Μπρεχτ: Τίποτα το ανθρώπινο δεν του ήταν ξένο

Μπρεχτ: Τίποτα το ανθρώπινο δεν του ήταν ξένο Facebook Twitter
Ο Μπρεχτ εμπνέεται από την άμεση, τη σχεδόν χειροπιαστή επικαιρότητα, από αυτήν που δεν έχει ακόμα ξεθυμάνει...
0

Γράφοντας στο ύψος των προσδοκιών του μεγάλου κοινού, ο Μπέρτολτ Μπρεχτ ήταν σαρξ εκ της σαρκός του. Ένιωθε τη φλέβα του λαού και αφουγκραζόταν την καρδιά του και τους διαφορετικούς της χτύπους – απόδειξη και το εύρος των ποιημάτων του που για πρώτη φορά παρουσιάζονται σε ένα συλλογικό έργο με αντιπροσωπευτικές μεταφράσεις από διαφορετικές χρονικές περιόδους. Η Βαβυλωνιακή σύγχυση των λέξεων και άλλα 499 ποιήματα είναι ο τίτλος της έκδοσης που κυκλοφόρησε πριν από λίγο καιρό, με 500 ποιήματα του Μπ. Μπρεχτ, σε μετάφραση του Γιώργου Κεντρωτή, καθηγητή Θεωρίας - Πράξης της Μετάφρασης στο Τμήμα Ξένων Γλωσσών, Μετάφρασης και Διερμηνείας του Ιονίου Πανεπιστημίου, από τις εκδόσεις Gutenberg. Γι' αυτήν τη μακροχρόνια επαφή του με το έργο του Μπρεχτ και το πολύμοχθο έργο της απόδοσής του στα ελληνικά μιλάει στη LifΟ o ίδιος ο μεταφραστής του.

Πώς προέκυψε η αγάπη σας για τον Μπρεχτ και πώς μεταστοιχειώθηκε σε μεταφραστική πράξη;

Τη γνωριμία μου με τον Μπρεχτ ως ποιητή στα φοιτητικά μου χρόνια την οφείλω στη μεταφραστική δουλειά του Μάριου Πλωρίτη. Όταν διάβασα, αργότερα, και τις μεταφράσεις του Πέτρου Μάρκαρη, ήμουν ήδη ορκισμένος οπαδός της ποίησής του. Στα 1980 πρωτοδιάβασα ποιήματά του στο πρωτότυπο: βρέθηκε στα χέρια μου μια τετράτομη έκδοση των Απάντων του. Η ιδεολογική μου ταύτιση μαζί του ήταν το πρώτο κινούν για τη μετάφραση μερικών ποιημάτων του – γύρω στα δέκα. Το 2005 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ύψιλον η μετάφρασή μου 30 ερωτικών σονέτων του με τίτλο Σάουνα και Συνουσία. Μετά την εισβολή των μνημονιακών δυνάμεων στην Ελλάδα μού καρφώθηκε η ιδέα να μεταφράσω όσο περισσότερα ποιήματά του γινόταν. Σταμάτησα στα 500. Ήταν ένα είδος προσωπικής παραμυθίας γι' αυτά που ζήσαμε και εξακολουθούμε, φευ, να ζούμε.

Ο Μπρεχτ είναι σαν τον Θουκυδίδη: γράφει τον δικό του Πελοποννησιακό Πόλεμο ως ποιητικό κτήμα εσαεί. Γι' αυτό, όπως και ο Θουκυδίδης, είναι και θα είναι για πάντα επίκαιρος, όντας πια κλασικός.


Επειδή αναφέρατε τον Μάριο Πλωρίτη, αν δεν απατώμαι στις μεταφράσεις του είχε ακολουθήσει τον χωροχρονικό άξονα –μετοικήσεις, μεταβάσεις του ποιητή από τη μία περιοχή στην άλλη– ως προς την κατηγοριοποίηση των ποιημάτων του. Ποιος είναι ο δικός σας δρόμος;

Πάνω-κάτω είναι ο ίδιος. Εγώ απλώς ακολούθησα ευλαβικά τη σειρά δημοσιεύσεως των ποιημάτων του Μπρεχτ στα Άπαντά του των εκδόσεων Ζούρκαμπ, που επιμελήθηκε ο Γκίντερ Μπους το 1967. Την εκεί περιοδολόγησή τους την άφησα απείραχτη.


Στην εισαγωγή σας τονίζετε την επικαιρική διάσταση της μπρεχτικής ποίησης. Σε ποιον βαθμό κάτι τέτοιο είναι σαφέστερο σήμερα, περισσότερο από ποτέ;

Ο Μπρεχτ εμπνέεται από την άμεση, τη σχεδόν χειροπιαστή επικαιρότητα, από αυτήν που δεν έχει ακόμα ξεθυμάνει. Είναι ποίηση της βράσης όπου κολλάει το σίδερο. Επειδή όμως δεν είναι ευκαιριακός ποιητής, παίρνει από την επικαιρότητα ό,τι ξέρει πως θα παραμείνει επίκαιρο και στην πορεία του χρόνου. Ο Μπρεχτ είναι σαν τον Θουκυδίδη: γράφει τον δικό του Πελοποννησιακό Πόλεμο ως ποιητικό κτήμα εσαεί. Γι' αυτό, όπως και ο Θουκυδίδης, είναι και θα είναι για πάντα επίκαιρος, όντας πια κλασικός. Στα ποιήματά του δεν διαβάζεις απλώς μια «ιστορία» του πρώτου μισού του 20ού αιώνα αλλά γενικώς την «ιστορία» του κόσμου που έχει ανθρώπους, που έχει πολέμους, που έχει καταπιεστές και καταπιεζόμενους...


Ωστόσο, υπάρχει και η πιο άσεμνη πλευρά του Μπρεχτ, που είναι άγνωστη στους πολλούς. Ποιος θα φανταζόταν ότι θα έγραφε στίχους σαν αυτούς: «Σε σκατουλόχρωμες, απόβαθες βαλτολιμνούλες / θε να με κατεβάζει ο Διάβολος στα γηρατειά μου / και θα μου δείχνει τα κουφάρια στα νερά: τις τσούλες / εκείνες, που αδιαλείπτως βολοδέρνουν στα μυαλά μου»;

Ο Μπρεχτ επέτρεπε τα πάντα στον εαυτό του. Όντας μέγας διαλεκτικός και συνάμα μέγας αμφισβητίας των πάντων, τίποτα το ανθρώπινο δεν του ήταν τόσο ξένο, ώστε να το περιφρονεί ή να το απορρίπτει άνευ ετέρου. Οι λέξεις δεν είναι ούτε καλές ούτε κακές, ούτε σεμνές ούτε άσεμνες. Μια λέξη μπορεί να είναι πρόσφορη σε ένα ποίημα και εντελώς απρόσφορη σε ένα άλλο. Αυτό ο Μπρεχτ όχι μόνο το ενστερνιζόταν αλλά και το εφάρμοζε στην πράξη. Δούλευε με όλα τα μέσα της ποιητικής, έχοντας στον νου του μόνο τη συναρμογή τους σε ποίημα. Η αλήθεια, βέβαια, είναι ότι η (επίτηδες;) ελλιπής ή σακατεμένη πληροφόρηση του αναγνωστικού κοινού σε συνδυασμό με του καθενός μας τις προσυνειλημμένες εκδοχές της πραγματικότητας μάς φέρνουν προ εκπλήξεων, και βρισκόμαστε στο τέλος να βιώνουμε άχρηστες αμηχανίες. Κάτι τέτοιο έχει συμβεί, φέρ' ειπείν, και με το έργο του Γιάννη Ρίτσου...


Και οι εκπλήξεις είναι όντως απανωτές όσον αφορά την ποίηση του Μπρεχτ. Ανάμεσα στα «άγνωστα» ποιήματα που μεταφράσατε, βρίσκουμε παιδικά τραγούδια, νανουρίσματα, ακόμη και «ψαλμούς».

Για τον Μπρεχτ όλοι οι «τρόποι» και όλα τα «πλαίσια» του λόγου αποτέλεσαν δυνάμει προσφερόμενα μέσα εκφράσεως. Τίποτα δεν περιφρόνησε ποτέ. Οι αγαπημένες του μεταφορές και παρομοιώσεις είχαν να κάνουν με τη φροντίδα του κήπου. Πάντοτε τόνιζε τη σημασία των ωραίων ανθέων, αλλά, ως καλός κηπουρός, ερμήνευε –όπως χαρακτηριστικά έλεγε– αυθεντικά και τη βούληση των αθώων χόρτων και των ζιζανίων. Για τον Μπρεχτ πάνω από όλα ήταν ο κήπος! Η ποίηση ως καθολικός τρόπος εκφράσεως.

Στη «Βαβυλωνιακή Σύγχυση», επίσης, ανακαλύπτουμε εντελώς νέες εκδοχές και αποδόσεις πασίγνωστων ποιημάτων όπως το «Για τον καημενάκο τον Μπ.Μπ.». Πόσο, αλήθεια, σας βάρυνε η σκιά της μελοποιημένης ποίησης, δηλαδή, το να έχουν περάσει ήδη κάποιοι στίχοι σχεδόν στο ασυνείδητο και να έχουν γίνει μέρος της ιστορίας; Το είδατε ως πρόκληση;

Στο συγκεκριμένο ποίημα ο Μπρεχτ χρησιμοποιεί το επίθετο arm, η πρώτη σημασία του οποίου είναι φτωχός. Έτσι το έχει μεταφράσει και ο Πλωρίτης. Όταν μετέφραζα το ποίημα, αμφιταλαντεύτηκα στην αρχή ανάμεσα στο φουκαράς και στο καημενούλης. Δεν παρουσιάζει τον εαυτό του «φτωχό» ο Μπρεχτ, ούτε ήταν! Γι' αυτό και απέκλεισα το φουκαράς, διότι η λέξη κουβαλάει αρκετή μιζέρια. Επέλεξα το καημενούλης γιατί ως λέξη μεταδίδει από μόνη της συμπάθεια, και το μετέτρεψα σε καημενάκος, γιατί ως υποκοριστικό είναι περισσότερο –επιτρέψτε μου να πω– θωπευτικό από το καημενούλης. Εννοείται ότι έλαβα υπόψη μου τις γνωστές μεταφράσεις, που τις θεωρώ όλες, τρόπον τινά, δασκάλες μου. Από τα στοιχεία τους που, όπως σωστά επισημαίνετε, έχουν περάσει στο συλλογικό ασυνείδητο, κράτησα μόνο όσα μου ταίριαζαν. Διότι ο μεταφραστής, κινούμενος μέσα στη χρήση της φυσικής του γλώσσας, μεταφράζει με το δικό του ύφος και τον προσωπικό του ρυθμό.


Παλαιότερα, σε άλλο κείμενό σας, είχατε μιλήσει για το συντακτικό ήθος του συγγραφέα ως βασικό κατευθυντήριο ορίζοντα κάθε μεταφραστή. Ισχύει κάτι τέτοιο στην περίπτωση του Μπρεχτ;

Βεβαίως! Ο δημιουργός σού υποβάλλει πώς να πεις τα πράγματα. Εσύ, που είσαι μεταφραστής του, οφείλεις να τον ακούσεις προσεχτικά, για να τον προσαρμόσεις στο δικό σου ποιητικό ήθος. Η μετάφραση είναι έργον μεταφραστού πάνω σε ένα δεδομένο κείμενο. Οι γλώσσες εξελίσσονται ασύμμετρα. Ο μεταφραστής ξαναγράφει στη γλώσσα του το έργο ενός άλλου, από το οποίο διατηρεί μόνο τα σύμμετρα δεδομένα. Η κάθε μετάφραση είναι το εκάστοτε παράλληλο πρωτότυπο του αρχικού πρωτοτύπου.

Ο Μπρεχτ ήταν γενικός αμφισβητίας. Ήταν παρατηρητής της αέναης ροής των πραγμάτων που πολλές φορές –αν όχι σχεδόν πάντα– σε ξεγελάει και σε κάνει να νομίζεις ότι έχεις προοριστεί να δεις την τελείωση των πάντων.


Τι θα συστήνατε σε έναν πολιτικό σήμερα παραπέμποντας στον Μπρεχτ – «Κανόνες βελτιώσεως όσων χρειαζόμαστε» ή κάτι άλλο;
Αν ήταν να επιλέξω ένα ποίημα, θα συνιστούσα ανεπιφύλακτα το «Πότισμα του κήπου»: «Ω πότισμα του κήπου, που ενθαρρύνεις το πράσινο!/ Πότισε τα διψασμένα δέντρα! Δώσ' τους κι άλλο νερό,/ μην το τσιγκουνεύεσαι! Και μην ξεχάσεις τα χαμόδεντρα,/ ακόμα και τα άκαρπα, τα εξαντλημένα και τα στέρφα!/ Και μη μου παραμελείς και τα ζιζάνια ανάμεσα στα άνθη –/ και λόγου τους διψάνε! Και μην ποτίζεις μόνο/ τα φρέσκα χόρτα ή την ξεζουμισμένη χλόη... –/ και στο γυμνό το χώμα πρέπει εσύ δροσιά να δώσεις!».


Ποιος ήταν τελικά ο Μπρεχτ; Αυτός που είδε τους αγώνες του κόσμου, που μετρούσε το άδικο με στίχους ή που ειρωνευόταν το υποτιθέμενα γενικό καλό ή τίποτε από όλα αυτά;

Ο Μπρεχτ ήταν γενικός αμφισβητίας. Ήταν παρατηρητής της αέναης ροής των πραγμάτων που πολλές φορές –αν όχι σχεδόν πάντα– σε ξεγελάει και σε κάνει να νομίζεις ότι έχεις προοριστεί να δεις την τελείωση των πάντων. Οι άνθρωποι την έχουν εγγενώς την ανάγκη αυτή: έχουν την ακράδαντη πεποίθηση ότι η αποκατάσταση των πραγμάτων από τη ροή στην ηρεμία θα γίνει επί των ημερών τους... ότι θα είναι και οι ίδιοι εκεί. Την ψευδαίσθηση αυτή ο Μπρεχτ τη θεωρούσε ως το πλέον επικίνδυνο ψεύδος, διότι είναι ο ασφαλέστερος παράγοντας εμπεδώσεως του γενικού εφησυχασμού. Ο Μπρεχτ ήταν οπαδός της ευτυχίας – της ολβιότητας καλύτερα. Τη διεκδικούσε για όλους. Γνώριζε, όμως, πόσο μακρινή είναι και σε ποιους σκολιούς δρόμους σε οδηγεί το κυνήγι της. Αλλά, επειδή πατούσε και με τις δυο του πατούσες στο χώμα, την επαγγέλθηκε εντελώς υλικά στο γήινο ενθάδε. Το «γενικό καλό» ανάγεται στη σφαίρα του ιδεατού και άπιαστου. Η ευτυχία είναι –όπως έγραψε– «να τρως χαρούμενος το κρέας» για να μη βρεθείς μια μέρα πεθαμένος, χωρίς να έχεις γευτεί μια μπουκιά καλό φαΐ. Και τόνιζε χαρακτηριστικά: «δεν είμαι δα κάνας γκουρμέ, είμαι απλώς άνθρωπος».

Βιβλίο
0

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Το ηθικό ζήτημα με τις μεταθανάτιες εκδόσεις με αφορμή το ημερολόγιο της Τζόαν Ντίντιον

Βιβλίο / Μεταθανάτιες εκδόσεις και ηθικά διλήμματα: Η Τζόαν Ντίντιον στο επίκεντρο

Σύντομα θα κυκλοφορήσει ένα βιβλίο με τις προσφάτως ανακαλυφθείσες «ψυχιατρικές» σημειώσεις της αείμνηστης συγγραφέως, προκαλώντας ερωτήματα σχετικά με τη δεοντολογία της μεταθανάτιας δημοσίευσης έργων ενός συγγραφέα χωρίς την επίσημη έγκρισή του.
THE LIFO TEAM
Στα «Μαθήματα Ζωγραφικής» του Τσαρούχη αποκαλύπτεται όλος ο ελληνικός κόσμος

Ηχητικά Άρθρα / Γιάννης Τσαρούχης: «Η ζωγραφική μου θρέφεται από τη μοναξιά και τη σιωπή»

Στα εκπληκτικά «Μαθήματα Ζωγραφικής» του Γιάννη Τσαρούχη αποκαλύπτεται όλος ο ελληνικός κόσμος, από τις μινωικές τοιχογραφίες έως τα λαϊκά δημιουργήματα του Θεόφιλου.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
George Le Nonce: «Εκτός από τα φέικ νιουζ, υπάρχει η φέικ λογοτεχνία και η φέικ ποίηση»

Ποίηση / George Le Nonce: «Εκτός από τα fake news, υπάρχει η fake λογοτεχνία και ποίηση»

Με αφορμή την έκδοση του τέταρτου ποιητικού του βιβλίου, με τίτλο «Μαντείο», ο Εξαρχειώτης ποιητής μιλά για την πορεία του, την ποίηση –queer και μη–, και για την εποχή του Web 2.0, αποφεύγοντας την boomer-ίστικη νοοτροπία.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Χατζιδάκις, Ιωάννου, Χιόνης, Βακαλόπουλος, Κοντός: 5 βιβλία τους κυκλοφορούν ξανά

Βιβλίο / Χατζιδάκις, Ιωάννου, Χιόνης, Βακαλόπουλος, Κοντός: 5 βιβλία τους κυκλοφορούν ξανά

Μια σειρά από επανεκδόσεις αλλά και νέες εκδόσεις, που αφορούν ποιητές και λογοτέχνες που έχουν φύγει από τη ζωή μάς θυμίζουν γιατί επιστρέφουμε σε αυτούς, διαπιστώνοντας ότι παραμένουν, εν πολλοίς, αναντικατάστατοι.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Η νέα μετάφραση των «Μεταμορφώσεων» είναι ένας άθλος και εκδοτικό γεγονός.

Βιβλίο / Οβίδιος: Η νέα μετάφραση των «Μεταμορφώσεων» είναι ένας άθλος και εκδοτικό γεγονός

Ο κορυφαίος μελετητής του ρωμαϊκού κόσμου Θεόδωρος Δ. Παπαγγελής ολοκλήρωσε την απόδοση στα ελληνικά των 12.000 στίχων του έργου του Οβίδιου, εκφράζοντας ταυτόχρονα τον άκρως μοντέρνο χαρακτήρα του ποιητή.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Τροχιές»: Η Samantha Harvey κέρδισε πανάξια το Booker

Βιβλίο / «Τροχιές»: Η Samantha Harvey κέρδισε πανάξια το Booker

Με θέμα την καθημερινότητα έξι αστροναυτών σε έναν διεθνή διαστημικό σταθμό, το μυθιστόρημα που κέρδισε το Booker 2024 μόλις μεταφράστηκε στα ελληνικά, είναι ένα ποίημα για τον πλανήτη Γη και μας καλεί να τον εκτιμήσουμε ξανά.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
2000 χρόνια μετά την πρώτη κυκλοφορία του, ένα βιβλίο για τους Ρωμαίους αυτοκράτορες γίνεται μπεστ-σέλερ

Βιβλίο / Ο Σουητώνιος του 69 μ.Χ. γίνεται ξανά μπεστ-σέλερ

Οι «Βίοι των Καισάρων», το εξόχως κουτσομπολίστικο βιβλίο που είχε γράψει ο Σουητώνιος για τον βίο και την πολιτεία της πρώτης σειράς των Ρωμαίων αυτοκρατόρων, κυκλοφόρησε σε νέα μετάφραση και μπήκε στη λίστα με τα ευπώλητα των Sunday Times.
THE LIFO TEAM
«Αν δεν μας αρέσουν οι ηγέτες που ψηφίζουμε, ας κατηγορήσουμε τον εαυτό μας»

Βιβλίο / «Αν δεν μας αρέσουν οι ηγέτες που ψηφίζουμε, ας κατηγορήσουμε τον εαυτό μας»

Ο «ροκ σταρ ιστορικός των ημερών», ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και βραβευμένος συγγραφέας Peter Frankopan, μιλά στη LIFO για τους κινδύνους που απειλούν την Ευρώπη, τη Γάζα και την άνοδο της ακροδεξιάς.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Πένθος και ανάνηψη: Ο δικός μας Σαββόπουλος

Daily / Πένθος και ανάνηψη: Ο δικός μας Σαββόπουλος

Μια εικοσαετία μετά την πρώτη έκδοση του βιβλίου, κυκλοφορεί ξανά σε αναθεωρημένη μορφή, η ενθουσιώδης, στοχαστική, λυρική μελέτη του έργου του σπουδαίου όσο και «πολωτικού» Έλληνα τραγουδοποιού από τον Δημήτρη Καράμπελα.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Ο Γιάννης και η φασολιά

Guest Editors / Ο Γιάννης και η φασολιά

Τέλη ’70, Αθήνα. Ένας νεαρός βουτάει στην ποίηση στη βιβλιοθήκη της Ελληνοαμερικανικής Ένωσης. Οι στίχοι του Γιάννη Κοντού τον αγγίζουν. Χρόνια μετά, ως συγγραφέας πια, δημιουργεί μια λογοτεχνική σχέση που κρατά δεκαετίες, ανάμεσα σε εκδοτικούς οίκους, ταβέρνες και πρωινά τηλεφωνήματα.
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΡΑΠΤΟΠΟΥΛΟΣ
Ευκλείδης Τσακαλώτος: Οφείλουμε να είμαστε πιο ριζοσπάστες και ταυτόχρονα πιο ρεαλιστές, ακόμα κι αν αυτό ακούγεται σαν τετραγωνισμός του κύκλου!

Βιβλίο / Ευκλείδης Τσακαλώτος: «Οφείλουμε να είμαστε πιο ριζοσπάστες και ταυτόχρονα πιο ρεαλιστές στην αριστερά»

Μια πολιτική κουβέντα «εφ’ όλης της ύλης» με τον βουλευτή της Νέας Αριστεράς, πανεπιστημιακό και πρώην υπουργό Οικονομικών στο στούντιο της LiFO με αφορμή το «Μανιφέστο για μια βιώσιμη κοινωνία», το τρίτο του συγγραφικό πόνημα τα τελευταία χρόνια.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Έχει πέσει στα χέρια σας καμπίσιο κόμικ;

Βιβλίο / Έχει πέσει στα χέρια σας καμπίσιο κόμικ;

Όταν υπάρχει θέληση, πείσμα και μεράκι, η περιφέρεια «τα σπάει». Ο Μέλανδρος Γκανάς, «ψυχή» των Εκδόσεων του Κάμπου, μιλά για το σπιρτόζικο εκδοτικό πολυ-εγχείρημα από τη Λάρισα που αγαπά τα κόμικς και ό,τι σχετίζεται με αυτά, με αφορμή την επέτειο των 15 χρόνων τους.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Λουίς Μπουνιουέλ: Οι κόντρες με τον Νταλί, η αγάπη για τον Λόρκα, η λατρεία για το σινεμά

Βιβλίο / Λουίς Μπουνιουέλ: Οι κόντρες με τον Νταλί, η αγάπη για τον Λόρκα, η λατρεία για το σινεμά

Οι συμπάθειες και οι αντιπάθειες, ο ερωτικός πόθος που διαπερνούσε κάθε του κίνηση, μια ζωή συνώνυμη με τις μεγάλες αλλαγές του 20ού αιώνα και μια συνταγή για σωστό ντράι Μαρτίνι αποτυπώνονται στην αξεπέραστη αυτοβιογραφία του Λουίς Μπουνιούελ, «Η τελευταία μου πνοή», που κυκλοφορεί σε νέα έκδοση.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ