ALL WE IMAGINE AS LIGHT
Η 45χρονη Πράμπα εργάζεται σε νοσοκομείο, βοηθά αθόρυβα και πενθεί εξίσου χαμηλόφωνα τη συζυγική της σχέση, την οποία της έχει στερήσει η ξενιτιά. Η νεότερη συγκάτοικός της, Ανού, παρορμητική και ασυμβίβαστη, βγαίνει με μουσουλμάνο και σκανδαλίζει όσους το γνωρίζουν. Και η στενή της φίλη, και μεγαλύτερη σε ηλικία, Παρβάτι, αντιμετωπίζει τη σκληρή πραγματικότητα μιας έξωσης. Οι τρεις διαφορετικών γενεών γυναίκες δραπετεύουν από το πολύβουο Μουμπάι για να βρουν τον εαυτό τους σε ένα παραθαλάσσιο χωριουδάκι, στην ταινία «Όσα φανταζόμαστε ως φως» τής υποψήφιας για το DGA πρώτου φιλμ Παγιάλ Καπάντια, ποιητική συνέχεια του σινεμά του Σατγιατζίτ Ρέι και μεγάλη αποκάλυψη του περσινού Φεστιβάλ Καννών, όπου και διακρίθηκε με το μεγάλο βραβείο της κριτικής επιτροπής – ήταν η πρώτη ινδική συμμετοχή στο επίσημο διαγωνιστικό τμήμα εδώ και τρεις δεκαετίες! (23/01)
ARCADIA
Τα φαντάσματα που κατοικούν το «Arcadia» του Γιώργου Ζώη, σε σενάριο δικό του και της Κωνσταντίνας Κοτζαμάνη, με πρωταγωνιστές τον Βαγγέλη Μουρίκη και την Αγγελική Παπούλια, που έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο τμήμα Encounters της 74ης Berlinale, υπνοβατούν με στιγματισμένη συνείδηση και πληρώνουν την αμαρτία της ζωής τους, ώσπου το εν ζωή θύμα τους να τα απαλλάξει από το άχθος και να προχωρήσει χωρίς αυτά στο επόμενο κεφάλαιο. Αφομοιώνοντας οργανικά τις κινηματογραφικές του επιρροές και δημιουργώντας ένα περιβάλλον ρέουσας μετάβασης, ζοφερό αλλά και τρυφερό, σχεδόν εξομολογητικό, ο Γιώργος Ζώης, ειδικά στο πρώτο ημίωρο, χτίζει σασπένς εισάγοντας τους χαρακτήρες, ενώ αναπτύσσει έναν ιδιαίτερο δεσμό οικειότητας και εξάρτησης ανάμεσα στο πρωταγωνιστικό ζευγάρι, με ένα ενδιαφέρον twist από το κοινό παρελθόν τους στην παράδοξη εκκρεμότητα που βιώνουν σε μια εναλλακτική ζώνη του λυκόφωτος. (23/01)
A COMPLETE UNKNOWN
Στον Τζέιμς Μάνγκολντ, ο οποίος χειρίστηκε με αξιοπρέπεια τον βίο και την πολιτεία του Τζόνι Κας στο «Walk the Line», έπεσε ο κλήρος να αναλάβει τη βιογραφία της πιο μυστηριώδους προσωπικότητας της σύγχρονης μουσικής: ευτυχώς, ο Μπομπ Ντίλαν έτεινε χείρα βοηθείας και προσέφερε πληροφορίες για την εποχή που αναστάτωσε τη μουσική σκηνή, όταν από θρύλος της ακουστικής μπαλάντας διαμαρτυρίας το γύρισε στον ηλεκτρικό ήχο και, φευ, στη ροκ – ο πρώτος τίτλος του «A Complete Unknown» ήταν «Going Electric». Με τις συμβουλές του Τζόελ Κοέν και του δασκάλου που εκπαίδευσε τον Όστιν Μπάτλερ για να ακούγεται ως Έλβις, ο Τιμοτέ Σαλαμέ, ο οποίος δεν έχει ακόμη συναντήσει από κοντά το είδωλό του, προβάρει τον ρόλο και κυρίως τα τραγούδια του Ντίλαν, παίζοντας κιθάρα και τραγουδώντας ο ίδιος, εδώ και τρία χρόνια, σε μια ερμηνεία που ήδη χαιρετίστηκε ως εντελώς επιτυχημένη και τον φέρνει στην εμπροσθοφυλακή των βραβείων για το 2025. Ο Έντουαρντ Νόρτον υποδύεται τον Πιτ Σίγκερ και η Μόνικα Μπαρμπάρο την Τζόαν Μπαέζ. (23/01)
FLOW
Μια μαύρη γάτα που δεν φοβάται το νερό περιπλανιέται σε έναν πλανήτη ερημωμένο από ανθρώπινη παρουσία, πνιγμένο από έναν μετα-αποκαλυπτικό κατακλυσμό, παρέα με έναν σκύλο, ένα πτηνό, ένα καπιμπάρα κι έναν λεμούριο, σε μια συναρπαστική, αστεία και συγκινητική περιπέτεια χωρίς διάλογο, αλλά με εικαστική δύναμη, ευθύβολο στοχασμό, κανέναν διδακτισμό και ασταμάτητη πλοκή. Το animation της χρονιάς, και σίγουρα ένα από τα πιο πρωτότυπα δείγματα του είδους που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια (ίσως το εξίσου αριστουργηματικό «J’ ai perdu mon corps» του Ζερεμί Κλαπέν να είναι το πιο πρόσφατο), φέρει την υπογραφή του Λετονού Γκιντς Ζιλμπαντόντις και στα Όσκαρ απειλεί τα «Μυαλά που Κουβαλάς» και το «Ατίθασο Ρομπότ». (30/01)
THE BRUTALIST
Ένας Ούγγρος αρχιτέκτονας (ο φοβερός Έιντριαν Μπρόντι) δραπετεύει από το Ολοκαύτωμα και ονειρεύεται την ηθική και καλλιτεχνική του αποκατάσταση στην Αμερική, ώσπου ένας Μαικήνας (ο εξίσου αξιοσημείωτος Γκάι Πιρς) παρεμβαίνει καταλυτικά. Στο μεγαλοπρεπές και φιλόδοξο «The Brutalist», που τιμήθηκε για τη σκηνοθεσία του στη Βενετία και πρωταγωνιστεί σε όλα τα σημαντικά βραβεία της σεζόν, ένα κινηματογραφικό χρονικό εξουσίας, καταστολής, επιβίωσης, αλλοτρίωσης και αναζήτησης ταυτότητας όπου το στυλ είναι ο στόχος, γίνεται σαφές ότι ο δημιουργός του, Μπρέιντι Κόρμπετ, μιλάει εκ μέρους όλων των κινηματογραφιστών που μορφοποιούν το περιεχόμενο μέσα από τον φορμαλισμό της επιλογής τους, σε μια αποθέωση της τέχνης ως βαθέος τραύματος και ευεργετικού ελιξιρίου, με φόντο τα μέσα του 20ού αιώνα. (06/02)
LE DERNIER SOUFFLE
Στα 91 του χρόνια, ο Κώστας Γαβράς αισθάνθηκε την ανάγκη να αναμετρηθεί κινηματογραφικά με τον θάνατο, κι επιχειρεί να κατανοήσει το τέλος όπως το βιώνουν με αγωνία οι ασθενείς και με θλίψη οι συγγενείς τους, σε ένα ποιητικό μπαλέτο πολύ διαφορετικό από την εξίσου αξιοπρεπή, πρόσφατη πραγματεία του Πέδρο Αλμοδόβαρ για την ευθανασία. Το αποτέλεσμα είναι συγκινητικό, στοχαστικό και ελπιδοφόρο – μια από τις μεστότερες ταινίες στη φιλμογραφία του. Στην «Τελευταία Πνοή», που ο Έλληνας σκηνοθέτης βάσισε στις δικές του επισκέψεις σε ασθενείς τις οποίες οργάνωσε ο γιατρός αδελφός του στη Βοστώνη, ένας στωικός ογκολόγος (Καντ Μεράντ) κι ένας υποχόνδριος συγγραφέας (Ντενί Πονταλιντές) ξεκινούν μια μεγάλη, φιλοσοφική βόλτα στο αναπόφευκτο, και οι ενδιάμεσες στάσεις αποκαλύπτουν μια σειρά από απροσδόκητες, ανθρώπινες στιγμές, ερμηνευμένες από γνωστούς ηθοποιούς, όπως η Σαρλότ Ράμπλινγκ και ο Γιώργος Χωραφάς. (13/02)
I’M STILL HERE
Τη μνήμη του ακτιβιστή Ρούμπενς Παΐβα τιμά ο Βάλτερ Σάλες στην κινηματογραφική του επιστροφή, με ένα δραματικό χρονικό επιβίωσης και αντίστασης που βασίζεται στο βιβλίο του γιου του, Μαρτσέλο, όπου πρωταγωνιστεί η υπέροχη Φερνάντα Τόρες και εμφανίζεται στο φινάλε η θρυλική μητέρα της, η 96χρονη Φερνάντα Μοντενέγκρο, και αυτή στον ρόλο της δυναμικής και συγκινητικής Γιούνις. Από το συλλογικό στο προσωπικό, από τον πόνο του βραζιλιάνικου λαού στα πέτρινα χρόνια της δικτατορίας ως το «αν είμαι ακόμη εδώ», την εθιμοτυπική υπόσχεση που δίνει ο πατέρας στη μικρή του κόρη όταν θάβει τρυφερά το δοντάκι της, ο σκηνοθέτης του «Κεντρικός Σταθμός» και του «Ημερολόγια Μοτοσικλέτας» παίρνει ως αφορμή την ντροπή των εξαφανισμένων για να μιλήσει για την αγέρωχη επιμονή όσων έμειναν πίσω να περιμένουν. (13/02)
PRESENCE
Αφού τίμησε τον δάσκαλο Χίτσκοκ και τον «Σιωπηλό Μάρτυρα» με το παραγνωρισμένο, κυρίως λόγω Covid, «Kimi», και άγγιξε ελαφρά τον τελευταίο χορό του «Magic Mike» και της παρέας του, ο Στίβεν Σόντερμπεργκ βουτά με τον δικό του τρόπο στο σύμπαν του θρίλερ, σε σενάριο του σταθερού του συνεργάτη Ντέιβιντ Κεπ. Στο «Presence», μια οικογένεια μετακομίζει σε ένα σπίτι στα προάστια και γρήγορα αντιλαμβάνεται μια άγνωστη παρουσία στον χώρο. Αδιάφορος έως αλλεργικός στην εμπορική επιτυχία και τις πολλές βραβεύσεις, ο Αμερικανός σκηνοθέτης δεν παύει να πειραματίζεται, και εδώ αφηγείται τη μεταφυσική ιστορία του από την οπτική του φαντάσματος. Και αν απογοητευτούμε, ο παραγωγικότατος Σόντερμπεργκ επιστρέφει την άνοιξη με το «Black Bag», με την Κέιτ Μπλάνσετ και τον Μάικλ Φασμπέντερ. (20/02)
THE LAST SHOWGIRL
Το «Last Showgirl» της Τζία Κόπολα φέρνει ξανά στο προσκήνιο το ξεθωριασμένο σφρίγος της Πάμελα Άντερσον στα πλουμιστά καμπαρέ του Λας Βέγκας, όπως, κατ’ αναλογία, ο Ντάρεν Αρονόφσκι ανέσυρε το πληγωμένο, πάλαι ποτέ δοξασμένο σώμα του Μίκι Ρουρκ στα ιδρωμένα ρινγκ της πυγμαχίας στο «Wrestler». Κάτι σαν πολυπρόσωπο «Substance» της εργατικής τάξης, το passion project της τέταρτης στη σειρά κινηματογραφίστριας της διάσημης οικογένειας θίγει το τίμημα που πληρώνει μια γυναίκα όταν το show κατεβάζει ρολά και οι άνδρες αποστρέφουν το βλέμμα. Εδώ δεν μιλάμε για επιστροφή της Πάμελα Άντερσον, αλλά για ουσιαστικό ντεμπούτο της Καναδής ηθοποιού στο σινεμά, στα 57 της χρόνια! Ήταν υποψήφια για Χρυσή Σφαίρα, βρίσκεται στην πεντάδα πρώτου ρόλου για τα Screen Actors Guild, και μια υποψηφιότητα για Όσκαρ δεν είναι όνειρο για την playmate και τηλεοπτική ναυαγοσώστρια, που κατάφερε να κεντρίσει το ενδιαφέρον με το πρόσφατο αυτοβιογραφικό ντοκιμαντέρ στο Netflix, τις αμακιγιάριστες εμφανίσεις και τις εγκάρδιες… μαγειρικές συνταγές της. (27/2)
JULIE KEEPS QUIET
Σε μια εξαιρετικά τεταμένη περίοδο για τη 17χρονη ταλαντούχα αθλήτρια, η συνομήλικη, φίλη και συναθλήτριά της στην ακαδημία τένις αυτοκτονεί, και ο προπονητής και των δυο εξαφανίζεται, απομακρυσμένος χωρίς πολλές εξηγήσεις από τους υπεύθυνους του ομίλου. Η αφοσιωμένη στις προπονήσεις, λακωνική και θλιμμένη Ζουλί καλείται να απαντήσει σε πολλά και κρίσιμα ερωτήματα, χωρίς να νιώθει έτοιμη να εκφράσει τις σκέψεις και τα συναισθήματά της. Με φόντο το φορτισμένο τερέν και μια εξαντλητική, επαναλαμβανόμενη καθημερινότητα, το «Julie Keeps Quiet» μετατοπίζει χωρίς σκηνοθετική περιττολογία και σεναριακές απερισκεψίες το βάρος σε μια αθώα που φαντάζει ένοχη επειδή χρειάζεται τον ψυχολογικό της χρόνο για να επεξεργαστεί τις καταστάσεις. Εξαιρετικό σκηνοθετικό ντεμπούτο από τον Βέλγο Λεονάρντο Βαν Ντιλ, που είδαμε στο πρόσφατο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. (Φεβρουάριος)