Όσοι έτυχε να περάσουν από το Πεδίον του Άρεως όταν παρουσιαζόταν πρόσφατα η έκθεση «Πλάσματα: Σώματα, όνειρα και δεδομένα» σίγουρα δεν θα έχουν ξεχάσει τη στιγμή που στάθηκαν μπροστά από τον «Frank» (από το «ειλικρινής»), την εγκατάσταση που βρισκόταν σε έναν υπερυψωμένο βράχο και στην οποία μπορούσες να θέσεις ερωτήματα, περιμένοντας έναν χρησμό.
Επρόκειτο για έναν ειδικά διαμορφωμένο χώρο που συνέδεε αρμονικά την τεχνολογία με τον φιλοσοφικό στοχασμό, τις υπαρξιακές αναζητήσεις με πρωτότυπα μηνύματα, βγαλμένα από το μέλλον. Επρόκειτο για ένα ακόμα εντυπωσιακό έργο της Σουζάνε Κένεντι, η οποία με την τέχνη της συνδυάζει την αμεσότητα του βιώματος της κυβερνο-εμπειρίας και της φαντασίας με τον βαθύ πνευματικό στοχασμό.
Στις συνεντεύξεις της λέει συχνά ότι στόχος της είναι να βρει αυτό το «μέρος επώασης» που αναφέρεται στη θρησκευτική πρακτική τού να κοιμάται κανείς σε έναν ιερό τόπο, όπου έχει την ευκαιρία να βιώσει μεταφυσικές εμπειρίες, δοκιμάζοντας μάλιστα, μέσω της ονειροφαντασίας, να κατακτήσει τη θεραπεία και την ψυχική ηρεμία που τόσο στερούνται οι Δυτικοί άνθρωποι τον καιρό της πανδημίας.
Η Κένεντι δεν αφήνει ποτέ τον εαυτό της έξω από το πολυπρισματικό βίωμα που στόχο έχει να κάνει τον θεατή κοινωνό και, γιατί όχι;, συνένοχο του έργου. Το είδαμε στο «Frank» αλλά και στο εντυπωσιακό έργο τεχνογνωσίας «Ι ΑΜ», το πρώτο VR έργο της Κένεντι που σε βάζει σε έναν φανταστικό κόσμο αυτογνωσίας και εσωτερικής αναζήτησης με σαφές σημείο αναφοράς την κυβερνοφαντασία και την ψυχεδελική πραγματικότητα.
«Εάν σκεφτείς τη φωτιά, φλέγεσαι. Εάν σκεφτείς τον πόλεμο, θα τον προκαλέσεις. Όλα εξαρτώνται από τη φαντασία σου» ακούγεται σε κάποια στιγμή του έργου που έφτιαξαν η Σουζάνε Κένετι και οι συνεργάτες της διαμορφώνοντας όχι μόνο ένα συναρπαστικό περιβάλλον διαδικτυακής πραγματικότητας αλλά και μια σχεδόν παραισθησιογόνο, μεταθεατρική συνθήκη όπου θεατής και αντικείμενο της θέασης γίνονται ένα.
Το νέο της εγχείρημα, πάντα σε αυτό το ψυχεδελικό μήκος κύματος που χρησιμοποιεί την τεχνολογία με σκοπό την ενδοσκόπηση, οδηγώντας μας σε άλλους κόσμους, ουράνιους, και στοχεύοντας σε μια ακόμα μεγαλύτερη εμβάθυνση στον εαυτό, λέγεται «I AM (VR)».
Είχαμε την τύχη να απολαύσουμε την εμπειρία αυτού του τρισδιάστατου ταξιδιού, φορώντας το ειδικό VR headset, σε ένα δωμάτιο στο κέντρο ενός όμορφου κτιρίου, όπου διεξαγόταν το Φεστιβάλ Vie στη Μόντενα. Σε μία από τις πιο ωραίες πόλεις της Ιταλίας, μακριά από τα πολύβουα σοκάκια, βιώσαμε μια διαδραστική εμπειρία, από αυτές στις οποίες μας συνηθίζει η Κένεντι, μέσω ενός έργου που μας καλούσε όχι μόνο να δούμε ποια είναι η θέση μας στο σύμπαν αλλά και να λάβουμε τον δικό μας ψηφιακό χρησμό.
Σε αρμονία με το σκηνικό, το οποίο αντικρίζουμε με έκπληξη όταν ξεκινάει το VR ταξίδι, το ψυχεδελικό χαλί δίνει τον τόνο αυτού του πολύχρωμου σύμπαντος που θα αποκαλυφθεί όταν φορέσουμε το μαγικό headset, όπου αντικρίζουμε διαφορετικά δωμάτια, με μια άλλη εκδοχή του εαυτού μας να είναι ξαπλωμένη αναπνέοντας σαν σε διαλογισμό, ενώ στη συνέχεια μπαίνουμε σε άλλους, ερμητικά κλειστούς κόσμους: διασχίζουμε συμπαντικές σκουληκότρυπες, περνάμε τρισδιάστατα τούνελ, βλέπουμε τεράστια μάτια να μας αντικρίζουν από ψηλά. Άλλοτε, πάλι, βλέπουμε μια μικρή φωτιά που θα μπορούσε, αν το θέλουμε, να σβήσει ή να εξελιχθεί σε πυρκαγιά ‒ είμαστε οι κυρίαρχοι του σύμπαντος.
«Εάν σκεφτείς τη φωτιά, φλέγεσαι. Εάν σκεφτείς τον πόλεμο, θα τον προκαλέσεις. Όλα εξαρτώνται από τη φαντασία σου» ακούγεται σε κάποια στιγμή του ενδιαφέροντος έργου που έφτιαξαν με τον δικό τους ιδιοσυγκρασιακό τρόπο η Σουζάνε Κένετι και οι συνεργάτες της Μάρκους Σελγκ και Ρόντρικ Μπίρστεκερ, διαμορφώνοντας όχι μόνο ένα συναρπαστικό περιβάλλον διαδικτυακής πραγματικότητας αλλά και μια σχεδόν παραισθησιογόνο, μεταθεατρική συνθήκη όπου θεατής και αντικείμενο της θέασης γίνονται ένα.
Σε τελική ανάλυση, αυτός που καθορίζει την έκβαση του θεάματος είσαι εσύ. Δεν είναι τυχαίο ότι το κυρίαρχο μοτίβο είναι το «σκέφτομαι, άρα υπάρχω», ενώ στην αρχή κιόλας της περιήγησης βλέπεις να δεσπόζει η φράση-οδηγός «γνώθι σαυτόν», που είναι και το βασικό αίτημα του έργου, σίγουρα όχι μέσα από τα γνωστά δεδομένα αλλά μέσα από απρόβλεπτες περιηγήσεις, βουνά που οδηγούν σε τεράστιους κρατήρες και μπορεί να είναι το εσωτερικό της ίδιας σου της ψυχής, ψυχικά τρισδιάστατα ανσανσέρ που σε ανεβάζουν στα ουράνια ή σε κατεβάζουν στα πιο αδιανόητα φλεγόμενα μέρη του απερινόητου εαυτού.
Πάντως, ακόμα και σε ανθρώπους στους οποίους όλα αυτά μπορεί να φαντάζουν κάπως εξεζητημένα ‒προσωπικά, μου είναι άγνωστο οτιδήποτε έχει να κάνει με new age αναζητήσεις‒, αυτό που πραγματικά συναρπάζει είναι η αίσθηση ότι βρίσκεσαι σε έναν άλλο κόσμο, σε έναν διαφορετικό πλανήτη που δεν μπορείς με τίποτα να ταυτοποιήσεις, που άλλοτε σε τρομάζει και άλλοτε σε προκαλεί να τον εξερευνήσεις· το καλύτερο είναι ότι βιώνεις πράγματα πρωτόγνωρα. Μάλιστα, για πρώτη φορά στη ζωή μου ικανοποίησα το βαθύτερο όνειρό μου, που ήταν να πετάξω! Κάποιες στιγμές έχεις πραγματικά την αίσθηση ότι βρίσκεσαι πολύ ψηλά, και όχι σε αυτόν τον παράξενο πλανήτη, ότι ίπτασαι σε έναν κόσμο τόσο κοντά αλλά και τόσο μακριά από εσένα, σαν σε όνειρο.
Δεν ξέρω πραγματικά πώς θα μπορούσε να περιγράψει κανείς αυτό το ψυχεδελικό Μαντείο των Δελφών που σε οδηγεί σε άγνωστους κόσμους, το σίγουρο είναι ότι αυτή η μεταθεατρική συνθήκη ψηφιακής και φαντασιακής αντίληψης θα ενθουσίαζε από τον Χάντερ Τόμσον και τον Τζον Λένον έως τους μπιτ ποιητές και τους νεο-πάνκ του κυβερνοχώρου ‒ ακόμα και τα νέα παιδιά από τις γειτονιές της Αθήνας που θα το δουν στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση και θα έχουν έτσι μια συναρπαστική εμπειρία να αφηγούνται για καιρό.
Όπως λέει χαρακτηριστικά αυτή η υποβλητική φωνή που καλείται να σε ξεναγήσει σε μέρη της ψυχής σου που ούτε έχεις καν φανταστεί: «Είσαι σαν μια μηχανή. Δεν μπορείς να σταματήσεις τη ροή της σκέψης σου. Δεν μπορείς να ελέγξεις τη φαντασία, τα αισθήματά σου, την προσοχή. Ο κόσμος σου κρύβεται πίσω από ένα πέπλο φαντασίας. Άρχισε να παρατηρείς τον εαυτό του γιατί αυτή είναι η αρχή του παντός. Τώρα πρέπει να φύγεις, να φύγεις τώρα».
Πάντως, εγώ έφυγα με τη βεβαιότητα ότι ακόμα και αν αυτά τα παράξενα ψηφιακά πλάσματα και οι αλλόκοτοι κόσμοι δεν με έκαναν να ανακαλύψω εκ νέου τον εαυτό μου, με έβαλαν τουλάχιστον στη διαδικασία να αναρωτηθώ γι’ αυτόν, για το νόημα του ταξιδιού ‒όχι για τον προορισμό του‒ και να νιώσω μέτοχος αλλά και δημιουργός όλων όσα συμβαίνουν σε αυτή την ατελείωτη τεχνολογική πραγματικότητα που, επιτέλους, δεν μου φαίνεται τόσο ξένη. Άσε που μπορεί, όπως εδώ, ακόμα και στον ακραίο αυτό ριζοσπαστισμό της, να αποδειχθεί άκρως διασκεδαστική!
Δείτε πληροφορίες, ώρες και ημέρες παραστάσεων εδώ
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LIFO.