Η αντίστροφη μέτρηση άρχισε στις 27 Φεβρουαρίου του 1915. Το πλοίο του Βασιλικού Βρετανικού Ναυτικού, ενώ κατευθυνόταν προς τα Δαρδανέλια και θέλοντας να αποφύγει το Αιγαίο, το οποίο ήταν διάσπαρτο από νάρκες, αναγκάστηκε να αλλάξει πορεία και να αγκυροβολήσει στις 21 Μαρτίου στην Αίγυπτο. Εκεί, ο Άγγλος ρομαντικός ποιητής Ρούπερτ Μπρουκ, ήδη αναγνωρισμένος στην πατρίδα του ως ένας από τους πιο επιφανείς της εποχής του, επισκέφτηκε τις Πυραμίδες, ενώ παράλληλα η αδύναμη υγεία του επιβαρύνθηκε από δυσεντερίες και εγκαύματα. Στις 10 Απριλίου επιβιβάστηκε πάλι στο πλοίο με πιθανό προορισμό την Καλλίπολη και επτά μέρες αργότερα ένας πυρετός που προκλήθηκε από τσίμπημα μολυσμένου κουνουπιού και δεν έλεγε να πέσει ανάγκασε τον ενθουσιώδη εικοσιεπτάχρονο άνδρα να νοσηλευτεί σε ένα γαλλικό πλωτό νοσοκομείο στη Σκύρο. Αν και όλοι οι Γάλλοι γιατροί και νοσοκόμοι ήταν πάνω από το κεφάλι του, τελικά στάθηκε αδύνατον να αντιμετωπιστεί η σηψαιμία και το απόγευμα της 27ης Απριλίου άφησε την τελευταία του πνοή. Οι συνάδελφοί του τον έθαψαν λίγο πριν από τα μεσάνυχτα της ίδιας μέρας κάτω από μια ελιά, κοντά στον όρμο Τρεις Μπούκες.
Παρόλο που ο Μπρουκ παρουσίαζε τον πόλεμο με ρομαντική διάθεση, σύμφωνα άλλωστε και με το κλίμα της εποχής, κατανοούσε απολύτως ότι ο πόλεμος οδηγεί κυρίως στον θάνατο
Η φήμη του στην πατρίδα του, τόσο ως λογοτέχνη όσο και ως ταξιδευτή, ήταν τόσο μεγάλη, που η είδηση του θανάτου του προκάλεσε μεγάλο σοκ. Ανάμεσα στις νεκρολογίες που γράφτηκαν αμέσως μόλις μαθεύτηκε το θλιβερό νέο, ξεχώρισαν αυτές του Ουίνστον Τσόρτσιλ, της αδελφικής του φίλης Βιρτζίνια Γουλφ, του Ε.Μ. Φόρστερ, κι αργότερα του Χένρι Τζέιμς, του Μπέρναρντ Σο και του Γ.Μπ. Γέιτς, ο οποίος ήταν και ο άνθρωπος που τον είχε χαρακτηρίσει τον «ωραιότερο άνδρα της Βρετανίας». Και η αλήθεια είναι ότι ο Ρούπερτ Μπρουκ άφησε εποχή όχι απλώς ως ένας εκπρόσωπος των σημαντικότερων γεωργιανών ποιητών (δηλαδή της περιόδου της βασιλείας του Γεωργίου) αλλά και ως μεγάλος εραστής γυναικών, ενδεχομένως και ανδρών, ενώ τα ταξίδια του ανά την Ευρώπη, στις ΗΠΑ, στον Καναδά και στις Νότιες Θάλασσες (μεγάλο διάστημα του 1914 έζησε στην Ταϊτή, όπου έγραψε μερικές από τις πλέον ενδιαφέρουσες επιστολές αλλά και τα ωραιότερα ποιήματά του, εμπνευσμένα από μια ντόπια καλλονή από την οποία λέγεται ότι απέκτησε μια κόρη) τον ανήγαγαν σε θρύλο όσο ήταν ακόμα εν ζωή. Πόσο μάλλον όταν το μοιραίο συνέβη τόσο αναπάντεχα, και μάλιστα με σκηνικό τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, εξασφαλίζοντάς του την υστεροφημία. Είχε προλάβει, ελάχιστο καιρό πριν από το τέλος, να γράψει τα περίφημα Σονέτα Πολέμου, ποιήματα πατριωτικού χαρακτήρα, όπως το διασημότερό του με τίτλο «Ο στρατιώτης», το οποίο αναγράφεται στην πλάκα που ανεγέρθηκε στον τάφο του στη Σκύρο, ενώ διδάσκεται ακόμα και σήμερα στα βρετανικά σχολεία. Στο νησί, στην πλατεία που φέρει το όνομά του, στέκει και η προτομή του, που χρηματοδοτήθηκε από διεθνή επιτροπή, μέλος της οποίας ήταν και ο Κ.Π. Καβάφης. Φιλοτεχνήθηκε από τον γλύπτη Μιχάλη Τόμπρο με μοντέλο τον Αλέξανδρο Ιόλα, ενώ τα αποκαλυπτήριά της έγιναν στις 5 Απριλίου του 1931 από τον Ελευθέριο Βενιζέλο και τον επικήδειο διάβασε ο Άγγελος Σικελιανός.
Επικοινωνήσαμε με τον κ. Νιλ Μέιμπιν της Rupert Brooke Society για να μας μιλήσει για τη σπουδαία αυτή προσωπικότητα. Στην ερώτηση κατά πόσο έχει αναγνωριστεί το έργο του, απάντησε: «Συχνά παρουσιάζεται σε αντιδιαστολή με την ποίηση άλλων ποιητών του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, όπως ο Γουίλφρεντ Όουεν, ο οποίος θεωρείται ότι έγραψε πιο αντικειμενικά από τον Μπρουκ, που πιστεύεται ότι απέδωσε τον πόλεμο θριαμβευτικά και λυρικά. Δεν είναι σωστό ούτε το ένα ούτε το άλλο. Παρόλο που όντως ο Μπρουκ παρουσιάζει τον πόλεμο με ρομαντική διάθεση, σύμφωνα άλλωστε και με το κλίμα της εποχής, κατανοούσε απολύτως ότι ο πόλεμος οδηγεί κυρίως στον θάνατο. Είχε συμμετάσχει στη μάχη της Αμβέρσας, την οποία χαρακτήρισε “πραγματική Κόλαση”, όπου “η μισή νεολαία της Ευρώπης πετάχτηκε μέσα από τον πόνο στο τίποτα, στο αδιάκοπο σφαγείο των σύγχρονων πολέμων”, όπως έγραψε. Επίσης, το τελευταίο του ποίημα, γραμμένο τον Απρίλιο του 1915, λίγο πριν από τον θάνατό του, τμε τίτλο “Fragment” (“Θραύσμα”), θα μπορούσε να έχει γραφτεί από οποιονδήποτε ποιητή τα δύο ή τρία χρόνια που ακολούθησαν τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Οπωσδήποτε, πάντως, τα ποιήματά του της Ταϊτής είναι σημαντικότερα από τα Σονέτα Πολέμου». Τα οποία να σημειώσουμε ότι εκδόθηκαν έναν χρόνο μετά τον θάνατό του, υπό τον τίτλο «Δεκατέσσερα».
Τα χρόνια μετά τον Μεγάλο Πόλεμο η φήμη του Μπρουκ πήρε μεγάλες διαστάσεις. Στίχοι του έχουν ενταχθεί σε έργα σημαντικών λογοτεχνών, όπως ο Σκοτ Φιτζέραλντ, που ξεκινάει το μυθιστόρημά του «Αυτή η πλευρά του παραδείσου» με δικό του στίχο, ή έχουν ακουστεί από ήρωες διάσημων ταινιών, όπως το M*A*S*H, ενώ έχουν γραφτεί δέκα βιογραφίες του, εκ των οποίων η μία σε μορφή μυθιστορήματος με τίτλο εμπνευσμένο από ποίημά του «The great lover» («Ο μεγάλος εραστής») από τη συγγραφέα Τζιλ Ντόσον.
Η προσωπικότητά του υπήρξε έμπνευση για πολλούς νέους της εποχής του. Υπήρξε χαρισματικός και οι περισσότεροι που τον γνώρισαν έπεσαν θύματα της γοητείας του, η οποία απέρρεε από το ότι είχε ζήσει έντονα τόσο τη λάμψη όσο και το σκοτάδι της ομορφιάς
Ο κ. Μέιμπιν θεωρεί ότι «Η προσωπικότητά του υπήρξε έμπνευση για πολλούς νέους της εποχής του. Υπήρξε χαρισματικός και οι περισσότεροι που τον γνώρισαν έπεσαν θύματα της γοητείας του, η οποία απέρρεε από το ότι είχε ζήσει έντονα τόσο τη λάμψη όσο και το σκοτάδι της ομορφιάς, είχε κάνει πολλαπλά ταξίδια μέχρι την άλλη άκρη του κόσμου −καθόλου εύκολη υπόθεση την περίοδο γύρω από το 1915−, ενώ συγχρόνως συνδιαλεγόταν με τον κόσμο της διανόησης και της λογοτεχνίας. Υπήρξε ίσως ο τελευταίος μεγάλος ποιητής, πριν ο μοντερνισμός απαξιώσει την παραδοσιακή φόρμα. Έχουν γραφτεί πολλές βιογραφίες, αλλά δεν μας έχουν ικανοποιημένοι όλες. Θα ξεχώριζα την επίσημη του Κρίστοφερ Χάσελ και αυτή του Πολ Ντελανί, «Οι νεοπαγανιστές».
Ο πατριωτισμός που έκανε τον Ρούπερτ Μπρουκ να στρατευτεί ως εθελοντής στην εκστρατεία της Μεσογείου ήταν ακόμα ένας λόγος ηρωοποίησής του από τη γενιά του. Ο κ. Μέιμπιν εξηγεί: «Η ενέργειά του τον οδήγησε να αναζητήσει έναν σημαντικό στόχο και οι αντιφάσεις της προσωπικότητάς του τον έκαναν να πιστέψει ότι το ρίσκο του θανάτου ήταν ένα μέσο να πλησιάσει αυτόν τον στόχο. Ο πόλεμος του πρόσφερε τον στόχο στο πιάτο! Αν και δεν υπήρχε καμία εγγύηση ότι η μονάδα του θα εκστράτευε στο Αιγαίο και ότι θα συμμετείχε στην Καλλίπολη, αφού επρόκειτο για μια μικρή μοίρα Ναυτικού κι επίσης δεν ήταν βέβαιο ότι ήταν στα σχέδια της Αγγλίας να επιτεθεί στην Τουρκία με τον τρόπο που της επιτέθηκε τελικά. Πάντως, η κλασική παιδεία του Μπρουκ τον έκανε να βλέπει με φιλελληνικό πνεύμα την εκστρατεία. Η πρώτη του αντίδραση όταν έμαθε πού οδηγούνταν το πλοίο του ήταν: “Με φαντάζομαι να είμαι μάρτυρας στην πρώτη από το 1453 λειτουργία στην Αγία Σοφία”. Επίσης έγραψε: “Θα είμαστε η κρίσιμη στιγμή της ιστορίας; Ποτέ μου δεν υπήρξα πιο ευτυχισμένος στη ζωή μου, σαν ένα ρεύμα που τρέχει κατευθείαν στο τέρμα”. Στα τελευταία του ποιήματα είναι σαν να προφητεύει το τέλος. Ήξερε ότι το πιο πιθανό για έναν στρατιώτη είναι να σκοτωθεί στον πόλεμο. Ακολούθησε συνειδητά τον δρόμο της δόξας μέσω του θανάτου. Τα Σονέτα Πολέμου το αποδεικνύουν περίτρανα...
Ένα ποίημα του Ρούπερτ Μπρουκ:
Beauty And Beauty
When Beauty and Beauty meet
All naked, fair to fair,
The earth is crying-sweet,
And scattering-bright the air,
Eddying, dizzying, closing round,
With soft and drunken laughter;
Veiling all that may befall
After -- after --
Where Beauty and Beauty met,
Earth's still a-tremble there,
And winds are scented yet,
And memory-soft the air,
Bosoming, folding glints of light,
And shreds of shadowy laughter;
Not the tears that fill the years
After -- after --
ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΑΥΤΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΙΣ 10.8.2017