Το κουδούνι της πόρτας της γκαλερί Eleftheria Tseliou χτυπά κάθε πέντε λεπτά ένα απόγευμα με απεργίες που δεν θα τo έλεγε κάποιος μια καλή μέρα να μετακινηθείς στο κέντρο και να πας σε μια γκαλερί. Με υποδέχτηκε η Ελευθερία Τσέλιου, μια νεαρή γκαλερίστα που τόλμησε, στην καρδιά της κρίσης, να ξεκινήσει έναν χώρο δικό της. Σήμερα εκπροσωπεί 15 καλλιτέχνες και επιμένει κάθε χρόνο να διοργανώνει μια ιστορική έκθεση, μια «προίκα» για το κοινό, που δίνει σ' εμάς κίνητρο να εξετάσουμε ιστορίες και πρόσωπα της τέχνης περασμένων δεκαετιών και στον χώρο της γκαλερί έναν άλλο αέρα, διαφορετικό από αυτόν του εμπορικού της προφίλ.
Η έκθεση που παρουσιάζεται στο φιλόξενο αυτό διαμέρισμα της οδού Ηρακλείτου δείχνει για πρώτη φορά στην Ελλάδα έργα του Marcel Duchamp. Ο τίτλος της είναι «Re(a)Duchamp» και η ιδέα και η επιμέλειά της ανήκουν στον καλλιτέχνη και μελετητή του Duchamp, Κύριλλο Σαρρή.
«Η ιδέα της έκθεσης ανήκει στον Κύριλλο Σαρρή. Yπήρχε το κείμενό του στο βιβλίο που επιμελήθηκε για τον Duchamp, έτσι κάναμε την πρώτη συζήτηση πριν από ενάμιση χρόνο και αρχίσαμε να μιλάμε για έκθεση. Καθώς τη σχεδιάζαμε, διαπιστώσαμε ότι είναι η πρώτη στην Ελλάδα έργων του καλλιτέχνη, αν και μεμονωμένα, όπως το "Πράσινο Κουτί", και η πρώτη έκδοση των σουρεαλιστών το 1947 έχουν παρουσιαστεί σε έκθεση επιμελημένη από τον Ντένη Ζαχαρόπουλο και τον ίδιο με βιβλία καλλιτεχνών. Επίσης, έχει παρουσιαστεί το εξώφυλλο και το οπισθόφυλλο του βιβλίου του S.M.S. του Κόπλεϊ.
Θέλουμε ιδανικά να κάνουμε και μια ομιλία σχετικά με το έργο του Duchamp μέσα στον Μάρτιο με τον Κύριλλο Σαρρή και τον Daniel Marzona, επιμελητή και γκαλερίστα που μας βοήθησε πολύ, και με άλλους καλεσμένους. Αυτή η έκθεση έχει γίνει με δάνεια και θέλουμε να ευχαριστήσουμε όλους όσοι εμπιστεύτηκαν μια γκαλερί και όχι ένα μουσείο».
Ως πρωτοπόρος καλλιτέχνης και θεωρητικός της νεωτερικής τέχνης, ο Duchamp «έστρωσε τον δρόμο για το μέλλον» όχι μόνο με την τέχνη του αλλά και με την πνευματικότητα και την αντίληψη με την οποία έβλεπε τα έργα τέχνης.
Δεν αποφεύγω να κάνω την ερώτηση γιατί μια γκαλερί εμπορική αποφασίζει να κάνει μια έκθεση που δεν θα της αποφέρει χρήματα, το αντίθετο μάλλον. «Αυτή η έκθεση είναι ένα δώρο απ' όλους μας, αυτή είναι η ειλικρινής απάντηση. Εμείς κάναμε μια συζήτηση που θέλουμε να μεταφέρουμε και σε άλλους ανθρώπους, και με αυτή την ευκαιρία να δούμε έργα, να πάρουμε ιδέες για να συζητήσουμε πράγματα που είναι σημερινά. Ό,τι έργο βλέπουμε σήμερα είναι αποτέλεσμα προηγούμενων συζητήσεων για την τέχνη. Πόσα έργα δεν βλέπουμε σήμερα που είναι στη λογική των readymades αλλά δεν στηρίζουν αυτήν τη λογική; Ποια αντικείμενα θεωρούμε σήμερα τέχνη;
Η συζήτηση επανέρχεται και βεβαίως αφορά την αγορά της τέχνης, της οποίας είμαι μέρος, και θέλω να γίνεται. Εντυπωσιάστηκα πολλές φορές κατά τη διάρκεια αυτής της έρευνας για τον Duchamp γιατί βλέπεις ότι η συζήτηση περί του μοναδικού πιστού αντίγραφου (facsimile) ή του πολλαπλού καταλήγει στην ερώτηση τι είναι έργο τέχνης σήμερα και τι δεν είναι, κατά πόσο έχουμε εμπεδώσει όσα έχουμε συζητήσει. Αυτό συμβαίνει σε αυτή την έκθεση, με την εκ νέου ανάγνωση του έργου του Duchamp μέσω του Richard Hamilton».
Re(a)Duchamp και ιστορίες τέχνης
Ας διαβάσουμε, λοιπόν, τον Duchamp ξανά ή ας τον ξαναδούμε μέσα από έργα που προέρχονται από ιδιωτικές συλλογές και ιδρύματα της Ευρώπης και της Αμερικής. Και μαζί ας διαβάσουμε το βιβλίο του Κύριλλου Σαρρή «Marcel Duchamp (28.7.1887-2.10.1968)» που εξέδωσαν η Άγρα και η Eleftheria Tseliou Gallery γι' αυτή την ανατρεπτική προσωπικότητα που έλαμψε στην τέχνη του 20ού αιώνα και έθεσε ζητήματα που μας απασχολούν σήμερα, πιο έντονα ίσως απ' όσο τους σύγχρονούς του καλλιτέχνες και τον κόσμο της τέχνης στην εποχή του.
Είναι ο καλλιτέχνης που έλεγε ότι «η τέχνη δεν είναι αυτό που βλέπετε. Η τέχνη είναι το κενό», αυτός που δημιούργησε τα επαναστατικά readymades – ανάμεσα σε αυτά και το πιο διάσημο έργο του, ένα πορσελάνινο ουρητήριο που ονόμασε «Fountain» (1917) και μέχρι σήμερα θεωρείται από πολλούς το πιο επιδραστικό έργο τέχνης του 20ού αιώνα. Eίναι αυτός που μας προτρέπει με το έργο του να δούμε την τέχνη όχι μόνο ως αίσθηση αλλά κυρίως με τρόπο μιας πνευματικής εξερεύνησης.
Ως πρωτοπόρος καλλιτέχνης και θεωρητικός της νεωτερικής τέχνης «έστρωσε τον δρόμο για το μέλλον» όχι μόνο με την τέχνη του αλλά και με την πνευματικότητα και την αντίληψη με την οποία έβλεπε τα έργα τέχνης. Ήταν ένα πνεύμα ελεύθερο που δεν ενδιαφέρθηκε για το σκάνδαλο που προκλήθηκε όταν πρόσθεσε στη Μόνα Λίζα μουστάκι και μούσι. Με αυτή την πράξη οι υπερρεαλιστές τον θεώρησαν ως την κεντρικότερη φυσιογνωμία της σύγχρονής τους τέχνης.
Εξίσου σκανδάλισε τους Αμερικανούς στο Armory Show με το «Nude descending a staircase No.2», ωστόσο στην Αμερική τον λάτρεψαν. Όταν ανέπτυξε την ιδέα των readymades, αντικείμενα που βρήκε και επέλεξε να παρουσιάσει ως τέχνη, βάζοντας μια ρόδα ποδηλάτου πάνω σε ένα σκαμνί π.χ., στόχος του ήταν να αμφισβητηθούν η ίδια η έννοια της τέχνης και η λατρεία της.
«Η επανανακάλυψη, στο τέλος της δεκαετίας του ’50, του Marcel Duchamp ως κατασκευαστή αντικειμένων και όχι ως μέλους της ομάδας των σουρεαλιστών που είχαν καταφύγει στην Αμερική από το ζεύγος Rauschenberg-Johns και η εμπλοκή του Βρετανού Richard Hamilton στη μελέτη και στην τυπογραφική αναπαραγωγή των σημειώσεών του οδηγούν στον νεο-ντανταϊσμό και την ποπ αρτ.
Δεύτερον, στο τέλος της δεκαετίας του ’60 η εκ νέου ανάγνωση του έργου του Duchamp από τη "συμμορία των μάγων που εξαφανίζουν τα αντικείμενα" (Kosuth, Huebler, Weiner κ.ά.) φέρνει στο προσκήνιο της τέχνης το κίνημα που ονομάζεται conceptual art (εννοιολογική τέχνη). [...]», γράφει ο Κύριλλος Σαρρής στο «Marcel Duchamp».
Η έκθεση διόλου τυχαία ξεκινά με απόσπασμα από το screen test που έκανε ο Άντι Γουόρχολ στον Marcel Duchamp. Ο πατριάρχης της ποπ αρτ και ο Duchamp μοιράζονταν τόσο την επιθυμία να σοκάρουν όσο και την πίστη στο καθημερινό αντικείμενο και το ενδιαφέρον για τη γλώσσα και τα λογοπαίγνια. Σε μια έκθεση το 2010 στο Μουσείο Andy Warhol αποκαλύφθηκε ότι ο ίδιος ο Γουόρχολ είχε πάνω από τριάντα έργα του Duchamp, συμπεριλαμβανομένου ενός αντίγραφου του «Fοuntain», το οποίο απέκτησε ανταλλάσσοντας τρία από τα πορτρέτα του.
Ο Γουόρχολ γύρισε πολλές μικρού μήκους ταινίες με τον Duchamp και στα μέσα της δεκαετίας του '60 σχεδίαζε να κάνει μια 24ωρη ταινία για τον Γάλλο καλλιτέχνη, που τελικά δεν υλοποιήθηκε. Ο ίδιος είχε πει: «Μου αρέσει το πνεύμα του Γουόρχολ. Δεν είναι απλώς κάποιος ζωγράφος ή κινηματογραφιστής».
Στην έκθεση συναντάμε το πορτρέτο του Victor Obsatz από τον Duchamp με τίτλο «Portrait No.29 (Double Exposure: Full Face and Profile)» και την «Αυτοπροσωπογραφία σε προφίλ» – προφίλ σε μαύρο χαρτόνι που κυρίως χρησιμοποιήθηκε ως δώρο σε φίλους. Ένα άλλο προφίλ είναι αυτό ενός ρολογιού. Το έργο «Ρολόι σε προφίλ», ένα πολλαπλό του 1964, αναφέρεται στην αδυναμία μας να δούμε την ώρα που περνά αν δεν μπορούμε να δούμε τους δείκτες του ρολογιού και έμμεσα μιλάει για το πέρασμα του χρόνου.
Υπάρχουν κείμενα του Duchamp, η συλλογή «marchand du sel», το κάλυμμα του βιβλίου που περιλαμβάνει κείμενα σουρεαλιστών του 1947, το οποίο απεικονίζει ένα γυναικείο στήθος από αφρώδες υλικό σε μαύρο βελούδο –στο οπισθόφυλλο υπάρχει η φράση «Prière de toucher» (παρακαλώ, ακουμπήστε)–, έξι βιβλία που περιλαμβάνουν τις σημειώσεις του Duchamp και το εγχειρίδιο της ανακατασκευής του έργου «Étant donnés» που βρίσκεται στο Μουσείο της Φιλαδέλφειας. Επίσης, οι περιστρεφόμενοι δίσκοι που δημιουργούν την εντύπωση του ανάγλυφου, που πουλούσε το 1941 μαζί με το πικάπ, θεωρώντας τον ρυθμό που έπαιρναν τις στροφές ως ιδανικό για να προκληθεί το οπτικό φαινόμενο.
Marcel Duchamps ή/και Rrose Sélavy
Στο κέντρο της αίθουσας της γκαλερί υπάρχει το εμβληματικό «Κουτί σε βαλίτσα» του 1943, η εκδοχή που περιέχει τα αντίγραφα και τις μινιατούρες, ένα φορητό μουσείο που θα ανοίξει κάποιος και θα δει, σαν να βρίσκεται σε μια αίθουσα μουσείου, το έργο του Duchamp. Αυτή η μικρή «αναδρομική» του έργου του κατασκευάστηκε μέσα στον πόλεμο, όταν η φυγή, και η βαλίτσα που τη συνόδευε, ήταν απαραίτητη για την επιβίωση. Το έργο υπογράφεται από τον Duchamp ή/και τη Rrose Sélavy, τη θηλυκή του περσόνα.
Το όνομα Rrose Sélavy –γράφεται επίσης και Rose Sélavy– είναι ένα λογοπαίγνιο, μοιάζει με τη γαλλική φράση «Eros, c'est la vie». Το δεύτερο «r» στο όνομα προστέθηκε το 1921, όταν υπέγραψε το κολάζ «L'οeil Cacodylate» του Φρανσίς Πικαμπιά. Η Rrose Sélavy εμφανίστηκε την ίδια χρονιά σε μια σειρά φωτογραφιών του Μαν Ρέι που δείχνουν τον Duchamp ντυμένο με γυναικεία ρούχα. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1920, ο Μαν Ρέι και ο Duchamp συνεργάστηκαν σε πολλές φωτογραφίες αυτής της cross-dresser περσόνας.
Αργότερα ο Duchamp χρησιμοποίησε το όνομα ως byline σε γραπτό υλικό και υπέγραψε πολλές δημιουργίες με αυτό, π.χ. το γλυπτό «Why not sneeze Rrose Sélavy?» (1921). Έτσι υπέγραψε και την ταινία του «Anémic Cinéma» (1926). Η ιδέα του alter ego μπορεί να διαβαστεί και ως σχόλιο για την πλάνη της συνειδητής ατομικότητας ή της υποκειμενικότητας του καλλιτέχνη, κάτι που τον απασχόλησε και στα readymades. Ακόμα και η θηλυκή περσόνα του σχολιάζει την αξιοσημείωτη και συμβολική χρήση της γλώσσας από τον καλλιτέχνη, καθώς και την παιγνιώδη ειρωνεία του ντανταϊσμού.
Με το «Κουτί σε βαλίτσα» «προτίμησε να δώσει έμφαση στην υποτιθέμενη εξαγγελθείσα παραίτησή του από την τέχνη, αναπαράγοντας παρά επαναλαμβάνοντας τον εαυτό του. Από το 1923 έως το τέλος της ζωή του διατείνεται ότι είναι σκακιστής, τονίζοντας εμφατικά ότι "όλοι οι σκακιστές είναι καλλιτέχνες"», γράφει ο Κύριλλος Σαρρής.
Από το ουρητήριο στην κινούμενη εικόνα
Ένα τοίχο της έκθεσης καταλαμβάνει η φωτογραφία του περίφημου ουρητήριου από τον Άλφρεντ Στίγκλιτζ και την έκθεση των Ανεξάρτητων καλλιτεχνών το 2017, με ορατό το δελτίο ταυτότητας του έργου (το έργο έχει χαθεί). Δίπλα της η φωτογραφία ενός ακόμα έργου που έχει χαθεί από το εργαστήριο του Duchamp, η «Ρόδα Ποδηλάτου».
Στον άλλο τοίχο, η οθόνη δείχνει το «Anemic cinema», μια πειραματική ταινία που γυρίστηκε με τη βοήθεια του Μαν Ρέι και δείχνει δίσκους που, περιστρεφόμενοι, αποκαλύπτουν κείμενα και μια σειρά από λογοπαίγνια.
Στον τοίχο του επόμενου δωματίου υπάρχει ο τοπογραφικός χάρτης του «Μεγάλου Γυαλιού» που έφτιαξε ο Richard Hamilton και μας αποκαλύπτει την τυπογραφική μεταγραφή των σημειώσεων που αφορούν το έργο. Είναι μια επεξήγηση που μας βοηθά να αντιληφθούμε αυτό που έλεγε ο Duchamp ότι «αν δεν διαβάσετε τις σημειώσεις, δεν έχει νόημα να δείτε το "Γυαλί"». Οι σημειώσεις που κράτησε για το έργο «Μεγάλο Γυαλί» ο ίδιος μεταξύ 1911 και 1915 βρίσκονται στο «Πράσινο Κουτί». Πρόκειται για τριακόσια πανομοιότυπα αντίτυπα, φτιαγμένα από τον Duchamp.
Η έκθεση ολοκληρώνεται με το έργο «Η νύφη που τη γδύνουν οι μνηστήρες της, ακόμα» το οποίο ο Hamilton έφτιαξε συνεπικουρούμενος από τον Duchamp. Εδώ, ως βιβλίο αφής, μας δείχνει ακριβώς τον τρόπο που ο Hamilton δημιούργησε το ένα από τα τρία υπάρχοντα αντίγραφα του «Μεγάλου Γυαλιού» για την έκθεσή του στην Τate το 1964.
Η τέχνη, οι ιδέες και τα πειράματα του Duchamp, ίσως περισσότερο από οποιουδήποτε άλλου καλλιτέχνη του 20ού αιώνα, έχουν αλλάξει ριζικά τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε ένα αντικείμενο τέχνης. Αρνήθηκε να ακολουθήσει τα πρότυπα και τις πρακτικές ενός καθιερωμένου συστήματος τέχνης, να επαναλάβει τον εαυτό του ή να αναπτύξει ένα αναγνωρίσιμο στυλ. «Η τέχνη παίρνει περισσότερο τη μορφή ενός σημείου, αν θέλετε», εξηγεί στις συζητήσεις με τον Pierre Cabanne στο «Ο μηχανικός του χρόνου» (εκδόσεις Άγρα), «δεν ισοπεδώνεται πλέον στο επίπεδο της διακόσμησης, αυτό το αίσθημα με καθοδηγούσε στη ζωή μου».
Βρείτε περισσότερες πληροφορίες για την εικαστική έκθεση «Re(a)Duchamp» εδώ.