Η Genesis Gallery εγκαινιάζει την Πέμπτη 25 Μαΐου την ατομική έκθεση ζωγραφικής της Νανάς Βέττα με τίτλο «Πέρασμα». Θα παρουσιαστούν 24 έργα-λάδια σε καμβά και έργα μεικτής τεχνικής σε χειροποίητο χαρτί.
Στη νέα αυτή ενότητα δουλειάς της Νανάς Βέττα η εκφραστικότητα της χειρονομιακής γραφής και η διαρκής ανίχνευση της συμπεριφοράς των ζωγραφικών υλικών και των δυνατοτήτων τους δημιούργησαν έργα που μοιάζει να επεκτείνονται πέρα από τα όρια του καμβά, σε μια αδιάκοπη ροή, ένταση και δίνη. Μέσα από την αναμέτρηση με τη ζωγραφική ύλη ως δημιουργική διαδικασία μοιάζει να απεικονίζεται τόσο στον καμβά όσο και στο χαρτί η «ένταση μιας εσωτερικής επαγρύπνησης που μας συντροφεύει στο κάθε βήμα, ενάντια στο εξωτερικό περιβάλλον που αποπειράται να επιβληθεί ως πλαίσιο», σημειώνει η ίδια η ζωγράφος.
Για τη Νανά Βέττα, που δουλεύει επί χρόνια ένα σύνολο έργων της, όπως αυτό που παρουσιάζεται στο «Πέρασμα», η απόφαση να δείχνει τη δουλειά της είναι μια διαδικασία επίπονη: «Καταλαβαίνω γιατί το κάνω, επειδή τελικά κάτι οριοθετείται μέσα από αυτή την κίνηση ή ολοκληρώνεται χρονικά, κι αυτό είναι κάτι που τελικά σου το ζητάει και η ίδια δουλειά, για να πάει και κάπου αλλού. Αυτή η οριοθέτηση με κάνει να δείχνω τη δουλειά μου, δημιουργεί και τη βάση για το επόμενο βήμα. Αν ήταν στη διακριτική μου ευχέρεια, η αρχική μου παρόρμηση είναι να μην τη δείχνω, σαν μην υπάρχει η ανάγκη εσωτερικά, σαν να είναι μια προσωπική ιστορία με τον εαυτό μου και τα υλικά», λέει.
Ενιαίο χαρακτηριστικό αυτής της δουλειάς είναι μια τάση για φυγή που θα μπορούσε να σημαίνει και μια επιστροφή στο κέντρο μας. Μοιάζουν φυγόκεντρα τα έργα ή σαν να στροβιλίζονται σε μια κίνηση που δεν είναι σαφής και εκτείνεται έξω από το πλαίσιο. Το κέντρο τους, δε, δημιουργείται όχι μόνο απ’ όσα εκπορεύονται από αυτό αλλά και απ’ όσα κατευθύνονται προς αυτό.
Η ίδια σπούδασε Γραφιστική και δούλεψε ως γραφίστρια για είκοσι χρόνια. Η ζωγραφική έμενε στο βάθος σαν μια λαχτάρα. Πήρε την απόφαση να πραγματοποιήσει την επιθυμία της, δίνοντας εξετάσεις στη Σχολή Καλών Τεχνών όταν ήταν 42 ετών, έχοντας ήδη μια κόρη στην εφηβεία και τη στήριξη του περιβάλλοντός της, και πιστεύει ότι ήταν πολύ τυχερή που μπόρεσε να αφοσιωθεί σε αυτό που ήθελε να ανακαλύψει γύρω και μέσα της. «Η ζωγραφική τελικά είναι μια πολύ αναλυτική υπόθεση», λέει. «Στην έκφραση γενικότερα δεν μπορείς να κρυφτείς και σε σχέση με τον εαυτό μου μού άνοιξε κεφάλαια που δεν ήξερα ότι υπήρχαν καν, ήταν κρυμμένα και μπορεί και να τα παράβλεπα αν δεν έπαιρνα την απόφαση των σπουδών». Ως παράδειγμα, μου αφηγείται μα ιστορία: έχοντας ετοιμάσει τα έργα της στη σχολή, ο δάσκαλός της Χρόνης Μπότσογλου είδε μέσα στη δουλειά της ένα έργο πολύ διαφορετικό από τα υπόλοιπα. Όταν την είδε διστακτική, την προέτρεψε να πάρει το ρίσκο και, μολονότι αισθανόταν αβέβαιη, να τολμήσει να συνεχίσει, να αφεθεί. Μέσα από αυτήν τη συζήτηση «με έβαλε να “τσαλαβουτήσω”, να καταστρέψω τα έργα και να βγω σε κάτι άλλο, σε κάτι άγνωστο που με έναν τρόπο αποκαλύπτει και αυτό που κουβαλάμε μέσα μας και βγαίνει στα έργα μας», λέει.
«Μέσα από τη διαρκή ανίχνευση της ζωγραφικής ύλης η Νανά Βέττα δημιούργησε μια σειρά από λάδια σε καμβά και έργα σε χαρτί. Προσθέτοντας, αφαιρώντας, σβήνοντας, η επιφάνεια του έργου δουλεύεται σταδιακά μέσα από αλλεπάλληλες απόπειρες. Χτίζεται έτσι μια ειδική σχέση της ζωγράφου με τις δυνατότητες του μέσου της. Η επιλογή των χρωμάτων και η οργάνωση της ισορροπίας τους αποτελούν την αρχή του έργου, συνοδεύοντας κάθε στάδιο της δημιουργίας του. Ακολουθούν οι διεργασίες του σχεδίου, της φόρμας, της σύνθεσης, μέχρι το έργο να γίνει η εικόνα της πράξης που το διαμόρφωσε, μια αποτύπωση απτική όσο και οπτική», λέει η ιστορικός τέχνης Λίζη Πλέσσα, επιμελήτρια της έκθεσης.
Έχοντας γύρω μας τα έργα της, στο στούντιό της, αυτό το νέο σώμα δουλειάς, τη ρωτώ τι είναι αυτό που το χαρακτηρίζει. «Ενιαίο χαρακτηριστικό αυτής της δουλειάς είναι μια τάση για φυγή που θα μπορούσε να σημαίνει και μια επιστροφή στο κέντρο μας. Μοιάζουν φυγόκεντρα τα έργα ή σαν να στροβιλίζονται σε μια κίνηση που δεν είναι σαφής και εκτείνεται έξω από το πλαίσιο. Το κέντρο τους, δε, δημιουργείται όχι μόνο απ’ όσα εκπορεύονται από αυτό αλλά και απ’ όσα κατευθύνονται προς αυτό», λέει. Όπως και σε προηγούμενες δουλειές της, όπου οι γραμμές έφευγαν στο άπειρο, τώρα η σύνθεση αποδρά νοητά από τον καμβά με μια κίνηση πιο κυκλική.
Ο καμβάς, το πλαίσιο που ορίζει ένα έργο, από το οποίο τελικά ξεκινάει, είναι και ο τόπος της επέμβασης, το μόνο υπαρκτό και ορατό στοιχείο όταν ξεκινά ένα έργο. Αυτή η σκόπιμη επέμβαση ξεκινά πάντα από την παλέτα. Εκεί γίνεται η πρώτη σύνθεση των χρωμάτων και εκεί εδράζεται η αρχή του έργου, η αυθόρμητη κίνηση, πολλές φορές θυμωμένη ή επιθετική, σαν την αρχή μιας αναμέτρησης που πάντα φέρει τα στοιχεία ενός υποκειμένου, του δημιουργού.
Τα όπλα είναι η κίνηση και το υλικό που οδηγούν σε διαδικασίες άλλοτε επίμονες και άλλοτε καταστροφικές, και εδώ δεν ξεκινούν από το σχέδιο αλλά από την ανάγκη να δημιουργηθεί μια νέα σχέση του εαυτού με τα υλικά. Η σχέση με τα υλικά, κυρίως με τα λάδια, προϋπάρχει έτσι κι αλλιώς. Είναι το υλικό που περισσότερο από κάθε άλλο, από τη στιγμή που θα το διαλέξει, καθορίζει τη σχέση της με την ιδέα της ύλης. Είναι αυτό το υλικό που της επιτρέπει να το μεταβάλλει, να επανέλθει σε αυτό, να σκίσει, να διορθώσει, το υλικό που την οδηγεί σε μια συνομιλία σε ένα άγνωστο πεδίο, όπου δεν υπάρχει τίποτα προδιαγεγραμμένο και το μέλλον είναι άγνωστο.
Η σχέση με το υλικό θυμίζει τη σχέση με τους ανθρώπους, τον ενθουσιασμό, την επιθυμία, τη δημιουργικότητα αλλά και την απομάγευση ή τη ματαίωση. Κανένας δεν είναι βέβαιος για το μέλλον, αλλά αυτή ακριβώς η αβεβαιότητα δημιουργεί την επιθυμία της δημιουργίας εξαρχής, της διαρκούς επανεφεύρεσης, της απροσδόκητης εμφάνισης στοιχείων που δεν θα ήταν ποτέ ορατά αν κάποιος δεν έμπαινε στην περιπέτεια να αναμετρηθεί, να συνομιλήσει και συμφιλιωθεί ίσως μαζί τους.
«Η ζωγραφική αυτή είναι ανοιχτών συνειρμών και ανάγνωσης που δεν εικονογραφεί καμία ιδέα ή κάτι υπαρκτό», λέει. «Η γοητεία που ασκεί σε μένα αυτού του είδους η ζωγραφική οφείλεται στο ότι ξεκινάς από το πουθενά, από κάτι που προσλαμβάνεις στην τύχη ‒που δεν είναι καθόλου τυχαίο τελικά, αλλά μια επιλογή‒, και μπαίνεις σε ένα περιπετειώδες πλέγμα δράσεων, χωρίς βεβαιότητες. Κρατιέσαι από κάπου και αυτό σε οδηγεί κάπου αλλού, όπως γίνεται και στη ζωή που τελικά τα πράγματα δεν είναι όπως τα οργανώνουμε αλλά συμβαίνει κάτι, απέναντί στο οποίο πρέπει να σταθούμε και να αποφασίσουμε πού θα πάμε. Είναι τυχαίο; Οι επιλογές είναι υποσυνείδητες, πιστεύω, οπότε αυτό με κρατάει και σε αυτήν τη ζωγραφική έκφραση, ακριβώς αυτό το ταξίδι που κάνεις μόνος σου, με τις δυνατότητες που σου προσφέρουν τα υλικά, βάζοντας όμως μέσα σε αυτά και τον εαυτό σου», λέει.
Ωστόσο, αν και η αναμέτρηση με την ύλη ως δημιουργική διαδικασία αποκλείει την ύπαρξη προσχεδίων, όπως αναφέρει η Λίζη Πλέσσα, «η αφετηρία των έργων σε καμβά εντοπίζεται συχνά στη σειρά των σχεδίων. Μεταξύ του θετικού και του αρνητικού, διάτρητα από το λευκό του χαρτιού που γίνεται το φως τους ή ακολουθώντας τις χαμηλόφωνες επιταγές του γκρίζου χειροποίητου χαρτιού, τα σχέδια αυτά είναι εικόνες μιας σύνθετης όσο και ελεύθερης ζωγραφικής πορείας. Και είναι τα ίχνη πάνω στο χαρτί που μαρτυρούν την κίνηση του χεριού της, με διαγώνιες γραμμές πάνω σε κηλίδες που επεκτείνονται να αποτελούν ίχνη του συνειδητού πάνω στο ασυνείδητο. Πολυάριθμα υλικά απλώνονται και απορροφώνται στο χάρτινο υπόβαθρό τους, διαβρώνοντάς το με μια επέμβαση που δεν επιδιορθώνεται ούτε αναιρείται».
«Ο έλεγχος υπάρχει, ειδικά όταν έχεις ασχοληθεί με το σχέδιο, αρχικά μαθαίνοντάς το και στη συνέχεια μέσα από τη διαδρομή στη ζωγραφική», λέει η Νανά Βέττα. «Αν δεν έχεις μέσα σου όλο το οικοδόμημα που σου δίνει το σχέδιο, αυτές οι κινήσεις που γίνονται παρορμητικά ή αυθόρμητα δεν θα είναι σωστές. Εννοώ ότι τα πράγματα είναι δομημένα πάνω σε ένα σχέδιο, το οποίο αυτός που ξέρει θα το αναγνωρίσει, θα καταλάβει τις ισορροπίες. Όπως και στη φύση, όπου αν απομονώσεις τα κομμάτια από ένα λιβάδι, θα δεις ότι είναι σπαρμένα με χρώματα, σχήματα, έτσι κι εδώ πρόκειται για μια σύνθεση, που όμως είναι κανονισμένη. Οι ισορροπίες υπάρχουν πάντα, αυτό επιδιώκει το σχέδιο, την ισορροπία στη φόρμα, τον τόνο ‒ όλα αυτά υπάρχουν, προκύπτουν και με ενδιαφέρουν πάρα πολύ. Τελικά είναι κάτι που βλέπω και με ικανοποιεί ως γνώστρια του σχεδίου».
Για τη Νανά Βέττα η ζωγραφική, η δημιουργία, συνδέονται με μια ψυχαναλυτική διαδικασία, άλλοτε δύσκολη άλλοτε δυσάρεστη, πάντα ενδιαφέρουσα όμως, ένα βίωμα περιπέτειας μέσα από την οποία δημιουργείται μια σχέση που διαρκώς έχει ξαφνιάσματα, κινήσεις απρόβλεπτες, αναμονές και εκπλήξεις από κάτι που εμφανίζεται αναπάντεχα, πέρα από τον έλεγχο, κάτι που συνιστά έναν διαρκή διάλογο, λυτρωτικό στο τέλος του, όταν ο δημιουργός αποχωρίζεται τα έργα του για να δείξει και να μοιραστεί μια προσωπική διαδικασία και ένα μύχιο ταξίδι.
«Με χρωματικές εναλλαγές, με αλληλουχίες φωτός και σκοταδιού, μέσα από πολλαπλά κοιτάσματα, το έργο αποδίδεται ρευστό – ζωντανό αποτύπωμα της πράξης που το δημιούργησε. Μέσα από δίνες ζωγραφικής ύλης, σε ένα πέρασμα ατέρμονο, αναδύονται ολοένα μεταβαλλόμενα ψυχικά τοπία, εικόνες της μετάβασης από το αόρατο στο ορατό», λέει η Λίζη Πλέσσα.
Η Νανά Βέττα γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε γραφιστική στην Αθήνα (Σχολή Δοξιάδη) και στο Λονδίνο (London College of Printing). Αποφοίτησε από την Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών με σπουδές στη ζωγραφική και καθηγητές τον Χρόνη Μπότσογλου και τον Τάσο Χριστάκη (1996-2003). Έχει παρουσιάσει το έργο της σε ατομικές και ομαδικές εκθέσεις. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα.
Στον πλήρως εικονογραφημένο και δίγλωσσο κατάλογο (ελλ-αγγλ) που συνοδεύει την έκθεση δημοσιεύεται επίσης το σονέτο «Η συμφωνία» του Θωμά Κιάου, που γράφτηκε με αφορμή τα νέα έργα της Νανάς Βέττα.
Νανά Βέττα
«Πέρασμα»
Επιμέλεια: Ελισάβετ Πλέσσα
Καλλιτεχνική Διεύθυνση: Γιώργος Τζάνερης
Διάρκεια έκθεσης: 25 Μαΐου – 17 Ιουνίου 2023
Genesis gallery
Χάρητος 35, Κολωνάκι, τηλ.: 211 7100566