Ρωτώ γιατί ο Γκίμπσον, ως Καθολικός, κατάλαβε πως το κοινό έχει ανάγκη από ένα χριστιανικό φιλμ που το Χόλιγουντ προσπερνούσε επί δεκαετίες, και πολύ έξυπνα, επειδή είχε εμπειρία από το σινεμά της δράσης και της βίας, το εμπότισε με αυτά τα στοιχεία.
Αυτά τα στοιχεία είναι τα κομμάτια της ταινίας που δεν μου αρέσουν.
— Κι εκεί πόνταρε, στον ρεαλιστικό αποτροπιασμό απέναντι σε ένα ιερό πρόσωπο. Αυτό είναι και το έλλειμα πνευματικότητας που φαντάζομαι ότι ενδιαφέρει εσάς να εκπληρώσετε…
Ναι, το ελπίζω. Θα το δούμε όταν το φιλμ προβληθεί. Ίσως αποτύχω παταγωδώς (γελάει). Οι θεατές θα κρίνουν. Δεν είμαι από τους σκηνοθέτες που ισχυρίζονται πως τα ξέρουν όλα. Βάζω την καρδιά μου και ελπίζω στο καλύτερο.
— Στον «Άνθρωπο του Θεού» ένας ηθοποιός ενσαρκώνει έναν Άγιο. Στο «Loveless» θα δούμε κάποια να υποδύεται την Γκάρμπο ή θα παραμείνει ένα αόρατο μυστήριο, που όλα θα γυρίζουν γύρω της, χωρίς εκείνη να εμφανίζεται;
Θα υπάρχει ηθοποιός, αλλά δεν ξέρω ακόμη ποια θα είναι. Θα προτιμούσα να είναι άγνωστη.
— Κι εγώ!
Ο «Άνθρωπος του Θεού» κυκλοφορεί από τις 26/8 στους κινηματογράφους