Την επομένη των Χριστουγέννων, ο διάσημος Βρετανός συγγραφέας Χανίφ Κιουρέισι («Ωραίο μου πλυντήριο», «Ο Βούδας των προαστίων») περνούσε ακόμα τις διακοπές με τη σύζυγό του στη Ρώμη, όταν ξαφνικά κατέρρευσε στο πεζοδρόμιο. Δεν είναι σαφές γιατί - ίσως λιποθύμησε, είπε ο γιος του Κάρλο, ίσως υπέστη επιληπτική κρίση - η ουσία όμως είναι ότι έπεσε άσχημα, στράβωσε τον αυχένα του και τραυμάτισε σοβαρά την κορυφή της σπονδυλικής του στήλης.
Όταν ανέκτησε τις αισθήσεις του, βρισκόταν μέσα σε μια λίμνη αίματος, χωρίς να μπορεί να κουνήσει τα χέρια ή τα πόδια του. «Συνειδητοποίησα ότι δεν υπήρχε κανένας συντονισμός μεταξύ αυτού που είχε απομείνει από το μυαλό μου και αυτού που είχε απομείνει από το σώμα μου», θα έγραφε, μέσω υπαγόρευσης, λίγες μέρες αργότερα στο Twitter. «Είχα πάρει διαζύγιο από τον εαυτό μου. Πίστευα ότι πέθαινα. Πίστευα ότι μου είχαν απομείνει μόλις τρεις αναπνοές».
Αφού μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο, ο 68χρονος συγγραφέας πέρασε τις επόμενες ημέρες «βαθιά τραυματισμένος, αλλοιωμένος και αγνώριστος στον εαυτό μου», όπως ανέφερε στο Twitter. «Προς το παρόν, δεν είναι σαφές αν θα μπορέσω ποτέ να ξαναπερπατήσω ή αν θα μπορέσω ποτέ να κρατήσω στυλό». Έκτοτε, υπαγορεύει καθημερινά μηνύματα από το κρεβάτι του νοσοκομείου. Χρησιμοποιώντας μια ζωντανή, οδυνηρή πρόζα, αφηγείται το δράμα που βιώνει, ανακαλεί μνήμες του παρελθόντος, συλλογίζεται για τη συγγραφή και την τέχνη και περιγράφει το τρομακτικό, ενίοτε υπερβατικό βάθος του να εξαρτάσαι από την αγάπη και την υπομονή των άλλων.
Άρχισε να υπαγορεύει σχεδόν με τον τρόπο ενός παλιού, προ-διαδικτυακού ρεπόρτερ που έστελνε τηλεφωνικά ένα ρεπορτάζ στο γραφείο (καθώς υπαγορεύει, σημειώνει τα διαλείμματα των παραγράφων, για παράδειγμα, λέγοντας κάθε τόσο «νέα παράγραφος») και αμέσως οι αναρτήσεις του μετά το ατύχημα προσέλκυσαν μεγάλο ενδιαφέρον, εν μέρει επειδή μοιάζουν να διοχετεύουν τους μύχιους φόβους τόσων πολλών αναγνωστών. «Αυτό που συνέβη στον πατέρα μου είναι ίσως αυτό που φοβούνται πιο πολύ οι περισσότεροι ότι θα τους συμβεί ξαφνικά», λέει ο γιος του.
Τα tweets του Κιουρέισι είναι συγχρόνως γενναία, διεισδυτικά, παιχνιδιάρικα, λυρικά, απελπισμένα και ενίοτε πολύ αστεία. Σε ένα από αυτά, θυμήθηκε μια εξέταση του ορθού που είχε κάνει πρόσφατα στο βρετανικό Εθνικό Σύστημα Υγείας και ο νοσηλευτής τον είχε μπερδέψει με τον Σάλμαν Ρούσντι. «Πόσο καιρό σας πήρε να γράψετε τα 'Παιδιά του μεσονυκτίου';», τον ρώτησε κι ο συγγραφέας του απάντησε: «Αν όντως είχα γράψει τα 'Παιδιά του μεσονυκτίου' πιστεύεις ότι θα ήμουν εδώ και όχι σε ιδιωτική κλινική;»
Οι δύο συγγραφείς είναι παλιοί φίλοι. «Ο φίλος μου Σάλμαν Ρούσντι, ένας από τους πιο γενναίους ανθρώπους που γνωρίζω, ένας άνθρωπος που στάθηκε απέναντι στην πιο φριχτή μορφή ισλαμοφασισμού, μου γράφει κάθε μέρα, δίνοντάς μου κουράγιο», λέει ο Κιουρέισι σε μια από τις τελευταίες αναρτήσεις του στο Twitter. «Αυτός ξέρει τι περνάω».
Για την διαδικασία αποκατάστασης, ο συγγραφέας θα μεταφερθεί σε εξειδικευμένη μονάδα και η ανάρρωσή του θα είναι μάλλον επίπονη όσο και αβέβαιη. Μετά από μια επέμβαση στον αυχένα, έχει ανακτήσει κάποιες αναλαμπές κίνησης στα πόδια του και στις άκρες των δακτύλων του. Οριστική πρόγνωση δεν υπάρχει, παρότι όπως έγραψε πριν μερικές μέρες ο Κιουρέισι, ένας φυσικοθεραπευτής «μου υποσχέθηκε ότι θα μπορέσω να σηκώσω ξανά το στυλό με το δεξί μου χέρι».
«Στους ανθρώπους αρέσει να είναι ευγενικοί και να βοηθούν ο ένας τον άλλον», αναφέρει σε ένα πρόσφατο tweet. «Δυσανασχετούν όμως με την εξάρτηση που έχουν ο ένας από τον άλλο και με το γεγονός ότι δεν μπορούν να κάνουμε τα πάντα μόνοι τους. Το ατύχημά μου ήταν μια σωματική τραγωδία, οι συναισθηματικοί καρποί όμως θα είναι σημαντικοί και πολύ ενδιαφέροντες». Σε ένα άλλο κάνει λόγο για τη βαθιά αγάπη που τρέφει στη ‘φυσική πράξη’ της γραφής: «Μια λέξη μετά από μια άλλη, μια πρόταση μετά από μια άλλη, μέχρι να νιώσω ότι κάτι ξυπνάει μέσα μου. Την ώρα που κάνω αυτά τα σημάδια στο χαρτί, ακούω χαρακτήρες να μονολογούν, και μετά να μιλάνε μεταξύ τους, αν είμαι τυχερός – αν είμαι ακόμα πιο τυχερός, μπορεί να αρχίσουν να ψυχαγωγούν ο ένας τον άλλον».
«Είμαι σίγουρος ότι πολλοί ζωγράφοι, συγγραφείς, αρχιτέκτονες, αθλητές και κηπουροί αγαπούν βαθιά τα εργαλεία τους και τα βλέπουν ως προέκταση του σώματός τους», καταλήγει. «Ελπίζω ότι μια μέρα θα μπορέσω να επιστρέψω κι εγώ στη χρήση των δικών μου πολύτιμων και αγαπημένων εργαλείων».
Με στοιχεία από τους The New York Times