«Να εκτιμάς την αγάπη όσο και την ομορφιά» / «Ταξίδεψα στην Αμερική. Είδα τα φώτα», έγραφε στις σημειώσεις του ο Χάρης Γαβρήλος, άγνωστος σε πολλούς καλλιτέχνης, με ελάχιστους να τον έχουν μελετήσει. Aν και πέθανε νεότατος, μόλις 38 ετών, κατάφερε να αφήσει ισχυρό αποτύπωμα στην ελληνική τέχνη.
Ο δήμος Αθηναίων παρουσιάζει την έκθεση «Arcadia» του Χάρη Γαβρήλου (1957-1995) στην Πινακοθήκη Δήμου Αθηναίων ως τις 25 Σεπτεμβρίου 2022. Η έκθεση, που διοργανώνει ο Οργανισμός Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας του δήμου Αθηναίων, περιλαμβάνει μια επιλογή από λάδια μεγάλων διαστάσεων (1985-1995), μια σειρά μεγάλα σχέδια (1984-1991), καθώς και πολλά μικρά σχέδια-σπουδές σε προθήκες, που καλύπτουν την περίοδο 1978-1987. Την επιμέλεια της έκθεσης υπογράφει ο Χριστόφορος Μαρίνος, ιστορικός τέχνης, επιμελητής εκθέσεων και δράσεων του ΟΠΑΝΔΑ.
Εκτός από γενέθλιος τόπος του καλλιτέχνη, η Αρκαδία είναι ένας τόπος ονειρικός, ειδυλλιακός, ουτοπικός. Ποιητικός όρος που υποδηλώνει ευδαιμονία και γαλήνη, αλλά και πηγή έμπνευσης για πολλούς καλλιτέχνες ανά τους αιώνες, η Αρκαδία φαντάζει ως ο πλέον κατάλληλος τίτλος για να αποδώσει το έργο ενός χαρισματικού ζωγράφου, ο οποίος αναζητούσε στη ζωγραφική του την έννοια της χαράς.
Αφομοίωσε όσο λίγοι την αισθητική της εποχής του και τη μεταβόλισε δημιουργικά στο έργο του. Αν χρησιμοποιούσαμε μουσικούς όρους, θα λέγαμε ότι η ζωγραφική του είναι post-punk ή ethereal darkwave. Είναι μια ζωγραφική ρευστή, αέρινη, ρομαντική, σκοτεινή, μελαγχολική και ερωτική, όπως η μουσική που άκουγε ο ίδιος, πιθανότατα, ενόσω ζωγράφιζε: Suicide, Cabaret Voltaire, Joy Division, Bauhaus, The Sound, Cocteau Twins, Echo and the Bunnymen.
Αν κρίνουμε από τον αριθμό των δίσκων βινυλίου που είχε στη δισκοθήκη του, από τα αγαπημένα του συγκροτήματα ήταν οι Dead Can Dance. Όπως ο εκλεκτικιστικός ήχος των Αυστραλών αντλεί από διάφορα μουσικά είδη του παρελθόντος, έτσι και η νεοεξπρεσιονιστική ζωγραφική του Γαβρήλου εμπεριέχει συγκαλυμμένες αναφορές στα φαγιούμ και σε πρωτοπόρους καλλιτέχνες διαφορετικών εποχών, όπως ο Θεοφάνης ο Έλληνας, ο El Greco και ο Φώτης Κόντογλου.
Ποιητικός όρος που υποδηλώνει ευδαιμονία και γαλήνη, αλλά και πηγή έμπνευσης για πολλούς καλλιτέχνες ανά τους αιώνες, η Αρκαδία φαντάζει ως ο πλέον κατάλληλος τίτλος για να αποδώσει το έργο ενός χαρισματικού ζωγράφου, ο οποίος αναζητούσε στη ζωγραφική του την έννοια της χαράς.
«Η ζωγραφική του Χάρη Γαβρήλου είναι "post" με την έννοια ότι διαδέχεται ή αντιμάχεται τη ζωγραφική των δασκάλων του στη Σχολή Καλών Τεχνών. Σε αντίθεση με τους καλλιτέχνες των δεκαετιών του ’60 και του ’70, δεν τον ενδιαφέρει τόσο ο χώρος (μέσα στον χώρο) όσο ο χρόνος και οι έννοιές του. Η συμφιλίωση με την πολλαπλότητα και τις αναδιπλώσεις του χρόνου έχει άμεσο αντίκτυπο στο σχέδιο του Γαβρήλου, το οποίο χαρακτηρίζεται από αβίαστες γραμμές, όπως στα αγγεία της αρχαιότητας.
Ο καλλιτέχνης δεν ξεκινά από μια συγκεκριμένη ιδέα ή εικόνα, δεν τον ενδιαφέρει η αναπαράσταση καθαυτή. Οι μορφές που σχεδιάζει είναι φασματικές, εμβρυακές, ανάερες, εκτοπλασματικές, εξαϋλωμένες, όπως εκείνες των αγίων στη βυζαντινή ζωγραφική. Αν στα έργα της δεκαετίας του ’80 οι φιγούρες του μοιάζουν με σκιές, παραπέμποντας σε σχηματικές μορφές της αρχαίας γλυπτικής, στους τελευταίους πίνακες είναι εμφανώς πιο σχηματοποιημένες, άρα και πιο ανθρώπινες: τώρα πια έχουν πρόσωπο και ευδιάκριτα χαρακτηριστικά, αγκαλιάζονται ασφυκτικά και ονειρεύονται αδιάκοπα, και μάλιστα σε διαφορετικούς χρόνους» γράφει ο Χριστόφορος Μαρίνος.
«Ζωγραφίζω το φως, όχι το λευκό. Προτιμώ το φως-σκοτάδι από το λευκό-μαύρο» γράφει σε αδημοσίευτο κείμενο ο καλλιτέχνης, διαχωρίζοντας έτσι την αισθητική του από εκείνη των προκατόχων του.
«Πιστεύω στον χρόνο. Προσπαθώ να συνθέτω όχι τα πράγματα κατ’ ανάγκη, μα την έννοιά τους, τον χρόνο τους. Προσπαθώ να βλέπω τα πράγματα με τον χρόνο τους. Πιστεύω πως το κύριο συστατικό μας είναι ο χρόνος. Μνήμη-χρόνος-ενέργεια-χρόνος. Σύνθεση χρόνων. Πόσοι χρόνοι κυκλοφορούν γύρω μας; Πόσοι χρόνοι κυκλοφορούν μέσα μας; Είμαστε αυτό που φαινόμαστε ή η μνήμη μας;» γράφει στο ίδιο κείμενο. Και σε ένα σχέδιό του σημειώνει μια φράση-κλειδί που θα μπορούσε να αποτελεί το μότο του: «Προσπαθώ να βρω ισορροπία στον χώρο μέσα από διαφορετικούς χρόνους».
«Με αφετηρία το τυχαίο αλλά ίσως και το απόλυτα προκαθορισμένο στη δουλειά μου, νέα σχήματα αλληλοπλάθονται για να γίνουν ξαφνικά κάτι σαν απροσδιόριστες μορφές, αποτέλεσμα ενός γοητευτικού, ρευστού, αισθητικού παιχνιδιού στον μουσαμά… Απροσδιόριστες και ρευστές αρχικά, αυτές οι μορφές είναι τελικά ξεκάθαρες αναφορές σε άλλες αρχέτυπες μορφές με προεκτάσεις στον χώρο-χρόνο, στο βαθύ παρελθόν ή στο απώτερο μέλλον» γράφει ο καλλιτέχνης το 1985, με αφορμή την πρώτη του ατομική έκθεση.
Για τον Γαβρήλο η μορφή είναι μια σύμβαση που ο ζωγράφος οφείλει να υπερβεί. Η έννοια της παγιωμένης-τελειωμένης εικόνας τον αφήνει αδιάφορο. Αντιθέτως, η σύνθεση είναι «μαγική λέξη», όπως σημειώνει χαρακτηριστικά. Γι’ αυτό ίσως επιλέγει να τιτλοφορεί με αυτή τη λέξη τους μεγάλων διαστάσεων πίνακές του. Κάθε έργο του Γαβρήλου είναι μια μαγευτική σύνθεση.
Σύμφωνα με τον ίδιο, «η ζωγραφική (και η τέχνη γενικότερα) έχει κάτι μαγικό. Έτσι ξαφνικά εμφανίζει μορφές (ή όπως αλλιώς μπορεί να ονομαστούν) χωρίς φαινομενική προέλευση και προορισμό. Εμφανίζονται, χάνονται ή μονιμοποιούνται σε σχήματα χωρίς αρχή και πέρας. Είναι πλαστικές, με απεριόριστη δυνατότητα κίνησης, που συνεχώς μεταμορφώνονται μες στην πρωταρχική δομή τους».
Πράγματι, οι μορφές που ζωγραφίζει ο Γαβρήλος άλλοτε μοιάζουν με καμένα σπίρτα, μικρές και εξαχνωμένες, κι άλλοτε είναι ασπόνδυλες, εύπλαστες σαν λυγισμένα δέντρα. Είναι προφανές ότι ο ζωγράφος ενδιαφέρεται πολύ για την ανατομία του ανθρώπινου σώματος. Ειδικά στα σχέδιά του εστιάζει στις αρθρώσεις και στα άνω και κάτω άκρα, θυμίζοντας έτσι τις μελέτες του Dürer και τις μελέτες σε κίνηση του Muybridge.
Στη ζωγραφική του Γαβρήλου οι φιγούρες ερωτοτροπούν, κοιμούνται και ανασαίνουν. Ο έρωτας –ως αντίδοτο στον θάνατο– και η έννοια της χαράς αποτυπώνονται σε λάδια όπου το μπλε, το μαύρο και το ασημί κυριαρχούν. Στα τελευταία του έργα ο καλλιτέχνης χρησιμοποιεί τον καμβά όπως άλλος θα χρησιμοποιούσε μια σελίδα Α4 για να σχεδιάσει. Η σχεδιαστική του δεινότητα είναι τέτοια που πλέον μπορεί να κάνει ό,τι θέλει με το κάρβουνο πάνω στον διαφανή μουσαμά. Σε αυτή την ενότητα, που επιβεβαιώνει ότι η ζωγραφική του είναι καθαρά ενδοσκοπική και βασίζεται στην αυτοπαρατήρηση, ο καλλιτέχνης φαίνεται πως καταπιάνεται με τον ύπνο, τα όνειρα και τη συναισθηματική μνήμη. Έχει πια βάλει τάξη στο χάος.
Ο Χάρης Γαβρήλος γεννήθηκε στην Τρίπολη Αρκαδίας το 1957 και πέθανε στην Αθήνα το 1995. Σπούδασε ζωγραφική και σχέδιο στην ΑΣΚΤ (1978-1983, Εργαστήριο Δημήτρη Μυταρά και Δημοσθένη Κοκκινίδη) και παρακολούθησε μαθήματα σκηνογραφίας στην ίδια σχολή (1982-83, Εργαστήριο Βασίλη Βασιλειάδη). Κατά τη διάρκεια της ζωής του πραγματοποίησε τρεις ατομικές εκθέσεις: Αίθουσα Τέχνης Ψυχικού (1985), Αίθουσα Τέχνης Μέδουσα (1992) και Gallery Όλγα Γεωργαντέα (1993). Το 2003 η γκαλερί gazonrouge διοργάνωσε ατομική του έκθεση.
Συμμετείχε στις εξής ομαδικές εκθέσεις: «Νέοι Έλληνες καλλιτέχνες: Μια επιλογή από το Μουσείο Βορρέ», περιοδεύουσα έκθεση στο πλαίσιο του «Αθήνα - Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης» (1985), «Νεότερες αναζητήσεις - Η περιπέτεια της εικόνας και η αναίρεσή της», Πινακοθήκη Πιερίδη (1985), «Παράδοση και πρωτοπορία στην ελληνική τέχνη», Πινακοθήκη Πιερίδη, Πάτρα (1986), «Πρώτο Ντοκουμέντο», Περιοδικό τέχνης «Διπλή Εικόνα», Αθήνα (1986),« Παράδοση και πρωτοπορία στην ελληνική τέχνη», Πινακοθήκη Πιερίδη, Θεσσαλονίκη (1987), Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης Ιλεάνα Τούντα, Αθήνα (1989), «Σύγχρονη Ελληνική Ζωγραφική: Συλλογή Βλάση Φρυσίρα», Πινακοθήκη Πιερίδη, Γλυφάδα και Πνευματικό Κέντρο Δήμου Αθηναίων, Αθήνα (1991).
Έργα του βρίσκονται σε ιδιωτικές συλλογές (Ιόλα, Βορρέ, Πιερίδη, Αντωνίου, Φρυσίρα) και στην Πινακοθήκη Ρόδου.
Πινακοθήκη Δήμου Αθηναίων:
Λεωνίδου & Μυλλέρου, Πλ. Αυδή
Κτίριο Β, Μεταξουργείο
Πληροφορίες: 210 5202420
Διάρκεια έκθεσης: 30 Ιουνίου - 25 Σεπτεμβρίου 2022
Ώρες λειτουργίας: Τρίτη - Παρασκευή 11:00 - 19:00, Σάββατο - Κυριακή 10:00 - 15:00, Δευτέρα κλειστά.