Το φως και το έρημο τοπίο γύρω από το σπίτι της στη Σάντα Φε αποτέλεσαν αδιάκοπη πηγή έμπνευσης για την Τζόρτζια Ο'Κιφ, πρωτοπόρο της «σκληρής» αφηρημένης ζωγραφικής, επίλεκτο μέλος του κύκλου του μοντερνισμού στη δεκαετία του '20, μια από τις πολύ λίγες γυναίκες που τιμήθηκαν εν ζωή και το έργο τους αναγνωρίστηκε παγκοσμίως από κριτικούς, κοινό και τα μεγάλα μουσεία του κόσμου.
Με αυτό το τοπίο συνδέεται το έργο της, ειδικά με το Νέο Μεξικό που το επισκέφθηκε για πρώτη φορά το 1917. Μετά τον θάνατο του συζύγου της, του γκαλερίστα και φωτογράφου Άλφρεντ Στίγκλιτς (Alfred Stieglitz) το 1946, μετακόμισε μόνιμα από τη Νέα Υόρκη στο Ghost Ranch, το αγροτικό της σπίτι βορειοδυτικά της Σάντα Φε, και εκεί ανέπτυξε τα χαρακτηριστικά της μοτίβα, αισθησιακά λουλούδια και αρχετυπικά δέντρα, πλίθινες κατοικίες, λευκασμένα από τον ήλιο κρανία ζώων και το τοπίο της ερήμου, ιδιαίτερα το μαγευτικό βουνό που έβλεπε από το ράντσο της και στο οποίο σκορπίστηκαν οι στάχτες της.
Η έκθεση «Georgia O'Keeffe: My New Yorks» στο Ινστιτούτο Τέχνης του Σικάγο, που θα διαρκέσει μέχρι τις 22 Σεπτεμβρίου, αναδεικνύει φωτογραφίες που σπάνια παρουσιάζονται –κάποιες από αυτές υπήρχαν στην αναδρομική της στο Παρίσι, το 2021– και αφηρημένα έργα της στο χαρτί που αποκαλύπτουν ότι υπάρχουν πτυχές της καλλιτεχνικής της προσωπικότητας που δεν έχουν συζητηθεί.
«Οι άντρες με αποκαλούσαν την καλύτερη γυναίκα ζωγράφο. Με υποβίβαζαν, πιστεύω ότι είμαι μία από τους καλύτερους ζωγράφους», έλεγε.
Η έκθεση περιλαμβάνει 60 πίνακες, σχέδια και παστέλ της Ο'Κιφ, πολλά εφήμερα έργα και περίπου 25 φωτογραφίες (από την ίδια, τον Στίγκλιτς και τον Carl Van Vechten).
Γεννημένη σε μια φάρμα γαλακτοπαραγωγής στο Ουισκόνσιν, η Ο'Κιφ σπούδασε στο Ινστιτούτο Τέχνης του Σικάγο και με τον Ουίλιαμ Μέριτ Τσέις (William Merritt Chase) στο Art Students League στη Νέα Υόρκη. Το 1908 γνώρισε τον Στίγκλιτς στο 291, την γκαλερί τέχνης και φωτογραφίας του Μανχάταν στην οποία το 1916 άρχισε να εκθέτει τη δουλειά της.
Το 1918, η Ο'Κιφ, η οποία δίδασκε τέχνη στο Τέξας, βρέθηκε στη Νέα Υόρκη με τον Στίγκλιτς. Το 1924 το ζευγάρι μετακόμισε στο ολοκαίνουργιο Shelton Hotel των 34 ορόφων, το ψηλότερο τότε κτίριο κατοικιών στον κόσμο. Βρίσκεται στη λεωφόρο Lexington στο Midtown και η θέα του ήταν πηγή έμπνευσης και πλεονέκτημα για την Ο'Κιφ, που αμφιταλαντευόταν μεταξύ της απεικόνισης της πόλης φυσιοκρατικά, αφηρημένα ή, με μια ευλάβεια που αγγίζει το ιερό δέος, φανταστικά.
Ο Στίγκλιτς είχε απορρίψει το πρώτο της αστικό τοπίο με τίτλο «New York Street With Moon» (1925), πράγμα που είχε κάνει έξαλλη την Ο'Κιφ: «Οι άντρες αποφάσισαν ότι δεν ήθελαν να ζωγραφίσω τη Νέα Υόρκη, ότι έπρεπε να την αφήσω στους άντρες. Ήμουν έξαλλη».
Στην έκθεση παρουσιάζεται μαζί με οκτώ από τα αγροτικά της τοπία που είχαν εμφανιστεί το 1925 σε μια έκθεση με τίτλο «Seven Americans».
Το έργο της «New York Street With Moon», η πρώτη της «Νέα Υόρκη» (αναφερόταν στα αστικά της τοπία ως «οι Νέες μου Υόρκες»), είναι εμβληματικό, πρωτόγονο, ιδεαλιστικό – έχει απομακρυνθεί από το φυσικό της περιβάλλον. Συνδυάζει φαντασία και πραγματικότητα.
Ζωγράφισε σχηματοποιημένα, σχεδόν αρχιτεκτονικά το «Hotel Shelton, N.Y., No. 1» (1926), ένα μνημειακό καφέ οικοδόμημα που μοιάζει με μεγαλοπρεπή ναό. Και στο «Radiator Building-Night, New York» (1927), ο σκοτεινός ορίζοντας είναι επίπεδος και κατάστικτος από ένα αφηρημένο σχέδιο φωτεινών παραθύρων.
Οι ουρανοξύστες δείχνουν την επιρροή της σύγχρονης φωτογραφίας, αλλά και τη μεγάλη επιρροή του Στίγκλιτς στο έργο της. «Οι άντρες με αποκαλούσαν την καλύτερη γυναίκα ζωγράφο. Με υποβίβαζαν, πιστεύω ότι είμαι μία από τους καλύτερους ζωγράφους», έλεγε, αλλά η δεκαετία του ’20 έφερε στην Ο'Κιφ αναγνώριση και επιτυχία. Η κριτική την επαινούσε και οι συλλέκτες αγόραζαν τα έργα της.
Το ειδύλλιο και η παράφορη σχέση της με τον Στίγκλιτς ήταν το μεγάλο σκάνδαλο της πόλης, ειδικά όταν εκείνος αποφάσισε να αφήσει την επί 31 χρόνια γυναίκα του. Εκείνη του έδωσε το πολυπόθητο διαζύγιο μετά από έξι χρόνια, το 1924, τη χρονιά που παντρεύτηκε την Ο'Κιφ σε μια μικρή τελετή χωρίς δεξίωση και ταξίδι του μέλιτος. Ο γάμος τους ήταν δύσκολος από την αρχή. Είχαν μια σχέση ανοιχτή με πολλές εξωσυζυγικές επαφές, αν και πέρασαν ως ζευγάρι το υπόλοιπο της κοινής τους ζωής.
Από το 1927 έως το 1936 ζούσαν σε ένα διαμέρισμα με ανατολικό προσανατολισμό στον 30ό όροφο του Shelton, το οποίο είχε ανεμπόδιστη θέα στον ποταμό East River. «Η Νέα Υόρκη είναι πιο τρελή από ποτέ. Ο ρυθμός αυξάνεται συνεχώς», έγραψε ο Στίγκλιτς στον συγγραφέα Σέργουντ Άντερσον. «Αλλά η Τζόρτζια κι εγώ κατά κάποιον τρόπο δεν φαίνεται να είμαστε από τη Νέα Υόρκη – ούτε από πουθενά αλλού. Μένουμε στο ξενοδοχείο Shelton... Νιώθουμε σαν να ήμασταν έξω, στη μέση του ωκεανού».
Από το διαμέρισμα αυτό ο Στίγκλιτς τράβηξε πολλές υπέροχες φωτογραφίες του μεταβαλλόμενου ορίζοντα της Νέας Υόρκης και η Ο'Κιφ ζωγράφισε το «East River From the Shelton (East River No. 1)» (1927-28), στο οποίο ο ήλιος, ένα εκτυφλωτικό μάτι, ανοίγει τον ουρανό σαν τη Δευτέρα Παρουσία. Εκεί η Ο'Κιφ ζωγράφισε επίσης μια σειρά οριζόντιων όψεων της Νέας Υόρκης. Σε απαλά γκρι, μαύρα, καφέ και λευκά χρώματα, απέδωσε με ακρίβεια χιονισμένες στέγες, δεξαμενές νερού και καμινάδες που καπνίζουν, το ασημένιο λιμάνι, φορτηγίδες και ρυμουλκά, το φως, την αιθαλομίχλη, την ομίχλη και τον ατμό της πόλης. Συγκαταλέγονται στις πιο ειλικρινείς και όμορφες απεικονίσεις της πόλης από οποιονδήποτε Αμερικανό ζωγράφο των αρχών του 20ού αιώνα.
Τα έργα που περιλαμβάνονται στο «My New Yorks» είναι μια συναρπαστική χρονοκάψουλα και ένας φόρος τιμής τόσο στη Νέα Υόρκη όσο και στη ζωγράφο. Συνδυάζοντας την αγάπη της για το Μανχάταν, το Νοτιοδυτικό και το Βορειοανατολικό, καταδεικνύουν ότι η Ο'Κιφ –η οποία μετέφερε κοχύλια και κουτιά με οστά ζώων από το Νέο Μεξικό στη Νέα Υόρκη– ήταν ερωτευμένη τόσο με το χέρι του ανθρώπου όσο και με το χέρι της φύσης. Αποκαλύπτουν ότι η κατεξοχήν μοντερνίστρια ζωγράφος της ερήμου ένιωθε σπίτι της το Μεγάλο Μήλο όσο και τη Χώρα της Μαγείας.