«Πριν από λίγο έκλεισα εισιτήριο για το Αϊβαλί. Μονοήμερη αύριο στις πάλαι ποτέ Κυδωνίες, την αδελφή πόλη της Μυτιλήνης. Βέβαια, θα μπορούσες να τους βρεις κι ένα σωρό άλλες συγγένειες, αφού η Μυτιλήνη στάθηκε για τις Κυδωνίες και μάνα και σύζυγος που χήρεψε και κόρη ορφανή. Και το Αϊβαλί, ένας παλικαράς κοντραμπατζής που την άφησε μοναχή της πάνω στα καλύτερα. Ξαφνικά! Αιφνίδια! Σαν σε στροφή ενός ζεϊμπέκικου στη μέση της γιορτής». Μ’ ένα ζεϊμπέκικο που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Έτσι παρομοιάζει τη σχέση ανάμεσα στο Αϊβαλί και τη Μυτιλήνη ο γνωστός σκιτσογράφος και γελοιογράφος του «Ποντικιού» Soloup στο Αϊβαλί (εκδόσεις Κέδρος). Ένα ώριμο, ρεαλιστικό και καλοδουλεμένο graphic novel που προέκυψε ως ιδέα ύστερα από ένα σύντομο, μονοήμερο ταξίδι στο Αϊβαλί και ολοκληρώθηκε έπειτα από τρία χρόνια ενδελεχούς έρευνας και μελέτης σε ιδρύματα, μουσεία και κείμενα που σχετίζονται με τη Μικρασιατική Καταστροφή και την ανταλλαγή πληθυσμών που ακολούθησε. Το Αϊβαλί αποτελείται από τέσσερις αυτοτελείς αφηγήσεις που είναι εμπνευσμένες από τα βιβλία Αϊβαλί η πατρίδα μου του Φώτη Κόντογλου (εκδόσεις Άγκυρα), Νούμερο 31328 και Μικρασία, χαίρε του Ηλία Βενέζη (εκδ. Εστία) και Τα παιδιά του πολέμου του Τούρκου συγγραφέα Αχμέτ Γιορουλμάζ (εκδόσεις Ωμέγα). Τέσσερις όψεις της ίδιας ιστορίας που όμως αλληλοσυμπληρώνονται και συνδέουν το παρελθόν με το παρόν. Τη γενιά που βίωσε τον ξεριζωμό και την καταστροφή με τις γενιές που κουβάλησαν αφηγήσεις, δανεικές μνήμες και συλλογικές πληγές. Το Αϊβαλί έτυχε θερμής αποδοχής από το κοινό και ετοιμάζεται να μεταφραστεί στα γαλλικά και στα τούρκικα, ενώ σε λίγες μέρες παρουσιάζεται στο Μουσείο Μπενάκη στην Πειραιώς μία έκθεση αφιερωμένη στο βιβλίο και τη δουλειά του Soloup με τίτλο «Αϊβαλί: Ένα ταξίδι στον χρόνο».
— Θυμάστε την εποχή που αρχίσατε να σκιτσάρετε;
Αν σου πω το κοινότοπo «από παιδί»; Κι όμως, θυμάμαι την πρώτη μου γελοιογραφία την ίδια περίπου εποχή που άρχισα να διαβάζω. Ένας καρχαρίας κυνηγούσε έναν λουόμενο κι ένας άλλος που δεν είχε δει τον καρχαρία τον ρωτούσε «γιατί βιάζεσαι;».
Διαβάζοντας όμως τον Βενέζη και τις άλλες μαρτυρίες της εποχής σε πρώτο πρόσωπο, παρασύρθηκα κι εγώ σε μια προσωπική αφήγηση.
— Πότε προέκυψε ο Soloup;
Στα φοιτητικά μου χρόνια, στην Πάντειο, όταν έκανα σκίτσα και αφίσες για μια ομάδα που είχαμε. Το χρησιμοποίησα πρώτη φορά το 1986 και από τότε το παντρεύτηκα.
— Το «Αϊβαλί» προσφέρει στον αναγνώστη μια καταβύθιση στο παρελθόν και σε μερικές από τις πιο επώδυνες εικόνες της ατομικής αλλά και της εθνικής, συλλογικής μας μνήμης: η Μικρασιατική Καταστροφή, τα διαβόητα τάγματα εργασίας «Αμελέ Ταμπουρού», η ανταλλαγή πληθυσμών, οι άνθρωποι που χάθηκαν, οι ζωές που διαγράφηκαν μέσα σε μια νύχτα. Τι ήταν αυτό που σας παρακίνησε να δώσετε εικόνα και λόγο στις ιστορίες εκείνης της εποχής;
Προέκυψε. Γύρισα από ένα μονοήμερο ταξίδι στο Αϊβαλί, αλλά το μυαλό μου ήταν εκεί διαρκώς για μήνες. Διάβαζα μέρα-νύχτα οτιδήποτε σχετικό. Και ήταν τέτοια η επίδραση των μαρτυρικών αφηγήσεων, που στο τέλος βρέθηκα κι εγώ μέσα στο σενάριο να μιλώ για τις γιαγιάδες και τους παππούδες μου αλλά και για τις ζωές μας σήμερα.
— Πείτε μας δυο λόγια για τη διαδικασία συγγραφής του βιβλίου και τις ιστορίες που περιέχει. Πώς ακριβώς συνδέονται ο Φώτης Κόντογλου, ο Ηλίας Βενέζης, η αδερφή του Αγάπη Βενέζη-Μολυβιάτη και ο Αχμέτ Γιορουλμάζ;
Το μόνο σίγουρο στις φαινομενικά ανεξάρτητες αφηγήσεις είναι πως και οι τέσσερις συγγραφείς τους είναι Αϊβαλιώτες. Όμως, αν κοιτάξετε καλύτερα, θα διακρίνετε πως τις συνδέει και κάτι βαθύτερο. Αποτελούν μαρτυρίες μιας τρομερής σελίδας της σύγχρονης παγκόσμιας ιστορίας, της καταστροφή του ’22 και της ανταλλαγής πληθυσμών. Θραύσματα ζωών από τον ίδιο όλεθρο. Έτσι, σκέφτηκα πως αν τις βάζαμε δίπλα-δίπλα, θα αποκτούσαν μια προοπτική που θα έφτανε μέχρι σήμερα. Αφού η ανάγκη για αξιοπρέπεια απέναντι στον φανατισμό, τη μισαλλοδοξία και τη βία αποτελεί και σήμερα το ζητούμενο.
— Το βιβλίο λειτουργεί και ως ένα πολιτικό σχόλιο για τη Συνθήκη της Λωζάνης, έτσι δεν είναι;
Αυτό που σχολιάζεται ουσιαστικά είναι η επιβολή διεθνώς μιας «επίσημης Ιστορίας» που δικαιολογείται σε κάθε περίσταση ως αναγκαία. Μιας Ιστορίας, δηλαδή, που επικροτεί –έστω και με τη συνοδεία «ανθρωπιστικών», κροκοδείλιων δακρύων– τους διπλωματικούς, οικονομικούς και πολιτικούς χειρισμούς, ενώ την ίδια ώρα πακετάρει απλά, ως θύματα, τις ανθρώπινες ζωές και τις τύχες των λαών. Κάπως έτσι φτάσαμε και στη διπλωματικά «δικαιολογημένη» στιγμή στη Σμύρνη το 1922, όταν ούρλιαζαν χιλιάδες άνθρωποι σε απόγνωση στην προκυμαία, με τα «συμμαχικά» πλοία που ήταν αγκυροβολημένα στο λιμάνι να παίζουν εμβατήρια για να μην ακούγονται τα ουρλιαχτά.
— Οι οικογένειες της μητέρας και του πατέρα σας κατάγονται από τη Μικρά Ασία. Επομένως, το Αϊβαλί εμπεριέχει και δικά σας βιώματα. Πόσο εύκολο σας ήταν να εκθέσετε στο κοινό ένα τόσο προσωπικό σας κομμάτι;
Δεν ήταν καθόλου εύκολο. Διαβάζοντας όμως τον Βενέζη και τις άλλες μαρτυρίες της εποχής σε πρώτο πρόσωπο, παρασύρθηκα κι εγώ σε μια προσωπική αφήγηση. Απ’ τη μια υπήρξε ένα ξεγύμνωμα, μια έκθεση που αποφεύγουμε συνήθως στις ζωές μας. Από την άλλη, όμως, λειτούργησε λυτρωτικά. Ξεκαθάρισαν πολλά πράγματα μέσα μου. Και ίσως αυτή η αμεσότητα να κέρδισε την εμπιστοσύνη τόσο πολλών αναγνωστών που, όταν με συναντούν ή μου γράφουν, ξεκλειδώνονται κι εκείνοι με τη σειρά τους.
— O συγγραφέας Μπρους Κλαρκ γράφει στην εισαγωγή του βιβλίου: «Τα σκίτσα είναι συχνά ο ιδανικός τρόπος να απεικονίζονται η περιπλοκότητα και το παράδοξο. Κατά μία έννοια, τα “απλά σκίτσα” είναι ο τρόπος με τον οποίο βιώνουμε τη ζωή». Συμφωνείτε με την άποψή του;
Ο Μπρους Κλαρκ ήταν από τους πρώτους που προσέγγισαν το συγκεκριμένο θέμα με τη μέγιστη δυνατή αποστασιοποίηση, χωρίς ταυτόχρονα να αδιαφορεί για τον ανθρώπινο πόνο. Και ο ανθρώπινος πόνος δεν είναι κάτι που προσεγγίζεται εύκολα μέσα από τις θεωρίες της διπλωματίας και της πολιτικής – μόνο μέσα από την τέχνη που εστιάζει πάνω στις ψυχές, τη λογοτεχνία, τον κινηματογράφο, το θέατρο. Γιατί όχι, λοιπόν, και μέσα από τα graphic novels;
— Υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στις ιδιότητες του γελοιογράφου και του σκιτσογράφου; Γιατί πολλοί τις έχουν στο μυαλό τους ως ταυτόσημες.
Είναι συγγενείς τέχνες, αλλά ταυτόχρονα και δύο τελείως διαφορετικές ενασχολήσεις. Εξαιρετικά σπάνια θα βρείτε διεθνώς γελοιογράφους να είναι ταυτόχρονα και δημιουργοί κόμικς. Μην βλέπετε τι γίνεται στην Ελλάδα. Εδώ υπάρχουν διάφοροι τύποι σαν εμένα που έχουν βαλθεί να μπερδέψουν τελείως αυτά τα πράγματα.
— Με αφορμή όσα τραγικά συνέβησαν στα γραφεία του σατιρικού γαλλικού περιοδικού «Charlie Hebdo», γράψατε στην «Athens Voice» πώς «ο αδύναμος κρίκος των ανθρώπινων κοινωνιών είναι η σάτιρα. Η σάτιρα, η ελευθερία του λόγου, είναι ένα κουφάρι, μια μόδα χωρίς αντίκρισμα». To πιστεύετε όντως αυτό; Τι απέγινε η ρήση που θέλει την πένα να είναι ισχυρότερη από το ξίφος;
Το σχόλιό μου δεν ήταν απέναντι στη σάτιρα αλλά απέναντι στην πολιτική και ιδεολογική χρήση αυτού που συνέβη. Aπέναντι στην πλειονότητα όσων Δυτικοευρωπαίων δήλωναν υποκριτικά ή από άγνοια «Je suis Charlie», χωρίς ποτέ να το έχουν διαβάσει. Αλλά και απέναντι στις αιματηρές διαδηλώσεις σε άλλες ηπείρους ενάντια στο «Charlie», που επίσης δεν ήξεραν τι ακριβώς είναι. Η σάτιρα είναι δείγμα υγείας σε μια δημοκρατική κοινωνία. Όταν, λοιπόν, η σάτιρα διώκεται με οποιονδήποτε τρόπο, την ίδια ώρα κάτι κακό συμβαίνει με τα ανθρώπινα δικαιώματα.
— Έχει όρια η γελοιογραφία; Γεγονότα όπως αυτό στο «Charlie Hebdo» μπορούν να περιορίσουν, είτε συνειδητά είτε υποσυνείδητα αν θέλετε, τη φαντασία και τη θεματολογία ενός γελοιογράφου;
Αυτός που πρέπει να βάζει τα όρια είναι ο ίδιος ο σατιρικός ή ο γελοιογράφος. Δεν κάνεις αστείο, για παράδειγμα, με την υγεία κάποιου, με το αν είναι γυναίκα ή ομοφυλόφιλος. Η καλή σάτιρα, άλλωστε, έχει πάντα κάτι αυτοσαρκαστικό. Είτε αφορά άμεσα εμάς, είτε την κοινωνία στην οποία ανήκουμε. Δεν είναι αστείο να θίγεις τα ιερά και τα όσια του άλλου.
— Σε λίγες μέρες εγκαινιάζεται στο Μουσείο Μπενάκη η έκθεσή σας με τίτλο «Αϊβαλί: Ένα ταξίδι στον χρόνο». Τι θα δούμε εκεί;
Υπάρχει μια ομάδα εξαιρετικών ανθρώπων που τρέχουν την έκθεση. Από το ίδιο το Μουσείο Μπενάκη, από τον Κέδρο και το Διεθνές Φεστιβάλ Κόμικς Αθήνας, από ανθρώπους που μας έφερε κοντά το ίδιο το βιβλίο. Όσοι το έχουν διαβάσει, θα καταλαβαίνουν για ποιο πράγμα μιλάω. Το Αϊβαλί έχει μια ασυνήθιστη θετική αύρα που ενώνει. Αυτή την αύρα προσπαθούμε να αναδείξουμε και στην έκθεση. Θα υπάρχουν, λοιπόν, εικαστικές συνθέσεις σελίδων, αλλά θα εκτίθενται και πολλά σχέδια και προσχέδια σε μολύβια. Ακόμα, οι επισκέπτες θα μπορούν να δουν τα διάφορα στάδια κατασκευής του graphic novel. Από το σενάριο και το storyboard μέχρι την τελική εικόνα. Κι ακόμα θα υπάρχει υλικό που χρησιμοποιήθηκε για την τεκμηρίωσή του. Παλιές καρτ-ποστάλ, φωτογραφίες της εποχής, ιστορικά ντοκουμέντα... Κάποια από αυτά είναι πραγματικά δυσεύρετα ή αδημοσίευτα. Στοιχεία που πιθανότατα θα ξαφνιάσουν ακόμα και όσους ασχολούνται χρόνια με τέτοια θέματα. Αρχεία από το ΕΛΙΑ, το Ιστορικό Αρχείο της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, την Δημόσια Κεντρική βιβλιοθήκη της Μυτιλήνης αλλά και προσωπικά αρχεία.