Τα 25 εξαιρετικά ευχάριστα, αποκλειστικά λεπτά που πέρασα με τον Ζαν Ντυζαρντέν στις Κάννες μου αποκάλυψαν πως ο αναπάντεχος θριαμβευτής των φετινών Όσκαρ μπορεί να παραδεχτεί ανενδοίαστα την άπιστη φύση του, να κατακεραυνώσει μια στημένη επίθεση «φεμινιστικού» τύπου, να εξηγήσει μερικές από τις αμυντικές τεχνικές που του επιτρέπουν να ισορροπεί σ’ ένα επάγγελμα που θεωρεί τουλάχιστον παράξενο, να επιχειρηματολογήσει για την απροθυμία του να κυνηγήσει αμερικάνικες χίμαιρες που δεν τον ενδιαφέρουν πραγματικά και να επικροτήσει την ερμηνεία του Μπραντ Πιτ, παρατηρώντας με οξυδέρκεια μια μικρή, αλλά ουσιαστική «παιχτική» λεπτομέρεια. Είναι ωραίος τύπος κι έχει πάντα την υποψία του παλιομοδίτικου χαμόγελου του πράκτορα Υμπέρ Μπονισέρ ντε λα Μπατ και του σταρ του βωβού σινεμά καρφωμένη στην άκρη των χειλιών του.
Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον το ότι οραματιστήκατε την ταινία 6+1 απιστίες ως μια σειρά από σκετς...
Και εξαιρετικά σπάνιο, ως απαγορευτικό! Δεν γίνεται πλέον πουθενά. Ήθελα να προσεγγίσω μια κινηματογραφική αίσθηση ελευθερίας που βλέπαμε στα σπονδυλωτά φιλμ της δεκαετίας του ’60, με τον Βιτόριο Γκάσμαν για παράδειγμα, λίγο χαλαρά στην αρχή, όταν συνέλαβα την ιδέα. Με όλους τους συνεργάτες διαπιστώσαμε, βέβαια, στη συνέχεια πως το θέμα της απιστίας είναι ένα «τέρας» και είπαμε πως αν δεν καταλήγαμε σε κάτι που να μας αρέσει, θα τα παρατάγαμε. Ευτυχώς, οι καταστάσεις που θίξαμε υλοποιούνταν και ήρθαν φίλοι σκηνοθέτες για ν’ αναλάβουν τις ιστορίες. Ενώ το ξεκινήσαμε ως πλάκα μεταξύ μας, θελήσαμε στη συνέχεια να ερευνήσουμε ένα μεγάλο πεδίο όπου συνυπάρχουν το σοβαρό, το χυδαίο, το αστείο, τα πάντα.
Σας ενοχλεί να σας ρωτούν, κατά τη διάρκεια αυτών των συνεντεύξεων για τη συγκεκριμένη ταινία, τη δική σας άποψη και θέση για την απιστία;
Όχι, καθόλου! Θα ήταν ψέμα αν ισχυριζόμουν πως ποτέ δεν υπήρξα άπιστος. Φυσικά και έχω απατήσει. Έχω περάσει από αυτήν τη φάση και πλέον το ψάχνω καλλιτεχνικά με γνώμονα τον άνθρωπο, όταν είναι μόνος, όταν σκέφτεται να απιστήσει, όταν είναι στο τσακ, όταν όντως κάνει τη λαδιά και πώς το βιώνει. Το θέμα της απιστίας είναι οικουμενικό και ταμπού, ακόμα και στη Γαλλία.
Από τους πολλούς χαρακτήρες που υποδυθήκατε στην ταινία, με άγγιξε ο Λοράν (από το σκετς που σκηνοθέτησε ο Μισέλ Χαζαναβίσιους), ένας loser, συγκινητικός στην προσπάθειά του να την πέσει ακόμα και την τελευταία στιγμή στη μοναδική γυναίκα που έχει απομείνει διαθέσιμη.
Ο Λοράν είναι μια εναλλακτική εκδοχή της απιστίας, καθώς προσπαθεί, αλλά δεν τα καταφέρνει και επιστρέφει στο σπιτάκι του καθαρός, έχοντας γλιτώσει. Τουλάχιστον έτσι νομίζει, αφού τυπικά έχει δίκιο. Αυτό το επεισόδιο μου αρέσει κι εμένα πολύ γιατί δημιουργήθηκε από το μηδέν, σε ένα βαρετό ξενοδοχείο, με σκυθρωπούς ανθρώπους και πρωταγωνιστή έναν μετριότατο άνδρα που δεν έχει ελπίδες, ακόμα κι όταν χτυπάει μια γκόμενα που σιχαίνεται, καταλήγοντας να έχει τη συνείδησή του ήσυχη αλλά μια γεύση εντελώς πικρή.
Είχαν συμμετοχή, έστω και σε συμβουλευτικό ρόλο, γυναίκες στην ταινία;
Καθόλου. Ήταν καθαρά ανδρική υπόθεση, μια ταινία που σκεφτήκαμε, γράψαμε και σκηνοθετήσαμε άνδρες. Σε κάποια φάση είπαμε ν’ αφηγηθούμε τη γυναικεία απιστία, έστω και αποσπασματικά, αλλά παρατήσαμε την ιδέα, θεωρώντας πως αυτό θα μπορούσε να αφορά ένα πιθανό sequel.
Με τον Ζιλ Λελούς, ο οποίος είναι ο συχνότερος συμπρωταγωνιστής σας στην ταινία, είστε παλιοί φίλοι ή γνωριστήκατε περισσότερο με αφορμή τις 6+1 απιστίες;
Είμαστε κολλητοί. Και οι γυναίκες μας είναι καλές φίλες. Ανήκουμε στην ίδια γενιά, διασκεδάζουμε με τις ίδιες μαλακίες και είπαμε να κάνουμε μερικά από τα βιώματα και τα ενδιαφέροντά μας ταινία.
Με αφορμή το ακραίο επεισόδιο στο Λας Βέγκας (όπου ο Ντυζαρντέν και ο Λελούς καταλήγουν κανονικό ζευγάρι μετά από μια περιπετειώδη σεξοκραιπάλη), ποια είναι η πιο αξιομνημόνευτη υπερβολή που έχετε κάνει στη ζωή σας;
(γελάει) Δεν έχω να θυμηθώ σπουδαία πράγματα, ειλικρινά. Γι’ αυτό και κάνω σινεμά και είμαι ηθοποιός, γιατί τις ταινίες μπορώ να υλοποιήσω ό,τι μου περνάει απ’ το μυαλό και να το ζήσω κατά κάποιον τρόπο. Δεν ξεπερνώ ποτέ τα όριά μου. Στις ταινίες αισθάνομαι πιο ελεύθερος, σαφώς!
Ακόμη και όταν ήσασταν νεότερος, δεν τολμούσατε;
Ήμουν ανέκαθεν αρκούντως φρόνιμος. Φαντασιώνομαι αλλιώς στο σινεμά. Ο κινηματογράφος είναι τύχη για μένα, ένα δώρο.
Γυρίσατε το 6+1 Απιστίες πριν από το Artist;
Ξεκινήσαμε γυρίσματα ακριβώς πριν από έναν χρόνο, κατά τη διάρκεια του Φεστιβάλ των Καννών, όταν εδώ παίχτηκε το Artist. Και σε δύο μέρες ξεκινάω ως πρωταγωνιστής σ’ ένα φιλμ του Ερίκ Ροσάν με τον Τιμ Ροθ και τη Σεσίλ ντε Φρανς, με τίτλο Moebius. Είναι αισθηματικό και κατασκοπικό, όχι παρωδία σαν τον πράκτορα OSS (γελάει).
Και με το Χόλιγουντ τι γίνεται; Φέτος ήσασταν η ευχάριστη έκπληξη, ο αγαπημένος της πόλης...
Δεν συμβαίνουν και σπουδαία πράγματα ακόμη. Μου έχουν γίνει προτάσεις, όχι ιδιαίτερα ελκυστικές. Προς το παρόν, παίρνω τον χρόνο μου και το γνωρίζουν. Έχω ατζέντη εκεί που ψάχνει να μου βρει ενδιαφέροντες χαρακτήρες, αλλά όχι απαραίτητα σε αμερικάνικη ταινία. Δεν βιάζομαι.
Οι πρώτες κρούσεις ήταν να παίξετε σε μια υπερπαραγωγή ή κάτι άλλο;
Μμμ, ναι, ή να υποδυθώ σημαντικούς ανθρώπους, όπως ο ΛεΚορμπυζιέ ή ο Σαρτρ.
Δεν ακούγεται άσχημο!
Δεν με ενδιέφερε τίποτε από αυτά. Είναι περίεργο, αλλά δεν διακατέχομαι καθόλου από το όνειρο του χολιγουντιανού σινεμά, λες και είναι κάποιο είδος Ιερού Δισκοπότηρου. Εκτός από μερικά δείγματα ανεξάρτητου αμερικάνικου κινηματογράφου, το ευρωπαϊκό σινεμά βρίσκω πως είναι πολύ πιο ουσιαστικό. Δείτε την περίπτωση της Μαριόν Κοτιγιάρ: γύρισε μερικά ενδιαφέροντα πράγματα, με γνώμονα τους καλούς σκηνοθέτες, αλλά επέστρεψε στη Γαλλία κι έχει έναν ρόλο στην ταινία του Ζακ Οντιάρ που της επιτρέπει να δείξει το ταλέντο της. Τη λάτρεψα στο Rust and Bone και αμφιβάλλω αν σε μια αμερικάνικη ταινία θα έχει την ευκαιρία να ξεδιπλώσει τις αρετές της με αντίστοιχο τρόπο.
Το Όσκαρ Α’ ανδρικού ρόλου τι ακριβώς σημαίνει για σας, πρακτικά;
Κοιτάξτε, είναι μια μεγάλη carte de visite και θα παραμείνει τέτοια. Είμαι ευτυχής που μου προέκυψε, αλλά θα επιμείνω στο «βλέποντας και κάνοντας».
Δεν σας γνώριζαν και σας αντάμειψαν με τη μεγαλύτερη τιμή που θα μπορούσαν να σας κάνουν. Σας φέρθηκαν σαν σε πρίγκιπα.
Σαν πρίγκιπα; Νομίζω πως όλα οφείλονται στο Artist και στην καθολική εκτίμηση που έλαβε. Προσωπικά, δεν έχω καμία πρόθεση να επαναλάβω τον ομορφάντρα εποχής, να επιστρέψω στην ίδια εικόνα δηλαδή.
Όταν παραλαμβάνατε το βραβείο ερμηνείας πέρσι εδώ, στις Κάννες, από τα χέρια του Ρόμπερτ ντε Νίροπρονιοστικ, φαινόσασταν σχεδόν σαστισμένος από την τιμή.
Για να σας εξηγήσω λίγο πώς σκέφτομαι, δεν είμαι ακριβώς εντυπωσιασμένος από τον Ντε Νίρο, τον οποίο σέβομαι απεριόριστα, αλλά προσπαθώ να πάρω μια απόσταση από την ίδια τη δουλειά, σαν να συμβαίνει σε κάποιον άλλο όλο αυτό, κι όχι σε μένα. Δεν είναι θέμα ψευτομετριοφροσύνης αλλά αυτοπροστασίας. Είμαι με το ένα πόδι πολύ μέσα στο επάγγελμα και με το άλλο τελείως εκτός, λες και όλο αυτό το όνειρο κάποτε θα σταματήσει και οι προτάσεις δεν θα υπάρχουν πια. Είναι καθαρά ένα είδος προστασίας που έχω για τον εαυτό μου. Αυτή η νοοτροπία μού επιτρέπει να επιστρέφω φρέσκος και ορεξάτος σε κάθε καινούργιο ρόλο. Έτσι, έχω τη δυνατότητα να θέτω διαφορετικά ερωτήματα σε κάθε νέα ταινία, γιατί θεωρώ πως το επάγγελμά μου είναι δύσκολο και καθόλου νορμάλ. Δεν προσαρμόζομαι αυτόματα σε κάθε πλατό, υπάρχουν μέρες που δεν έχω όρεξη να μιλήσω σε όλους ή να εξηγήσω ακριβώς πώς σκέφτομαι, γιατί δεν είμαι και απόλυτα σίγουρος πως θα με καταλάβουν.
Αυτό συνέβη και με το 6+1 Απιστίες;
Α, όχι. Ήμουν περικυκλωμένος από φίλους, όλοι ταλαντούχοι, σε ένα ασφαλές περιβάλλον, οικογενειακό. Επιπλέον, η ατμόσφαιρα ήταν εντελώς casual, άσε που δεν ήμασταν σίγουροι πως το φιλμ θα βγει τελικά στις αίθουσες. Συμπεριφερόμασταν σαν αλάνια και λέγαμε πως θα κάναμε την πλάκα μας, θα το δείχναμε σε όσους ενδιαφέρονταν, αν καταφέρναμε να γυρίσουμε ικανό αριθμό επεισοδίων, και αν όχι, δεν θα ‘τρεχε και τίποτα...
Τι πιστεύετε για την επίθεση ,που δέχτηκε το φιλμ από γαλλικές φεμινιστικές οργανώσεις, και πιο συγκεκριμένα η αφίσα του φιλμ, που έδειχνε εσάς ανάμεσα σε γυναικεία πόδια;
(διστάζει) Ήταν υπερβολική. Βασίστηκε σε μια παλιότερη ιδέα, με τον Πατρίκ Ντεβέρ, από το Paradis pour tous. Εκείνη την εποχή δεν υπήρξε καμιά αντίδραση. Η επίθεση έγινε όταν βρισκόμουν στη μέση της οσκαρικής καμπάνιας για το Artist. Ήθελαν να δημιουργήσουν επεισόδιο και βρίσκω το όλο θέμα ανειλικρινές. Ήταν κατά τη διάρκεια της πρώτης μου συνέντευξης Τύπου, σε μια αίθουσα γεμάτη Αμερικανούς, και η μοναδική Γαλλίδα με ρώτησε ποια ήταν η γνώμη μου για την αντίδραση γύρω από την αφίσα. Είπα, «ο επόμενος, παρακαλώ» και την προσπέρασα. Η ερώτηση ήταν γαλλικής επινόησης, εντελώς ηλίθια, βλακώδης - κάποιος προσπάθησε να μου τη σπάσει κανονικά, ενώ επί πέντε μήνες δούλευα για την προώθηση του Artist. Οι Αμερικανοί, βέβαια, δεν έδωσαν σημασία, αφού στο Λος Άντζελες συναντάς παρόμοια πόστερ κάθε δέκα μέτρα. Ακόμα και στη Γαλλία υπάρχουν περίπτερα όπου μπορείς άνετα να δεις εικόνες τέτοιες και «χειρότερες». Θεώρησα ποταπή την κίνηση κι εκείνη τη στιγμή δεν αισθάνθηκα καθόλου υπερήφανος για τη χώρα μου. Ουσιαστικά, μερικοί ανώνυμοι παραπονέθηκαν και κάποιοι δημοσιογράφοι έδωσαν συνέχεια. Δεν ήταν τίποτε εκτεταμένο. Μα, επρόκειτο για ένα «ψέμα», ένα ενσταντανέ μιας κωμωδίας, που δεν ήταν κόντρα στις γυναίκες αλλά στον τύπο (τον Ντυζαρντέν στη φωτογραφία) που έκανε την απιστία. Για μένα, ήταν εντελώς προφανές αλλά σε αυτό το επάγγελμα πρέπει να εξηγείς ακόμα και τα προφανή μερικές φορές. Αυτό είναι κι ένας από τους λόγους που το κάνουν δύσκολο.
Τι είδους σινεμά σας αρέσει; Ποιες είναι οι αγαπημένες σας ταινίες;
Βλέπω τις ταινίες ετεροχρονισμένα, έναν χρόνο αφού βγουν στις αίθουσες. Πρόσφατα είδα το Apollonide του Μπερτράν Μπονελό. Ήταν παράξενο, αλλά με υπνώτισε. Μου άρεσε πολύ το Drive του Ρεφν. Και το Moneyball με τον Μπραντ Πιτ.
Τελευταία ερώτηση, γιατί πρέπει να είστε κουρασμένος.
Non, ca va!
Από τις ερμηνείες των υπόλοιπων υποψηφίων στα φετινά Όσκαρ, ποιον από τους Τζορτζ Κλούνι, Μπραντ Πιτ, Γκάρι Όλντμαν και Ντέμιαν Μπισίρ ξεχωρίσατε και γιατί;
Τον Μπραντ Πιτ στο Moneyball. Μου άρεσε πάρα πολύ, κυρίως επειδή πρότεινε ένα εντελώς ασυνήθιστο παίξιμο: συμπεριφερόταν «ανάρμοστα» ως προς το κείμενο, το σενάριο. Ενώ ο Μπίλι Μπιν που υποδυόταν ήταν ένα χαμένο κορμί, χωρίς καμιά προοπτική, και υπονοούσε συνεχώς πως κάτι θα γίνει με την περίπτωσή του και δεν θα χαθεί. Είναι κάποια λεπτά πράγματα στη φινέτσα της υποκριτικής που οι συνάδελφοι βλέπουμε μεταξύ μας.
σχόλια