Η ΡΟΠΗ ΤΩΝ ΔΗΜΙΟΥΡΓΩΝ έργων επιστημονικής φαντασίας προς πιο δυστοπικές εκδοχές του μέλλοντος δεν είναι κάτι καινούργιο. Σπάνια συναντάει κανείς ιστορίες στον κινηματογράφο, στην τηλεόραση ή στα βιβλία που δεν εκτυλίσσονται με φόντο ένα σκηνικό καταστροφής.
Ήρωες που παλεύουν για την επιβίωσή τους σε έναν πλανήτη που δεν θυμίζει πια τη Γη, απολυταρχικά καθεστώτα που κυβερνούν χάρη στον φόβο και τη βία, προνομιούχες ελίτ που ζουν σε βάρος των φτωχότερων στρωμάτων, μοντέλα Τεχνητής Νοημοσύνης (Α.I.) που στρέφονται κατά των εφευρετών τους για την αλαζονεία τους να παίξουν τον ρόλο του Δημιουργού κ.ά.
Τις τελευταίες δεκαετίες, οι ιστορίες αυτές γίνονται ολοένα και πιο «σκοτεινές». Αλλά υπάρχει εξήγηση. Η επιστημονική φαντασία λειτουργεί περίπου σαν καθρέφτης που αντικατοπτρίζει το πώς αισθάνονται οι άνθρωποι για το μέλλον σε μία δεδομένη χρονική στιγμή.
Στις αρχές του περασμένου αιώνα, η κυρίαρχη εκτίμηση ήταν πιο αισιόδοξη. Οι άνθρωποι φαντάζονταν το μέλλον ως κάτι λαμπερό, φωτεινό, γεμάτο υλική αφθονία και χαρούμενες ζωές. Πίστευαν ότι με τη βοήθεια των επιστημονικών επιτευγμάτων θα δημιουργούσαμε κάποτε τη δική της παγκόσμια ουτοπία.
Ο Τσιάνγκ καταπιάνεται με σύγχρονα ζητήματα που σχετίζονται με τομείς όπως τα ταξίδια στον χρόνο, η κβαντομηχανική, η ρομποτική, η εικονική πραγματικότητα, η τεχνητή νοημοσύνη ακόμα και η κοσμολογία ή η γλωσσολογία, χωρίς όμως να παραβλέπει όλα εκείνα που μας καθιστούν ανθρώπινους: συνείδηση, μνήμη, ελεύθερη βούληση, πίστη, συναισθήματα.
Σήμερα, αυτή η αισιοδοξία δεν υπάρχει. Το χάσμα των κοινωνικών ανισοτήτων που συνεχώς μεγαλώνει, η συγκέντρωση του παγκόσμιου πλούτου στα χέρια μιας ισχνής μειοψηφίας, οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής που είναι πιο φανερές από ποτέ, ο τρόπος που επιμένουμε να φερόμαστε απέναντι στα ζώα και τη Φύση, αλλά κι ο φόβος μπροστά στις πραγματικές δυνατότητες της τεχνολογίας και της Τεχνητής Νοημοσύνης έχουν αλλάξει τον τρόπο που οραματιζόμαστε το μέλλον. Μαζί και οι δημιουργοί αυτών των ιστοριών.
Ο Τεντ Τσιάνγκ (Ted Chiang) πιθανότατα ο σημαντικότερος συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας του καιρού μας, μοιάζει απρόσβλητος από τη γενικευμένη τάση προς τη δυστοπία που δείχνουν οι συνάδελφοί του.
Στο τελευταίο του βιβλίο, την «Εκπνοή», που κυκλοφόρησε πρόσφατα στα ελληνικά (εκδόσεις Ίκαρος, μτφρ.: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου), δανείζεται στοιχεία από σύγχρονες επιστημονικές θεωρίες για να γράψει εννέα υπέροχες, ανθρωποκεντρικές ιστορίες μέσα από τις οποίες επαναδιατυπώνει (ή θέτει νέα) φιλοσοφικά ερωτήματα. Κι όπως κάνουν συνήθως οι χαρισματικοί συγγραφείς, αφήνει τους αναγνώστες να δώσουν τις δικές τους απαντήσεις.
Υπάρχει πραγματικά ελεύθερη βούληση; Μπορούμε να σβήσουμε όσα συνέβησαν στο παρελθόν; Πώς θα ήταν η ζωή μας αν η μνήμη δεν μας πρόδιδε ποτέ και θυμόμασταν τα πάντα με κάθε λεπτομέρεια; Οι μηχανές με συνείδηση έχουν δικαιώματα; Μπορούν άνθρωποι και τεχνητά όντα να αναπτύξουν συναισθηματικές σχέσεις; Αποκαλύπτεται πράγματι ο χαρακτήρας μας μέσα από τις επιλογές μας;
Ο Τσιάνγκ καταπιάνεται με σύγχρονα ζητήματα που σχετίζονται με τομείς όπως τα ταξίδια στον χρόνο, η κβαντομηχανική, η ρομποτική, η εικονική πραγματικότητα, η τεχνητή νοημοσύνη ακόμα και η κοσμολογία ή η γλωσσολογία, χωρίς όμως να παραβλέπει όλα εκείνα που μας καθιστούν ανθρώπινους: συνείδηση, μνήμη, ελεύθερη βούληση, πίστη, συναισθήματα.
Δεν τον ενδιαφέρουν τόσο οι σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων, μα περισσότερο η αλληλεπίδρασή τους με την τεχνολογία και πώς αυτή φτάνει να διαμορφώνει τις ζωές τους. Κι αυτό το κάνει με έναν τρόπο ειλικρινή, τρυφερό και βαθιά ανθρώπινο.
Το διήγημα με τίτλο «Η αγωνία είναι ο ίλιγγος της ελευθερίας» έχει ως βάση την κβαντική θεωρία των «πολλαπλών κόσμων», που υποστηρίζει ότι το σύμπαν διαρκώς διαιρείται σε έναν σχεδόν άπειρο αριθμό διαφορετικών εκδοχών – άρα όλοι μας έχουμε κι έναν σχεδόν άπειρο αριθμό παράλληλων εαυτών. Οι ήρωες της ιστορίας έχουν τη δυνατότητα να επικοινωνούν με τους παράλληλους εαυτούς τους που ζουν σε άλλους «κλάδους» μέσα από μία ιδιότυπη κατασκευή που ονομάζεται πρίσμα.
Αν όμως ισχύει αυτή η θεωρία, τότε τι νόημα ή ηθικό βάρος έχουν άραγε οι αποφάσεις που παίρνουμε, όταν σε ένα άλλο σύμπαν κάνουμε το ακριβώς αντίθετο; Τι λέει αυτό για μας ως χαρακτήρες;
«Κάθε φορά που κάνεις κάτι γενναιόδωρο, δίνεις στον εαυτό σου τη μορφή κάποιου που είναι πιο πιθανόν να φανεί γενναιόδωρος και την επόμενη φορά, κι αυτό είναι σημαντικό. Και δεν αλλάζεις απλώς τη συμπεριφορά σου σ’ αυτόν εδώ τον κλάδο: μπολιάζεις και όλες τις εκδοχές του εαυτού σου που θα διαχωριστούν στο μέλλον. Όταν γίνεσαι καλύτερος άνθρωπος, εξασφαλίζεις πως όλο και πιο πολλοί κλάδοι που θα διαχωριστούν από εκείνο το σημείο και μετά θα διαθέτουν καλύτερες εκδοχές του εαυτού σου» λέει μία από τις πρωταγωνίστριες της ιστορίας.
Δεν πρωταγωνιστούν όμως μόνο άνθρωποι στα διηγήματα του Τσιάνγκ. Στη σύντομη, λυρική «Μεγάλη Σιγή», αφηγητής είναι ένας παπαγάλος από ένα τροπικό δάσος του Πουέρτο Ρίκο. Το είδος του σύντομα θα εξαφανιστεί.
«Το σύμπαν είναι τόσο απέραντο, που νοήμονα όντα θα πρέπει σίγουρα να έχουν εμφανιστεί πολλές φορές. Επίσης το σύμπαν είναι τόσο παλιό, που έστω και ένα τεχνολογικά εξελιγμένο είδος θα είχε χρόνο να εξαπλωθεί και να γεμίσει τον γαλαξία. Κι ωστόσο δεν υπάρχει κανένα ίχνος ζωής πουθενά αλλού εκτός από τη Γη. Αυτό οι άνθρωποι το αποκαλούν Παράδοξο του Φέρμι. Μια λύση που έχει προταθεί για το Παράδοξο του Φέρμι είναι ότι τα νοήμονα όντα επιδιώκουν ενεργά να συγκαλύψουν την παρουσία τους, να αποφύγουν να γίνουν στόχος εχθρικών εισβολέων. Μιλώντας ως μέλος ενός είδους που έχει οδηγηθεί από τους ανθρώπους στα όρια της εξαφάνισης, μπορώ να διαβεβαιώσω ότι πρόκειται για σοφή στρατηγική. Είναι λογικό να παραμένεις σιωπηλός και να αποφεύγεις να τραβάς την προσοχή» λέει με μία λεπτή δόση ειρωνείας ο παπαγάλος και ποιος μπορεί να τον αδικήσει;
Η πρόζα του Τσιάνγκ είναι απλή, σφιχτή. Τα διηγήματά του μοιάζουν γραμμένα με χειρουργική ακρίβεια. Θυμίζουν τους αλγόριθμους που «τρέχουν» τις πολύπλοκες συσκευές που ενσωματώνει στις ιστορίες του. Καμία πρόταση δεν περισσεύει, καμία λέξη δεν είναι περιττή. Γιατί αν κάτι έλειπε, μπορεί όλο το υπόλοιπο να κατέληγε σε σφάλμα.
Εδώ που τα λέμε, βέβαια, ίσως και η ταμπέλα του «συγγραφέα επιστημονικής φαντασίας» να λειτουργεί περιοριστικά στην περίπτωσή του. Ο τρόπος γραφής και η ευκολία με την οποία διασχίζει τα όρια ανάμεσα στα λογοτεχνικά είδη θυμίζει περισσότερο Μπόρχες, Κάρβερ και Σάντερς, παρά τυπικό συγγραφέα επιστημονικής φαντασίας ·αν και ένα από τα διηγήματα του βιβλίου είναι μερικώς εμπνευσμένο από «Το Ηλεκτρικό Μυρμήγκι» του Φίλιπ Κ. Ντικ.
«Το σύμπαν ξεκίνησε σαν μία πελώρια κρατημένη ανάσα που βγήκε. Κανείς δεν ξέρει γιατί, αλλά όποιος κι αν είναι ο λόγος, χαίρομαι που συνέβη, γιατί σ’ αυτό χρωστώ την ύπαρξη μου» γράφει ο Τσιάνγκ στην ιστορία που έχει δώσει και τον τίτλο στη συλλογή του. Και ίσως αυτό ακριβώς να είναι και το βιβλίο του. Μια βαθιά ανάσα που θα μας βοηθήσει να δούμε λίγο πιο ψύχραιμα το παρόν και να ατενίσουμε το μέλλον με περισσότερη αισιοδοξία.