«Αντίθετα από άλλους άντρες συναδέλφους του, ο Μπραντ Πιτ έμοιαζε πάντα να μην έχει κανένα πρόβλημα να μοιραστεί ισότιμα την οθόνη με τις συμπρωταγωνίστριές του, κάποιες από τις οποίες (η Τζούλιετ Λιούις, η Γκουίνεθ Πάλτροου, η Αντζελίνα Τζόλι...) υπήρξαν και σύντροφοί του εκτός πλατό. Είναι επίσης ένας από τους ελάχιστους σύγχρονους αρσενικούς σταρ, που η προσωπικότητα του διαμορφώθηκε, εν μέρει τουλάχιστον, από τις διάσημες γυναίκες στη ζωή του...». Αυτά σημειώνει, μεταξύ άλλων, η επιφανής κριτικός κινηματογράφου των New York Times, Manohla Dargis, στο κείμενο που έγραψε για τον 56χρονο σταρ με τίτλο «Ο Μπραντ Πιτ και η παγίδα της ομορφιάς», επιχειρώντας να αναδείξει τον σύνθετο τρόπο με τον οποίο οι ερμηνείες του έχουν εξερευνήσει τα αντιφατικά στοιχεία της σύγχρονης αρρενωπότητας. Ακολουθούν κάποια χαρακτηριστικά σημεία του άρθρου...
Το νόημα του Μπραντ Πιτ – ως ηθοποιού, σταρ και υπέρτατου οπτικού φετίχ – μπορεί να εντοπιστεί σ' εκείνη την στιγμή στην αρχή της καριέρας του, όταν η κάμερα στο «Θέλμα και Λουίζ» (1991) ανεβαίνει αργά από το γυμνό του στέρνο στο πρόσωπό του, σαν χάδι. Ο Γουίλιαμ Μπράντλεϊ Πιτ γεννήθηκε το 1963, ο Μπραντ Πιτ όμως ξεπετάχτηκε σ' εκείνη την διάρκειας 13 δευτερολέπτων ωδή στο ανδρικό κάλλος, εκκινώντας μια διάσημη καριέρα και ζωή, μπόλικες ταινίες, ξέφρενες ανατάσεις, κουτσομπολίστικα σαλιαρίσματα και ερωτικές – στα όρια του πορνό – φωτογραφήσεις σε γνωστά περιοδικά.
Το ντελίριο επέστρεψε δριμύτερο εσχάτως με την ταινία του Ταραντίνο «Κάποτε...στο Χόλιγουντ», στην οποία ο Πιτ υποδύεται τον ιδανικό ίσως «Μπραντ Πιτ» ρόλο, αυτόν του Κλιφ Μπουθ, ενός βετεράνου και υπερ-cool κασκαντέρ στις παρυφές της κινηματογραφικής βιομηχανίας. Τα πάντα πάνω του μοιάζουν αβίαστα τέλεια, είτε βρίσκεται πίσω από το τιμόνι ενός Coupe de Ville είτε βαδίζει σε μια σκονισμένη ερημιά. Ο συγγραφέας Γουόλτερ Κιρν είχε γράψει κάποτε ότι ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ «αντιπροσωπεύει την ίδια την κινηματογραφική βιομηχανία, σε όλο το ονειρικό, καλιφορνέζικο μεγαλείο της». Στην ταινία του, ο Ταραντίνο φαίνεται να ανακαλεί αυτό το ιδεώδες, μέσω του χαρακτήρα του Κλιφ, για να δημιουργήσει ένα ηλιόλουστο, χρυσό (και πολύ λευκό) καλιφορνέζικο όνειρο.
Αντί για τον συγκεκριμένο ρόλο, ο Μπραντ Πιτ θα έπρεπε να είναι υποψήφιος στα φετινά Όσκαρ για την λεπτή και βαθιά ερμηνεία του στην ταινία "Ad Astra", έναν διαλογισμό στο αβάσταχτο βάρος της αρρενωπότητας με φόντο το απώτερο διάστημα. Η ταινία πήρε καλές κριτικές, όπως και η ερμηνεία του Πιτ, δεν κατάφερε όμως να βρει εκείνο το momentum που απαιτείται για να μπει στο χορό των βραβείων.
Η ερμηνεία του Μπραντ Πιτ παραήταν καλή και σίγουρα υπερβολικά διακριτική και εσωτερική για τα κριτήρια της Ακαδημίας, η οποία πάντα επιδεικνύει μια αδυναμία στην κραυγαλέα επίδειξη – όσο πιο έντονη η εκδήλωση του πόνου, τόσο το καλύτερο – γεγονός που μάλλον εξασφαλίζει για φέτος το βραβείο πρώτου ανδρικού ρόλου στον (άξιο κατά τ' άλλα) Ζοακίν Φίνιξ και το σκαφοειδές του στέρνο στον «Τζόκερ».
Έχει χρόνο όμως ακόμα μπροστά του ο Μπραντ Πιτ. Ο Πολ Νιούμαν κέρδισε τελικά το βραβείο πρώτου ανδρικού μετά από επτά υποψηφιότητες, ενώ ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ έχει προταθεί μόνο μια φορά ως ηθοποιός (έχασε).
Όπως ακριβώς ο Νιούμαν και ο Ρέντφορντ, έτσι και ο Μπραντ Πιτ έμοιαζε πάντα να έχει γεννηθεί από την οθόνη - ο ορισμός του έμφυτου χαρίσματος. Διαθέτει μια απτή σωματική άνεση που μοιάζει αδιαχώριστη από την εμφάνισή του, μια μεταξένια ποιότητα που, εν μέρει, φαίνεται να προέρχεται από το γεγονός ότι ξυπνά κάθε μέρα και περνά την ζωή του ανήκοντας στους εξαιρετικά όμορφους ανθρώπους.
Αυτό δεν σημαίνει φυσικά ότι οι όμορφοι άνθρωποι δεν έχουν να αντιμετωπίσουν τα ζητήματα, τις νευρώσεις και τις αμηχανίες που πλήττουν εμάς του θνητούς. Ο Μπραντ Πιτ όμως έμοιαζε να λειτουργεί με την απόλυτη σιγουριά που παρατηρεί κανείς σε πολύ συγκεκριμένους όμορφους ανθρώπους (και σε χορευτές), μια χαλαρότητα στις κινήσεις που δεν εκφράζει μόνο μια αίσθηση αυτοπεποίθησης, αλλά και μια έλλειψη εσωστρεφούς αμηχανίας και αμφιβολίας για τον χώρο που καταλαμβάνει κάποιος. Δεν πρόκειται για έπαρση. Είναι μια πηγαία ικανότητα που σου επιτρέπει να πηγαίνεις με το ρεύμα, χωρίς να σε παρασύρει...
Με στοιχεία από τους New York Times
σχόλια