Μια από τις δημοφιλέστερες όπερες του γαλλικού ρεπερτορίου, ο Βέρθερος του Ζυλ Μασνέ επανέρχεται μετά από τριανταένα χρόνια στην Εθνική Λυρική Σκηνή σε σκηνοθεσία του σκηνοθέτη Σπύρου Α. Ευαγγελάτου και μουσική διεύθυνση Ηλία Βουδούρη, στις 11 Απριλίου, στο θέατρο Ολύμπια.
Λίγες ημέρες πριν την πρεμιέρα συναντηθήκαμε με τον τενόρο Γιάννη Χριστόπουλο, ο οποίος υποδύεται τον Βέρθερο.
Η ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΓΙΑΝΝΗ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟ
Πως είναι η σκηνοθεσία του Σπύρου Ευαγγελάτου;
Ο σκηνοθέτης στο συγκεκριμένο κάνει μια ανάγνωση του έργου και του λιμπρέτου λαμβάνοντας υπόψιν και το τι λέγεται και το τι ακούγεται. Ότι συμβαίνει επάνω στη σκηνή δεν είναι ερήμην της μουσικής. Και χωρίς να θέλει να αναδειχθεί αυτός σημαντικότερος του του Μασνέ και του Γκαίτε. Αυτό είναι πολύ σημαντικό για μένα. Δεν έχει τον σκηνοθετικό ναρκισσισμό, που βλέπουμε πολύ συχνά στις μέρες μας.
Θα μου μιλήσετε για την όπερα;
Αυτή η όπερα γράφτηκε επάνω στο επιστολικό έργο του Γκαίτε «οι περιπέτειες και τα πάθη του νεαρού Βέρθερου» και μετά από εκατόν τόσα χρόνια το 1892 ο Μασνέ το μετέφερε στη λυρική σκηνή. Η πρεμιέρα έγινε στην όπερα της Βιέννης. Ιστορεί το πάθος του Βέρθερου απέναντι στη Σαρλότ. Τον κεραυνοβόλο του έρωτα, την ψυχική πίεση που υφίσταται προκειμένου να μεταπείσει την Σαρλότ και να τον παντρευτεί. Περνά από πολλές μεταπτώσεις και αποφασίζει να δώσει τέλος στη ζωή του.
Μουσικά, πόσο ενδιαφέρον το βρίσκετε;
Είναι μια όπερα την οποία λατρεύω. Μου αρέσει ο Μασνέ, αλλά δεν αρέσει σε πολύ κόσμο. Έχει κάνει πάρα πολλές όπερες αλλά δεν είναι ιδιαιτέρως γνωστές. Η μουσική του είναι πολύ ρομαντική, είναι ένας κολοφώνας ρομαντισμού, τον αποκαλούσαν μικρό Βάγκνερ. Ένα αριστούργημα ευαισθησίας.
Άρα είναι δημοφιλής μουσική.
Όχι, δεν είναι και θα σας εξηγήσω το γιατί. Ο κόσμος σήμερα δεν αντέχει, δεν είναι υπομονετικός. Και δεν μπορεί να ηρεμήσει για να αντιληφθεί, να ακούσει τι θέλει να πει ο άλλος. Όλα πρέπει να γίνονται σε έναν συγκεκριμένο ρυθμό. Η μουσική του μασνέ έχει μια ανάπτυξη βραδύτερη από τις σημερινές αντιληπτικές ανάγκες του κόσμου. Αλλά είναι πολύ μελωδικός, είναι πλούσια ενορχηστρωμένο. Είναι ένας εξαιρετικός συνθέτης όπερας παγκοσμίου κλάσεως όλων των εποχών.
Πόσα χρόνια τραγουδάτε;
Τραγουδάω πρωταγωνιστικά 17 χρόνια.
Και πως ξεκινήσατε;
Ξεκίνησα εδώ στην Αθήνα, να σπουδάζω βυζαντινή μουσική, τυχαία. Δεν είχε καμία σχέση το σπίτι μου με την μουσική. Πήγαινα παπαδάκι και έψελνα. Στον Άγιο Παντελεήμονα Ιλισσού. Με άκουσε ένα ψάλτης και έτσι ξεκίνησα. Όταν ήμουν έφηβος μου άρεσε και το θέατρο, ήθελα να γίνω ηθοποιός.
Στο σχολείο σας κορόιδευαν που ψέλνατε;
Ναι. Αν τραγουδούσα Διονυσίου δε θα με κοροϊδεύανε. Δε με ένοιαζε πολύ. Ενδεχομένως σε ένα άλλο παιδί θα είχε άλλη επίπτωση. Ξέρετε, είμαι βέβαιος ότι οι παραδοσιακές κοινωνίες είναι πιο ανεκτικές από τις δήθεν μεταβατικές, παρότι πιστεύουμε το αντίθετο. Εμείς είμαστε μια τέτοια. Μια μεταβατική κοινωνία μέσα στην οποία δεν ξέρουμε τι είμαστε. Συγκρουόμαστε.
Το σπίτι σας ενίσχυε;
Όταν ήθελα να γίνω ηθοποιός ο πατέρας μου, μου είπε να γίνω σοβαρός, σαν τον Μινωτή. Ήμουνα ντροπαλός, δεν έδωσα σε δραματική σχολή, αλλά άρχισα να κάνω κλασικό τραγούδι. Όταν μπήκα χορωδός έκτακτος, το 1992 και πάτησα το πόδι μου στη σκηνή, στο Ναμπούκο, ξύπνησε όλη αυτή η αγάπη που είχα για το θέατρο και συνάντησα και τη μουσική. Το τραγούδι. Και είπα «αυτό είναι». Τελείωσα τις σπουδές μου στην Αθήνα και πήγα με υποτροφία στην Ιταλία.
Μου λέτε σας άρεσε το τραγούδι. Αλλά θα θέλατε να είστε ας πούμε σε αυτή τη δουλειά ως χορωδός;
Μάλλον όχι, είναι κάτι που έχει να κάνει με την προσωπική φιλοδοξία, παρόλο που πιστεύω ότι το να είσαι χορωδός αποτελεί μεγάλη τιμή. Η χορωδία είναι τόσο σημαντικό συστατικό μιας παράστασης όσο μια ορχήστρα. Παρόλο που σε πολλούς φαίνεται ως μια ρουτινιάρικη δουλειά. Πρέπει να αντέχεις για να είσαι στη χορωδία. Είναι πολύ δύσκολο να μπορείς να είσαι ενταγμένος σε ένα σύνολο.
Έχετε επιχειρήσει να φύγετε στο εξωτερικό;
Ενθέρμως όχι, ποτέ. Γιατί δε μου έλειψε κάτι, είχα την ευκαιρία να τραγουδάω εδώ πολύ. Θέλω να είμαι ειλικρινής. Αν όταν ξεκίνησα υπήρχε δυστοκία και δε μπορούσα να βρω δουλειά θα το επιχειρούσα.
Αν σας έκαναν τώρα μια πρόταση;
Θα την δεχόμουν, αν μπορούσα να τα συνδυάσω με την καριέρα μου εδώ.
Είναι δύσκολη η δουλειά σας;
Πολύ.
Πείτε μου τη μεγαλύτερη δυσκολία.
Η εγκράτεια που πρέπει να έχεις στη ζωή σου. Πρέπει να ζεις αθλητικά. Να αποφεύγεις τους χώρους με φασαρία, με καπνούς, να μη μιλάς δυνατά, να μην ξενυχτάς. Να ασκείσαι καθημερινά. Επίσης το νευρικό σου σύστημα δοκιμάζεται πριν από μια παράσταση.
Είναι μύθος ή σύμπτωση ότι οι πρωταγωνιστές της όπερας είναι υπέρβαροι;
Σύμπτωση. Οι περισσότεροι άνθρωποι παλιά ήταν παχείς περισσότερο από τον σημερινό μέσο όρο. Ήταν και οι τραγουδιστές. Επίσης δεν είχαν ανάγκη –αν είχαν ωραίες φωνές- να είναι όμορφοι ή λεπτοί. Ακόμα όμως και τη δεκαετία του 50 και του 60, ούτε ο Ντομίνγκο, ούτε ο Καρέρας, ούτε ο Ντελ Μόνακο, ούτε ο Κράους ήταν παχείς. Απλώς όταν έβλεπες έναν βαρύ άνθρωπο σε ρόλο ζεν πρεμιέ σε ξένιζε. Και πάντα το μάτι κολλάει στο αρνητικό. Τώρα όλοι προσέχουν και είναι και προϋπόθεση πολλές φορές για να πάρεις ένα ρόλο.
Υπάρχει μια ιδεολογική πίεση πίσω από τις επιλογές στο χώρο σας;
Βέβαια υπάρχει. Τον παλιό καιρό ήταν το κουμάντο των τραγουδιστών. Εβγαινε ο σταρ και έκανε ότι ήθελε. Δεν υπήρχε σκηνοθέτης, δεν υπήρχε μαέστρος. Τραγούδαγαν επειδή ήθελε η Μαρία έτσι ή ο Μάριο ντελ Μόνακο αλλιώς. Μετά, αυτό έφυγε και ήρθε η δικτατορία των σκηνοθετών. Μετά ήρθε η διακτατορία των μαέστρων. Αυτά πήγαιναν και παράλληλα.
Σήμερα;
Σήμερα ζούμε τη δικτατορία των μεσαζόντων. Οι μάνατζερς κάνουν συνεργασίες με καλλιτέχνες, ελέγχουν τις διευθύνσεις των θεάτρων και πουλάνε την πραμάτεια τους κατά πως τους συμφέρει. Μπορεί να είσαι ένας πολύ καλός τραγουδιστής και επειδή το γραφείο σου δε συνεργάζεται με την Σκάλα του Μιλάνου, να μην τραγουδήσεις ποτέ εκεί.
Μας αφορά αυτό εδώ;
Ευτυχώς επειδή είμαστε σε ένα ας το πούμε περιθώριο δε μας αγγίζει. Μας σώζει όπως σώθηκαν μερικά παλιά κτίρια στην Αθηνάς επειδή ήταν εκτός ανάπτυξης. Βεβαίως πολλές φορές όταν διατυπώνονται τέτοιες απόψεις πέφτεις στον Καιάδα.
Μου το κάνετε πιο συγκεκριμένο;
Ακούστε όταν ήρθε στη Λυρική ο Λαζαρίδης, ζήσαμε μια τέτοια περίοδο. Οι Έλληνες καλλιτέχνες ήταν σε πλήρη απαξίωση. Σαφώς η Λυρική δεν είναι τσιφλίκι δικό μας. Αλλά αν δεν έχεις τη δυνατότητα να προβληθείς και να εκφραστείς στη χώρα σου, που θα το κάνεις αυτό; Κανείς δεν περιμένει να τραγουδά μόνο αυτός. Για μένα δεν είχε καμία αγάπη στους Έλληνες καλλιτέχνες.Μπορεί να είχε και δίκιο που δεν τους αγαπούσε. Ούτε ντε και καλά είσαι υποχρεωμένος να αγαπάς. Αλλά ήταν η πιο δύσκολη περίοδος που έχω βιώσει στα 20 χρόνια που είμαι εδώ για τους Έλληνες καλλιτέχνες. Ήταν η περίοδος της μεγαλύτερης απαξίωσής τους. Δικαίως και αδίκως.
Μου το εξηγείτε αυτό;
Υπήρχαν και υπάρχουν δυσάρεστα πράγματα, και ενδεχομένως θα υπάρχουν, σε κάθε μεγάλο οργανισμό. Αλλά όταν κατηγορείς μόνο ένα κομμάτι της παραγωγής δεν είσαι δίκαιος. Αν μια παραγωγή είναι μέτρια δε φταίνε μόνο αυτοί που τραγουδάνε, ούτε οι μαέστροι, ούτε οι εκγυμναστές ατομικά. Είναι ένα σύνολο πραγμάτων.
Μήπως ήθελε να χτυπήσει το «δημοσιοϋπαλληλίκι» για να το πω λαϊκά;
Να το πούμε αυτό και να λυθεί. Οι τραγουδιστές από το 1994 και μετά έχουν συμβάσεις ορισμένου χρόνου. Ακόμα και οι ελάχιστοι που με το νόμο Παυλόπουλου έχουν συμβάσεις αορίστου χρόνου, δεν απαγορεύεται σε καμία διοίκηση αν δεν πληρούν τις προϋποθέσεις να τους αποπέμψει. Οι άλλοι είναι με σύμβαση έργου. Είναι γεγονός ότι υπάρχει στη νοοτροπία μας, όταν κάνει ένας οργανισμός μια σύμβαση ετήσια, να θέλεις να σε κρατήσει για πάντα. Αυτό είναι μια παθογένεια που όπως υφίσταται σε πολλές δουλειές, υφίσταται και στη Λυρική. Δεν είναι ένα κομμάτι αποκλειστικά στα παθητικά της Λυρικής.
Για τους μονωδούς ισχύει αυτό;
Μα τι λέτε; Αν με αποπέμψουν για παράδειγμα, δε θα βρεθεί κανείς να απεργήσει, άλλοι δεκαπέντε περιμένουν να τραγουδήσουν το δικό μου ρόλο.
Η Λυρική κατά τη γνώμη σας σε ποια φάση βρίσκεται;
Νομίζω διανύει ένα μεταβατικό στάδιο. Μέχρι να κατεβεί στο ίδρυμα Νιάρχου. Προσπαθεί σε ένα πολύ δύσκολο οικονομικό περιβάλλον να κρατήσει το επίπεδο των παραστάσεών της και το επιτυγχάνει τις περισσότερες φορές, προσπαθεί να επενδύσει στο εθνικό της κεφάλαιο και κυρίως στη νέα γενιά. Δίνεται μεγάλη βάση στους νέους καλλιτέχνες και αυτό είναι πολύ ελπιδοφόρο. Ας μη γελιόμαστε. Η Ελλάδα δε μπορεί να αναπτυχθεί με το πρότυπο της Γερμανίας. Δε μπορούμε να βασιζόμαστε μόνο σε μετακλήσεις. Δε θα αντέξουμε οικονομικά.
Την μετακίνησή σας στο Φάληρο πως τη βλέπετε;
Δε σας κρύβω ότι έχω σκεπτικισμό για το εγχείρημα αυτό. Νομίζω είναι πολύ μακριά από το κέντρο της πόλης για να ξεκινήσουμε από τα πρακτικά. Είναι σε μια άφιλη περιοχή. Γ Το θέατρο θα είναι καταπληκτικό. Το κράτος μετά βίας δίνει αυτά που δίνει. Εκεί θα πρέπει να κάνεις άλλες παραστάσεις, γιατί θα έχεις τις δυνατότητες. Να έχεις δυο παραστάσεις και τρεις. Θέλεις και περισσότερο κόσμο. Θα αντέξουμε οικονομικά; Η όπερα στην Ελλάδα δεν είναι το πιο δημοφιλές είδος. Ούτε τραγουδά ο Κάουφμαν, που είναι ο καλύτερος Βέρθερος του κόσμου, για παράδειγμα, μόνιμα εδώ , ώστε μόλις δει ένας Γιαπωνέζος το όνομα να τρέξει να τον ακούσει. Αυτή είναι η διαφορά. Και δυστυχώς, βλέπουμε και τι συνέβη και το Μέγαρο.
Θα μου πείτε κάτι για το τραγούδι;
Το τραγούδι είναι σαν το κρασί. Θέλει χρόνια να ωριμάσει ένας τραγουδιστής. Θέλει υπομονή, καμία μεμψιμοιρία και μεγάλη αισιοδοξία.
Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ ΣΤΙΣ ΦΕΤΙΝΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΛΥΡΙΚΗΣ
ΤΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΥ
Τενόρος, γεννήθηκε στην Αθήνα. Ολοκλήρωσε μουσικές σπουδές στην Κρεμόνα Ιταλίας (υποτροφία «Αλεξάνδρα Τριάντη», 1998). Ερμήνευσε πρωταγωνιστικούς ρόλους κλασικού και σύγχρονου ρεπερτορίου σε ΜΜΑ, ΜΜΘ, ΕΛΣ. Συνεργάστηκε με όλες τις σημαντικές ελληνικές ορχήστρες. Εμφανίστηκε σε διεθνή φεστιβάλ και παραγωγές όπερας (Κάρνεγκι Χολ Νέας Υόρκης, Εθνικό Μέγαρο Μουσικής Μαδρίτης, Θέατρο Μουσικού Φλωρεντινού Μάη, Όπερα Καΐρου). Ηχογράφησε έργα όπως Η επιστροφή της Ελένης, Στον τόπο μου τέλεια ξένος του Θάνου Μικρούτσικου, Αποκάλυψη του Ιωάννου του Τάσου Ιωαννίδη, Χρονικό της Αλώσεως του Γιώργου Χατζηνάσιου. Από το 2008 μέχρι το Νοέμβριο του 2012 ήταν πρόεδρος του Συλλόγου Πρωταγωνιστών της ΕΛΣ.
σχόλια