Δήμος Μούτσης: Η πορεία ενός συνθέτη που σφράγισε το ελληνικό τραγούδι

Δήμος Μούτσης: Η πορεία ενός συνθέτη που σφράγισε το ελληνικό τραγούδι Facebook Twitter
Ο Μούτσης έψαχνε συνεχώς τα εκφραστικά μέσα του, δεν επαναπαυόταν σε μια μανιέρα, γλιστρώντας από το εντεχνολαϊκό προς το ηλεκτρικό και ροκ τραγούδι, διατηρώντας πάντα υψηλά το ενδιαφέρον του κόσμου για τις δουλειές του.
0


Η ΑΠΩΛΕΙΑ ΤΟΥ Δήμου Μούτση, για το ελληνικό τραγούδι, είναι πολύ μεγάλη, δηλαδή τεράστια, καθώς είναι πάμπολλα τα σπουδαία τραγούδια που άφησε ως παρακαταθήκη, σε όλες τις φάσεις τής καλλιτεχνικής διαδρομής του, από τα μέσα του ’60, έως και τα μέσα του ’90 χοντρικά. Τραγούδια «αθάνατα», με λίγα λόγια, που θα βρίσκονται στα στόματα του κόσμου δια παντός.

Η πορεία του Δήμου Μούτση στα μουσικά μας πράγματα θα μπορούσε να χωριστεί σε τρεις μεγάλες περιόδους. Η πρώτη αφορά στο δεύτερο μισό των σίξτις, όταν οι επιτυχίες του κυκλοφορούσαν βασικά σε δίσκους 45 στροφών, η δεύτερη έχει να κάνει με τη δεκαετία του ’70 (δικτατορία και μεταπολίτευση), όταν ηχογραφεί τους ιστορικούς «έντεχνους» long-play δίσκους του, ενώ η τρίτη ξεκινά από το 1981, φθάνοντας έως το 1994, καλύπτοντας την προσωπική εξομολογητική του φάση, όταν πλέον ο Δήμος Μούτσης θα εμφανιζόταν σχεδόν αποκλειστικά ως singer-songwriter.

Βλέποντας έτσι, χοντρικά, αυτές τις τρεις εποχές θα μπορούσε να πει κάποιος πως απέχουν αισθητικά μεταξύ τους, υπό την έννοια πως τα «έντεχνα» τραγούδια τού Μούτση από τα σίξτις δεν σχετίζονται με τα τραγούδια της «Τετραλογίας» για παράδειγμα, ενώ χάος υπάρχει και ανάμεσα στα κομμάτια της «Τετραλογίας» και εκείνων των πιο προσωπικών δίσκων του από τη δεκαετία του ’80.

Πριν ακόμη αρχίσει να ηχογραφεί τα δικά του κομμάτια ο Δήμος Μούτσης είχε κάνει ένα άλμα στην πορεία του, αφού ήταν μέλος ή εν πάση περιπτώσει συνεργάτης της Πειραματικής Ορχήστρας Αθηνών του Μάνου Χατζιδάκι, παίζοντας φυσαρμόνικα ή και βιολί.

Αυτό δείχνει πως ο Μούτσης έψαχνε συνεχώς τα εκφραστικά μέσα του, δεν επαναπαυόταν σε μια μανιέρα, γλιστρώντας από το εντεχνολαϊκό προς το ηλεκτρικό και ροκ τραγούδι, διατηρώντας πάντα υψηλά το ενδιαφέρον του κόσμου για τις δουλειές του. Αυτό είναι εντελώς σπάνιο στα καθ’ ημάς – δεν ξέρω αν είναι μοναδικό, αυτή τη στιγμή, αλλά πάντως είναι σπάνιο. Και φυσικά το «σπάνιο» δεν θα είχε κανένα νόημα, αν δεν ήταν και αισθητικώς άψογο.

Η δεκαετία του ’60

Πριν ακόμη αρχίσει να ηχογραφεί τα δικά του κομμάτια ο Δήμος Μούτσης είχε κάνει ένα άλμα στην πορεία του, αφού ήταν μέλος ή εν πάση περιπτώσει συνεργάτης της Πειραματικής Ορχήστρας Αθηνών του Μάνου Χατζιδάκι, παίζοντας φυσαρμόνικα ή και βιολί. Ως φυσαρμονικίστα εξάλλου τον ακούμε στον πρώτο δίσκο του Γιώργου Ρωμανού, τις «Μπαλλάντες», που κυκλοφορεί στην αρχή του 1965 από την Philips.

Σίγουρα ο Χατζιδάκις αποτελεί μια πρώιμη επιρροή για τον Δήμο Μούτση, και σε σχέση με κάποιες μελωδίες του, αλλά και σε σχέση με το πώς έβλεπε (ο Χατζιδάκις) το λαϊκό τραγούδι και την κουλτούρα που εκείνο κουβαλούσε.

Αυτό το διαπιστώνει κανείς στον Μούτση από τα πρώτα ήδη τραγούδια του, που λέει ο Γιάννης Πουλόπουλος στο τέλος του 1965. Λέμε για το 45άρι «Το κορίτσι μου στ’ άστρα / Μέσα στο παλιό μου σπίτι» [Lyra]. Το δεύτερο, ήταν ένα ωραίο ζεϊμπέκικο, που είχε στίχους του ίδιου του Πουλόπουλου και που θα το έλεγε και ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης λίγο αργότερα. Ο Μούτσης είχε πει πως τα λόγια στο τραγούδι αυτό τα είχε γράψει ο Μάνος Χατζιδάκις, αλλά το γεγονός πως υπάρχουν στο πρώτο ποιητικό βιβλίο του Γιάννη Πουλόπουλου, το «Τετράδιο» (1971), ανθολογημένα εκεί από τον ίδιο τον τραγουδιστή, με οδηγούν να συμπεράνω πως ήταν όντως του Πουλόπουλου (και όχι του Χατζιδάκι).

Δήμος Μούτσης: η πορεία ενός συνθέτη-τραγουδοποιού, που σφράγισε το ελληνικό τραγούδι τα τελευταία 60 χρόνια Facebook Twitter
Από το ’65 και μετά τα τραγούδια του Μούτση, που μπαίνουν στα χείλια όλου του κόσμου είναι πολλά.

Από το ’65 και μετά τα τραγούδια του Μούτση, που μπαίνουν στα χείλια όλου του κόσμου είναι πολλά. Τι να πρωτοδιαλέξεις! Ο Μούτσης αγαπάει το λαϊκό τραγούδι, ανακαλύπτει τη μεγάλη παρακαταθήκη τού Μάρκου Βαμβακάρη, και ενδόμυχα δεν μπορεί παρά να επηρεάζεται και από αυτήν. Ας δώσουμε μερικούς τίτλους, για να γίνει φανερή η δημιουργία του εκείνης της περιόδου:

«Βρέχει ο Θεός», «Πήρες το μεγάλο δρόμο», «Μη μου χτυπάς τα μεσάνυχτα την πόρτα», «Απόψε μην αργείς», «Πειραιώτισσα», «Άπονη καρδιά» (όλα σε στίχους Νίκου Γκάτσου και με ερμηνευτή τον Σταμάτη Κόκοτα), «Σ’ έβλεπα στα μάτια» (Νίκος Γκάτσος, Βίκυ Μοσχολιού), «Στου Προφήτ’ Ηλία» (Γιώργος Παπαστεφάνου, Σταμάτης Κόκοτας), «Μια βραδυά στη Λάρισα» (Νίκος Γκάτσος, Μαρία Δουράκη), «Στην Ελευσίνα μια φορά» (Βασίλη Ανδρεόπουλος, Μανώλης Μητσιάς), «Αύριο πάλι», «Είχαμε περηφάνεια», «Μ’ ένα παράπονο» (Νίκος Γκάτσος, Γρηγόρης Μπιθικώτσης), «Κυρά μου αριστοκράτισσα» (Νίκος Γκάτσος, Λευτέρης Μυτηλιναίος), «Με το πρώτο λεωφορείο» (Γιάννης Λογοθέτης, Μανώλης Μητσιάς), «Μια Παρασκευή», «Κάποιο τραίνο» (Νίκος Γκάτσος, Δήμητρα Γαλάνη), «Αυτά τα χέρια» (Λευτέρης Παπαδόπουλος, Μανώλης Μητσιάς, από το σάουντρακ της ταινίας «Ένα Αστείο Κορίτσι») κ.λπ. Αντιλαμβανόμαστε όλοι το μέγεθος αυτών των τραγουδιών, αφού 55 χρόνια αργότερα ακούγονται και συγκινούν ακόμη.

Γρηγόρης Μπιθικώτσης - Με ένα παράπονο

Η παραγωγή του Μούτση είναι τρομερή τότε, ενώ και αυτά που κάνει παράλληλα δεν περνούν απαρατήρητα (όπως η ενορχήστρωση στο LP «Επιστροφή» των Χατζιδάκι-Γκάτσου). Ακόμη και η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, η μεγάλη «Γρηά» του ελληνικού τραγουδιού, είχε έναν καλό λόγο για ’κείνον. Από τα «Επίκαιρα» του Αυγούστου 1970:

«Συγχαίρω τον Δήμο Μούτση που έβαλε το μπουζούκι και το τσίμπαλο στο αρχαίο θέατρο... Μπράβο του! (σ.σ. αναφέρεται στην παράσταση του Εθνικού Θεάτρου «Νεφέλαι» του Αριστοφάνη, που είχε ανεβεί στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου, τον Ιούνιο του 1970, σε σκηνοθεσία Αλέξη Σολομού και με μουσική Δήμου Μούτση). Το μπουζούκι είναι πάντα πρώτο. Προέρχεται από τους Βυζαντινούς. Μα τώρα όσο πάει και νοθεύεται (σ.σ. η Παπαγιαννοπούλου υπαινισσόταν το ελαφρολαϊκό, που έπαιρνε κεφάλι)».

Στα χρόνια του ’70

Αν και ο Δήμος Μούτσης ξεκινάει με μεγάλους δίσκους στο τέλος της δεκαετίας του ’60 –λέμε για τα LP «Κάποιο Καλοκαίρι» (1968) και «Ένα Χαμόγελο» (1969)–, είναι η δεκαετία του ’70 εκείνη που θα τον αναδείξει σ’ έναν από τους κορυφαίους συνθέτες του «έντεχνου» τραγουδιού, καθώς κυκλοφορεί ακατάπαυστα πολύ σημαντικές δουλειές. Πρώτη όλων (και χρονικά δηλαδή) ο «Άγιος Φεβρουάριος» [Philips, 1972].

Ο δίσκος αυτός, όπως είχαμε σημειώσει και παλαιότερα εδώ στο LiFO.gr, διακρίνεται, πρώτον, για το συμπαγές στιχουργικό «σώμα» του Μάνου Ελευθερίου και βεβαίως για τις μελωδίες και την ενορχήστρωση, που είχε επιφυλάξει για τα τραγούδια του ο Δήμος Μούτσης – με τις σαφείς επιρροές από το ροκ και τον ευρύτερο ηλεκτρικό ήχο. Όλα τα όργανα είναι fully-electrified εδώ, και όχι μόνον οι κιθάρες και τα keyboards, μα ακόμη και το μπουζούκι. Οι δε φωνές των νέων τότε τραγουδιστών, του Δημήτρη Μητροπάνου και της Πετρής Σαλπέα, θα αποδεικνύονταν ιδανικές στην ερμηνεία αυτών των τραγουδιών, που ναι μεν τώρα θεωρούνται κλασικά, αλλά στην εποχή τους δεινοπάθησαν.

Ο δίσκος πάει «άπατος» όλο το 1972, δηλαδή θεωρείται αποτυχημένος, ο Δήμος Μούτσης έχει πλέον άλλα τραγούδια να προτείνει για την σεζόν 1972-73, ενώ κανένας δεν φαίνεται να ασχολείται πια με τον «Άγιο Φεβρουάριο», που σίγουρα «χάνει» και λόγω ακατανόητου τίτλου – με το άλμπουμ να πουλάει σκάρτα 2.000 αντίτυπα, μέσα σε 14-15 μήνες! Και όμως ένα απρόβλεπτο γεγονός τοποθετεί και πάλι τον δίσκο στα καταστήματα, με τον «Άγιο Φεβρουάριο» να πουλάει πολύ, πάρα πολύ, μετά τον Μάρτη του ’73. Τι είχε μεσολαβήσει;

Δήμος Μούτσης: η πορεία ενός συνθέτη-τραγουδοποιού, που σφράγισε το ελληνικό τραγούδι τα τελευταία 60 χρόνια Facebook Twitter
Δήμος Μούτσης (1969)

Τα τρία εγκλήματα του Νίκου Κοεμτζή, το ξημέρωμα της Κυριακής 25 Φεβρουαρίου 1973, στο κέντρο Νεράιδα της Αθήνας, στην Αγίου Μελετίου. Και καθώς οι εφημερίδες της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης είχαν ανακατέψει σ’ αυτή την αποτρόπαιη ιστορία και το τραγούδι του Δήμου Μούτση «Ο χάρος βγήκε παγανιά» (από τον «Άγιο Φεβρουάριο» φυσικά), ο δίσκος θα άρχιζε να πουλάει σαν τρελός. Δείτε τι έγραφε η εφημερίδα «Μακεδονία» στο φύλλο τής 27 Φεβ. 1973: «Ο βασικός τραγουδιστής του κέντρου Καρουσάκης τελείωσε το ρεπερτόριό του με το ρεμπέτικο “Σαν βγαίνη ο χότζας στο τζαμί”. Παρέδωσε το μικρόφωνο στον συνάδελφό του Τάκη Αθανασιάδη, ο οποίος είπε το “Ο χάρος βγήκε παγανιά”. Επειδή δεν υπήρχε στο ρεπερτόριο το “Βεργούλες και με δείρανε” είπε για την παρέα των αδελφών Κοεμτζή το “Τη ζούλα μου ανακάλυψαν”».

Τώρα, αν έγιναν έτσι ακριβώς τα πράγματα, λίγο πριν ξεσπάσει το μακελειό στη Νεράιδα της Αθήνας, ή όχι, δεν έχει και τόσο σημασία για την δική μας ιστορία. Το θέμα είναι πως, για υπαρκτούς ή για ανύπαρκτους λόγους, το «Ο χάρος βγήκε παγανιά» είχε γίνει ξαφνικά... talk of the town, όπως θα λέγαμε σήμερα, περιγράφοντας με ακρίβεια εκείνο που είχε συμβεί στο λαϊκό κέντρο (όταν, δηλαδή, ο χάρος θα έβγαινε στ’ αλήθεια παγανιά), με αποτέλεσμα ο κόσμος να ψάχνει μετά μανίας τον «Άγιο Φεβρουάριο», που είχε βγει πριν από ένα χρόνο και βάλε, όπως και το 45άρι με την «Παγανιά», που κυκλοφορούσε, και αυτό, από τον Νοέμβρη του ’72.

Μέσα σε λίγους μήνες η «Παγανιά» θα ακουγόταν παντού. Θα διασκευαζόταν από διαφόρους σε μικρές και μεγάλες εταιρείες, που θα έτρεχαν για να επωφεληθούν, θα ακουγόταν και ως instrumental, θα έμπαινε σε πάμπολλα τουριστικά compilations και βασικά δεν θα υπήρχε τζουκ-μποξ της εποχής, που να μην γύριζε το κομμάτι πέντε και έξι φορές κάθε βράδυ.

Δημήτρης Μητροπάνος - Ο Χάρος Βγήκε Παγανιά 

Φυσικά στον «Άγιο Φεβρουάριο» υπήρχαν και άλλα εξ ίσου μεγάλα τραγούδια, σαν τα «Άλλος για Χίο τράβηξε», «Το κομοδίνο», «Η σούστα πήγαινε μπροστά» κ.λπ., αν και όλος ο δίσκος ακούγεται από την αρχή έως το τέλος του, παραμένοντας διαρκώς στο ίδιο υψηλό επίπεδο.

Σπουδαίος δίσκος, από την ίδια εποχή, και στηριγμένος στο ίδιο πάνω-κάτω concept, την προσφυγιά και την Μικρασιατική Καταστροφή, ήταν και ο «Συνοικισμός Α» [Olympic, 1972]. Κι εδώ ο Μούτσης βρίσκεται σε μεγάλη φόρμα, δίνοντας ωραία κομμάτια σαν τα «Άσπρα, κόκκινα, κίτρινα, μπλε», «Έτσι ειν’ η ζωή», «Η κορδέλλα» (Γιάννης Λογοθέτης, Βίκυ Μοσχολιού), «Στο παράθυρο αγναντεύοντας», «Ο Στέφανος» (Γ. Μιχαηλίδης, Αντώνης Καλογιάννης) κ.λπ.

Ένα χρόνο μετά τον «Συνοικισμό Α», ο Μούτσης επανέρχεται στη δισκογραφία με το LP «Στροφές» [Olympic, 1973]. Σ’ αυτό το άλμπουμ, με τα οκτώ τραγούδια και τα δύο ορχηστρικά, ερμηνεύτρια ήταν, αποκλειστικά, η Βίκυ Μοσχολιού. Μούτσης και Μοσχολιού είχαν φτιάξει, τότε, ένα τρομερό δίδυμο στον Ζυγό, στην Πλάκα (καθώς η Μοσχολιού είχε εγκαταλείψει τη «νύχτα»), παρουσιάζοντας και το «Συνοικισμό Α» και τις «Στροφές», ενώ είχε γραφτεί (Οκτώβρης ’73) πως θα παρουσίαζαν από κοινού και τραγούδια βασισμένα σε ποιήματα του Αλέκου Παναγούλη (που είχε βγει από τη φυλακή, τον Αύγουστο του ’73, λόγω της αμνηστίας και της ειδικής χάρης, που του είχε δοθεί), κάτι, όμως, που τελικά δεν θα συνέβαινε.

Δήμος Μούτσης: η πορεία ενός συνθέτη-τραγουδοποιού, που σφράγισε το ελληνικό τραγούδι τα τελευταία 60 χρόνια Facebook Twitter
Δήμος Μούτσης, Βίκυ Μοσχολιού και Αντώνης Καλογιάννης την εποχή του Συνοικισμού Α (1972)

Τέλος πάντων ο δίσκος αυτός είναι ένας τυπικά καλός δίσκος για τον Μούτση, που περιέχει μερικά πολύ επιτυχημένα ή τέλος πάντων πολυακουσμένα τραγούδια σαν τα «Εγώ ειμ’ εγώ» (Πυθαγόρας), «Και γεια χαρά» (Γιάννης Λογοθέτης), «Αγκαλιά και πλάι πλάι» (Πυθαγόρας), «Απ’ τα μικρά ψαράδικα» (Μάνος Ελευθερίου) (ωραίο ζεϊμπέκικο, που φέρνει στη μνήμη το «Ένας αλήτης πέθανε» του Κώστα Καπλάνη) και ακόμη το «Μια βραδυά στη Λάρισα» σε στίχους Νίκου Γκάτσου (που είχε πει πρώτη η Μαρία Δουράκη)

Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως μεταβατικό άλμπουμ οι «Στροφές», καθώς με τις επερχόμενες «Μαρτυρίες» (1974) και την «Τετραλογία» (1975) η τραγουδοποιία του Δήμου Μούτση θα άλλαζε επίπεδο.

Στη Μεταπολίτευση πια, τον Νοέμβριο του 1974, ο Δήμος Μούτσης κυκλοφορεί τις «Μαρτυρίες» του στην Columbia, έναν από τους καλύτερους και σίγουρα πιο υποτιμημένους δίσκους του. Όπως σημείωνε ο ίδιος στο οπισθόφυλλο του LP:

«Είναι μεγάλη ικανοποίηση για μένα να παρουσιάσω σ’ αυτό το δίσκο τις δέκα λαϊκές μου μπαλάντες, τις Μαρτυρίες μιας δύσκολης εποχής, που όλοι μας περάσαμε (σ.σ. αναφέρεται στην επταετία της δικτατορίας προφανώς). Τον καιρό που τις έγραφα δεν φανταζόμουν ότι θα ’φταναν πιο πέρα από μερικούς φίλους μου, που μ’ άκουγαν σπίτι μου να τις τραγουδάω καμιά φορά. Η συμμετοχή του Μητσιά οπωσδήποτε θετική. Η Λαβίνα κι ο Χρήστος Λεττονός ήταν μαζί μου από τότε κι έζησαν τα τραγούδια αυτά σχεδόν από τη γέννησή τους. Έτσι χωρίς καμιά ιδιαίτερη προσπάθεια, και με τη λιτότητα που τα τραγουδάνε κάθε βράδυ μαζί μου στη Λήδρα, τραγούδησαν και στον δίσκο αυτό μερικά από τα πιο αγαπημένα μου τραγούδια».

Δήμος Μούτσης: η πορεία ενός συνθέτη-τραγουδοποιού, που σφράγισε το ελληνικό τραγούδι τα τελευταία 60 χρόνια Facebook Twitter
Δήμος Μούτσης, Βίκυ Μοσχολιού

Οι «Μαρτυρίες» είναι ένα πολιτικό άλμπουμ, χωρίς να κραυγάζει. Είναι οπωσδήποτε προϊόν του ξεκινήματος της Μεταπολίτευσης, υπάρχει έντονη φόρτιση στα τραγούδια, ακόμη και αντι-αμερικανισμός στο «Γιούπι-γιούπι-γεια» (του Γιώργου Χρονά, που τραγουδάει ο Λεττονός), αλλά υπάρχει κι ένα πιο συναισθηματικό κλίμα, που επιχειρεί να περιγράψει δύσκολες καταστάσεις, όπως π.χ. την επιστράτευση της 20ης Ιουλίου 1974, λόγω της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο – με το τραγούδι με τον ίδιο τίτλο, σε στίχους Γιάννη Λογοθέτη, να αποδίδει καταπληκτικά ο Μανώλης Μητσιάς στο ξεκίνημα του δίσκου. Στο ανάλογο κλίμα και τα τραγούδια «Καταζητούνται» (Γιώργος Χρονάς, Χρήστος Λεττονός), «Τούτο το βράδυ» (Δήμος Μούτσης, Βασιλική Λαβίνα) κ.λπ. Σπουδαίος δίσκος. Απαιτητικά «έντεχνος» και λαϊκός ταυτόχρονα.

Τούτο το βράδυ

Το 1975 είναι η χρονιά της «Τετραλογίας». Ο δίσκος έχει περάσει πλέον στη σφαίρα του μύθου (όπως έχει συμβεί εξάλλου και με τον «Άγιο Φεβρουάριο»). Ο Μούτσης πειραματίζεται και πάλι. Χρησιμοποιεί moog synthesizer (σε μία από τις πρώτες παρουσίες του οργάνου στην ελληνική δισκογραφία), ενώ στην ηχογράφηση θα έπαιρναν μέρος 25 ακόμη μουσικοί, με μερικά πολύ γνωστά ονόματα ανάμεσά τους (Γιάννης Ζουγανέλης τούμπα, Τίτος Καλλίρης κιθάρες, Αντώνης Βαρδής κιθάρες, οι Ταχιάτιδες βιολοντσέλα, ο Βράσκος και ο Καβάκος βιολιά και άλλοι πολλοί). Το παράξενο εδώ είναι πως ο Μούτσης δεν χρησιμοποίησε το moog για να καλύψει άλλα όργανα, αλλά σαν ένα αυτόνομο όργανο της ενορχήστρωσης με τον δικό του ξεχωριστό ήχο – άλλοτε πιο πειραματικό, και άλλοτε πιο «τυπικό». Και φυσικά η μελοποίηση ποιημάτων των Γ. Σεφέρη, Κ. Καρυωτάκη, Κ.Π. Καβάφη και Γ. Ρίτσου ανέβαζε τον πήχη ακόμη πιο ψηλά.

Σίγουρα κάποιες μελοποιήσεις υπήρξαν επιτυχημένες και αγαπήθηκαν σαν τραγούδια, όπως εκείνες στα «Κι αν ο αγέρας φυσά» και «Πες της το μ’ ένα γιουκαλλίλι» (Γ. Σεφέρης, Μανώλης Μητσιάς), αλλά υπήρξαν και άλλες πιο «δύσκολες», που απέκτησαν υπόγεια φήμη μέσα στα χρόνια, όπως εκείνη στη «Θάλασσα του πρωιού» (Κ.Π. Καβάφης, Χρήστος Λεττονός), στο τραγούδι «Η πόλις» (Κ.Π. Καβάφης, Άλκηστις Πρωτοψάλτη και χορωδία) κ.λπ. Ένας δίσκος, που θα ακούγεται πάντα με ενδιαφέρον είναι η «Τετραλογία».

Την επόμενη χρονιά, το 1976, ο Δήμος Μούτσης κάνει ένα από τα πιο απρόβλεπτα άλμπουμ της διαδρομής του – μάλλον το πιο απρόβλεπτο. Αποκαλείται «Εργατική Συμφωνία» [Columbia] και αφορά στην επένδυσή του στο θεατρικό έργο «Απεργία» του Γιώργου Σκούρτη, που είχε ανεβεί στο Θέατρο Λουζιτάνια, τη σεζόν 1975-76. Τραγουδούσαν ο Χαράλαμπος Γαργανουράκης, η Άλκηστις Πρωτοψάλτη, χορωδία, μέλη του θιάσου, ενώ στην αρχή ακούγεται στο ρόλο του αφεντικού και ο Κωνσταντίνος Τζούμας. Ο δίσκος, που είχε κυκλοφορήσει και σε μπλε βινύλιο (εκτός από μαύρο), διαθέτει «εντεχνολαϊκά», ροκ, ηλεκτρονικά, όπως και πιο αβανγκαρντίστικα στοιχεία, είναι «στρατευμένος» με τον τρόπο του, και αποτελεί σίγουρα προϊόν της εποχής του. Μένει να αξιολογηθεί, σήμερα, έξω από το κλίμα της πρώιμης Μεταπολίτευσης, ως μια προσπάθεια του Μούτση να ηχογραφήσει εφαρμοσμένη μουσική (εδώ για συγκεκριμένο θεατρικό), που να μπορεί να ακουστεί και αυτόνομα (έξω από την παράσταση εννοούμε).

Εκείνα τα χρόνια ο Μούτσης έδινε συνθέσεις του και για προσωπικούς δίσκους τραγουδιστών, και μερικές απ’ αυτές είναι εφάμιλλης αξίας με τις ανάλογες από τα δικά του LP. Για παράδειγμα το «Τώρα άλλα τραγουδάμε» (στίχοι Γιώργος Κανελλόπουλος) με την Λιζέττα Νικολάου ή το «Ένα πρωί» (ξανά σε στίχους του Κανελλόπουλου), που θα έλεγε ο Κωστής Χρήστου.

Η δεκαετία του ’70 θα κλείσει, για τον Δήμο Μούτση, με «To Δρομολόγιο» [Columbia, 1979] σε στίχους Νίκου Γκάτσου και με ερμηνείες από τον Μανώλη Μητσιά. Εδώ το πιο ενδιαφέρον στοιχείο είναι, οπωσδήποτε, οι στίχοι του Νίκου Γκάτσου, που πιάνουν και πάλι τον παλμό της εποχής και εκείνο που συμβαίνει στην αθηναϊκή καθημερινότητα («Λιβανέζοι και νέγροι στη Φωκίωνος Νέγρη / βγάλαν Ευρωπαίο αρχηγό» ή το «Κάποιο βράδυ κάτω στα στενά του Πειραιά / τρεις Αμερικάνοι / βγήκανε σεργιάνι / σαν καράβια σε ντόπια νερά. Είχαν μάθει κόσμο ν’ αγοράζουν με λεφτά / όπως στο Σικάγο / μα τους βάλαν πάγο / κάτι μάγκες δικά μας παιδιά» και ακόμη το «πώς τα ’κανες έτσι τα μαύρα παιδιά σου Ελλάδα Ελλάδα»).

Δήμος Μούτσης: η πορεία ενός συνθέτη-τραγουδοποιού, που σφράγισε το ελληνικό τραγούδι τα τελευταία 60 χρόνια Facebook Twitter
Δήμος Μούτσης (1974)

Ο Μούτσης γράφει κάτι σαν... country rock («Σαν τον Τσε Γκεβάρα», «Ασημίνα»), ενώ ανάμεσα συναντάμε και τρία πραγματικά ωραία από κάθε άποψη τραγούδια, όπως ήταν τα «Μακρινή της αγάπης ώρα» (που φέρνει στη μνήμη μου τη συνεργασία του Γκάτσου με τον Λουκιανό Κηλαηδόνη), «Ποιος έχει δάκρυα να μου δώσει» και «1922» (που ανακαλεί κάτι από το «Ρεμπέτικο» από πλευράς Γκάτσου και «Δε λες κουβέντα» από πλευράς Μούτση).

«To Δρομολόγιο» δείχνει πως υπάρχει ένα «ταβάνι» στο «έντεχνο», για τον Μούτση, που ήδη έχει πιαστεί (το «ταβάνι») και πως από ’κει και κάτω θα υπάρξει έντονο πρόβλημα, αν ο ίδιος δεν ανανεωθεί ως τραγουδοποιός. Μεγάλη η απόφαση... Τι να κάνεις; Να βγεις σαν τον Σαββόπουλο με μια κιθάρα ή με μια ροκ μπάντα και να λες τα τραγούδια σου; Εκείνος το έκανε από τα είκοσί του. Εσύ θα το κάνεις στα 40φεύγα σου; Και όμως αυτό το εντελώς απρόσμενο και αναπάντεχο θα επιχειρούσε ο Μούτσης στην «πασοκική» πια δεκαετία του ’80.

Στη δεκαετία του ’80 και πέρα απ’ αυτή

Το τραγούδι αλλάζει στο ξεκίνημα της νέας δεκαετίας κι ένας από αυτούς που το αλλάζουν είναι ο Δήμος Μούτσης, με το άλμπουμ του «Φράγμα» [Lyra] σε στίχους Κώστα Τριπολίτη, που κυκλοφορεί στις αρχές Ιουνίου του 1981. Το πόσο μπροστά ήταν εκείνος ο δίσκος για την εποχή του, φαίνεται και απ’ αυτά που θα έλεγε ο Τριπολίτης λίγα χρόνια αργότερα, στο περιοδικό «Μουσική»:

«Διορατικός και επίκαιρος ο Δήμος Μούτσης έβλεπε από το ’81 τα ζόρια και τα προσωπικά αδιέξοδα, την ξεφτίλα και την τέλεια παρακμή, που συνοδεύει τον πολιτικό αμοραλισμό και προσπαθούσε να αρθρώσει το δικό του άμεσο μουσικό λόγο. Αυτή η συνεργασία ήταν επώδυνη, αλλά και καρποφόρα συνάμα. Επεμβαίναμε ο ένας στη δουλειά του άλλου, ανταλλάσσαμε απόψεις, αμφισβητούσαμε προθέσεις, πολλές φορές ερχόμαστε σε ολοκληρωτική ρήξη, απεκδυόμασταν το ρόλο μας ή βάζαμε σε μηδενική βάση το όλο αποτέλεσμα. Ο τρόμος μας μπροστά στη λούμπα της απομόνωσης, που γινόταν ραγδαία τρέχουσα ιδεολογία, η κριτική σκοπιά απέναντι στο διαρκώς αναπαραγόμενο μήνυμα, όπως είναι ένα τραγούδι τυπωμένο στο βινύλιο και οι επιπτώσεις του, η απομυθοποιητική εκατέρωθεν προδιάθεση, έδωσαν αποτέλεσμα.

Το “δε λες κουβέντα / κρατάς κρυμμένα μυστικά και ντοκουμέντα / κι ακούω μόνον / συνθήματα μεταλλικά των μικροφώνων” βρήκε την τέλεια έκφρασή του στο χάος των μικροφωνισμών και του κενού σημαινομένων γλωσσάρι του καθημερινού φασισμού της συμπεριφοράς, στον έρωτα, στην καταπιεσμένη επιθυμία και στο επικοινωνιακό αδιέξοδο. Εδώ ξεπέρασα τον καλό εαυτό μου, εξαγριώνοντας και τους λιγοστούς φίλους μου λέγοντας “τώρα απόχτησες καβούκι / και αμάξι σπορ μοντέλο / τώρα σκάλωσες στο λούκι / κι είσαι αλλιώτικο καπέλο”, περιγελώντας επιπλέον καταστάσεις  μυθοποιημένες υπερβολικά: “κι αν θυμάσαι τα παλιά / ψέματα και μπλα μπλα μπλα / η μαγκιά σου ναφθαλίνη / με κασμίρι και λουστρίνι”. Κι εδώ το πιο επικίνδυνο τραγούδι του δίσκου θάφτηκε: “οι συγκρούσεις καταλήξανε σε αφασία / κι αν σου πω το χρονικό της συμπλοκής / θα ’ναι πάνω στο ξυράφι ακροβασία / στο δημόσιο τσίρκο των αισθημάτων και της πολιτικής / γιατί φορώντας τα καλά της η εξουσία / και προβάλλοντας ηγέτες σούπερ σταρ / θα σε μπάσει στη δικιά της συνομωσία / ή αλλιώτικα φιλαράκο μου ρεμάλι σ’ ένα μπαρ”. Όπως βλέπεις η εμμονή μου παίρνει πια ψυχοπαθολογικές διαστάσεις».

Δήμος Μούτσης - Φράγμα

Στο «Φράγμα» τραγουδούσαν η Σωτηρία Μπέλλου φυσικά, που τότε έκανε μια τρίτη-τέταρτη μεγάλη καριέρα, ο ίδιος ο Δήμος Μούτσης και ακόμη ο Λουκιανός Κηλαηδόνης και η Άλκηστις Πρωτοψάλτη. Ο δίσκος που ήταν προχωρημένος και συνθετικά-ενορχηστρωτικά, κάπως σαν τον «Άγιο Φεβρουάριο» των έιτις πια, με σύνθια, ηλεκτρικές κιθάρες, μπάσο, ντραμς, βιολί, φυσαρμόνικα, πέρα από το μπουζούκι στα πιο λαϊκά κομμάτια, έχει γράψει τη δική του ιστορία στο ελληνικό τραγούδι, προσδίδοντάς του, εκείνη την εποχή, στη μέση του 1981, μία ξεχωριστή (ηχητική) αύρα. Πέρα από τα λόγια του Τριπολίτη, που είχαν αυτό το διαχρονικά προφητικό και γιατί όχι ανατριχιαστικό αποτύπωμα.

Το «Ενέχυρο» [Lyra, 1983] είναι ένας «ντυλανικός» δίσκος, για τον Μούτση, εποχής “Desire” (1976), όπως βλέπουμε και από το ανάλογης αισθητικής οπισθόφυλλο του δίσκου. Ο Μούτσης επενδύει σ’ ένα σύγχρονο folk-rock (έπαιζε το γκρουπ Λάου-Λάου), σ’ έναν ηλεκτρικό ήχο τέλος πάντων, με τον Άκη Τουρκογιώργη στις κιθάρες, τον Μανώλη Σιδερίδη στο μπάσο, τον Νίκο Καπηλίδη στα ντραμς, τον Παντελή Δεσποτίδη στο βιολί κ.ά. Από ’δω οι «Γκόμενες» και το «Γουόκμαν» έγιναν μεγάλα hits, καθώς ακούγονταν συνεχώς στο κρατικό τότε ραδιόφωνο, παρότι αυτά δεν ήταν τα ωραιότερα κομμάτια του δίσκου.

Δήμος Μούτσης: η πορεία ενός συνθέτη-τραγουδοποιού, που σφράγισε το ελληνικό τραγούδι τα τελευταία 60 χρόνια Facebook Twitter
Τετραλογία (1975), Μανώλης Μητσιάς, Άληστις Πρωτοψάλτη, Δήμος Μούτσης, Χρήστος Λεττονός
Δήμος Μούτσης: η πορεία ενός συνθέτη-τραγουδοποιού, που σφράγισε το ελληνικό τραγούδι τα τελευταία 60 χρόνια Facebook Twitter
Δήμος Μούτσης (1981)

Θέλω να πω πως είχαν ακουστεί πολύ λιγότερο τα «Ο Αντώνης Β.» (με επιρροές από Ηράκλειτο και... Ρένο Αποστολίδη), το blues «Νέα Υόρκη 5/12/82» ή ακόμη και το ωραίο ζεϊμπέκικο «Τριγύρω», που έλεγε η Ροζαλία. Μπορεί το «Ενέχυρο» να μην έχει τον κοφτερό πολιτικό λόγο του Κώστα Τριπολίτη, αλλά εδώ ο Μούτσης αποδεικνύει, για πρώτη φορά, πως μπορεί να τα κάνει σχεδόν όλα μόνος του (να συνθέτει, να γράφει στίχους, να τραγουδά, να παίζει κιθάρα, να ενορχηστρώνει και να κάνει την παραγωγή), κάτι που οπωσδήποτε τον φέρει, και λόγω υλικού βεβαίως, στην πρώτη γραμμή των τραγουδοποιών της εποχής. Υπήρχε και μια... ευγενής κόντρα τότε με τον Διονύση Σαββόπουλο, μέσα από το «Ενέχυρο», αλλά αυτά δεν είναι της ώρας.

Στο «Να!...» [Polydor, 1987] ο Δήμος Μούτσης εμφανίζεται ξανά ανανεωμένος και πάντα μέσα στο πνεύμα του ηλεκτρικού τραγουδιού της εποχής. Δείχνει μάλιστα σε σχέση με πολλούς συνοδοιπόρους του, από τα μέσα του ’60, πως διατηρεί ακόμη τη δύναμη να γράφει πολύ σημαντικά τραγούδια, όπως είναι «Το όνειρο», το «Μια φυσαρμόνικα που κλαίει» ή και το «Μην το ψάχνεις... δεν πειράζει», πέρα από τον ροκ φόρο τιμής στον Μάρκο Βαμβακάρη («Παίξε Μάρκο το μπουζούκι σου για μένα»), το τύπου-Τριπολίτη στα λόγια «Να!» (που ανακαλεί το τραγούδι «Φράγμα) και λοιπά. Κανένα τραγούδι και από το «Να!» δεν στερείται σημασίας, πράγμα που δείχνει πως ο Δήμος Μούτσης λίγο πριν από τα 50 του, βρισκόταν ακόμη στο πρώτο σκαλί, με τραγούδια που έκαναν γκελ σε πολύ κόσμο, διαθέτοντας γερά δημιουργικά αποθέματα.

Δήμος Μούτσης - Το Όνειρο

Το 1990 ο Μούτσης θα κάνει επίσης κάτι απρόσμενο, ηχογραφώντας ένα ολόκληρο άλμπουμ για την Νάνα Μούσχουρη. Ήταν ο «Ταξιδιώτης» [Philips]. Το άλμπουμ είναι «μια χαρά» για την Νάνα Μούσχουρη, αλλά δεν προσθέτει κάτι παραπάνω στο κεφάλαιο «Μούτσης». Παρότι το άλμπουμ αυτό το έχω δεν είμαι σίγουρος αν έβγαλε κάποια επιτυχία, γιατί εκείνη την εποχή δεν άκουγα καθόλου «έντεχνο» ραδιόφωνο. Νομίζω, όμως, πως η συνεργασία τους (και) στο ερμηνευτικό μέρος τού «Ταξιδιώτης του παντός» ξεχωρίζει απ’ αυτό το LP, όπως και το τραγούδι «Αν μ’ αγαπάς κι αν σ’ αγαπώ».

Πριν από 30 χρόνια, το 1994, ο Δήμος Μούτσης θα κυκλοφορούσε τον τελευταίο δίσκο του με καινούρια τραγούδια. Είχε τίτλο «Για Πούλημα Λοιπόν!» [WEA] και ήταν ένα άλμπουμ συμβατό με τον ήχο του, στα έιτις. Στο οπισθόφυλλο του δίσκου υπάρχει το εξής σημείωμα:

«Έχω κάτι σκέψεις μυστήριες που λες!... Στα τόσα χρόνια που κάνω αυτή τη δουλειά δεν φανταζόμουνα ποτέ ότι θα υπήρχαν μέσα στον χώρο παράγοντες τόσο ανίκανοι και αναιδείς συγχρόνως, που θα μπορούσαν να αλλοιώσουν το αποτέλεσμα μιας δουλειάς που με τόση αγάπη, συνέπεια και σοβαρότητα υπηρετεί κάποιος. Και όμως!... Τέλος πάντων, όλα αυτά τώρα πια αποτελούν ένα “γραφικό” παρελθόν, που δεν αξίζει τον κόπο να το θυμάται κανείς, μια και τελικά κανένα ρόλο δεν έπαιξαν στην ποιότητα, στη μορφή και γενικά στο αποτέλεσμα αυτής της ίσως, μέχρι σήμερα, καλλίτερης προσωπικής μου δουλειάς».

Σίγουρα το «Για Πούλημα Λοιπόν!» δεν ήταν η καλύτερη δουλειά του Δήμου Μούτση, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως ήταν ένα μέτριο ή πολύ περισσότερο ένα αδιάφορο άλμπουμ. Και το λέω αυτό, επειδή και εδώ υπάρχουν πολύ δυνατά τραγούδια σαν τα «Ποτέ πια», «Δεν έχω μέσον», «Πάντα υπάρχει...», ενώ ακούμε κι ένα απόσπασμα από τη λειτουργία του «Κατά Κόσμον», από το 1979-80, ένα προσωπικό, θρησκευτικής φύσεως έργο, που παρέμεινε ανέκδοτο και που περιστρεφόταν γύρω από την... αιρετική σχέση τού Μούτση με το θείο.

Δήμος Μούτσης: η πορεία ενός συνθέτη-τραγουδοποιού, που σφράγισε το ελληνικό τραγούδι τα τελευταία 60 χρόνια Facebook Twitter
Νίκος Γκάτσος, Δήμος Μούτσης, Μανώλης Μητσιάς (1979)
Δήμος Μούτσης: η πορεία ενός συνθέτη-τραγουδοποιού, που σφράγισε το ελληνικό τραγούδι τα τελευταία 60 χρόνια Facebook Twitter
Από το 1994 και μετά ο Δήμος Μούτσης σιώπησε.

Από το 1994 και μετά ο Δήμος Μούτσης σιώπησε. Δεν ξανακυκλοφόρησε δίσκο με καινούρια τραγούδια του (υπάρχει βεβαίως το άλμπουμ του από το 1999 με την ηχογράφηση μιας συναυλίας του στο Ηρώδειο, στο πλαίσιο του τότε Φεστιβάλ Αθηνών) και γενικώς αποτραβήχτηκε από τα μίντια. Κάποιες φορές μιλούσε βεβαίως, ενώ «ανέβαζε» συνεχώς μουσικές και τραγούδια, δικά του και άλλων, «κλασικά» κομμάτια και άλλα τινά στο facebook, μέχρι τον προηγούμενο Δεκέμβριο – από το οποίο facebook σχολίαζε, επίσης, την πολιτική και κοινωνική επικαιρότητα, ερχόμενος σε μιαν επαφή με τον κόσμο, που τον ακολουθούσε. Πίστευε στο έργο του και στα τραγούδια του, μέσω των οποίων καυτηρίαζε τα καθέκαστα, έχοντας συνειδητοποιήσει, όμως, πως ό,τι είχε να πει με την τέχνη του το είχε πει. Ήταν σίγουρος για τον εαυτό του, δείχνοντας και γεμάτος και πλήρης, δίχως να υπερτιμά και δίχως να υποτιμά τίποτα.

Πέρασα ένα απόγευμα κι ένα βράδυ γράφοντας αυτό το κείμενο και ακούγοντας συνεχώς τραγούδια του Δήμου Μούτση, παρατηρώντας, ξανά, πως μερικά από τα πιο θλιβερά του (αυτά που έχουν κάπως θλιβερά λόγια εννοώ) έχουν τη δύναμη να σε αναπτερώνουν συναισθηματικά και αυτό είναι γνώρισμα μόνο των πολύ μεγάλων δημιουργών.

Και κάπως έτσι... από το σπίτι τ’ αψηλό κι από το μπαλκονάκι, του έστειλα το δάκρυ μου μ’ ένα χελιδονάκι...

Αντώνης Καλογιάννης - Ο Στέφανος

Μουσική
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Η Βίκυ Μοσχολιού γεννήθηκε σαν σήμερα πριν από 78 χρόνια

Μουσική / Βίκυ Μοσχολιού: «Έφυγα από τα μπουλούκια, για να με ακούνε προσεκτικά, χωρίς τον θόρυβο των σπασμένων πιάτων»

Πεθαίνει σαν σήμερα το 2005 μια από τις σπουδαιότερες Ελληνίδες ερμηνεύτριες. Διαβάστε μια σπάνια συνέντευξή της Βίκυς Μοσχολιού από την δεκαετία του ’70, στην οποία μιλά για τους Θεοδωράκη, Χατζιδάκι, Ξαρχάκο, Καζαντζίδη, Μαρινέλλα και για άλλα πολλά.
ΦΩΝΤΑΣ ΤΡΟΥΣΑΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Yacht Rock»: Το πιο απολαυστικό μουσικό ντοκιμαντέρ της χρονιάς 

Daily / «Yacht Rock»: Το πιο απολαυστικό μουσικό ντοκιμαντέρ της χρονιάς 

Από τους Steely Dan, τους Toto και τον Kenny Loggins μέχρι τον Questlove, τον Thundercat και τον Mac De Marco, τo ντοκιμαντέρ του HBO συνδέει τις κουκίδες ενός φαινομένου που αποτελεί λιγότερο ένα μουσικό είδος και περισσότερο μια αίσθηση, μια ιδέα, ένα vibe.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
40 χρόνια Last Christmas: Η αμφιθυμία του George Michael και η «κατάρα των Χριστουγέννων»

Μουσική / 40 χρόνια Last Christmas: Η αμφιθυμία του George Michael και η «κατάρα των Χριστουγέννων»

Το αθάνατο «εορταστικό» κομμάτι παραμένει ένα δείγμα της γλυκόπικρης φύσης που χαρακτηρίζει την ιδανική ποπ: ακούγεται σχεδόν πρόσχαρο παρότι αντικατοπτρίζει το πένθος μιας διαλυμένης σχέσης.
THE LIFO TEAM
10 πράγματα για τον Folamour

Μουσική / Τα εντυπωσιακά disco και house ηχοτοπία του Folamour

Γνωστός για τα δυναμικά sets του, ο Γάλλος παραγωγός έχει εμφανιστεί σε πάνω από 500 shows διεθνώς σε εμβληματικούς χώρους και φεστιβάλ όπως το Glastonbury, το Tomorrowland και το Coachella, ενώ το Σάββατο 7 Δεκεμβρίου θα παίξει για το κοινό της Αθήνας.
ΦΩΦΗ ΤΣΕΣΜΕΛΗ