Roxy Music
Εκ των υστέρων, θα λέγαμε ότι τα μέλη των Roxy Music ήταν μια dream team της ρoκ μουσικής: Brian Eno, Phil Manzanera, Brian Ferry, Andy Mackay, Paul Thompson + Eddie Jobson, John Gustafson (+ Graham Simpson). Αρχές των '70s, οι Roxy μετρίασαν τον στόμφο του art-ροκ με την ελαφράδα του glam, ενώ αργότερα αποτέλεσαν πρότυπο για το synthie-new wave. Ήταν από τα πρώτα γκρουπ με σαφή και μελετημένη εικόνα: τα εξώφυλλα των δίσκων τους, η σκηνική τους παρουσία, τα βιντεοκλίπ και οι αφίσες τους απέπνεαν μια συγκεκριμένη αισθητική άποψη. Λίγο αβανγκαρντίστες και λίγο παρακμιακοί, πολύ εξεζητημένοι αλλά και πειραματικοί, οι Roxy ξεθώριασαν στο συλλογικό ασυνείδητο λόγω των ευκολοχώνευτων άλμπουμ του κυρίου Brian Ferry και του ναρκισσισμού με τον οποίο διαχειρίστηκε την εικόνα του (δεν είναι τυχαίο ότι ο Eno έφυγε νωρίς). Πριν από τρία χρόνια, η Virgin κυκλοφόρησε όλα τα LP των Roxy Music σε ένα box με 10 CD: τα 8 άλμπουμ τους, συν 2 CD με singles, b-sides και alternative mixes. Στις 15 Μαρτίου επανακυκλοφόρησε τα 8 στούντιο άλμπουμ σε βινύλιο, μέσα σε κασετίνα. Δεν περιέχουν έξτρα υλικό, αλλά είναι περιορισμένη έκδοση, με τα αυθεντικά εξώφυλλα.
Public Enemy
Για πολλούς, το σημαντικότερο hip-hop συγκρότημα και αναμφίβολα το πιο πολιτικοποιημένο. Οι Public Enemy άνοιξαν τον δρόμο για την ευρύτερη αποδοχή της rap/hip-hop μουσικής (την οποία εξευτέλισαν στη συνέχεια οι εκπρόσωποι του gansta-rap και οι ιλουστρέ σύγχρονοι rappers). O Chuck D, με τη βοήθεια των αδελφών Shocklee στην παραγωγή και στην προώθηση, επιστράτευσε τον DJ Terminator X, τον Professor Griff ως χορογράφο των Security of the First World (χορευτών που συνόδευαν το γκρουπ) και τον παλιό του φίλο Flavor Flav, δημιουργώντας έτσι μια μπάντα που ξεπερνούσε τα στενά όρια της hip-hop κουλτούρας. Ανακατεύοντας το funk με τα χαρακτηριστικά beats του rap και σαμπλαρισμένα αποσπάσματα με σχεδόν αβανγκάρντ ηχοτοπία, έντυσαν στίχους αμιγώς πολιτικοκοινωνικούς, με επικριτικές αιχμές. Οι παλιότεροι τους μάθαμε χάρη στην ταινία του Spike Lee, Do the right thing, και τους είδαμε για πρώτη φορά στο Ρόδον το 1992.
Τέλη της προηγούμενης χρονιάς, για τα 30 χρόνια του συγκροτήματος, η Def Jam κυκλοφόρησε σε deluxe έκδοση το δεύτερο και το τρίτο άλμπουμ των Public Enemy. Το «It takes a nation of millions to hold us back», εκτός του κανονικού άλμπουμ, περιέχει ένα CD με σπάνια mixes, ένα DVD με live υλικό και σημειώσεις γραμμένες από τον (DJ, ντράμερ, δημοσιογράφο και παραγωγό) Questlove, των Roots. Στο «Fear of the Black Planet» βρίσκουμε ένα δεύτερο bonus CD με 18 κομμάτια και ένα κείμενο του Andre Torres (αρχισυντάκτη του περιοδικού «Wax Poetics»).
Specials
Τον Μάιο του 1979 η Θάτσερ έγινε πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου. Τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς, οι Specials κυκλοφόρησαν τον πρώτο δίσκο τους, την πιο πολιτική απάντηση που θα μπορούσε να δώσει η μουσική στη θατσερική λαίλαπα. Από το Κόβεντρι, με δυναμισμό και κέφι, ξαναζωντάνεψαν το ska και το dancehall, αφού τα πέρασαν μέσα από το φίλτρο του punk. Οι Specials ήταν ένα από τα πρώτα γκρουπ με «μεικτή» σύνθεση και από τους πρώτους που χρησιμοποίησαν την πoπ κουλτούρα ως φορέα πολιτικών ιδεών εκείνη την εποχή.
Το box που κυκλοφορεί τέλη Μαρτίου περιέχει τα τρία πρώτα άλμπουμ τους («Specials», «More Specials», «In the Studio»), συν 40 κομμάτια ακόμα από συναυλίες, ηχογραφήσεις στο BBC και στην εκπομπή του John Peel, και instrumental εκτελέσεις τραγουδιών τους. Είναι το δώρο που θα κάνω στον εαυτό μου για το Πάσχα.
Radio Birdman
Οι Αυστραλοί proto-punk/Detroit sound ξεκίνησαν πολύ νωρίς και δεν αναγνωρίστηκαν ποτέ όσο τους άξιζε. Επηρεασμένοι από τους Stooges, τους MC5 αλλά και τους Blue Oyster Cult, θα μπορούσαν να είναι οι βασιλιάδες του αυστραλέζικου punk, αλλά... Όπως συμβαίνει συχνά, μια σειρά από ατυχείς συγκυρίες τους οδήγησε στη διάλυση και τα μέλη τους επάνδρωσαν διάδοχα γκρουπ (New Christs, Celibate Rifles, Hoodoo Gurus). Το box περιέχει 7 CD: το πρώτο τους άλμπουμ, «Radios Appear», στην αυστραλέζικη και στην εκδοχή που είχε κυκλοφορήσει στο εξωτερικό, το δεύτερο άλμπουμ, «Living Eyes», τις remastered εκδοχές και των δύο, συν το Live at Paddington Town Hall (1978) και ένα DVD με 6 τραγούδια.
Re issues
Public Enemy deluxe edition by Def Jam
The Special AKA by 2 Tone Records / War hers catalogue
The essential Radio Birdman (1974-1978) by Sub Pop
Roxy music box sets by EMI music Japan
Τι άλλο καλό κυκλοφορεί;
Matthew E. White
Fresh blood
Οι νεαροί φερέλπιδες λευκοί μουσικοί έχουν πέσει με τα μούτρα στη σόουλ – ή μεγάλωσαν σε σπίτια όπου λατρευόταν η μαύρη μουσική; Δεν έχω πρόχειρη απάντηση, ξέρω όμως ότι ο Matthew W. White έχει πάει ένα βήμα παραπέρα αυτή την τάση. Ο γενειοφόρος κιθαρίστας από τη Βιρτζίνια έχει στήσει στο Ρίτσμοντ τη δισκογραφική Spacebomb Records, η οποία διαθέτει δικό της στούντιο, επανδρωμένο με μόνιμη μπάντα (εκεί ηχογράφησε το πρώτο της άλμπουμ η εξαιρετική Natalie Prass). Οι γονείς του ήταν ιεραπόστολοι και ως παιδί ο White άκουγε γκόσπελ, φολκ και σόουλ, κάτι που διακρίνεται στον ήχο του, μαζί με πολλές ακόμα επιρροές φυσικά: την tropicalia του Caetano Veloso, το πιάνο του Alain Toussaint, τη στιχουργική του Randy Newman. Στο δεύτερο άλμπουμ του, «Fresh Blood», τα πνευστά και τα έγχορδα μαρτυρούν την παλαιότερη ενασχόλησή του με την τζαζ και τα γκόσπελ φωνητικά που τον συνοδεύουν δίνουν έναν πιο θρησκευτικό χαρακτήρα σε στίχους αμιγώς ερωτικούς («Holy Moly»), αν και ο ίδιος δεν μιμείται τους τραγουδιστές της σόουλ. Θυμίζει περισσότερο τον Randy Newman, για παράδειγμα, στο «Circle 'round the Sun». Κορυφαίο τραγούδι του δίσκου είναι το «Love is Deep», στο οποίο επικαλείται τον Marvin, τον Stevie, την Billie και τον Sam Cooke, μεταξύ άλλων. Όσο για την αγάπη... it's a sweet, sweet shit, είναι η ετυμηγορία του White.
Soko
My dreams dictate my reality
H Γαλλίδα τραγουδίστρια και ηθοποιός Stéphanie Sokolinski, γνωστή ως Soko, παρά τις δηλώσεις της ότι σκόπευε να εγκαταλείψει τη μουσική, επανήλθε με το «My dreams dictate my reality». Τόσο η ερμηνεία όσο και η θεματολογία της έχουν αποκτήσει περισσότερο τσαγανό και η φωνή της άλλοτε θυμίζει την Björk κι άλλοτε τις αδελφές Sierra και Bianca Casady των Cocorosie. Στο δεύτερο άλμπουμ της (δεν μετράω το mini album «No Sokute» του 2007), η Soko μοιάζει να έχει απαλλαγεί από τις σκοτεινές επιρροές του Daniel Johnston και του Bill Callahan, για να στραφεί... στους επίσης σκοτεινούς Cure (ίσως επειδή παραγωγός του δίσκου είναι ο Ross Robinson). Ο ήχος της είναι πιο goth/post-punk και αναμφίβολα έχει αφήσει πίσω της το φολκ/πoπ ύφος που χρωμάτιζε το πρώτο της άλμπουμ – με εξαίρεση το υπερβολικά πoπ για τα γούστα μου «Lovetrap». Ωστόσο, στο συγκεκριμένο κομμάτι ίσως μου φταίει περισσότερο ο Ariel Pink, ο οποίος τη συνοδεύει. Οι πιο δυνατές στιγμές της είναι όταν ακούγεται ως επίγονος των πρώτων γυναικείων punk συγκροτημάτων, ειδικά στο «Temporary mood swings» ή στο «Who wears the pants». Στην εισαγωγή του «Keaton's Song» μιμείται υπερβολικά την Cat Power, αλλά της το συγχωρούμε επειδή γράφει τραγούδια σαν το «Bad Poetry».
σχόλια