Είναι νωρίς το απόγευμα και στην Τεχνόπολη τα σχήματα που συμμετέχουν στο ΡΙΖΕΣ ΦΕΣΤ ετοιμάζονται για το live. Περιμένοντας να τελειώσουν το soundcheck οι Banda Entopica –ο λόγος που έχουμε έρθει μέσα στο λιοπύρι, να μιλήσουμε μαζί τους–, παρακολουθούμε τον Φίλιππο να κάνει δοκιμές στο κλαρίνο και την Ειρήνη να τον συνοδεύει στο τραγούδι σε έναν ανατριχιαστικό αυτοσχεδιασμό που οι άνθρωποι γύρω τους καταγράφουν σε βίντεο με τα κινητά. Είναι η πιο μεγάλη διοργάνωση που έχουν παίξει στην Αθήνα, με το μεγαλύτερο κοινό, και ανυπομονούν να ξεκινήσει το live.
Η Banda Entopica έχει έρθει από τη Θεσσαλονίκη, εκεί είναι η έδρα τους, εκεί γνωρίστηκαν και έφτιαξαν την μπάντα. Είναι όλοι Βορειοελλαδίτες (εξού και το entopica), με προϋπηρεσία σε άλλα γκρουπ και άλλα είδη μουσικής, αυτό που παίζουν όλοι μαζί, όμως, είναι ένα σύμπλεγμα παραδοσιακής και μοντέρνας βαλκανικής μουσικής με κλαρίνο, σαξόφωνο, ακορντεόν και νταούλι. Η ζωντανή εμφάνισή τους είναι μια εμπειρία, γι’ αυτό και είχαν τόσο μεγάλη αποδοχή από την πρώτη στιγμή. Οι ήχοι της Μακεδονίας, της Θράκης, της Ηπείρου αλλά και όλης της Βαλκανικής Χερσονήσου δημιουργούν ένα συναρπαστικό χαρμάνι χορευτικών ρυθμών, κάποιες φορές εκστατικών, με τραγούδια από κάθε περιοχή αλλά και δικές τους συνθέσεις που ξεσηκώνουν όπου κι αν παίξουν.
Ο τρόπος που λειτουργεί η παραδοσιακή μουσική, «μιλώντας» στο DNA και δημιουργώντας μια διονυσιακή ατμόσφαιρα, έκανε το σχήμα περιζήτητο σε φεστιβάλ, μικρά και μεγάλα.
Η μπάντα αποτελείται από τους Φίλιππο Φασούλα (κλαρίνο και φωνή), Τάσο Γκέντζη (σαξόφωνο), Ράφο Γκέντζη (ακορντεόν) και Μπίλη Μαλεγκάνο (κρουστά), με την Ειρήνη Γκουτζάκη να τους συνοδεύει στο τραγούδι. Τελειώνοντας το soundcheck και περιμένοντας τα σουβλάκια που έχουν παραγγείλει, κάνουν μια στάση για πούμε δυο λόγια για τη μέχρι τώρα πορεία τους.
«Είμαστε μαζί απ’ το 2018, πέντε χρόνια», λέει ο Τάσος, «η Ειρήνη είναι τον τελευταίο χρόνο μαζί μας, το 2022».
«Την μπάντα την ξεκινήσαμε εγώ, ο Τάσος, ο Φίλιππος και ο Ραφαήλ», συνεχίζει ο Μπίλης, «με τον Τάσο και τον Ράφο γνωριζόμασταν ήδη, με τον Φίλιππο γνωρίστηκα μία εβδομάδα πριν φτιαχτεί η μπάντα. Ο Τάσος και ο Ραφ είναι αδέλφια».
«Η μουσική δεν ήταν η κύρια ασχολία μας», λέει ο Φίλιππος, «άλλοι ήταν φοιτητές, άλλοι είναι ακόμα, όπως εγώ, αλλά από χόμπι έγινε κύρια ασχολία».
«Περάσαμε και από ροκ και από άλλα είδη μουσικής, παίξαμε και σε άλλες μπάντες, ακόμα παίζουμε, αλλά μας κέρδισε το παραδοσιακό στοιχείο», προσθέτει ο Ραφος. «Όλοι μας είχαμε παραδοσιακά ακούσματα, ο καθένας μας είχε διαφορετική σχέση με την παραδοσιακή μουσική, κυρίως με την παράδοση της περιοχής του. Ο Φίλιππος είναι από τη Λάρισα, Ο Βασίλης από την Καστοριά, ο αδελφός μου κι εγώ από την Έδεσσα, η Ειρήνη από την Καβάλα».
Η μπάντα ξεκίνησε την πορεία της από τους δρόμους της Θεσσαλονίκης, ενώ στη συνέχεια η φήμη τους εξαπλώθηκε μέσα από τα social media και άρχισαν να κάνουν εμφανίσεις σε διάφορα μαγαζιά της πόλης, αποκτώντας όλο και μεγαλύτερο κοινό. Ο τρόπος που λειτουργεί η παραδοσιακή μουσική, «μιλώντας» στο DNA και δημιουργώντας μια διονυσιακή ατμόσφαιρα, έκανε το σχήμα περιζήτητο σε φεστιβάλ, μικρά και μεγάλα.
To 2021 κυκλοφόρησαν το πρώτο τους CD με τον ομώνυμο τίτλο, «Banda Entopica», που περιλαμβάνει κατά βάση χορούς από την περιοχή της Μακεδονίας όπως και της Θράκης, καθώς και μια πρωτότυπη σύνθεση του Φίλιππου Φασούλα. Η εξέλιξη της Banda Entopica είναι εντυπωσιακή και σίγουρα όλη αυτή η επιστροφή στον παραδοσιακό ήχο και στα γλέντια με μουσική που δεν ακούς συχνά, πέρα από τα πανηγύρια, οφείλεται κατά πολύ στις εξαιρετικές μπάντες νέων ανθρώπων που έχουν εμφανιστεί τα τελευταία χρόνια.
Banda Entopica - Συρτοί Μακεδονίας
«Ξεκινήσαμε να παίζουμε στον δρόμο, στον πεζόδρομο της Αγίας Σοφίας», λένε, «εκεί ήταν το πρώτο live και στην Αριστοτέλους το δεύτερο. Σκεφτήκαμε να παίξουμε για κανένα χαρτζιλικάκι στην αρχή, να γουστάρουμε, αλλά είδαμε ότι αρέσει πολύ στον κόσμο αυτό που κάναμε, που αγάπησε αυτήν τη μουσική, γιατί παίζαμε κομμάτια γνωστά σε όλους. Δεν κάναμε πρόβα, βγήκαμε στον δρόμο και απλώς ταιριάξαμε, δέσαμε.
Παίζουμε μακεδονίτικα κυρίως, αλλά και κομμάτια από Θράκη, από Ήπειρο. Θέλαμε να βγάζουμε γούστα, αλλά υπάρχει και το βιοποριστικό, η έννοια της “χαρτούρας” είναι συνδεδεμένη με τη φύση αυτής της μουσικής, παραδοσιακά. Δεν ήταν αυτός ο σκοπός μας, φυσικά, πάντα θέλαμε να περνάμε καλά, κι αυτό θέλουμε ακόμα, γιατί είμαστε και πέντε χρόνια μπάντα. Στον δρόμο συνεχίζουμε να παίζουμε γιατί δεν έχεις κανέναν να σε ελέγχει.
Ο δρόμος είναι λίγο πιο άμεσος γιατί περνάνε περαστικοί κι αυτός που θα σταματήσει είναι αυτός που θα ενδιαφερθεί περισσότερο και μπορεί να έρθει να σου μιλήσει, οπότε θα έρθεις κι εσύ σε επαφή μαζί του».
«Κι εγώ στον δρόμο τα γνώρισα τα παιδιά», λέει η Ειρήνη, «στη λαϊκή κάτω απ' το σπίτι μου. Σπουδάζω στη Θεσσαλονίκη και μένω εκεί, ασχολιόμουν από πριν με το τραγούδι δειλά-δειλά, αλλά τους είδα να παίζουν και ήθελα να συμμετέχω πιο ενεργά».
Σχολιάζουμε τη ραγδαία άνοδο της παραδοσιακής μουσικής τα τελευταία χρόνια, που δημιουργεί κάτι χωρίς προηγούμενο στην Ελλάδα, τουλάχιστον τα τελευταία σαράντα χρόνια. Αυτό οφείλεται εν μέρει στα μουσικά σχολεία και στη δυνατότητα που δίνουν στα παιδιά να έρθουν σε επαφή με παραδοσιακά όργανα αλλά και στην ακομπλεξάριστη επιστροφή σε ό,τι τους θυμίζει τον τόπο των γονιών τους. Γλώσσα, μουσική, ιστορίες.
«Μπορεί να μην είναι γνωστό σε όλους, αλλά σε κάποιους κύκλους δεν χάθηκε ποτέ το ενδιαφέρον για την παραδοσιακή μουσική. Είναι και οι σύλλογοι που συνεισφέρουν σε αυτό, πάντα υπήρχαν παραδοσιακά συγκροτήματα, αλλά δεν είχαν τον τρόπο να προβληθούν», λένε. «Όταν φτιάξαμε την μπάντα, δεν είχαμε στο μυαλό μας ότι θα βγαίνουμε σε μεγάλα φεστιβάλ, θα παίζουμε αυτήν τη μουσική και θα την ακούει ο κόσμος. Ακόμα και όταν είχαμε αρχίσει να παίζουμε μαζί δεν ξέραμε ότι θα κατέληγε εκεί. Και τον ήχο μας τον γουστάρουν όλοι, ακόμα και οι μεταλλάδες. Και όσο ανοίγει ο χώρος και δίνουν την ευκαιρία σε παραδοσιακές μπάντες να παίζουν, τόσο και πιο δημοφιλείς θα γίνονται.
Banda Entopica - Μονοκοντυλιά
Γιατί όσο και να την ακούσεις αυτήν τη μουσική στο Spotify, δεν έχει καμία σχέση με όταν τη βλέπεις live. Αυτό που μπορεί να αρέσει στον μεταλλά π.χ. είναι η ενέργεια που έχει αυτή η μουσική, που ξεσηκώνει ακόμα και άτομα που δεν ακούνε μουσική. Στα live μας, όπου κι αν παίζαμε, γινόταν από την αρχή χαμός από κόσμο και από διάθεση. Όταν υπάρχει τόσο πλούσια μουσική παράδοση και είναι τόσο ενεργή και ζωντανή είναι αδύνατο να μην ανταποκριθεί ο κόσμος. Μπορεί κάποτε να ήθελες να πετάξεις το χωριό από πάνω σου, αλλά τώρα δεν συμβαίνει αυτό».
«Κάνετε και γάμους;» «Παίζουμε σε κάθε είδους πολιτιστική εκδήλωση».
«Στα live σας τι ηλικίες έρχονται;» «Όλες. Και πολύ μεγάλοι άνθρωποι και πολύ πιτσιρίκια. Μας είχε κάνει μεγάλη εντύπωση το sold out τον Δεκέμβριο στο Κύτταρο, κυρίως από νέο κόσμο, ήταν μεγάλη έκπληξη για μας που δεν ερχόμαστε να παίξουμε συχνά στην Αθήνα. Παίζουμε σε όλη την Ελλάδα, έχουμε αρκετά live και σε πολλά φεστιβάλ και τώρα προγραμματίζουμε να κάνουμε ένα τουρ στο εξωτερικό από το φθινόπωρο, Γερμανία ενδεχομένως, και Ολλανδία.
Η πιο μεγάλη δυσκολία αυτήν τη στιγμή είναι ότι δεν είναι στάνταρ το μεροκάματο, ως μουσικοί μπορεί μία εβδομάδα να έχουμε και μετά να μην έχουμε για έναν μήνα.
Δυσκολία είναι και οι αποστάσεις μεταξύ των live, πολλά χιλιόμετρα, ωστόσο κρύβουν και μια ομορφιά. Γενικά το ταξίδι στον δρόμο έχει μια ομορφιά».
«Ποιο ήταν το πιο αξέχαστο live σας μέχρι τώρα;»
«Το live στο Κύτταρο, σαν τον Καραγκιόζη στο Γιούργια Φέστιβαλ, πέρσι τον Μάιο, στο πρώτο live που κάναμε στην Αθήνα, ήταν και η πρώτη φορά που μας άκουσε τόσο πολύ κοινό εδώ. Παίζαμε ήδη σε μαγαζάκια, αλλά ήταν η πρώτη φορά που παίξαμε σε μεγάλο χώρο. Ουσιαστικά ήταν ένα πρόγραμμα που είχε δουλευτεί στη Θεσσαλονίκη μέχρις εσχάτων και ξαφνικά σε άκουγε κάποιος που δεν σε είχε ξανακούσει ποτέ και ήταν άλλη εμπειρία».
Η Banda Entopica είναι στη διαδικασία προετοιμασίας για τον δεύτερο δίσκο της. «Έχουμε διάφορες ιδέες για νέο δίσκο», λένε, «δικές μας ιδέες, που συνήθως είναι σε παραδοσιακά μοτίβα. Δεν ξέρουμε αν θα ’ναι κάποιος δίσκος ή θα τα βγάλουμε ως single, αλλά θα είναι δικές μας συνθέσεις, κάποια πράγματα θα είναι ορχηστρικά, κάποια με στίχο. Θα εστιάσουμε πιο πολύ στις δικές μας συνθέσεις.
Ο Βορράς και ο Νότος έχουν διαφορετικό κόσμο, είναι λίγο βίωμα να ακούει το κοινό του Βορρά τα μακεδονίτικα, αλλά η έκπληξη είναι όταν έρχεσαι στην Αθήνα και τα ακούνε και εδώ και χορεύουν εξίσου, ίσως επειδή έχουν την ενασχόληση με τους συλλόγους και τα χορευτικά. Τώρα πια τα ξέρουν όλα τα κομμάτια. Και το περίεργο δεν είναι στην Αθήνα αλλά στη Λάρισα ή στον Βόλο, όπου παίζεις τη Στάνκενα και τη χορεύουν. Θυμάμαι, είχα πει του παππού μου “παππού χορεύουν τη Στάνκενα στον Βόλο” και είχε γουρλώσει τα μάτια του».