Η συλλογή Μεταφράσεις του Ζήσιμου Λορεντζάτου αποτελεί πηγή για το μεταφραστικό του έργο στο σύνολό του. Στις σελίδες του ευχάριστου αισθητικά βιβλίου των εκδόσεων Ίκαρος συναντάμε μια επιλογή ποιητών της ξένης λογοτεχνίας, τους οποίους ο Ζήσιμος Λορεντζάτος, ως διανοούμενος κριτικός της λογοτεχνίας, θαύμαζε για την προσωπικότητα, την πρωτοτυπία και το βάθος της πνευματικότητάς τους. Οι κυριότεροι από αυτούς είναι οι: Πάουντ, Μπλέηκ, Μοντάλε, Γέιτς, Πόε.
Θα σταθώ στον Άγγλο ποιητή William Blake ή Γουλιέλμο Μπλέηκ, όπως τον αποκαλεί ο Λορεντζάτος, καθώς σημειώνει στην εισαγωγή της μετάφρασής του «Οι Γάμοι του Ουρανού και της Κόλασης» (1793) ότι «μέσα στην ιστορία του αγγλικού πολιτισμού ο Γουλιέλμος Μπλέηκ είναι μόνος του, σαν τον Προμηθέα στον βράχο». Ο Λορεντζάτος σκιαγραφεί τον Μπλέηκ, έχοντας κατά νου τη διαφορετικότητα της ποιητικής του αντίληψης και αποστολής. Ο Μπλέηκ είναι Προφήτης-Ποιητής, ξεφεύγει από τον «κοινό νου», στο έργο του θρησκεία και ποίηση ταυτίζονται. Οι «κοινωνικοί» συγγραφείς κάθε εποχής δεν μπορούν να αντιληφθούν το βάθος της «οραματικής» του ποίησης, γιατί δρα πηγαία, ανεξέλεγκτα, ανεξάντλητα.
Ένα χαρακτηριστικό του ήταν ότι προσπαθούσε, ή του έβγαινε φυσικό, όταν ένας κοντινός του άνθρωπος βρισκόταν μπλεγμένος, να τον ξεμπλέξει.
Και ιδού πώς, με την πρώτη αυτή μετάφραση του Μπλέηκ στα ελληνικά, ο Λορεντζάτος έδωσε την ευκαιρία στο αναγνωστικό κοινό της Ελλάδας να γνωρίσει το ρηξικέλευθο πνεύμα του πεζού ποιήματος «Οι Γάμοι του Ουρανού και της Κόλασης», κλειδί της προσωπικής μυθολογίας και των μετέπειτα προφητικών βιβλίων του Μπλέηκ. Εδώ παραθέτω ένα κομμάτι από τη μετάφραση:
«Οι παλαιοί Ποιητές ζωντανεύανε όλα τα ορατά με Θεούς ή Πνεύματα, που τους δίνανε ονόματα και τα στολίζανε με ιδιότητες από δρυμούς, ποτάμια, βουνά, λίμνες, πολιτείες, λαούς και όσα άλλα μπορούσανε να ξεχωρίζουνε οι απλωμένες και πολυάριθμες αισθήσεις τους.
Και σπουδάξανε ιδιαίτερα το πνεύμα κάθε πολιτείας και τόπου, βάζοντάς το κάτω από την πνευματική του θεότητα.
Ώσπου αποτελέστηκε ένα σύστημα, που μερικοί εκμεταλλευτήκανε για να σκλαβώσουνε τον άνθρωπο, με δοκιμές να ξαργυρώσουνε ή να γδύσουνε τις πνευματικές θεότητες από τα αντικείμενά τους: αυτοί ήτανε οι Παπάδες.
Αρχίζοντας να ξεδιαλέγουνε λατρείες ή τύπους από τα αληθινά παραμύθια των ποιητών.
Με τον καιρό κάνανε τη δήλωση πως τάχα οι Θεοί διατάξανε τέτοια καμώματα.
Και τέλος ο άνθρωπος λησμόνησε πως Όλες οι θεότητες φωλιάζουνε στα ανθρώπινα στήθια».
Ακόμα, ο Λορεντζάτος μεταφράζει το ποίημα του W.H.Auden, «Musée de Βeaux Αrts», βασισμένο στην περίεργη αφήγηση πίσω από την απεικόνιση του Ίκαρου βυθιζόμενου στη θάλασσα, στον ομώνυμο πίνακα του Μπρέγκελ, την «Κατάη» (Κίνα) του Έζρα Πάουντ, του «τεχνίτη» Πάουντ, του οποίου το ιδιόρρυθμο πνεύμα τον έμπλεξε «σε πράγματα που δεν ήταν δουλειά του», όπως η προπαγάνδα του για τον Μουσολίνι, για να οδηγηθεί τελικά στη φρενοβλάβεια.
Ο Λορεντζάτος στο «Παράρτημα» διαλέγει να μεταφράσει λιγότερο γνωστά γραπτά, όπως η «Φιλοσοφία της συνθέσεως» του Έντγκαρ Πόε, όπου ο ποιητής περιγράφει λεπτομερώς τα συστατικά και τη δομή του ποιήματος «Κοράκι».
Δυο λόγια από την Πιερρέττα Λορεντζάτου
Η προσωπικότητα του Ζήσιμου Λορεντζάτου, ενός ανθρώπου με χαμηλό προφίλ αλλά έντονη πνευματική σφραγίδα όσον αφορά τη συνεισφορά του στα ελληνικά γράμματα, συμπληρώνεται επίσης από την ενδιαφέρουσα περιγραφή της κόρης του Πιερρέττας Λορεντζάτου:
- Ο πατέρας μου δεν έλεγε ποτέ τι γράφει. Έγραφε κεκλεισμένων των θυρών. Όταν τύχαινε να βγει έξω με φίλους, δεν του άρεσε να κάνει φιλολογικές συζητήσεις, βαριόταν πάρα πολύ, τον ενοχλούσε δηλαδή. Ήθελε να μιλάνε για καθημερινά πράγματα και πιστεύω ότι μέσα από αυτά ο πατέρας μου έβρισκε και απαντήσεις σε πνευματικά ζητήματα που τον απασχολούσαν.
- Ο Σεφέρης του έκοψε τη φόρα στο να γράφει ποιήματα. Έτσι φάνηκε εκ των υστέρων. Ο πατέρας μου θεωρούσε τον εαυτό του αυστηρά κριτικό της λογοτεχνίας.
- Όταν πέθανε μου έλειψε πολύ το χιούμορ του. Νομίζω ότι το καυστικό αυτό χιούμορ έχει κατά πολύ σχέση με το ότι η καταγωγή του ήταν από την Κεφαλλονιά.
- Του αρέσανε τα όμορφα πράγματα, είτε ακριβά, είτε φθηνά.
- Ένα χαρακτηριστικό του ήταν ότι προσπαθούσε, ή του έβγαινε φυσικό, όταν ένας κοντινός του άνθρωπος βρισκόταν μπλεγμένος, να τον ξεμπλέξει. Θυμάμαι ότι είχα αρχίσει να διαβάζω ένα βιβλίο το οποίο δεν μου άρεσε, αλλά, παρ’ όλα αυτά, θεωρούσα ότι έπρεπε να το τελειώσω. Όταν με είδε να καταπιέζομαι, μου είπε: «Γιατί, παιδάκι μου, συνεχίζεις να το διαβάζεις; Έχουν γραφτεί τόσα ωραία βιβλία!». Και τότε με απάλλαξε από τον λάθος κανόνα και την ψευδαίσθηση που είχα. Δεν με πίεσε ακόμα και όταν ήταν να συναντηθεί με τον Έζρα Πάουντ κατά την επίσκεψή του στην Ελλάδα κι εγώ δεν ήθελα να πάω μαζί του. Ήμουν μικρή τότε και δεν είχα κατανοήσει πόσο μεγάλη ήταν η προσωπικότητα που θα συναντούσε.
- Όταν πέθανε κι έπρεπε να έρθω αντιμέτωπη με όλον αυτό τον κόσμο τον οποίο δεν γνώριζα καθόλου, ήταν συγκινητικό. Αισθάνθηκα υπεύθυνη γι’ αυτό και αρχειοθέτησα αμέσως όλες αυτές τις σελίδες, γραμμένες με μολύβι...
- Τύπωνε τα βιβλία του σε παλιούς εκδοτικούς, όπως ο Δόμος, ο Ταρουσόπουλος. Συνεργάστηκε επίσης με τον “Εκηβόλο”, το περιοδικό του Βασίλη Διοσκουρίδη, με τον οποίο συνεργάστηκε για πολλά χρόνια και τον εκτιμούσε γιατί σεβόταν το κριτικό του πνεύμα.
- Τα κείμενα τα έγραφε, όμως, για τον εαυτό του. Μόνο όταν ήταν έτοιμος τα δημοσίευε. Τα διάβαζε συνήθως σε μια παρέα από εκλεκτούς φίλους πρώτα. Υπήρξαν γραπτά που τυπώθηκαν πολύ καιρό αφού τα είχε ολοκληρώσει. Όταν τα διάβαζες, είχες την αίσθηση ενός ανθρώπου με πολύ βαθιά συναισθήματα. Είχε μια έντονη εσωτερική συγκίνηση».
_________
Το 2015, όταν και δόθηκε η συνέντευξη, είχαν συμπληρωθεί 100 χρόνια από τη γέννηση του Ζ.Λ.
Η Πιερέττα Λορεντζάτου πέθανε το 2016.
σχόλια