Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας έφηβος που ζούσε ευτυχισμένος με την οικογένειά του σε μια πόλη δίπλα στη θάλασσα. Καμία έγνοια δεν αποσπούσε το πνεύμα του. Ας πούμε, ο έρωτας ή η λύπη για την απουσία του δεν είχαν έρθει ακόμη να ταράξουν τη διαύγεια της ζωής του.
Περνούσε τα απογεύματά του σ’ έναν πευκώνα, στην άκρη της αγροικίας του, όπου διάβαζε ή διαλογιζόταν. Μερικές φορές κοίταζε τον δρόμο. Έβλεπε τις άμαξες που πήγαιναν κι έρχονταν, τα άλογα, τους ταξιδιώτες.
Στο τέλος μιας καλοκαιρινής μέρας που κοίταζε τον δρόμο, είδε έναν άντρα ντυμένο στα κατάμαυρα, να έρχεται από το μέρος της πόλης. Όταν ο άντρας πλησίασε τον έφηβο, τον ρώτησε κάτι. Τι ακριβώς τον ρώτησε δεν θυμάται, «γιατί τόσο ήμουν όλος μάτια, ώστε δεν τον άκουγα».
Αυτή η συνάντηση ήταν καταλυτική γιατί ο ευτυχισμένος έφηβος που τα είχε όλα ένιωσε ξαφνικά να του λείπουν όλα. Ήταν ένα συναίσθημα που δεν το είχε ξανασυναντήσει στα διαβάσματά του ούτε είχε ακούσει να μιλάνε γι’ αυτό. Ώσπου κάποια στιγμή θυμήθηκε τα λόγια που του είχε πει ο Άντρας με τα Μαύρα: «Μην κοιτάζεις τον δρόμο, ακολούθησέ τον».
Και τότε άρχισε να σκέφτεται τη φυγή. Οι γονείς του και οι φίλοι ήθελαν να τον κρατήσουν κοντά τους. Και όταν ήρθε η μέρα του ταξιδιού και όλοι γύρω του έκλαιγαν, αυτός δεν έδινε προσοχή στους θρήνους. «Κάτι με τραβούσε μακριά και έξω από μένα».
Κι εκεί που ξανασκεφτόταν τη φράση του Άντρα με τα Μαύρα, συνειδητοποίησε ότι δεν τη θυμόταν, παρά εν μέρει. Γιατί, τελικά, η φράση που του είχε πει ο Άντρας με τα Μαύρα ήταν «μην κοιτάζεις τον Δρόμο, ακολούθησέ τον μέχρι τέλους». Κι ο μέχρι τότε ευτυχισμένος έφηβος άρχισε να ακολουθεί τον δρόμο, ψάχνοντας τον Άντρα με τα Μαύρα. Κι έτσι, έγινε Οδοιπόρος.
Ο Πεσσόα ξέρει πολύ καλά να δημιουργεί σασπένς, ακόμα και όταν γράφει παραμύθι. Δεν θα αποκαλύψω, λοιπόν, το τέλος του Οδοιπόρου του, καθώς δεν αγαπώ τα σπόιλερ. Σημασία έχει να ακολουθείς τον δρόμο μέχρι τέλους.
Ο Φερνάντο Πεσσόα γράφει ένα κανονικό παραμύθι, που στο υπόβαθρό του βρίσκεται μια διαδικασία μύησης και αναζήτησης, όπως, για παράδειγμα, συμβαίνει στον μύθο του Μαγικού Αυλού. Ο Άντρας με τα Μαύρα, η κεντρική μορφή αυτού του παραμυθιού, «αποπνέει την αυστηρότητα, την εσωτερικότητα, την απομάκρυνση από τα εγκόσμια, τη θλίψη, τον κίνδυνο, αλλά κυρίως αντιπροσωπεύει τον Δρόμο μιας ανοιχτής αναζήτησης χωρίς τέλος», γράφει η μεταφράστρια του Οδοιπόρου Μαρία Παπαδήμα στο εισαγωγικό κείμενο της έκδοσης.
Ο Οδοιπόρος χρονολογείται γύρω στο 1917. Αυτή την εποχή ο Πεσσόα ασχολείται με τη θεοσοφία, τον αποκρυφισμό, την αριθμολογία, την αστρολογία. Η Μαρία Παπαδήμα γράφει ότι τον συγγραφέα «απασχολούν πολύ οι πνευματιστικές πρακτικές, θεωρεί ότι έχει χαρίσματα μέντιουμ, ασχολείται με την κατάρτιση ωροσκοπίων και σκέφτεται να ασκήσει το επάγγελμα του αστρολόγου». Καταρτίζει ωροσκόπιο της Πορτογαλίας, ωροσκόπιο δικό του (είχε γεννηθεί στις 13 Ιουνίου 1888 στη Λισαβόνα) αλλά και ωροσκόπια των ετερωνύμων του, δηλαδή των λογοτεχνών που είχε επινοήσει, του Αλμπέρτο Καέιρο, του Άλβαρο ντε Κάμπος και του Ρικάρντο Ρέις.
Είπαμε ότι ο Οδοιπόρος είναι παραμύθι. Και στον δρόμο που παίρνουν και αφήνουν, οι ήρωες των παραμυθιών συναντούν δράκους, τέρατα, μάγους και μάγισσες, παράξενες γυναικείες υπάρξεις. Μετά από μέρες οδοιπορίας, ο δικός μας οδοιπόρος βρίσκεται μπροστά στα τείχη μιας πόλης. Αποφασίζει να μπει και να μείνει εκεί για καιρό.
Στην πόλη αυτή συναντά μια κοπέλα, που την ερωτεύεται αμέσως. Η κοπέλα αυτή ήταν η Ηδονή. Κάθε φορά που το μυαλό του γύριζε στον δρόμο και στη φυγή, η μορφή της αγαπημένης στεκόταν εμπόδιο. Μπορεί να ήταν μαγεμένος από τη μορφή της κοπέλας, αλλά αυτά τα μάγια δεν είναι τελικά παρά αιχμαλωσία. Αποφασίζει λοιπόν να φύγει, νύχτα, σαν δραπέτης. «Μπροστά μου, ποτάμι παγωμένο κάτω από το κρύο φεγγαρόφωτο, ο Δρόμος προεκτεινόταν ατελείωτα».
Κι εδώ, έτσι απότομα, τελειώνει ο Οδοιπόρος γιατί το διήγημα, όπως λέει η μεταφράστριά του, ακολουθεί τον πεσσοανικό κανόνα του ανέκδοτου και του ανολοκλήρωτου. Αλλά ας μην απογοητευόμαστε. Το διήγημα συνοδεύεται από ένα άλλο κείμενο που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του και όπου ο Πεσσόα δίνει περιληπτικά τη συνέχεια της ιστορίας και αποκαλύπτει το τέλος της.
Ο οδοιπόρος συνεχίζει την πορεία. Φτάνει σε μια δεύτερη πόλη, πιο βαθειά στο εσωτερικό της χώρας. Συναντά μια κοπέλα, την ερωτεύεται. Τη λένε Δόξα. Ο δρόμος είναι όμως πιο δυνατός. Στην τρίτη πόλη, συναντά ακόμη ένα κορίτσι. Φοράει ένα σιδερένιο δαχτυλίδι. Τη λένε Εξουσία. Θυμάται όμως το πεπρωμένο και φεύγει πάλι.
Σε μια κωμόπολη ερωτεύεται την κόρη του παπά. Αλλά και με αυτή συμβαίνει ό,τι και με τις άλλες. Την αποχαιρετάει. Προχωράει κι άλλο στο εσωτερικό της χώρας και φτάνει σ’ ένα χωριό, κρυμμένο από τον άλλο κόσμο. Ερωτεύεται και κει μια κοπέλα που ζει μόνη, αφοσιωμένη στον διαλογισμό. Τη λένε Σοφία. Φεύγει και πάλι.
Στον δρόμο συναντά και άλλες υπάρξεις. Άλλη τη λένε Έρωτα, άλλη τη λένε Μοίρα του Θανάτου. Μετά από πολύ περπάτημα, σε μια καλύβα συναντά μια δεσποσύνη που μόλις την είδε κατάλαβε ότι σ’ αυτήν είχαν βρει μορφή όλες οι επιθυμίες του. Στο δάχτυλό της φορούσε ένα χρυσό δαχτυλίδι. Ήταν η Προσωπικότητα του. Όλα είναι όμως δρόμος. Κι άρχισε πάλι να βαδίζει και να περπατά.
Ο Πεσσόα ξέρει πολύ καλά να δημιουργεί σασπένς, ακόμα και όταν γράφει παραμύθι. Δεν θα αποκαλύψω, λοιπόν, το τέλος του Οδοιπόρου του, καθώς δεν αγαπώ τα σπόιλερ. Σημασία έχει να ακολουθείς τον δρόμο μέχρι τέλους. Και ο ήρωας του Πεσσόα τον ακολουθεί, κάνοντάς μας να σκεφτούμε πόσο αρχετυπικός είναι αυτός ο λογοτεχνικός χαρακτήρας. Τόσο αρχετυπικός, όσο και ο Οδυσσέας.
Είπαμε κιόλας ότι η μετάφραση είναι της Μαρίας Παπαδήμα. Δεν θα γράψω τίποτε άλλο για την ποιότητά της παρά μόνο ότι ο ελληνικός Πεσσόα είναι ταυτισμένος με τη Μαρία Παπαδήμα.
5 ακόμα βιβλία του Fernando Pessoa που αξίζει να διαβάσετε
Ο αναρχικός τραπεζίτης
Μτφρ.: Μαρία Παπαδήμα
Εκδόσεις Gutenberg
Σελ.: 88
Αυτό το διήγημα, που γράφτηκε το 1922, μας εκπλήσσει για την επικαιρότητά της σάτιράς του. Δεν είναι τυχαίο ότι αγαπήθηκε πολύ στην Ελλάδα κατά τα χρόνια της κρίσης. Το χρήμα, η εξουσία και η πρακτική πλευρά της ζωής.
Βιβλίο της ανησυχίας (δύο τόμοι)
Μτφρ.: Μαρία Παπαδήμα
Εκδόσεις Gutenberg
Σελ.: α’ τόμος: 424, β’ τόμος: 432
Το πιο πεσσοϊκό από τα βιβλία του Πεσσόα και από τα κορυφαία της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας. Ακατάτακτο ως είδος, χαρακτηρίζεται ως αυτοβιογραφία χωρίς γεγονότα, «σύνθεση του Μπερνάρντο Σοάρες, βοηθού λογιστή στην πόλη της Λισαβόνας».
Περί θανάτου και άλλων μυστηρίων
Μτφρ.: Μαρία Παπαδήμα
Εκδόσεις Gutenberg
Σελ.: 96
Αυτοκτονίες, φόνοι, θάνατοι, δικαιολογημένοι ή αναιτιολόγητοι, κοντολογίς η εμπειρία του θανάτου διατρέχει αυτήν τη συλλογή δώδεκα διηγημάτων του Πεσσόα, που παρέμεναν ανέκδοτα μέχρι πρόσφατα.
Τα ποιήματα του Άλβαρο ντε Κάμπος
Μτφρ.: Μαρία Παπαδήμα
Εκδόσεις Gutenberg
Σελ.: 376
Ποιήματα του Πεσσόα που υπογράφονται όμως από τον ετερώνυμό του Άλβαρο ντε Κάμπος, γραμμένα στο διάστημα 1913-1930. (Ο Πεσσόα πέθανε το 1930). Ο Ντε Κάμπος είναι δημιούργημα της μυθοπλασίας του Πεσσόα, που δημιουργεί με τη σειρά του μυθοπλασία.
Τα ποιήματα του Αλμπέρτο Καέιρο
Μτφρ.: Μαρία Παπαδήμα
Εκδόσεις Gutenberg
Σελ.: 248
Το σύνολο των ποιημάτων του Αλμπέρτο Καέιρο, ετερώνυμου του Πεσσόα. Στο σύνολο της δημιουργίας του Πεσσόα ο επινοημένος Καέιρο θεωρείται δάσκαλος. Γι’ αυτό στον τόμο συναντώνται και οι άλλοι ετερώνυμοι: ο Ρικάρντο Ρέις, που γράφει τον πρόλογο, και ο Άλβαρο ντε Κάμπος, στη μνήμη το οποίου δημοσιεύονται σημειώσεις.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.