Έχω γεννηθεί κι έχω μεγαλώσει στην Αθήνα στο περίφημο «τρίγωνο του θανάτου». Μέχρι την εφηβεία ήμουνα στο Μεταξουργείο, στην Αγίου Κωνσταντίνου, μετά μετακόμισα στο κοσμικό προάστιο των Εξαρχείων, όπου έμεινα όλη μου τη ζωή. Κι αυτό θεωρώ πατρίδα μου, τα Εξάρχεια. Όποιος δεν ξέρει από μεγάλες πόλεις τα παρεξηγεί. Κι επειδή οι περισσότεροι Αθηναίοι είναι παρεπιδημούντες και όχι Αθηναίοι, είναι φυσικό αυτό.
Αγαπάω πολύ το κέντρο της Αθήνας, ως ιδεολογία. Ειδικά τώρα που τη βαράνε όλοι, την αγαπάω ακόμα περισσότερο. Είμαι έξω φρενών με όσα λέγονται για τα Εξάρχεια. Το 99% είναι ψέματα και συκοφαντίες του αισχίστου είδους. Έχω ζήσει όλη μου τη ζωή σε αυτή την περιοχή, πενήντα χρόνια πάνω απ' το Μουσείο. Δεν πέρασα απλώς για να πάω σ' ένα καφενείο ή για να διασκεδάσω ένα βράδυ. Είναι η πιο ανεκτική γειτονιά.
Έχω τελειώσει το Αρσάκειο, αλλά, πριν πάω στο Αρσάκειο, πήγαινα στο δημόσιο του Μεταξουργείου κι ήμουνα πάρα πολύ ευτυχής. Με πήγαν στο Αρσάκειο επειδή είχα αγριέψει πάρα πολύ -η μαμά μου ήθελε να μην είμαι τόσο άγρια- όχι ότι ξε-αγρίεψα, αλλά εν πάση περιπτώσει...
Μικρή ήθελα να γίνω λούστρος. Το εξάσκησα το επάγγελμα από τα πέντε μου μέχρι τα οχτώ, κατέστρεψα πολλά παπούτσια και κάλτσες. Μετά, για ένα φεγγάρι, ήθελα να γίνω άλογο. Το σίγουρο είναι ότι δεν είχα υπόψη μου κανένα επάγγελμα συγκεκριμένο. Αργότερα, αρκετά αργότερα, ήξερα τι ήθελα να κάνω. Ήθελα να σπουδάσω ζωγραφική.
Άλλα πράγματα κάνει ένας τραγουδιστής, εγώ έκανα ακριβώς ό,τι δεν έπρεπε. Όλη μου τη ζωή. Δεν το κυνήγησα ποτέ μου, δεν έκανα καριέρα. Δεν ξέρω τι σημαίνει καριέρα. Δεν έκανα τίποτα από αυτά που συνηθίζονται. Ποτέ δεν με ενδιέφερε η εμφάνισή μου, ποτέ δεν με ενδιέφερε να διαλέξω τα πιο αβανταδόρικα τραγούδια. Έχω απορρίψει τραγούδια που έγιναν μεγάλες επιτυχίες και το ήξερα ότι θα γίνουν. Θεωρούσα ότι δεν μου ταιριάζουν. Άρχισα να γράφω τραγούδια σε μια εποχή όντας γυναίκα, όντας νέα και μη όντας ιδιαίτερα φιλόδοξο άτομο. Δεν ήμουν διατεθειμένη να γράψω πράγματα που να είναι ευχάριστα και να χαϊδεύουν τα αυτιά, δεν μπορούσα να το κάνω. Άρχισα να γράφω τραγούδια γιατί ήθελα να πω αυτό που ήθελα και δεν ήταν και ό,τι καλύτερο. Δεν διαφημίστηκα ποτέ μου, μου έγραφαν καλές κριτικές για δίσκους που είχα κάνει δέκα χρόνια πριν κι ήταν λίγο αργά. Όταν σε ανακαλύπτουν οι νέοι αλλάζει το πράγμα, αλλά έπρεπε να περιμένω σαράντα χρόνια για να γίνει αυτό;
Θεωρώ τον εαυτό μου πολύ προνομιούχο για ένα πράγμα: ό,τι αγόρασα στη ζωή μου κι ό,τι έκανα το πλήρωσα με τραγούδια. Βέβαια, το πλήρωσα με την υγεία μου που καταστράφηκε - δεν ήταν και ποτέ ιδιαίτερα καλή.
Τα προσόντα μου ήταν πολύ περιορισμένα. Είχα μόνο ταλέντο στη δουλειά μου, πουθενά αλλού. Πάντα χρειάζονταν πολλά, δεν είναι μόνο σήμερα έτσι. Έχουν τη συνήθεια οι άνθρωποι να λένε ότι μία εποχή είναι τόσο διαφορετική από την άλλη, ίσως επειδή η άλλη έχει μασκαρευτεί πάρα πολύ ωραία, έχει κρυφτεί. Η δικιά μας η φουρνιά μασκαρεύτηκε τόσο καλά πίσω από το πέπλο του «είμαστε καλλιτέχνες», που κανένας δεν αναφέρει ότι είναι η χειρότερη γενιά δραχμοφονιάδων που έχει περάσει απ' την Ελλάδα. Η δικιά μου ήταν λίγο πιο κοντά στους προηγούμενους, οι οποίοι ήταν και λίγο πιο ιδεολόγοι. Του Πολυτεχνείου ήταν ακόμα χειρότερη. Από τη σημερινή γενιά που τη λένε «χ», «ψ» και των «700 ευρώ» και μαλακίες περιμένω πάρα πολλά.
Έχω να βγάλω δίσκο πάνω από δέκα χρόνια. Έτυχαν πολλά. Σε αυτά τα δέκα χρόνια είχα έξι πολύ σοβαρές αρρώστιες. Μόλις τελείωνε η μία άρχιζε η άλλη και το κλου ήταν το τελευταίο που έπαθα - απορώ γιατί βρίσκομαι εδώ και σας μιλάω. Δεν έπρεπε να είμαι εδώ κανονικά. Νομίζω ότι δεν με θέλανε εκεί που πήγαινα και με στείλανε πίσω. Χαίρομαι ιδιαίτερα γιατί αυτή η περιπέτεια της υγείας μου μού έδωσε την ευκαιρία να δω ότι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που με αγαπάνε κι αυτό δεν το ήξερα. Το έμαθα τώρα και αισθάνομαι μεγάλη υποχρέωση. Συνήλθα από την αρρώστια έχοντας πολλά «χρέη» σε πολλούς ανθρώπους: στο γιατρό που με έσωσε, σε φίλους που έμειναν δίπλα μου για μήνες, σε ανθρώπους της κλινικής. Όταν συνήλθα ήμουν παράλυτη τελείως και δεν πίστευα ότι θα μπορέσω να ξαναστηθώ στα πόδια μου. Δεν μπορούσα να κουνήσω ούτε το δακτυλάκι μου. Αν δεν είχα φίλους, δεν θα ήμουν εδώ τώρα...
Φίλος δεν είναι αυτός που είναι δίπλα σου όταν περνάτε καλά. Κι εγώ είχα πολλές δυσκολίες. Όταν αρρωσταίνεις κι όταν έχεις δυσκολίες εξαφανίζονται όλοι. Ως διά μαγείας. Ακόμη και άνθρωποι που δεν το πιστεύεις ότι θα κάνουν κάτι τέτοιο εξαφανίζονται.
Ο πιο μεγάλος μου φόβος είναι να μείνω ανάπηρη. Και να είμαι βάρος σε άλλους. Μόνο αυτό. Δεν είναι φόβος ακριβώς, δεν θα ήθελα να συμβεί. Όχι γιατί δεν μπορώ να το αντέξω, μπορώ, αλλά δεν θέλω να επιβαρύνω τους άλλους. Τίποτε άλλο.
Δεν υπάρχει ευτυχία διαρκείας. Ευδαιμονία υπάρχει. Υπάρχουν στιγμές ευτυχισμένες, υπάρχει η κατάσταση που τα έχεις καλά με τον εαυτό σου και με τους γύρω σου. Αυτό χρειάζεται δουλειά και για να το κάνεις πρέπει να έχεις χρόνο. Και ο σύγχρονος άνθρωπος δεν έχει χρόνο. Είναι πολύ απασχολημένος με το να συσσωρεύει πράγματα. Προσωπικά δεν το είχα ποτέ αυτό, το μόνο πράγμα που συσσώρευσα ήταν κιθάρες.
Έχω κάνει συμβιβασμούς, πάρα πολλούς. Ακόμα και το γεγονός ότι αυτόν τον καιρό δεν μπορώ να κυκλοφορήσω, δεν μπορώ καν να πάω μόνη μου σε ένα περίπτερο, είναι συμβιβασμός. Πρέπει να πάω με συνοδεία. Έχω κάνει συμβιβασμούς στην κινητικότητά μου, στην ελευθερία μου, στα θέλω μου, στις επιθυμίες μου άπειρες φορές. Και το θεωρώ απόλυτα φυσιολογικό και νόμιμο. Όποιος πει ότι δεν έχει κάνει συμβιβασμούς λέει απλά ψέματα. Δεν μπορείς να ζήσεις αλλιώς. Μόνο στα πιστεύω μου δεν έχω κάνει συμβιβασμούς.
Ο έρωτας έχει παίξει πολύ σημαντικό ρόλο στη ζωή μου κι εξακολουθεί να παίζει με τη γενική του έννοια. Φοβάμαι όμως ότι κι αυτόν τον περιορίζουν. Στην πρώτη πρώτη συνέντευξη που έδωσα ο Γιώργος ο Πηλιχός με ρώτησε αν είμαι ερωτευμένη. Ήμουνα 20 χρόνων τότε και του απάντησα «με τι, με άνθρωπο»; Θεωρούμε ότι ο μόνος που είναι άξιος να ερωτευτούμε είναι ο άνθρωπος. Εγώ ερωτεύομαι συνέχεια με πράγματα, με ζώα, με τοπία, με τα πάντα. Ελπίζω και εύχομαι αυτό να μη σταματήσει ποτέ.
Νομίζω ότι είμαι πολύ παρεξηγημένη και ως καλλιτέχνης. Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουνε μείνει σε ένα πολύ χαμηλότονο, απαλό και ολίγον γλυκερό, κατά τη γνώμη τους, πράγμα. Το γλυκερό προσωπικά ποτέ δεν το άντεξα και δεν πιστεύω ότι υπήρξα ποτέ μου γλυκερή. Πρέπει κάποιος να ακούει χωρίς να είναι προκατειλημμένος, χωρίς να λαμβάνει υπόψη αυτά που έχουνε πει διάφοροι άσχετοι. Το Νέο Κύμα μπορεί να ήταν λυρικό, μπορεί να ήταν αφελές, γλυκερό όμως δεν ήταν, πολύ σπάνια.
Στην Αθήνα μου αρέσει το γεγονός ότι μπορείς να χαθείς, το γεγονός ότι μπορείς να βρεις ένα πολύ ωραίο στέκι, το φως - ακόμα και έτσι, κατεστραμμένη, η Αθήνα είναι όμορφη. Μου αρέσουν τα free press, τα διαβάζω, και τη LifΟ τη διαβάζω, δεν την ξεφυλλίζω απλώς. Είναι πιο ελεύθερος ο τρόπος που εκφράζονται, γράφουν για πράγματα εναλλακτικά που ο Τύπος δεν έγραφε ποτέ και το θεωρώ πάρα πολύ θετικό αυτό.
Μου έχει συμβεί δυο τρεις φορές να φτάσω στη στιγμή πριν πεθάνω, αλλά ξαναγύρισα. Η ζωή μου έμαθε ότι είμαι ακόμα εδώ. Ότι τίποτα δεν είναι που φαίνεται, πρέπει να το ψάξεις πιο βαθιά. Αν είναι κάτι που δεν μπορώ είναι η ρηχότητα. Έχω κάνει λάθη από αυτό το πράγμα, να κρίνω επιπόλαια, και τώρα πια είμαι πολύ μεγάλη για να δικαιούμαι να κάνω λάθη. Δεν μπορεί να είναι κανείς στο απυρόβλητο όμως, από τα λάθη μας μαθαίνουμε. Όποιος είναι αλάθητος σημαίνει ότι δεν έμαθε τίποτα...