Μια τρανταχτή υπογραφή που συνοδεύεται από ακαδημαϊκό τίτλο, ένας ονομαστός εκδοτικός οίκος, καλό μάρκετινγκ και κυρίως η επιδειξιμανία κάποιων αναγνωστών, είναι αρκετά για να κάνουν ένα μέτριο, προχειρογραμμένο σύγγραμμα viral. Όταν αυτό αφορά το ευαίσθητο θέμα που λέγεται Βυζάντιο, η επιτυχία και το μπέρδεμα ας θεωρούνται σίγουρα.
Η ιστορική γραμμή που συνδέει τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία με το τέλος της Παλιάς Ρώμης, την άνθιση της Νέας και τη σύνδεση της με την Κωνσταντινούπολη κι από εκεί με το δυτικό στοιχείο μέσω των Βενετών, ακόμη υποδαυλίζει θεωρίες συνωμοσίας και εθνικιστικές υστερίες. Η τραγωδία της Άλωσης, ακόμη συντηρεί θρησκευτικούς θρύλους, δοξασίες και ως επί το πλείστον εμπνέει χριστιανικά παραμύθια, που κάποτε ευτελίζουν με τις ακρότητές τους το ιστορικό γεγονός.
Λογικό, εν μέρει. Η θεμελίωση, η οργάνωση και η εξέλιξη της βυζαντινής πρωτεύουσας, ενός στοιχήματος του ιδρυτή της, με σαφείς αναφορές στους παράγοντες που καθόρισαν την ύπαρξη και τον ρόλο της Κωνσταντινούπολης στη διαχρονία της, τόσο σε ό,τι αφορά την κρατική οργάνωση και τις πολυεπίπεδες μεταρρυθμίσεις, όσο και σε ό,τι αφορά τις καθοριστικές σχέσεις με τον χριστιανισμό και τον μείζονα ρόλο της ελληνικής και πνευματικής πολιτικής παράδοσης στη διαμόρφωση της φυσιογνωμίας του βυζαντινού κράτους, πάντα θα ενδιαφέρουν τόσο τους (Έλληνες) αναγνώστες όσο και τους ιστορικούς μελετητές.
Έχει σπουδαία πράγματα να ομολογήσει το Βυζάντιο ακόμη και για τη σημερινή ζωή και τις συνήθειες μας, σπουδαίες ιστορικές αλήθειες που σίγουρα δεν ξεπετιούνται σε πολυδιαφημισμένα βιβλία, εκλαϊκευμένης, αλλά κάποτε ρηχής επιστήμης.
Χτισμένη πάνω στα χνάρια του ρωμαϊκού της σκελετού, η Κωνσταντινούπολη από το 330 έως την αποπεράτωση του Ναού της Αγίας Σοφίας, περίπου 30 χρόνια μετά, πήρε να εμφανίζει όλα τα χαρακτηριστικά ενός αστικού κέντρου που αναπτύσσεται μαζί με τις ανάγκες των κατοίκων και τις φιλοδοξίες του ιδρυτή, των διαδόχων του και των αξιωματούχων της.
Οι πρώτες – οι ανάγκες για οργανωμένο ανεφοδιασμό της πόλης και μάλιστα σε μία περίοδο που πολλά θα μπορούσαν να λειτουργήσουν διαλυτικά ως προς αυτή την οργάνωση – μοιάζουν ωσάν να υπαγόρευαν το όραμα μιας πόλης – κράτους, μεγαλύτερης από την παρακμάζουσα Ρώμη, ισχυρότερης από την Αλεξάνδρεια ή την Αντιόχεια, ενός πραγματικού οχυρού ασύγκριτης ισχύος, εύρυθμης, αξιόπιστης και έμπλεης νοημάτων και συμβολισμών πολιτικής και πολιτειακής λειτουργίας.
Όμως, η φιλοδοξία του ιδρυτή της να διεκδικήσει ανοιχτά τα νόμιμα δικαιώματα διαδοχής του στην εξουσία, να συνεχίσει την αντίληψη για μια αυτοκρατορία που αποτελεί οικογενειακό κληροδότημα μετατρέπει την Κωνσταντινούπολη σε φυσική συνέχεια του imperium romanum, μια αυτοκρατορία που με πρότυπο και κεφαλή τη Ρώμη αξιώνει παγκόσμια κυριαρχία.
Τι είναι η βυζαντινή πρωτεύουσα, αν όχι το πρώτο δείγμα διάρθρωσης κρατικού μηχανισμού –με κανόνες, θεσμούς, αξιώματα και γραφειοκρατία!- που θα «χτίσουν» τη χιλιόχρονη ιστορία της, ως εύλογη εξέλιξη της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας;
Έχει σπουδαία πράγματα να ομολογήσει το Βυζάντιο ακόμη και για τη σημερινή ζωή και τις συνήθειες μας, σπουδαίες ιστορικές αλήθειες (πέρα από τους θρύλους και τις δοξασίες που μας έχουν πείσει ότι το Βυζάντιο είναι τμήμα της εθνικής μας κληρονομιάς) που σίγουρα δεν ξεπετιούνται σε πολυδιαφημισμένα βιβλία, εκλαϊκευμένης, αλλά κάποτε ρηχής επιστήμης.
Ευτυχώς, θα υπάρχουν πάντα τα λιγότερο διαφημισμένα στο ευρύ κοινό, που σίγουρα αξίζουν τον κόπο και κυρίως απαντούν με στοιχεία και ντοκουμέντα στο «γιατί» τέλειωσε «το Βυζάντιο», αφήνοντας πίσω του κληρονομιά, πέρα από τις ενδοξολογίες και την κούφια περηφάνια.
Και να κάποια από αυτά, βασισμένα σε πολυετείς έρευνες, μελέτες και διασταύρωση του υλικού που οι συγγραφείς τους άντλησαν με επιμονή, κυρίως από τα σωζώμενα αρχεία της περίφημης βυζαντινής γραφειοκρατίας.
«Βυζάντιο – Η Αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης»
Cyril Mango, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης (2013)
Οι λαοί και οι γλώσσες, η πόλη στην άνοδο και την παρακμή της, οι συνήθειες των πολιτών σπουδαίες και ταπεινές, ο μοναχισμός, η λογοτεχνία και η εκπαίδευση, η αρχιτεκτονική και ο άυλος κόσμος μέσα από τα μάτια των «Ρωμαίων» ή των «Χριστιανών»: όλη η τότε ζωή στην Augusta Antonina ή Νέα Ρώμη ή Άνθουσα ή Flora Roma ή απλώς Βυζάντιο εδώ απλώνεται σε γλώσσα κατανοητή, με φιλικές παραπομπές για όποιον θέλει να εντρυφήσει λίγο παραπάνω.
Επίσης, ας μην ξαφνιαστεί ο καλοπροαίρετος αναγνώστης, αν διαπιστώσει ότι η λέξη «Βυζαντινός» ως χαρακτηρισμός δηλωτικός της καταγωγής κάποιου είναι μάλλον γέννημα της Αναγέννησης και ότι τελοσπάντων κυρίως σε κράτος αναφερόμαστε, όταν μιλάμε για το Βυζάντιο και όχι σε αυτοκρατορία...
«Βυζάντιο και Βενετία: Μελέτη των Διπλωματικών και Πολιτιστικών Σχέσεων»
Donald M. Nicol – Εκδόσεις Παπαδήμα (2015)
Να μια εξαιρετική αφήγηση για τις πραγματικές σχέσεις του Βυζαντίου με τη Βενετία, αυτό το κράτος το φαινομενικά μικρό, το ανύπαρκτο, το χτισμένο πάνω στη θάλασσα. Αν το προηγούμενο βιβλίο είναι μια εισαγωγή στην έκπληξη, αυτό εδώ, πρακτικά περιγράφει κυριολεκτικά σε επεισόδια την πορεία μιας... φιλίας που ήταν παγίδα και συμφέρον μόνο.
Η Βενετία ως επαρχία, ως προτεκτοράτο, ως σύμμαχος, ως συνεταίρος και δανειστής και τελικά ως ιστορικό σαράκι του Βυζαντίου, περιγράφεται με λεπτομέρεια και ντοκουμέντα από την Πρώτη έως την Τέταρτη Σταυροφορία κι από εκεί στο κατώφλι των Τούρκων.
«Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός»
Φαίδων Κουκουλές, Τόμοι Α- Ε, Collection de l'Institut Francais D' Athenes, Εκδόσεις Παπαζήση (ανατύπωση), 1948
Μνημειώδες έργο, του διακεκριμένου βυζαντινολόγου και πανεπιστημιακού δασκάλου, εξάτομο, λεπτομερές, πολύτιμο. Όλη η ζωή των κατοίκων του Βυζαντίου, οι συνήθειες, οι διάλεκτοι, οι ενδυμασίες, τα τραγούδια, η μουσική, η διασκέδαση, ο πολιτισμός και η πολιτική τους, εκτείνονται σε έξι εμπεριστατωμένους και έμπλεους έρευνας τόμους.
Εδώ οι εκπλήξεις έρχονται κυρίως από τα κοινά που μπορεί να εντοπίσει κανείς στην ιδιοσυγκρασία και τη νοοτροπία των «Βυζαντινών» με τους Νεοέλληνες, αλλά και πάλι μια προσοχή στη σύγκριση δεν βλάπτει.
Για όποιον ακόμη ενδιαφέρεται για την παρακαταθήκη του Βυζαντίου στην Ορθόδοξη Χριστιανική Εκκλησία ας αναζητήσει, δυστυχώς μόνο στα αγγλικά:
"The Byzantine Legacy in the Orthodox Church", John Meyendorff, St Vladimirs Seminary (2000), καθώς και το "Church & learning in the Byzantine Empire", J. M Hussey, Russell & Russell Inc. (1963).