Ο Πάρις είναι νέος, πολυτάλαντος, με μάτια ταξιδιάρικα και ένα αυθόρμητο χαμόγελο σκανταλιάρικου παιδιού που το τσάκωσες με την μαρμελάδα στο χέρι. Μιλάει και το ηχόχρωμά του έχει ένα μέτρημα σχεδόν μουσικό. Διόλου τυχαίο, αφού και οι δυο του γονείς είναι μουσικοί, -μεγάλωσε μέσα σε παρτιτούρες και τη μουσική σχεδόν του την επέβαλαν. Αφού τέλειωσε το μουσικό πανεπιστήμιο στην Κέρκυρα, πέρασε στο Θέατρο Τέχνης και αποφάσισε να ακολουθήσει την υποκριτική, αρχικά μόνο για τα μάτια της κοπέλας που του άρεσε. Φέτος τον βλέπουμε στις Τρεις Αδερφές των Τσέχωφ στο Θέατρο Πορεία σε σκηνοθεσία Δημήτρη Τάρλοου να ερμηνεύει και να καλύπτει το μουσικό κομμάτι της παράστασης.
Ο φετινός χειμώνας του ήταν αντιφατικός. Μια επιτυχημένη παράσταση και ένας αποτυχημένος έρωτας. Με τη γεύση ακόμα από την απώλεια νωπή, τολμά να μιλήσει για τα «απόβλητα του έρωτα» που τρως με το κουτάλι όταν μένεις στα κρύα του λουτρού.
— Πάρι, πώς αισθάνεσαι αυτόν τον καιρό. Η Άνοιξη που έρχεται συμβαδίζει με τη διάθεσή σου;
Ακόμα και με χάλια ψυχολογία, η ανθοφορία σχεδόν σου επιβάλλεται. Δεν μπορεί να μην σου φέρει μυρωδιές, να σε φουντώσει ακόμα και αν κλείνεις πεισματικά τα μάτια στην ομορφιά. Είμαι τύπος καλοκαιρινός, οπότε η άνοιξη προμηνύει το καλοκαίρι. Δηλαδή, χίλιες φορές καλύτερα απ' το κρύο και την καταχνιά.
Και το έργο είναι ταμάμ. Μοιάζει με το συναισθηματικό μου βάρος, μιλάει για αυτές τις καταραμένες σχέσεις, για τα όνειρα που δεν πραγματοποιούνται, για τον χρόνο που περνάει. Το έργο έχει μια θλιμμένη ατμόσφαιρα.
— Γιατί αποφάσισες να ασχοληθείς με την υποκριτική;
Μ' άρεσε μια κοπέλα στην φοιτητική ομάδα έτσι τρύπωσα και εγώ για να ’μαι κοντά της. Εκ των υστέρων μπήκα και σε μια ερασιτεχνική ομάδα και μου έλεγαν «το έχεις, τα πηγαίνεις καλά, do it!". Σιγά-σιγά συνειδητοποίησα ότι μ’ άρεσαν και οι πρόβες, δεν κουραζόμουν, απεναντίας ήμουν γεμάτος ενέργεια και έτσι πήρα την απόφαση και έδωσα εξετάσεις. Και πέρασα στο Τέχνης. Ιδού το αποτέλεσμα.
— Ποιο είναι το σαράκι του ηθοποιού;
Το "υπερεγώ". Οι εγωιστικές συμπεριφορές παρασύρουν μαζί τους όλες τις καλές προθέσεις; Είναι αυτό που δεν μου αρέσει στους ηθοποιούς.
— Δεν είναι οι περισσότεροι ηθοποιοί νάρκισσοι και εγωιστές;
Είναι. Όποιος γενικότερα ασχολείται με τις τέχνες καλύπτει πολύ συχνά ανασφάλειές του. Έτσι προβάλλει το εγώ του σαν ασπίδα για να καλύψει τις ανασφάλειες. Ο νάρκισσος κατά βάθος ήταν ανασφαλής και φοβισμένος.
— Εσύ δεν είσαι λίγο ψώνιο και νάρκισσος;
Φυσικά και είμαι. Έχω δει και μεγαλύτερα ψώνια, άλλα αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είμαι ψώνιο εγώ.
— Γιατί, τελικά, δεν ασχολήθηκες μόνο με τη μουσική και το κλαρινέτο σου;
Γεννήθηκα με τη μουσική. Ο μπαμπάς τραγουδιστής, η μαμά κιθαρίστρια. Μου την επέβαλλαν, σχεδόν μου την έτριψαν στη μούρη. Θα την φας σ’ αρέσει δεν σ’ αρέσει, κάπως έτσι. Για μένα δεν ήταν επιλογή, θα την έλεγα περισσότερο οικογενειακή παράδοση, κάτι τέτοιο. Πώς άλλα παιδιά τα πίεζαν με τα μαθήματα, εμένα με πίεζαν με τη μουσική. Από πάρα πολύ μικρός έκανα πιάνο, στα οκτώ ήρθε το κλαρινέτο, οι σπουδές ήρθαν σαν φυσική εξέλιξη. Όμως στην ερώτηση τι ήθελα να κάνω πραγματικά απάντησα μετά το πανεπιστήμιο και για αυτό έδωσα εξετάσεις και πέρασα στο θέατρο Τέχνης.
— Γνώρισες μέσω τον γονιών σου τον Θεοδωράκη και τον Χατζιδάκι, πώς είναι να μεγαλώνεις με αυτούς τους ανθρώπους;
Δεν μεγάλωσα μαζί τους με τον τρόπο που το λες, ακούγεται σαν να με έπαιζαν στα γόνατά τους. Τους γνώρισα, ωστόσο. Όταν πέθανε ο Χατζιδάκις ήμουν δέκα χρονών, τον θυμάμαι σαν γλυκό και γενναιόδωρο άνθρωπο. Σίγουρα έχουν ζυμωθεί μέσα μου οι μουσικές τους. Τα ακούσματά τους μου είναι πολύ γνώριμα.
Μπορεί να το έχω σκεφτεί, όμως υπάρχουν πολλοί τρόποι να δεις τα πράγματα, οπότε απολαμβάνω τη διαδρομή και περιμένω να δω πού θα το πάει. Τις περισσότερες φορές μ' αρέσει έτσι όπως καταλήγει.
— Το μουσικό πανεπιστήμιο στην Κέρκυρα θύμιζε καθόλου το αμερικάνικο «Fame»;
Δεν έχω ιδέα για το αμερικάνικό Fame. Εγώ ξέρω ότι για δυο χρόνια ούτε καν πατούσα στο πανεπιστήμιο. Ήταν μια περίεργη εποχή. Μια αυτοκαταστροφική φάση μέχρι που ήρθε ο έρωτας και με έβγαλε από αυτή τη μέθη και έτσι ασχολήθηκα και δυο χρόνια σοβαρά με τη μουσική μου και κέρδισα, ας πούμε, τον χαμένο χρόνο.
— Ως κλαρινετίστας έχεις πάρει μέρος σε συναυλίες. Πώς ήταν η εμπειρία;
Ναι, με τον Σαββόπουλο, τον Βασίλη Λέκκα, ακόμα και με την μάνα μου τη Στέλλα Κυπραίου και με τον Λουδοβίκο των Ανωγείων. Ωραία ήταν, ζεστά καλοκαίρια, οι άνθρωποι να τραγουδούν δυνατά μέσα στη νύχτα. Ωραία αίσθηση. Με την μουσική έχω μια άνεση, ενώ στην Επίδαυρο την πρώτη φορά έπαθα ακραίο πανικό. Στις συναυλίες πληρωνόμουν και πολύ καλά με τα σημερινά δεδομένα τώρα που το σκέφτομαι, ωραίες εποχές.
— Σε τι σε βοήθησε στη ζωή σου η μουσική;
Βρίσκω συνέχεια δουλειά στο θέατρο. Άρα με έχει βοηθήσει στον βιοπορισμό. Στις περισσότερες οντισιόν ζητάνε να ξέρεις τουλάχιστον ένα όργανο.
— Ο έρωτας πόσο σημαντικός είναι για τη ζωή σου;
Τι να πω τώρα που δεν έχει ειπωθεί; Είναι η κινητήριος δύναμη. Με τον ψυχοθεραπευτή μου λέγαμε τις προάλλες ότι ο έρωτας για κάποιους λειτουργεί καθησυχαστικά, επαναπαύονται, εγώ στον έρωτα είμαι αλέρτ, δεν στέκομαι ποτέ, με ανθίζει, με κάνει να κάνω πράγματα με τον εαυτό μου, γίνομαι καλύτερος. Ο έρωτας με κάνει την καλύτερη εκδοχή του εαυτού μου.
— Εγωιστικό συναίσθημα όμως ο έρωτας. Πάλι τον εαυτό σου βλέπεις μέσα σ αυτόν. Είδες τι είπες, εμένα ο έρωτας με ανθίζει. Για το εγώ σου πάλι μιλάς.
Σαφώς και εγωιστικό. Σ’ αγαπώ λέμε και αμέσως μετά ρωτάμε «εσύ;». Το σ’ αγαπώ αποκτά αξία μέσα από τη δήλωση του άλλου.
— Ο Μπρυκνέρ λεει ότι ο έρωτας είναι ευφορική οδύνη.
Ναι, σωστά. Συνέχεια φοβάσαι μην πέσεις απ’ το ψηλό βάθρο που σε έβαλε ο άλλος. Είναι όμως εύθραυστη η ευτυχία. Ο Ρόλαν Μπαρτ λέει ότι ο ερωτευμένος πάντα περιμένει. Είναι ανήσυχος και θρέφεται μέσα από τον άλλο.
— Και όταν οι έρωτες μας δεν καταλήγουν σε αίσιο τέλος, τι κάνουμε την ερωτική οδύνη;
Την αφήνουμε να μας σιδερώσει, τι να κάνεις; Θα κλάψεις, θα πλαντάξεις, θα μείνεις μόνος στο κρεβάτι να κοιτάς το ταβάνι, θα λες τον πόνο σου μέχρι και στον περιπτερά, θα σ’ αγκαλιάσουν και σχεδόν άγνωστοι άνθρωποι και μια μέρα θα σηκωθείς και θα νιώθεις καλύτερα και ακόμα πιο καλά και σιγά-σιγά η οδύνη θα μαλακώσει.
— Εσύ πώς ξορκίζεις τον ερωτικό πόνο;
Δεν υπάρχει κανένα ικανό ξόρκι. Τον αφήνω να περάσει. Εμπιστεύομαι τον χρόνο. Ο χρόνος κάνει πάντα δουλειά.
— Ο πόνος τι μας διδάσκει;
Μας διδάσκει ότι τελικά τον αντέξαμε. Δεν τον αντέχουν όλοι.
— Με τα χρόνια σε φοβίζει λιγότερο το να πονέσεις;
Με φοβίζει όσο πάντοτε. Πάντα μας φοβίζει να μείνουμε μεταξεταστέοι στον έρωτα, να μην προβιβαστούμε, να μην αξιωθούμε να ζήσουμε τη συνέχεια.
— Και μια μέρα πετρώνουμε και γινόμαστε ερωτικά ρομπότ.
Όχι, τώρα άνοιξα. Είχα μια δυσκολία να μπω σε μια κατάσταση, αλλά τώρα νιώθω ότι άνοιξα και είμαι σαν τον ηθοποιό που καταφέρινει και κλαίει πάνω στη σκηνή. Είναι παράδοξο, ενώ κλαίει ταυτόχρονα είναι τόσο χαρούμενος που το καταφέρνει και παράγει δάκρυα. Έτσι και εγώ, ακόμα και αν πονάω, χαίρομαι που κατάφερα αυτό το άνοιγμα.
— Τις μέρες που είσαι στεναχωρημένος, πώς καταφέρνεις να παίζεις στο θέατρο;
Άστα, δεν έχω ιδέα. Ένα μήνα αυτό αναρωτιόμουν, πώς τα καταφέρνω. Και το έργο είναι ταμάμ. Μοιάζει με το συναισθηματικό μου βάρος, μιλάει για αυτές τις καταραμένες σχέσεις, για τα όνειρα που δεν πραγματοποιούνται, για τον χρόνο που περνάει. Το έργο έχει μια θλιμμένη ατμόσφαιρα. Δεν έχω ιδέα πώς τα κατάφερνα, τουλάχιστον δέχτηκα αγάπη από συναδέλφους, ένιωσα αγάπη από ανθρώπους που δεν το περίμενα. Και όλο αυτό έγινε οικείο, σαν το περιβάλλον της λύπης ή ένας χώρος που οι θλιμμένες ψυχές συναντιούνται.
— Τι σε εξιτάρει ακόμα στη δουλειά σου;
Ότι μπορώ να υποδυθώ τον οποιοδήποτε χαρακτήρα που μπορεί ενδεχομένως ένα κομμάτι του να υπάρχει μέσα μου και να το έχω καταπιέσει. Ή να μην έχω καν. Μέσα από την υποκριτική μπορώ να το εκφράσω χωρίς να μπορεί κανείς να κρίνει.
— Ανασφάλεια δεν έχεις για την επόμενη μέρα, αν θα έχεις δουλειά;
Όχι, δεν ξέρω γιατί. Πριν από τρία χρόνια είχα πολύ άγχος, πάσχιζα να κάνω όσα πιο πολλά μπορούσα στο φόβο να μην μείνω χωρίς δουλειά. Τώρα δεν ξέρω τι συμβαίνει, έχει αποδώσει η ψυχανάλυση, γνωρίζω καλύτερα τον Πάρη, το ότι δεν έχω μείνει και χωρίς δουλειά; Πάντως θεωρώ ότι τα πράγματα πάνε καλά. Ίσως να είναι και μια φιλοσοφική προσέγγιση του «ζήσε στο τώρα, εστίασε σε αυτό που έχεις και όχι σε εκείνο που νομίζεις ότι θα σου λείψει».
— Τα φέρνεις βόλτα οικονομικά απ’ το ηθοποιιλίκι;
Ναι, μια χαρά είμαι, αλλά μιλάς σε έναν άνθρωπο που ναι εξαιρετικά ολιγαρκής. Δεν χρειάζομαι πολλά για να είμαι καλά. Δεν περιμένω να πλουτίσω από το θέατρο. Καλοδεχούμενα τα περισσότερα χρήματα, άλλα καλύτερα να έρθουν ωραίες δουλειές που θα με εξελίξουν και θα μου μάθουν πράγματα.
— Υπάρχει κάποιος σκηνοθέτης που ονειρεύεσαι να συνεργαστείς;
Θαυμάζω πολύ τον Νίκο Καραθανο, γνωριζόμαστε και προσωπικά. Νομίζω θα ήταν μια ευτυχής στιγμή η συνεργασία μας.
— Στην προσωπική ζωή παίζεις ρόλους;
Αυτά που φοβάσαι να κανείς στη ζωή, τα κάνεις στο θέατρο. Εγώ δεν μπορώ να πω ψέματα ή να παίξω θέατρο, καθόλου. Στην προσωπική μου ζωή είμαι πολύ κακός ηθοποιός, με καταλαβαίνεις από χιλιόμετρα.
— Ποια είναι για σένα μια ιδανική συνθήκη ευτυχίας;
Να κάνω τη δουλειά μου και να εξελίσσομαι. Να κάνω μια σχέση αμοιβαίου έρωτα.
— Η κρίση στην Ελλάδα σε προβληματίζει;
Την μυρίζω γύρω μου, δεν την έχω μυρίσει πάνω μου. Μιλάω, βέβαια, εκ του ασφαλούς, βλέπεις δεν έχω μείνει άνεργος. Άλλα με θλίβει αυτή η κατάσταση.
— Για τους πολιτικούς αυτής της χώρας τι σκέφτεσαι;
Δεν ασχολούμαι καν με την πολιτική, είναι για τα πανηγύρια.
— Δεν ψήφισες στις τελευταίες εκλογές;
Δυστυχώς, ψήφισα.
— Το χειρότερο σου ελάττωμα;
Δεν οργανώνομαι. Θέλω να έχω έναν άνθρωπο να μου υπενθυμίζει, να με οργανώνει. Μόνος μου χάνομαι.
— Έχεις σκεφτεί να το γυρίσεις και στη σκηνοθεσία όπως πολλοί ηθοποιοί;
Όχι. Τουλάχιστον τώρα, όχι. Δεν θα μ’ άρεσε να σηκώνω πάνω μου το βάρος μιας παράστασης. Να είχα τον κίνδυνο να την καταστρέψω. Γενικά, η ευθύνη μιας παράστασης μου φαίνεται κάτι πολύ φορτικό για αυτό που είμαι εγώ.
— Σου έχει τύχει να μην συμμερίζεσαι την σκηνοθετική γραμμή του σκηνοθέτη και να θες να τα κάνεις όλα αλλιώς;
Μπορεί να το έχω σκεφτεί, όμως υπάρχουν πολλοί τρόποι να δεις τα πράγματα, οπότε απολαμβάνω τη διαδρομή και περιμένω να δω πού θα το πάει. Τις περισσότερες φορές μ’ αρέσει έτσι όπως καταλήγει. Δεν μπορούν να μας αρέσουν το ίδιο όλα μας τα ταξίδια, αρκεί πάντα κάτι να βρίσκεις.
— Γιατί να δούμε τις Τρεις Αδερφές στο Θέατρο Πορεία;
Γιατί παίζω εγώ (γέλια). Είναι μια καλοκουρδισμένη παράσταση. Ξέρω ανθρώπους που δεν γούσταραν τον Τσέχωφ -όσο παράξενο και αν σας ακούγεται αυτό- που τους άρεσε πολύ η παράσταση. Έχει ρυθμό, πολύ καλούς ηθοποιούς, εξαιρετικές ερμηνείες. Δεν είναι τυχαίο ότι πάει σφαίρα. Το καλό πράγμα ακούγεται διαδίδεται. Ξέρεις ότι η παράσταση είναι καλή απ’ το χειροκρότημα.
— Αν μιλούσες με τον Θεό, τι θα του έλεγες;
Να αφαιρέσει απ’ τους ανθρώπους το χρήμα.
— Τι εύχεσαι στον εαυτό αυτό το διάστημα;
Δεν ξέρω. Πραγματικά δεν ξέρω. Τώρα που το λες αγχώθηκα, δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι δεν ξέρω τι να μου ευχηθώ.
Info:
Ο Πάρις Θωμόπουλος παίζει στις Τρεις Αδερφές του Τσέχωφ στο Θέατρο Πορεία σε σκηνοθεσία Δημήτρη Τάρλοου. Τρικόρφων 3-5 & 3ης Σεπτεμβρίου 69, Αθήνα 10433, Πλατεία Βικτωρίας