Η πιο αγαπημένη στιγμή στη ζωή του πιο διάσημου Νοτιοαφρικανού καλλιτέχνη Γουίλιαμ Κέντριτζ είναι αυτή στο στούντιό του. Την έχει περιγράψει πολλές φορές, είναι η στιγμή που αρχίζει η διαδικασία της γέννησης ενός έργου. Όπως έχει περιγράψει και το μέσο που τον κάνει να συγκεντρώνεται και να σκέφτεται πιο πολύ, τη χαρακτική.
Στην γκαλερί Marian Goodman στη Νέα Υόρκη, μπορεί να δει κάποιος on line μια επιλογή από τα ανθεκτικά πάντα και συναφή με τα ζητήματα που πάντα τον απασχολούν έργα διατρέχουν τη δουλειά του από το 1998 μέχρι σήμερα. Ούτως ή άλλως, η εμπλοκή του Κέντριτζ με τη χαρακτική αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της καλλιτεχνικής του πρακτικής και καλύπτει ολόκληρη την καριέρα του. Χαρακτική, λιθογραφία, φωτοχαρακτική και ξυλογραφία, για πάνω από τέσσερις δεκαετίες με θέματα όπως την πομπή, την μετανάστευση, τον τρόπο που γράφεται η ιστορία, τη φύση και το τοπίο ως μνήμη, τη χρήση του παράλογου.
Ο Ουίλιαμ Κέντριτζ είναι μοναδικός καλλιτέχνης γιατί συνδέει τη μαγεία του χειροποίητου, τη δεξιοτεχνία και την αισθητική που συναντούν τον πολιτικό λόγο, τη μνήμη, την αλήθεια και τη φιλοσοφική της διάσταση σε όλο το έργο του. Ο ίδιος λέει πως πάντα «σκέφτομαι τον εαυτό μου ως κάποιον που φτιάχνει σκίτσα», ομολογώντας ότι η δραστηριότητα στο στούντιο, του δίνει τεράστια καθημερινή ανακούφιση.
Παιδί νομικών, γεννημένος στο Γιοχάνεσμπουργκ το 1955, ο Κέντριτζ είναι ένας πολυσχιδής και ιδιοφυής καλλιτέχνης, μεγαλωμένος από γονείς πολέμιους του απαρτχάιντ και υπέρμαχους των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η γενέτειρά του είναι κυρίαρχη στο σύνολο του έργου του. Ο ίδιος ήθελε να γίνει ηθοποιός, αλλά συνειδητοποίησε στη διάρκεια της φοίτησης του στη διάσημη σχολή του Λεκόκ στο Παρίσι, ότι οι υποκριτικές του αρετές δεν τον ικανοποιούσαν. Στράφηκε -ευτυχώς- στην τέχνη και σήμερα θεωρείται και αναγνωρίζεται ως ένας από τους σπουδαιότερους καλλιτέχνες της εποχής μας.
Ο Ουίλιαμ Κέντριτζ είναι μοναδικός καλλιτέχνης γιατί συνδέει τη μαγεία του χειροποίητου, τη δεξιοτεχνία και την αισθητική που συναντούν τον πολιτικό λόγο, τη μνήμη, την αλήθεια και τη φιλοσοφική της διάσταση σε όλο το έργο του.
Ο Κέντριτζ άρχισε τη χαρακτική ως φοιτητής στο Πανεπιστήμιο του Witwatersrand στο Γιοχάνεσμπουργκ στις αρχές έως τα μέσα της δεκαετίας του 1970, κάνοντας αφίσες για συνδικάτα, φοιτητικές διαμαρτυρίες και θεατρικές ομάδες, κάτι που στη συνέχεια οδήγησε στις τάξεις της διδασκαλίας της χαρακτικής στο Γιοχάνεσμπουργκ από το 1976 έως το 1978. Από εκείνη την εποχή και μετά, η κληρονομιά της χαρακτικής ως δημοκρατικό αντικείμενο τέχνης και όχημα για σάτιρα και κοινωνική αλλαγή είναι συναφές με κάθε παρουσίαση της τέχνης του. Ο Κέντριτζ μελέτησε Χόγκαρθ, Γκόγια, Μαξ Μπέκμαν, Όττο Ντιξ, Κάτε Κόλβιτς και τον ύστερο Ντίρερ σε μια ηλικία που το απαρτχάιντ όριζε την ανάγκη του να εκφραστεί και να πειραματιστεί. Όπως όλοι οι άνθρωποι που δουλεύουν με τα χέρια θεωρεί την επίδραση της τέχνης και της δημιουργίας κατευναστική. Και αυτό τον ορίζει τόσο προσωπικά, όσο και μέσα στον κόσμο και είναι ο κύριος λόγος που επιστρέφει ξανά και ξανά στη χαρακτική.
Στην έκθεση υπάρχουν και τα χαρακτικά της περίφημης τοιχογραφίας του, μήκους 550 μέτρων, κατά μήκος του αναχώματος του ποταμού Τίβερη της Ρώμης, που εγκατέστησε με την τεχνική που είναι γνωστή ως «αντίστροφο γκράφιτι» με μεγάλα στένσιλ, μέσα στα οποία το σχήμα θα καθαριστεί από τη βρωμιά και τη ρύπανση, το καλοκαίρι του 2016. Το έργο του Κέντριτζ διαμορφώθηκε από τη βιολογική πατίνα, του ρύπους, επάνω στα αναχώματα του ποταμού. Καθώς η πέτρα των αναχωμάτων θα συνεχίσει να ρυπαίνεται τα επόμενα χρόνια, κάποια στιγμή το έργο θα γίνει πιο αχνό μέχρι να εξαφανιστεί εντελώς.
Περισσότερες από ενενήντα μορφές, ύψους μέχρι και 10 μέτρων, αντιπροσωπεύουν τις μεγαλύτερες νίκες και ήττες της Ρώμης από τη μυθολογική εποχή μέχρι το παρόν, σχηματίζοντας μια περιπετειώδη πομπή στην Piazza Tevere, μεταξύ Ponte Sisto και Ponte Mazzini. Η ιστορία της Ρώμης ήταν για τον Κέντριτζ ο ιδανικός καμβάς για να αγγίξει μέσα από τα θραύσματα της ιστορίας, τα ζητήματα που τον απασχολούν και σχετίζονται με την καταπίεση και την απελευθέρωση της ανθρώπινης φύσης. Ο Κέντριτζ έκανε τα σχέδια και τις μακέτες από κάρβουνο, οι οποίες εκτέθηκαν στο ιταλικό περίπτερο στην Μπιενάλε της Βενετίας το 2015. Σκηνές πολέμου, η αλαζονεία της αυτοκρατορίας, νίκες, ήττες, καταστροφές και οι μυθικές προσωπικότητες της αιώνιας πόλης παρελαύνουν με μοναδική ζωντάνια, σε ένα έργο τέχνης που προκύπτει από τους ρύπους και τη φθορά της πόλης στην οποία φιλοξενείται.
Η τέχνη, η καθημερινή ενασχόλησή του μέσα στο στούντιο, του δίνει και άλλες απαντήσεις, ανακουφιστικές που αφορούν την ύπαρξή του ως καλλιτέχνη, μια προσωρινή και πιθανή δική του «αλήθεια», την ανάγκη του να έρχεται σε επαφή όχι μόνο με τα έργα του αλλά και με το κοινό του. Ο Κέντριτζ εδώ και χρόνια χρησιμοποιεί ένα μότο για την τέχνη: Ότι δε μπορεί να αλλάξει την κοινωνία, αλλά τους ανθρώπους. Μας δίνει το κλειδί να κατανοήσουμε τον κόσμο αντί να τον αποδεχόμαστε απλά. Πράγμα που σημαίνει ότι και ο δημιουργός μέσω της καλλιτεχνικής διαδικασίας έχει μια εμπλοκή πολιτική, μια ενεργή συμμετοχή στην κοινωνία που είναι και παρούσα σε κάθε του έργο. «δε θα βρείτε άλλες θάλασσες» ονομάζεται το έργο του με έμπνευση από την Λαμπεντούζα, με τη ζωή και την πορεία των μεταναστών προς την Ευρώπη. Δέστε τους προσεκτικά στη βάρκα, είναι κολλητά ο ένας δίπλα στον άλλο, από τη μια χώρα στην άλλη, από τον γνώριμο τρόμο του πολέμου στον φόβο και την ελπίδα του άγνωστου προορισμού.
Στην έκθεση υπάρχουν τα χαρακτικά από την περίφημη σειρά έργων του The Nose του Σοστακόβιτς στη Metropolitan Opera της Νέας Υόρκης το 2010, ενσωματώνοντας το παραλογισμό των ηρώων του Γκόγκολ στην όπερα, όπως με ρίζα τον σουπερματισμό και τον κονστρουκτιβισμό συνέλαβε, μελέτησε και δημιούργησε ένα λεξιλόγιο για να εξερευνήσει την τέχνη και την ιδεολογία της σοβιετικής ιστορίας και το δεσποτισμό του καθεστώτος του Στάλιν που του επέτρεψαν να τα παραλληλίσει με την περίπλοκη κατάσταση της Νότιας Αφρικής. Ο Κέντριτζ φαντάζεται «το ακατανόητο του κόσμου» μέσα από την αισθητική του παράλογου - η εξαιρετικά ανόητη ιεραρχία του απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική τον έκαναν να καταλάβει τι είναι παράλογο και τι όχι.