JAYE DAVIDSON
Η μεγάλη έκπληξη του έξοχου φιλμ του Νιλ Τζόρνταν, το Παιχνίδι των Λυγμών (που είδα στο φεστιβάλ Βενετίας σε πρώτη προβολή, μαζί με δεκάδες δημοσιογράφους, χωρίς να γνωρίζουμε από πριν ποιά και ποιού ταινία θα παρακολουθούσαμε, οπότε καταλαβαίνετε το ευχάριστο σοκ...) ήταν ο Τζέϊ Ντέϊβιντσον, στον οποίο χρωστάει την πιο αποκαλυπτική στιγμή της η ταινία. Ο Βρετανός με το ανδρόγυνο λουκ ανακαλύφθηκε σε πάρτι του Ντέρεκ Τζάρμαν, ήταν μοντέλο, δεν είχε καμία πείρα στο σινεμά, και προσλήφθηκε βάσει εμφάνισης (και ενστίκτου του σκηνοθέτη), φτάνοντας στις υποψηφιότητες του δεύτερου ανδρικού ρόλου το 1992, όπου πήγε με έναν φίλο του, σχεδόν ingognito και με εμφανές άγχος. Αμέσως μετά τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο έπος φαντασίας Stargate, εγκατέλειψε τον κινηματογράφο και, ως γνήσιος διάττων αστήρ, δήλωσε πως δεν άντεξε τη φήμη και την πίεση, γι αυτό και επέστρεψε στην ανωνυμία και το σποραδικό μόντελινγκ.
HAING S. NGOR
Η πραγματική ιστορία του Χενγκ Νγκόρ είναι άκρως κινηματογραφική, αν και δεν έχει σχέση με το σινεμά: πλήρωσε πολύ ακριβά την μετάβαση της χώρας του, της Καμπότζης, από το παλιό καθεστώς στην απολυταρχία των Κόκκινων Χμερ, καθώς αναγκάστηκε να κρύβει την ιατρική ειδικότητα του για να μην θεωρηθεί διανοούμενος (φτάνοντας να μην φοράει τα γυαλιά μυωπίας του, για να μην φαίνεται διανοούμενος...) και έχασε τη γυναίκα του όταν πέθανε στη γέννα του παιδιού τους, αδυνατώντας να τη βοηθήσει, αν και γυναικολόγος, για να μην αποκαλυφθεί!
Χωρίς να μπορεί να εξασκήσει το επάγγελμα του στην Αμερική όπου διέφυγε και δίχως καμία πείρα στο σινεμά, επιλέχθηκε στο ρόλο του Ντιθ Πραν στο Σκιές στη Σιωπή, την καλύτερη ταινία του Ρόλαντ Τζόφε, και έγινε ο πρώτος Ασιάτης που κέρδισε Όσκαρ , και μάλιστα στο ντεμπούτο του. Δεν είχε συνέχεια στο χώρο, παρά τις εμφανίσεις του σε ταινίες και σίριαλ, αμέσως μετά τον αναπάντεχο θρίαμβο του, και βρήκε τραγικό θάνατο το 1996, έξω από το σπίτι του στην Τσάϊναταουν του Λος Άντζελες, θύμα ληστείας από μέλη μιας συμμορίας. Οι δολοφόνοι καταδικάστηκαν την ίδια μέρα που ανακοινώθηκε ο θάνατος του αυτουργού για την απίστευτη οδύσσεια του Νγκορ, του Πολ Ποτ, στην Καμπότζη...
JEAN PAUL SARTRE
Η κατηγορία του σεναρίου, διασκευασμένου και πρωτότυπου, θεωρείται δικαίως η πλέον ανοιχτόμυαλη και εξωχολιγουντιανή των Όσκαρ, έχοντας κατά καιρούς προτείνει ονόματα από πολλές χώρες, με έμφαση στην Ιταλία και κυρίως τον Φεντερίκο Φελίνι, αναδεικνύοντας ταινίες που οι άλλες κατηγορίες δεν νοιάστηκαν ποτέ να συμπεριλάβουν, παρά μόνο κατ' εξαίρεση.
Το αποκορύφωμα, μετά από υποψηφιότητες προσωπικοτήτων των γραμμάτων και του θεάτρου, όπως ο Τζον Στάϊνμπεκ, ο Αλέν Ρομπ Γκριγιέ, ο Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ και ο Τενεσί Γουίλιαμς, που ενεπλάκησαν περιστασιακά με το σινεμά, ήρθε όταν το 1956 πρότειναν τον υπαρξιστή φιλόσοφο Ζαν Πολ Σαρτρ. Αρκετά χρόνια πριν αρνηθεί το Νόμπελ, είχε γράψει το σενάριο Typhus, το 1947, το οποίο μετέφερε, αλλάζοντας τη χώρα και μερικά βασικά στοιχεία, ο Ιβ Αλεγκρέ, με τον Ζεράρ Φιλίπ και την Μισέλ Μοργκάν. Η γαλλομεξικανική συμπαραγωγή βγήκε στις αίθουσες της Γαλλίας το 1953 χωρίς εγκώμια και εισιτήρια, και 3 χρόνια αργότερα παίχθηκε στο Λος Άντζελες, και οι σεναριογράφοι-μέλη της Ακαδημίας θεώρησαν πρεστιζάτο να προτείνουν τον Σαρτρ, που είχε επισήμως το credit του στο story, στην πεντάδα. Φυσικά δεν πήγε στην απονομή, ούτε κέρδισε το βραβείο.
BOWERY BOYS
Το 1957 βγήκαν στις αίθουσες δύο ταινίες με ακριβώς τον ίδιο τίτλο: το High Society με τον Μπινγκ Κρόσμπι, τον Φρανκ Σινάτρα και την Γκρέϊς Κέλι ήταν η μεταφορά σε χαλαρή μορφή μιούζικαλ της μεγάλης επιτυχίας του 1940, Κοινωνικά Σκάνδαλα. Το High Society των Bowery Boys ήταν ένας ασήμαντος σταθμός σε μια σειρά κωμωδιών χαμηλού προϋπολογισμού και γούστου, από ένα κουαρτέτο κωμικών, που υπέγραφαν σεναριογράφοι ειδικευμένοι στα σκετς και τα gags. Η Ακαδημία μπερδεύτηκε και, αντί για το καλό, πρότεινε το "φτηνό" High Society στην κατηγορία του καλύτερου σεναρίου- story λεγόταν τότε μιά από τις υποκατηγορίες του. Έχοντας αίσθηση του χιούμορ, οι Bowery Boys έβγαλαν μια ανακοίνωση που περίπου έλεγε πως δεν το περίμεναν και πως πρόκειται περί λάθους, ζητώντας οικιοθελώς να βγούν τα ονόματα τους από τη λίστα με τους υποψηφίους.
Η Ακαδημία, που προφανώς τους πρόλαβε τα περίεργα νέα και τους παρακάλεσε να ενεργήσουν ελλείψει αυτόματης διόρθωσης, ανακουφίστηκε με τη λύση και ευχαρίστως έσπευσε να δεχθεί τη λύση που πρότειναν οι άνθρωποι που δεν ξανακούστηκαν ποτέ πιά, ούτε στα Όσκαρ, ούτε κι αλλού. Αξιοσημείωτη σύμπτωση: μιλάμε για την χρονιά, που οι ίδιοι σεναριογράφοι πρότειναν τον Σαρτρ, όπως είπαμε πριν, αλλά και κάποιον Ρόμπερτ Ριτς, για την ταινία The Brave One, που τελικά κέρδισε το Όσκαρ και αποδείχθηκε πως Ριτς δεν υπάρχει, αλλά πρόκειται για ψευδώνυμο που χρησιμοποίησε ο blacklisted Ντάλτον Τράμπο, ο οποίος επίσης δεν πήγε στην απονομή και χάρηκε που άκουσε το λογοτεχνικό του avatar να κερδίζει αλλά δνε το είπε πουθενά, για ευνόητους λόγους. Η πιο σνομπ ομάδα των Όσκαρ πήγε για υπαρξισμό και δεν προλάβαινε τις γκάφες ολκής!
MICHAEL V. GAZZO
Πάρα πολλοί ηθοποιοί, δικαίως, προτάθηκαν για Όσκαρ για τον πρώτο και τον δεύτερο Νονό. Ο Μάρλον Μπράντο και ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο το πήραν, ο Αλ Πατσίνο το έχασε δύο φορές, ενώ ο Τζέϊμς Κάαν, ο Ρόμπερτ Ντυβάλ, ο Λι Στράσμπεργκ και ο Μάϊκλ Γκάτσο από μία. Ο Στράσμπεργκ δεν είναι άλλος από τον θρυλικό εμπνευστή και θεμελιωτή του Actor's Studio, ένας δάσκαλος υποκριτικής με πολλές εμφανίσεις στο θέατρο και ελάχιστες στο σινεμά. Ο Μάϊκλ Γκάτσο ήταν φίλος του Στράσμπεργκ και δεν είναι άσχετη με εκείνον η συμμετοχή του στο Νονό 2. Συγγραφέας θεατρικών έργων, όπως το βραβευμένο Hatful of Rain (που αργότερα μεταφέρθηκε στο σινεμά με τον Άντονι Φραντσιόζα), ξεκίνησε μια καινούρια καριέρα μπροστά από την κάμερα στα 50 του χρόνια, κάνοντας δυσανάλογα με την πρώτη φάση της επαγγελματική του καριέρας, πολλές εμφανίσεις κυρίως σε τηλεοπτικές σειρές της εποχής, επί 20 χρόνια, μέχρι τον θάνατο του, το 1994. Παραμένει ένας από τους λιγότερο γνωστούς χαρακτήρες της τριλογίας του Νονού, και κανείς δεν θυμάται καν πως παραλίγο να κερδίσει Όσκαρ.
σχόλια