Με ένα καίριο σχόλιο για τη λειτουργία της Δημοκρατίας, ο Ευριπίδης γράφει το 408 π.Χ. τον «Ορέστη». Στο έργο του πιάνει το νήμα του μύθου των δύο αδελφών, του Ορέστη και της Ηλέκτρας, αμέσως μετά τη δολοφονία της Κλυταιμνήστρας, για να μιλήσει για δύο πρόσωπα που απεγνωσμένα αναζητούν παρηγοριά και μια διέξοδο προς το φως.
Η τύχη των νεαρών μητροκτόνων μετά το έγκλημα, η ανάγκη της κατανόησης, της συγχώρεσης και της αλήθειας είναι μερικά από τα ζητήματα που απασχολούν τον Γιάννη Κακλέα που κάνει την πρώτη του σκηνοθεσία στην Επίδαυρο με τον «Ορέστη» του Ευριπίδη, στη μετάφραση του Γιώργου Χειμωνά, στις 16, 17 και 18 Ιουλίου.
Για τα ανθρώπινα μέτρα, τι συνθήκες που μας ξεπερνούν και την επιβίωση σε έναν τόπο με θλίψη και σκοτάδι αλλά και την ελπίδα της λύτρωσης μιλήσαμε με τον Άρη Σερβετάλη, τον πρωταγωνιστή της παράστασης.
— Αυτό που αναρωτιέμαι πάντα είναι πόσο διαφορετικός είναι ο Ορέστης σε αυτή την τραγωδία από την προσωπικότητα που έχουμε συναντήσει σε άλλα έργα για τον μύθο των Ατρειδών.
Το έργο του Ευριπίδη, ο «Ορέστης», αρχίζει παρουσιάζοντας την Ηλέκτρα και τον Ορέστη άγρυπνους έξι μέρες μετά τον φόνο της μητέρας του. Η πόλη τούς έχει χαρακτηρίσει μιάσματα και σε λίγη ώρα θα ψηφιστεί ο θάνατός τους διά λιθοβολισμού. Ο Ορέστης, κυριευμένος από τις μανίες της τρέλας, αδυνατεί να διαχειριστεί τις επιπτώσεις των πράξεών του, το γεγονός πως έσφαξε τη μητέρα του και τον Αίγισθο, τον εραστή της.
Ο Ευριπίδης στο έργο αυτό εντάσσει τον θεό Απόλλωνα, που του δίνει ο ίδιος την πληροφορία-εντολή να σφάξει τη μητέρα του. Ο Ορέστης, χωρίς αυτήν τη θεία προτροπή, ίσως και να μη διέπραττε ποτέ τον φόνο. Η άνευ όρων πίστη του Ορέστη στη θεία εντολή τον έχρισε μητροκτόνο. Είναι σφοδρή η εσωτερική σύγκρουση. Κλυταιμνήστρα ονομάζεται το πρόσωπο της μητέρας. Κλυταιμνήστρα ονομάζεται και το πρόσωπο της γυναίκας που σκότωσε τον άνδρα της, τον Αγαμέμνονα, και άνοιξε τα σπίτια του νύχτα να μπει εραστής ο Αίγισθος. Ο Ορέστης με τη θεία προτροπή και την πράξη του τιμά τη μνήμη του πατέρα του και συγχρόνως βασανίζεται ανελέητα από το αίμα της μάνας του, που χύθηκε από δικό του χέρι.
Ηθική χωρίς αφυπνισμένη συνείδηση δεν υπάρχει. Όπως έχει πει και ο Ντοστογιέφσκι, χωρίς Θεό όλα επιτρέπονται, αλλά δεν ωφελούν όλα την ψυχή του ανθρώπου. Το ηθικό χρέος απαιτεί να είσαι ενεργό πρόσωπο, με αίσθημα ευθύνης απέναντι στην αλήθεια.
— Αν μου τον περιγράφατε, για ποια προσωπικότητα μιλάμε και σε ποια κατάσταση βρίσκεται;
Καταμεσής μιας αδυσώπητης εσωτερικής σύγκρουσης. Ένα μπλεγμένο κουβάρι που ξεμπλέκεται με αργό ρυθμό, προκαλώντας τρομερό πόνο. Η αφυπνισμένη συνείδηση κραυγάζει λόγια αλήθειας. Η αλήθεια είναι το αντίθετο της λήθης. Είναι αδυσώπητη και μόνο διά του πόνου αγωνιζόμενος γίνεσαι μέτοχος και κοινωνός της. Ο πόνος σε βάζει στη μεγάλη υποψία. Διότι μόνο ο πόνος σε σύρει στα όρια του κόσμου. Φαινομενικά, περπατάς μόνος. Στην οδύνη όμως του προσώπου υπάρχει συμπαρουσία του θείου. Και αυτό είναι μια πραγματικότητα που βιώνεται αποκαλυπτικά.
Στο έργο ο Απόλλων δεν παρεμβαίνει άμεσα. Αφήνει τον χρόνο να λειτουργήσει καθαρτικά όχι μόνο για τον Ορέστη αλλά και για τον κάθε χαρακτήρα ξεχωριστά. Όλο το έργο είναι μια υψικάμινος μέσα στην οποία οι προσωπικότητες αλλοιώνονται και μετασχηματίζονται. Απεκδύονται τον παλαιό εαυτό. Αποκαλύπτονται και ανακαινίζονται, με αφορμή ένα εξιλαστήριο θύμα που έγινε μητροκτόνος και με αίμα έκλεισε έναν κύκλο αίματος.
— Πιστεύετε ότι η πράξη του, η μητροκτονία, είναι και μια πράξη βίαιης ενηλικίωσης που δεν έχει συντελεστεί σε κανονικές, ομαλές συνθήκες;
Η πόλη στην οποία έγινε η αναίσχυντη πράξη της μητροκτονίας ήταν ήδη ακάθαρτη. Οι προπάτορες του Ορέστη και της Ηλέκτρας είχαν εκπέσει σε ανόσιες και αλαζονικές πράξεις. Το γεγονός, λοιπόν, της πράξης του Ορέστη ήρθε ως μια απότομη διακοπή της διαιώνισης του κακού. Εμφανίστηκε κάτι σκληρότερο για να προκαλέσει σεισμό συθέμελο στη δομή της πόλης. Σε προσωπικό επίπεδο, ο Ορέστης έρχεται αντιμέτωπος με ένα τεράστιο συναισθηματικό φορτίο. Η γονική σχέση. Η μητρική σχέση. Το πρόσωπο της μητέρας. Αποστασιοποιείται, διά του πόνου μέσω του φόνου, συναισθηματικά. Στη μητέρα βλέπει το τέρας και αναγνωρίζει και αυτό που επωάζεται μέσα του. Οι επιθυμίες, οι πόθοι, τα πάθη, οι εμμονές μεταβιβάζονται στα παιδιά, όπως και οι αρετές. Οι αδιαχείριστες περιοχές του εαυτού μεταβιβάζονται στο παιδί και πολλαπλασιάζονται μέσα από τη δική του ζωή.
Η απόσταση από τη γονική σχέση είναι αναγκαία για την πνευματική ωρίμανση του ανθρώπου. Να δει τη μητέρα ως πρόσωπο, ως έναν ξεχωριστό άνθρωπο. Να δει τις αδυναμίες. Την αλήθεια. Την πραγματικότητα. Να τοποθετηθεί απέναντι σε αυτήν. Να πάρει θέση. Με τον τρόπο αυτόν θα αναγνωρίσει και τον εαυτό του. Το συναίσθημα θολώνει τα νερά και η σχέση πορεύεται νοσηρά και δεν εξελίσσεται. Εξελίσσονται μόνο τα νοσήματα και αυξάνονται. Χρειάζεται τομή. Εγκάρσια. Επώδυνη διαδικασία. Χωρίς σταύρωση, όμως, δεν υπάρχει ανάσταση.
— Ποια είναι η καταφυγή ενός ανθρώπου μετά από μια τόσο καθοριστική πράξη;
Η πράξη της μητροκτονίας συγκλονίζει την κοινωνία της πόλης. Όπως και στην «Παλαιά Διαθήκη», που οι κοινωνίες είχαν εισχωρήσει πολύ βαθιά στην αισχύνη και στις αποτρόπαιες πράξεις, ερχόταν ένα γεγονός πολύ σκληρότερο για να τους ταράξει, με την πρόθεση να αφυπνιστούν. Ο Ορέστης έχει ως σύμμαχό του την αδερφή του Ηλέκτρα, τον αγαπημένο του φίλο Πυλάδη και την πίστη του στον Απόλλωνα, κατά τον Ευριπίδη. «Εκείνος αποφάσισε και εγώ πιστά εκτέλεσα» αναφωνεί. «Έχουν ένα φυσικό κακό οι θεοί, αργούν» λέει σε άλλο σημείο.
Ο άνθρωπος, επειδή είναι μυστήριο, έχει ανάγκη την επαφή του με το απόλυτο μυστήριο, που είναι ο Θεός, και μέσω αυτού φωτίζεται και αισθάνεται ολοκληρωμένη οντότητα. «Δεν ξέρω τι είναι Θεός. Ξέρω μονάχα πως όλοι γι’ αυτόν δουλεύουμε. Όποιος, ό,τι και να είναι» λέει σε άλλο σημείο του έργου. Επίσης, μόνο στο πρόσωπο ο πόνος, από γεγονός φυσικό, καθίσταται δεδομένο πνευματικό. Δεν είναι μόνο το άλγος και η οδύνη του σώματος. Είναι και η αγωνία και ο βασανισμός της ψυχής. Είναι και η θλίψη του πνεύματος, που το κατέλαβε η ματαιότης και η απελπισία τη στιγμή που αντιλήφθηκε πως η δόξα της ζωής απειλείται από την αδοξία του θανάτου.
Μέρος του μεγάλου μυστηρίου, λοιπόν, είναι ο πόνος, εφόσον προσβάλλει το μυστήριο της προσωπικής υπάρξεως. Και όλα αυτά συμβαίνουν όταν ο άνθρωπος νιώθει πως δεν έχει να καταφύγει πουθενά αλλού παρά μόνο στον ίδιο του τον δημιουργό.
— Θα ήθελα να μου πείτε τη γνώμη σας για τον τρόπο με τον οποίο βλέπει ο Ορέστης τον φόνο, ως ηθικό χρέος.
Ηθική χωρίς αφυπνισμένη συνείδηση δεν υπάρχει. Όπως έχει πει και ο Ντοστογιέφσκι, χωρίς Θεό όλα επιτρέπονται, αλλά δεν ωφελούν όλα την ψυχή του ανθρώπου. Το ηθικό χρέος απαιτεί να είσαι ενεργό πρόσωπο με αίσθημα ευθύνης απέναντι στην αλήθεια. Όχι σε μια δημιουργημένη αλήθεια που σε βολεύει και σε βαλτώνει αλλά στην αλήθεια που σου αποκαλύπτεται άμεσα και σε μετασχηματίζει και σε αναγεννά. Η τιμωρία είναι μια ύστατη προσπάθεια περιφρούρησης της τιμής. Όταν δίνεται χωρίς εμπάθεια, επενεργεί στο πρόσωπο παιδαγωγικά και στους άλλους παραδειγματικά. Ο νόμος υπάρχει γιατί δεν υπάρχει αγάπη. Είμαστε ικανοί να κατασπαράξουμε ο ένας τον άλλον. Ο νόμος δημιουργεί όρια τα οποία διασφαλίζουν αποστάσεις ώστε να αποφεύγονται οι συγκρούσεις. Τα όρια εξαλείφονται και οι νόμοι καταλύονται μόνο όταν τα πρόσωπα έχουν αγάπη.
— Αν έρθουμε στη σημερινή εποχή, σε μια εποχή ταραγμένη, τι σημαίνουν το ηθικό χρέος και η τιμωρία; Επίσης, τι μπορεί να σημαίνει στον σημερινό κόσμο μια στάση σαν αυτή του Μενελάου, η στάση ενός παρατηρητή, ενός που δεν θέλει να αναμειχθεί, και τι συναισθήματα γεννά στους πιο νέους, ίσως στην περίπτωση του Ορέστη, αυτή η στάση;
Η αδυναμία που έχουμε να τοποθετηθούμε μπροστά σε ένα γεγονός που παρουσιάζεται στη ζωή μας είναι ένα δεδομένο. Το γιατί συμβαίνει αυτό είναι μια ερώτηση που θα πρέπει να απαντηθεί από τον καθένα μας ξεχωριστά, σε προσωπικό επίπεδο. Μία από τις ερμηνείες, και αυτή που διαφαίνεται στον Μενέλαο, και που χαρακτηρίζει τον «σύγχρονο» άνθρωπο, είναι η διάθεση της διπλωματίας, της εμμεσότητας, της ουδετερότητας, της πρόθεσης να μην παίρνουμε ξεκάθαρες θέσεις ώστε να είμαστε αρεστοί από τους περισσότερους. Ο φόβος μήπως χαθούν τα κεκτημένα μας είναι διάχυτος. Μας έχει κατακλύσει η αγωνιώδης μέριμνα να διαφυλάξουμε τα πολύτιμά μας. Ζούμε με τη διαρκή απειλή μιας απώλειας που θα μας κοστίσει. Είμαστε φυγόπονοι. Προτιμούμε το ασυνείδητο από το συνειδητό. Προτιμούμε να μπουσουλάμε σκοντάφτοντας μέσα στο σκοτάδι από το να τρέχουμε μέσα στο φως.
Ο άνθρωπος έχει απομακρυνθεί από το πνεύμα θυσίας. Όπως και από την πίστη. Από την εμπιστοσύνη δηλαδή στην αμεσότητα. Όπως για την εμμεσότητα έχουμε την απόδειξη, έτσι για την αμεσότητα έχουμε την πίστη. Όταν κάποιος παίρνει θέση στα πράγματα, όταν τοποθετείται, έχει πίστη. Βιώνει μια μικρή αποκάλυψη. Άμεσα και αληθινά.
— Ο Ορέστης και η Ηλέκτρα είναι διαρκώς καταδιωκόμενοι, ευάλωτοι και επιχειρούν να επιβιώσουν σε έναν κόσμο που ορίζεται από κανόνες στους οποίους δεν έχουν συμμετάσχει. Τι ήλπιζαν ότι θα αλλάξει; Εσείς πώς πιστεύετε ότι θα προχωρήσει ο κόσμος, τι ελπίζετε να αλλάξει;
Εθισμένοι στον ορθό λόγο, αδυνατούμε να συλλάβουμε το υπέρλογο. Φέρουμε μια πνευματική αναπηρία. Αυτός ο κόσμος, που ο ορθολογισμός τον σκόρπισε σε ηλεκτρόνια, σε σωματίδια και σε ιικά φορτία, αυτός ο τόπος επάνω στον οποίον στέκεται ο άνθρωπος και που η επιστήμη τον μετέτρεψε σε έναν ασήμαντο κόκκο της άπειρης ερήμου του σύμπαντος, αυτή η γη είναι η μεγάλη φανέρωση του πνεύματος του Θεού. Η ασύλληπτη, η παράλογη και η υπέρλογη. Κάτι που αντιλαμβανόταν ο πρωτόγονος άνθρωπος και αδυνατεί να αντιληφθεί ο σύγχρονος άνθρωπος του δυτικού πολιτισμού. Ελπίζω και εύχομαι σε όλους μας μια ριζική ανακαίνιση.
«Ορέστης» του Ευριπίδη
Πρεμιέρα 16, 17, 18 Ιουλίου 2021, 21:00
Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου
Μετάφραση: Γιώργος Χειμωνάς
Σκηνοθεσία - δραματουργική επεξεργασία: Γιάννης Κακλέας
Σκηνικά - κοστούμια: Ιλένια Δουλαδίρη
Ηθοποιοί: Άρης Σερβετάλης (Ορέστης), Μαίρη Μηνά (Ηλέκτρα), Πάνος Βλάχος (Μενέλαος), Αιμιλιανός Σταματάκης (Πυλάδης), Γιώργος Ψυχογιός (Τυνδάρεως), Νικολέτα Κοτσαηλίδου (Ωραία Ελένη), Ζερόμ Καλουτά (Φρύγας)
Μουσική: Σταύρος Γασπαράτος
Κίνηση: Άρης Σερβετάλης
Φωτισμοί: Στέλλα Κάλτσου
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.