ΠΟΣΟ ΣΥΧΝΑ, με το που ολοκληρώνουμε ένα μυθιστόρημα, μένουμε μ’ ένα αίσθημα απόλυτης πληρότητας; Ας είμαστε ειλικρινείς, σπανίως. Αυτό προσφέρει, πάντως, «Το ανθρώπινο στίγμα» του Φίλιπ Ροθ (μετ. Τρ. Παπαϊωάννου, Πόλις, 2003), το μυθιστόρημα που ήρθε πρόσφατα στον νου πολλών, μόλις η βιογραφία του συγγραφέα, δια χειρός Μπλέικ Μπέιλι, πριν καλά-καλά δημοσιευτεί, αποσύρθηκε προσωρινά από την κυκλοφορία.
Καταξιωμένος βιογράφος του Τσίβερ και του Γιέιτς, ο άνθρωπος που επέλεξε για βιογράφο του ο Ροθ, βρίσκεται σήμερα εγκαταλελειμμένος και από τον ατζέντη του και από τον εκδοτικό του οίκο, αντιμέτωπος με κατηγορίες περί σεξουαλικής παρενόχλησης, τις οποίες, όμως, ο ίδιος αρνείται…
Ανάλογο εξευτελισμό βιώνει και ο εβδομηντάχρονος, εβραϊκής υποτίθεται καταγωγής, καθηγητής Κόλμαν Σιλκ που πρωταγωνιστεί στο «Ανθρώπινο στίγμα». Τρίτο μέρος μιας άτυπης τριλογίας με θέμα τις κοινωνικές και πολιτικές αναταραχές στις ΗΠΑ στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα –προηγήθηκαν το «Αμερικανικό ειδύλλιο» και το «Παντρεύτηκα έναν κομμουνιστή»– το «Ανθρώπινο στίγμα» είναι μια συγκινητική και σαρωτική γροθιά στην Αμερική της πολιτικής ορθότητας και της υποκρισίας. Στην Αμερική, που το καλοκαίρι του 1998 είχε βυθιστεί σ’ ένα «τεράστιο όργιο αγνότητας», με αφορμή τον λεκέ που είχε αφήσει στο φουστάνι της Μόνικα Λουΐνσκι ο Μπιλ Κλίντον.
Μπορεί κανείς να «επιλέξει» την καταγωγή του; Μπορεί να επινοήσει τον εαυτό του; Ή μήπως κάθε τέτοια προσπάθεια είναι καταδικασμένη ν’ αποτύχει; Εδώ βρίσκεται το μεδούλι του μυθιστορήματος του Ροθ. Ο ίδιος δεν δίνει ξεκάθαρη απάντηση.
Το καλοκαίρι του 1998 διαδραματίζεται και το βιβλίο, όταν, εξαιτίας μιας γελοίας παρεξήγησης, ο Κόλμαν Σιλκ φορτώνεται τη ρετσινιά του ρατσιστή και η ζωή του έρχεται τα πάνω κάτω. Αυτός που είχε προσδώσει περισσή αίγλη στη σχολή, αυτός που μπορούσε να καυχηθεί ότι είχε ανοίξει τα μάτια εκατοντάδων νέων, έπειτα από ένα ατυχές λογοπαίγνιο, μπαίνει στο στόχαστρο μιας ομάδας Αφροαμερικανίδων φοιτητριών, γεγονός που οδηγεί στην ταπεινωτική παραίτησή του.
Υπό το βάρος του σκανδάλου, η γυναίκα του πεθαίνει, τα παιδιά του στέκονται μάλλον επιφυλακτικά απέναντί του, κι ο ίδιος, με την οργή να μην έχει κοπάσει μέσα του, όπως τόσοι και τόσοι ήρωες του Ροθ, αναζητά παρηγοριά στο πηγάδι της ερωτικής επιθυμίας.
Πολύ σύντομα ο Σιλκ συνδέεται με μια αναλφάβητη καθαρίστρια με τα μισά του χρόνια, μια γυναίκα κακοποιημένη απ’ τον άντρα της –έναν σαλεμένο βετεράνο του Βιετνάμ– η οποία μόλις έχει χάσει σε πυρκαγιά τα παιδιά της. Ενώνοντας οι δυο τους τις απελπισίες τους, αντλούν δύναμη και τρυφερότητα από τη λαγνεία, δίνοντας έτσι μια επιπλέον αφορμή στο πανεπιστημιακό κατεστημένο να ρίξει το δηλητήριό του. Στα μάτια μιας φιλόδοξης αλλά και ανέραστης πρώην συναδέλφου του, ο Σιλκ, πέρα από ρατσιστής, είναι ταυτόχρονα κι ένας σεξιστής που εκμεταλλεύεται μια ανυπεράσπιστη γυναίκα. Ένα ακόμη σκάνδαλο ξεσπά, με ολέθριες αυτή τη φορά συνέπειες.
Την ιστορία του καθηγητή Σιλκ, όπως και όσων κινούνται γύρω του, ο Ροθ μας τη διηγείται αναδρομικά, μέσω ενός από τα γνωστότερα alter ego του, του συγγραφέα Νέιθαν Ζούκερμαν. Ο τελευταίος παρακολουθεί από κοντά τις περιπέτειες του φίλου του. Και κάποια στιγμή αντιλαμβάνεται πως όσα συμβαίνουν στον Σιλκ αυτό το μοιραίο καλοκαίρι δεν είναι τίποτε μπροστά στο μυστικό που ο ίδιος κατάφερε να κρατήσει κρυφό σ’ όλη του τη ζωή. Όπως μαθαίνουμε κι εμείς αναπάντεχα αλλά σχετικά νωρίς στο βιβλίο, ο Κόλμαν Σιλκ μπορεί να συστηνόταν ως Εβραίος αλλά στην πραγματικότητα ήταν ένας ανοιχτόχρωμος μαύρος, προικισμένος μ’ όλα τα χαρίσματα του κόσμου, που στα είκοσί του αποφάσισε να κατασκευάσει μια άλλη ταυτότητα, ν’ απελευθερωθεί από το «στίγμα» του «νέγρου» και να διεκδικήσει ένα καλύτερο μέλλον σε μια κοινωνία όπου οι φυλετικές διακρίσεις παρέμεναν ισχυρές.
Μπορεί κανείς να «επιλέξει» την καταγωγή του; Μπορεί να επινοήσει τον εαυτό του; Ή μήπως κάθε τέτοια προσπάθεια είναι καταδικασμένη ν’ αποτύχει; Εδώ βρίσκεται το μεδούλι του μυθιστορήματος του Ροθ. Ο ίδιος δεν δίνει ξεκάθαρη απάντηση. Όπως όμως σημειώνει στο επίμετρο της έκδοσης ο Ηλίας Μαγκλίνης, φαίνεται πως o Αμερικανός συγγραφέας γέρνει προς την πλευρά της ελεύθερης επιλογής: «Η υπερπροσπάθεια αυτή, μάταιη ή μη, έχει πολλή ζωή μέσα της, πολλή αντίφαση, παραδοξότητα, μυστήριο, δύναμη, αγάπη, θάρρος, δειλία -με άλλα λόγια, περιέχει όλες εκείνες τις ανεξέλεγκτες δυνάμεις που τρέμουν διαρκώς στην Αμερική, αλλά και οι απανταχού συντηρητικοί: αυτό το ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο, που μπορεί να κρύβει ο καθένας μέσα του».