«ΣΥΝΑΝΤΗΘΗΚΑ ΜΕ ΕΝΘΕΟΝ πλάσμα. Αισθανόμουνα όπως θα αισθάνετο ένας αρχαίος έλλην αν συναντούσε τον Απόλλωνα». Έτσι, αποκαλυπτική, θυμόταν την πρώτη συνάντησή του με τον πατέρα του σουρεαλισμού Αντρέ Μπρετόν ο Ανδρέας Εμπειρίκος, σε μια συζήτησή του με την ψυχαναλύτρια Ανδρομάχη Σκαρπαλέζου. Η συζήτηση είχε γίνει τον Μάρτιο του 1967 και δημοσιεύτηκε, περίπου δέκα χρόνια αργότερα, στο περιοδικό «Ηριδανός», με τίτλο «Μάχομαι διά την απελευθέρωσιν του έρωτα».
Αυτή η αίσθηση της σουρεαλιστικής αποκάλυψης εξακολουθεί να είναι απόλυτα ισχυρή, πολύ περισσότερο που το 2024 συμπληρώνονται 100 χρόνια από την έκδοση του κειμένου του Αντρέ Μπρετόν Το Μανιφέστο του Σουρεαλισμού. Το κείμενο αυτό, που αποτελεί την ιδρυτική πράξη του κινήματος του σουρεαλισμού, είναι μαζί με το Κομμουνιστικό Μανιφέστο τα δύο «μανιφέστα» που σημάδεψαν την ιστορία της τέχνης, της λογοτεχνίας και των ιδεών στη νεότερη εποχή.
Τα 100 χρόνια του σουρεαλισμού είναι η σημαντικότερη επέτειος του 2024 για τον χώρο των τεχνών, της λογοτεχνίας αλλά και των δικαιωμάτων. Το Μανιφέστο του Μπρετόν, που είχε δημοσιευτεί στις 15 Οκτωβρίου 1924, σε έναν τόμο μαζί με τη συλλογή του Poisson Soluble (Διαλυτός Ιχθύς), ήταν μόνο 24 σελίδες. Υπεραρκετές, παρ’ όλα αυτά, για να δημιουργήσουν ένα παλιρροϊκό κύμα ελευθερίας που απλώθηκε σε όλον τον κόσμο και σε πολλές μορφές δημιουργίας, πέρα από τη λογοτεχνία, στις πλαστικές τέχνες, στη φωτογραφία, στον κινηματογράφο.
Τελικά ο Μπρετόν ήταν ένας ανατροπέας, που αγαπούσε όμως την παράδοση. Όλοι μπορούσαν να χωρέσουν στον σουρεαλισμό του.
Ας μην ξεχνάμε την ταινία Ο ανδαλουσιανός σκύλος του Λουίς Μπουνιουέλ, την αισθησιακή φωτογραφία «Το βιολί του Ενγκρ» του Μαν Ρέι ή το γλυπτό «Lobster Telephone» του Σαλβαδόρ Νταλί. Έχοντας πίσω του τον Μαρξ και τον Φρόιντ αλλά και μια μεγάλη λογοτεχνική παράδοση, ο Μπρετόν διακόπτει οριστικά τη σχέση του με τον ντανταϊσμό, που τον θεωρεί άτολμο, και διεκδικεί μια νέα ελευθερία, τόσο δημιουργική/καλλιτεχνική όσο και πολιτική/κοινωνική.
Μια ελευθερία που δεν θα περιορίζεται από τον έλεγχο του έλλογου ή από τις κανονιστικές νόρμες της ηθικής και της αισθητικής, που θα υπερβαίνει τη διάκριση μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας, λογικής και τρέλας, αντικειμενικότητας και υποκειμενικότητας, που θα οδηγεί στον τρόπο με τον οποίο σκεφτόμαστε και όχι τόσο στον τρόπο με τον οποίο κάνουμε τέχνη.
Σαν άλλος λεξικογράφος, μιμούμενος τον τρόπο του Λαρούς, ο Μπρετόν φροντίζει να δώσει, μέσα στο Μανιφέστο, τον ορισμό του σουρεαλισμού. Γράφει: «Σουρεαλισμός (γ.α.). Καθαρός ψυχικός αυτοματισμός, με τον οποίο προτείνεται να εκφραστεί, είτε προφορικά είτε γραπτά είτε με οποιονδήποτε άλλον τρόπο, η πραγματική λειτουργία της σκέψης. Υπαγόρευση της σκέψης εν τη απουσία κάθε έλλογου ελέγχου, μακριά από κάθε αισθητική ή ηθική μέριμνα».
Πάντως στη συλλογή Poisson soluble ο Μπρετόν δείχνει πώς μπορούμε να κάνουμε σουρεαλιστική τέχνη χρησιμοποιώντας την αυτόματη γραφή. Η συλλογή αποτελείται από 32 ποιητικά πεζά, που αποτελούν κατά κάποιον τρόπο την «εικονογράφηση» του Μανιφέστου του Σουρεαλισμού, το οποίο δημοσιεύεται, όπως είπαμε, στον ίδιο τόμο. Στο διάστημα Μάρτιος - Μάιος του 1924 ο Αντρέ Μπρετόν είχε γράψει, με αυτόματη γραφή, καμιά εκατοστή ποιητικές ιστορίες, από τις οποίες επέλεξε τις 32 για τη συλλογή του Poisson soluble.
Στο κέντρο αυτών των ιστοριών είναι η επιθυμία, η γυναίκα, ο έρωτας, το όνειρο, ο μύθος. Είναι μια συλλογή που σίγουρα λειτούργησε επιδραστικά. Και σίγουρα η επιρροή της φαίνεται στη συλλογή των πεζόμορφων ποιημάτων Υψικάμινος του Ανδρέα Εμπειρίκου, που εκδόθηκε το 1935 και θεωρείται η κατεξοχήν έκφραση του σουρεαλισμού, ή υπερρεαλισμού, στην ελληνική λογοτεχνία.
Ο τίτλος της συζήτησης του Εμπειρίκου με τη Σκαρπαλέζου, «Μάχομαι διά την απελευθέρωσιν του έρωτα», μας θυμίζει επίσης ότι το κίνημα του σουρεαλισμού απελευθέρωσε τη σεξουαλικότητα και δημιούργησε νέα συνθήκη για τον έρωτα. Παρόλο που ο πρώτος πυρήνας των σουρεαλιστών ήταν λευκοί ετεροφυλόφιλοι ή αμφιφυλόφιλοι άνδρες, το κίνημα άνοιξε τον δρόμο για την αποδοχή των σεξουαλικών αλλά και των φυλετικών ταυτοτήτων. Το διάσημο πλέον έργο της Ελβετίδας Μερέτ Όπενχαϊμ «Πρόγευμα με γούνα» («Luncheon in Fur»), φιλοτεχνημένο το 1936, θεωρείται ότι εκφράζει αυτό τον νέο αισθησιασμό που έφερε ο σουρεαλισμός στην τέχνη και στην καθημερινή ζωή.
Το έργο αποτελείται από ένα φλιτζάνι τσαγιού, το πιατάκι του και το κουταλάκι, τυλιγμένα το καθένα σε γούνα γαζέλας. Το έργο, που αρχικά ονομαζόταν «Αντικείμενο», το μετονόμασε ο ίδιος ο Μπρετόν σε «Πρόγευμα με γούνα», θέλοντας έτσι να παραπέμψει στο πασίγνωστο έργο του Λέοπολντ φον Ζάχερ-Μαζόχ Η Αφροδίτη με τη γούνα. Σε αυτή την ονομασία, και στην παραπομπή της, είναι φανερή η σεξουαλική συνδήλωση, ο μαζοχισμός, ακόμη και ο κατά Φρόιντ «γυναικείος μαζοχισμός».
Ξαναδιαβάζω τώρα, με αφορμή τη συμπλήρωση των 100 χρόνων σουρεαλισμού, το Μανιφέστο του Μπρετόν. Τελικά ο Μπρετόν ήταν ένας ανατροπέας, που αγαπούσε όμως την παράδοση. Όλοι μπορούσαν να χωρέσουν στον σουρεαλισμό του. Ας αρχίσουμε από τον Δάντη, γράφει ο Μπρετόν. Σουρεαλιστής μπορεί να θεωρηθεί και ο Σαίξπηρ, στις καλές μέρες του, σχολιάζει. Όσο για τις Νύχτες του Γιουνγκ, είναι σουρεαλιστικές από την αρχή ως το τέλος. Και για ποιους άλλους μιλάει ο Μπρετόν; Γράφει, για παράδειγμα:
Ο Σαντ είναι σουρεαλιστής στον σαδισμό, ο Σατωβριάνδρος στον εξωτισμό. Ο Σουίφτ είναι σουρεαλιστής στην κακία, ο Μπενζαμέν Κονστάν στην πολιτική. Ο Ουγκό είναι σουρεαλιστής όταν δεν είναι βλάκας, ο Μποντλέρ στην ηθική. Ο Ρεμπό είναι σουρεαλιστής στο να ζεις αλλού, ο Πόου στην περιπέτεια. Ο Μαλαρμέ είναι σουρεαλιστής στην εξομολόγηση, ο Ζαρί στο αψέντι. Ο Σεν-Τζον Περς είναι σουρεαλιστής από μακριά.
Ο Μπρετόν στο Μανιφέστο του «δίνει» ονόματα και από τον χώρο της τέχνης: Πικάσο, Μπρακ, Ντισάν, Πικαμπιά, Ντε Κίρικο, Κλέε, Μαν Ρέι, Μαξ Ερνστ, Αντρέ Μασόν…
Πολλές είναι οι εκδηλώσεις και οι εκθέσεις που ετοιμάζονται σε όλον τον κόσμο για τον έναν αιώνα σουρεαλισμού. Στις 21 Φεβρουαρίου ανοίγει στις Βρυξέλλες η έκθεση «Imagine», που οργανώνεται από τα Βασιλικά Μουσεία Καλών Τεχνών του Βελγίου και το Κέντρο Πομπιντού του Παρισιού. Είναι εδώ όλοι οι συνήθεις ύποπτοι: Νταλί, Χουάν Μιρό, Δωροθέα Τάνινγκ, Μαν Ρέι, Λεονόρ Φινί, Μαξ Ερνστ, Τζιόρτζιο ντε Κίρικο και άλλοι και άλλοι. Αλλά δεν είναι μόνο η τέχνη.
Ο σουρεαλισμός, που ευνόησε το μοντάζ, το κολάζ, το απόσπασμα, θεωρείται ότι μπορεί να λειτουργήσει και ως εργαλείο κατανόησης και ερμηνείας της δικής μας ψηφιακής εποχής. Αυτής της νέας συνθήκης που λατρεύει το αποσπασματικό και χρησιμοποιεί το μοντάζ για να κατασκευάσει ψεύτικες, τις περισσότερες φορές, ιστορίες.
Αλλά ας ξαναγυρίσουμε στον Ανδρέα Εμπειρίκο και στο ποίημά του «Τριαντάφυλλα στο παράθυρο» από τη συλλογή Υψικάμινος. Σας φαίνεται αυτόματη γραφή;
«Σκοπός της ζωής μας δεν είναι η χαμέρπεια. Yπάρχουν απειράκις ωραιότερα πράγματα και απ' αυτήν την αγαλματώδη παρουσία του περασμένου έπους. Σκοπός της ζωής μας είναι η αγάπη. Σκοπός της ζωής μας είναι η ατελεύτητη μάζα μας. Σκοπός της ζωής μας είναι η λυσιτελής παραδοχή της ζωής μας και της κάθε μας ευχής εν παντί τόπω εις πάσαν στιγμήν εις κάθε ένθερμον αναμόχλευσιν των υπαρχόντων. Σκοπός της ζωής μας είναι το σεσημασμένον δέρας της υπάρξεώς μας».
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
Το νέο τεύχος της LiFΟ δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.